Της Σοφίας Χριστοφορίδου ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
“Η Ελπίδα και η χελώνα της η Λιγνή” Σε ένα χωριό μακρινό, ή πολύ κοντινό σε μας, ζούσε ένα κοριτσάκι, η Ελπίδα, μαζί με την αγαπημένη της Χελώνα, τη Λιγνή. Κάποια μέρα, την ώρα που η Λιγνή και η Ελπίδα έπαιζαν κυνηγητό, ένα αυτοκίνητο σταμάτησε δίπλα τους. Τρεις άνθρωποι με παράξενα εργαλεία κατέβηκαν και άρχισαν να σκάβουν μεγάλες τρύπες στο χώμα. “Τι ζητάν αυτοί εδώ”, ρώτησε η Ελπίδα τη Λιγνή. “Δεν ήρθαν για καλό μου φαίνεται”, απάντησε η χελώνα. Το βράδυ η Ελπίδα είδε έναν εφιάλτη. Ένα τεράστιο μηχάνημα μπήκε στο δάσος τους, έτοιμο να κατασπαράξει τα πάντα. Τρομαγμένη η Ελπίδα, τρέχει στο δωμάτιο των γονιών της. Η μαμά της την αγκάλιασε και της είπε πως σε λίγο καιρό θα φύγουν από το χωριό τους, γιατί εκεί βρέθηκε λιγνίτης και θα χτιστεί ένα θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο. Τις επόμενες εβδομάδες η Ελπίδα έβλεπε γύρω της το όμορφο δάσος που έπαιζε με τη Λιγνή να μεταμορφώνεται σε ένα άχρωμο τοπίο. Σκόνη, θόρυβος, φορτηγά, λάσπη κυριαρχούσαν παντού και ένα τεράστιο εργοστάσιο άρχισε σιγά σιγά να ξεφυτρώνει. Κάποια μέρα, βλέποντας από μακριά το εργοστάσιο να χτίζεται, η Ελπίδα ρώτησε τη Λιγνή: “Τι είναι ο λιγνίτης, μακρινός σου ξάδερφος;”. Η Λιγνή αναστενάζοντας της αφηγήθηκε την ιστορία του λιγνίτη. “Θα σου πω μια ιστορία που ξεκινάει από πολύ παλιά. Εκατομμύρια χρόνια πριν, στο μέρος αυτό που ζούμε υπήρχε μια μεγάλη λίμνη. Γύρω από τη λίμνη υπήρχαν ζώα που τώρα δεν υπάρχουν. Δεινόσαυροι, μαμούθ και πολλά άλλα. Όλα αυτά τα ζώα ζούσαν γύρω από μια ρηχή λίμνη, το πιο εκπληκτικό όμως ήταν η ίδια η λίμνη. Ήταν γεμάτη φυτά. Γύρω της αλλά και από μέσα της ξεπρόβαλλαν τεράστια δέντρα. Η ζωή κυλούσε ήρεμα, οι μέρες, τα χρόνια, οι αιώνες… Ώσπου ένα πρωί, από το κοντινό βουνό ακούστηκε μια δυνατή βροντή. Ένα μεγάλο σύννεφο καπνού σκέπασε τον ήλιο και όλα γύρω τυλίχτηκαν από φωτιά και στάχτη. Σα να μην έφταναν όλα αυτά, η γη άρχισε να κουνιέται και όλα καταστράφηκαν. Όταν τελείωσε η καταστροφή, τίποτα δεν θύμιζε την προηγούμενη ζωή. Όλα τα ζωντανά που υπήρχαν, ζώα και φυτά, έμειναν κάτω από το χώμα για εκατομμύρια χρόνια, έγιναν κάρβουνο, έγιναν λιγνίτης”.
Σε λίγο καιρό το εργοστάσιο που έβλεπαν να χτίζεται άρχισε να βγάζει μαύρους καπνούς που σκέπασαν τον ήλιο και τα παιδικά τους όνειρα. Κοντά στο εργοστάσιο μεγάλα μηχανήματα άνοιγαν τεράστιες πληγές στο έδαφος. Μεγάλα φορτηγά πήγαιναν και έρχονταν κουβαλώντας το λιγνίτη, την πανάρχαια ζωή που σε λίγο θα γινόταν καπνός και στάχτη. Ο καπνός που έβγαινε από το εργοστάσιο μύριζε πολύ άσχημα. Η Ελπίδα δεν ανάσαινε με ευκολία και έβηχε συνεχώς. Η μαμά της την πήγε στο γιατρό και εκείνος της είπε: “Λυπάμαι πολύ, το παιδί έχει άσθμα”. Ένας ταχυδρόμος ήρθε μια μέρα στο σπίτι της Ελπίδας. Τους παρέδωσε ένα γράμμα το οποίο έγραφε πως πρέπει να φύγουν από το χωριό τους και να ζήσουν στην πόλη. “Γιατί;” ρώτησε η Ελπίδα τον μπαμπά της. “Ήρθε η ώρα να σκάψουν και κάτω από το χωριό”, της είπε εκείνος, “για να πάρουν το λιγνίτη”. Η Ελπίδα δεν μπορούσε να φανταστεί πώς θα ήταν η νέα της ζωή. Ο καιρός πέρασε. Τα απογεύματα, πριν ακόμη δύσει ο ήλιος, η Ελπίδα και η Λιγνή ανέβαιναν στην ταράτσα της πολυκατοικίας όπου έμεναν και έβλεπαν μακριά το χωριό τους να κατασπαράζεται από τεράστια μηχανήματα. Στο καινούριο της σπίτι η Ελπίδα ελπίζει πως όταν μεγαλώσει θα χτίσουν τον κόσμο από την αρχή. Παίρνοντας ενέργεια από τη φύση και τη δύναμή της. Γιατί ξέρουν πως η γη δεν ανήκει στον άνθρωπο αλλά ο άνθρωπος ανήκει στη γη”. ενώ σε άλλα τέσσερα σχολεία δόθηκαν ισάριθμες διακρίσεις για τις κατηγορίες “Γραπτός λόγος”, “Εικαστικές τέχνες”, “Ερμηνευτικές τέχνες” και “Πεζογραφία - Ποίηση”. “Οι μαθητές αποφάσισαν να γράψουν το παραμύθι μετά από μια επίσκεψή τους στα λιγνιτωρυχεία της Πτολεμαΐδας και τα εργοστάσια της ΔΕΗ, όπου αντίκρισαν ένα σεληνιακό τοπίο, πολύ διαφορετικό από αυτό του Βελβεντού”, αναφέρει ο δάσκαλος των παιδιών Γιάννης Γκίκας. Το παραμύθι γράφτηκε και εικονογραφήθηκε από τα ίδια τα παιδιά, με τον συντονισμό ομάδας δασκάλων, και θα περιληφθεί σε μια συλλογή με δημιουργίες παιδιών από όλη την Ευρώπη, στις οποίες συμπυκνώνονται οι αγωνίες και οι ελπίδες τους για το περιβάλλον. Το λεύκωμα αυτό θα παραδοθεί στους ηγέτες των χωρών που θα λάβουν μέρος στη σύνοδο κορυφής για τις κλιματικές αλλαγές, που θα πραγματοποιηθεί τον προσεχή Δεκέμβριο στη Δανία.
Το παραμύθι τους “Η Ελπίδα και η χελώνα της η Λιγνή” στέλνουν στους ηγέτες του κόσμου οι μαθητές του Δημοτικού Σχολείου Βελβεντού Κοζάνης. Η ιστορία που έγραψαν κέρδισε το πρώτο βραβείο στον πανελλήνιο μαθητικό διαγωνισμό “Η γη καίγεται - εσύ τι κάνεις;”
Θα περιληφθεί σε λεύκωμα που θα εκδώσει η κυβέρνηση της Δανίας και θα διανείμει στους ηγέτες των χωρών που θα λάβουν μέρος στη σύνοδο κορυφής της Κοπεγχάγης για τις κλιματικές αλλαγές. Ο διαγωνισμός ήταν μία πρωτοβουλία 11 γυμνασίων και λυκείων της Αθήνας και πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της πρεσβείας της Δανίας, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Ανάμεσα σε χίλιες και πλέον συμμετοχές από δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια από όλη την Ελλάδα η ομάδα της Στ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Βελβεντού κατέκτησε το πρώτο βραβείο στην κατηγορία “Ανένταχτο”,“Η Ελπίδα και η χελώνα της η Λιγνή” Σε ένα χωριό μακρινό, ή πολύ κοντινό σε μας, ζούσε ένα κοριτσάκι, η Ελπίδα, μαζί με την αγαπημένη της Χελώνα, τη Λιγνή. Κάποια μέρα, την ώρα που η Λιγνή και η Ελπίδα έπαιζαν κυνηγητό, ένα αυτοκίνητο σταμάτησε δίπλα τους. Τρεις άνθρωποι με παράξενα εργαλεία κατέβηκαν και άρχισαν να σκάβουν μεγάλες τρύπες στο χώμα. “Τι ζητάν αυτοί εδώ”, ρώτησε η Ελπίδα τη Λιγνή. “Δεν ήρθαν για καλό μου φαίνεται”, απάντησε η χελώνα. Το βράδυ η Ελπίδα είδε έναν εφιάλτη. Ένα τεράστιο μηχάνημα μπήκε στο δάσος τους, έτοιμο να κατασπαράξει τα πάντα. Τρομαγμένη η Ελπίδα, τρέχει στο δωμάτιο των γονιών της. Η μαμά της την αγκάλιασε και της είπε πως σε λίγο καιρό θα φύγουν από το χωριό τους, γιατί εκεί βρέθηκε λιγνίτης και θα χτιστεί ένα θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο. Τις επόμενες εβδομάδες η Ελπίδα έβλεπε γύρω της το όμορφο δάσος που έπαιζε με τη Λιγνή να μεταμορφώνεται σε ένα άχρωμο τοπίο. Σκόνη, θόρυβος, φορτηγά, λάσπη κυριαρχούσαν παντού και ένα τεράστιο εργοστάσιο άρχισε σιγά σιγά να ξεφυτρώνει. Κάποια μέρα, βλέποντας από μακριά το εργοστάσιο να χτίζεται, η Ελπίδα ρώτησε τη Λιγνή: “Τι είναι ο λιγνίτης, μακρινός σου ξάδερφος;”. Η Λιγνή αναστενάζοντας της αφηγήθηκε την ιστορία του λιγνίτη. “Θα σου πω μια ιστορία που ξεκινάει από πολύ παλιά. Εκατομμύρια χρόνια πριν, στο μέρος αυτό που ζούμε υπήρχε μια μεγάλη λίμνη. Γύρω από τη λίμνη υπήρχαν ζώα που τώρα δεν υπάρχουν. Δεινόσαυροι, μαμούθ και πολλά άλλα. Όλα αυτά τα ζώα ζούσαν γύρω από μια ρηχή λίμνη, το πιο εκπληκτικό όμως ήταν η ίδια η λίμνη. Ήταν γεμάτη φυτά. Γύρω της αλλά και από μέσα της ξεπρόβαλλαν τεράστια δέντρα. Η ζωή κυλούσε ήρεμα, οι μέρες, τα χρόνια, οι αιώνες… Ώσπου ένα πρωί, από το κοντινό βουνό ακούστηκε μια δυνατή βροντή. Ένα μεγάλο σύννεφο καπνού σκέπασε τον ήλιο και όλα γύρω τυλίχτηκαν από φωτιά και στάχτη. Σα να μην έφταναν όλα αυτά, η γη άρχισε να κουνιέται και όλα καταστράφηκαν. Όταν τελείωσε η καταστροφή, τίποτα δεν θύμιζε την προηγούμενη ζωή. Όλα τα ζωντανά που υπήρχαν, ζώα και φυτά, έμειναν κάτω από το χώμα για εκατομμύρια χρόνια, έγιναν κάρβουνο, έγιναν λιγνίτης”.
Σε λίγο καιρό το εργοστάσιο που έβλεπαν να χτίζεται άρχισε να βγάζει μαύρους καπνούς που σκέπασαν τον ήλιο και τα παιδικά τους όνειρα. Κοντά στο εργοστάσιο μεγάλα μηχανήματα άνοιγαν τεράστιες πληγές στο έδαφος. Μεγάλα φορτηγά πήγαιναν και έρχονταν κουβαλώντας το λιγνίτη, την πανάρχαια ζωή που σε λίγο θα γινόταν καπνός και στάχτη. Ο καπνός που έβγαινε από το εργοστάσιο μύριζε πολύ άσχημα. Η Ελπίδα δεν ανάσαινε με ευκολία και έβηχε συνεχώς. Η μαμά της την πήγε στο γιατρό και εκείνος της είπε: “Λυπάμαι πολύ, το παιδί έχει άσθμα”. Ένας ταχυδρόμος ήρθε μια μέρα στο σπίτι της Ελπίδας. Τους παρέδωσε ένα γράμμα το οποίο έγραφε πως πρέπει να φύγουν από το χωριό τους και να ζήσουν στην πόλη. “Γιατί;” ρώτησε η Ελπίδα τον μπαμπά της. “Ήρθε η ώρα να σκάψουν και κάτω από το χωριό”, της είπε εκείνος, “για να πάρουν το λιγνίτη”. Η Ελπίδα δεν μπορούσε να φανταστεί πώς θα ήταν η νέα της ζωή. Ο καιρός πέρασε. Τα απογεύματα, πριν ακόμη δύσει ο ήλιος, η Ελπίδα και η Λιγνή ανέβαιναν στην ταράτσα της πολυκατοικίας όπου έμεναν και έβλεπαν μακριά το χωριό τους να κατασπαράζεται από τεράστια μηχανήματα. Στο καινούριο της σπίτι η Ελπίδα ελπίζει πως όταν μεγαλώσει θα χτίσουν τον κόσμο από την αρχή. Παίρνοντας ενέργεια από τη φύση και τη δύναμή της. Γιατί ξέρουν πως η γη δεν ανήκει στον άνθρωπο αλλά ο άνθρωπος ανήκει στη γη”. ενώ σε άλλα τέσσερα σχολεία δόθηκαν ισάριθμες διακρίσεις για τις κατηγορίες “Γραπτός λόγος”, “Εικαστικές τέχνες”, “Ερμηνευτικές τέχνες” και “Πεζογραφία - Ποίηση”. “Οι μαθητές αποφάσισαν να γράψουν το παραμύθι μετά από μια επίσκεψή τους στα λιγνιτωρυχεία της Πτολεμαΐδας και τα εργοστάσια της ΔΕΗ, όπου αντίκρισαν ένα σεληνιακό τοπίο, πολύ διαφορετικό από αυτό του Βελβεντού”, αναφέρει ο δάσκαλος των παιδιών Γιάννης Γκίκας. Το παραμύθι γράφτηκε και εικονογραφήθηκε από τα ίδια τα παιδιά, με τον συντονισμό ομάδας δασκάλων, και θα περιληφθεί σε μια συλλογή με δημιουργίες παιδιών από όλη την Ευρώπη, στις οποίες συμπυκνώνονται οι αγωνίες και οι ελπίδες τους για το περιβάλλον. Το λεύκωμα αυτό θα παραδοθεί στους ηγέτες των χωρών που θα λάβουν μέρος στη σύνοδο κορυφής για τις κλιματικές αλλαγές, που θα πραγματοποιηθεί τον προσεχή Δεκέμβριο στη Δανία.