Του Πάσχου Mανδραβέλη
Κατ'
αρχήν θα περίμενε κανείς ότι ο ανταγωνισμός στην αγορά θα
χαρακτηριζόταν «κανιβαλισμός» από το ΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλες
συνιστώσες του σοβιετικού ιδεώδους στην Ελλάδα. Δυστυχώς, και οι
εγχώριοι βιομήχανοι φαρμάκων θεωρούν τον ανταγωνισμό μια «ανελέητη διαδικασία για την επίτευξη χαμηλών τιμών»!
Κάποιος, λοιπόν, πρέπει να τους πει τα νέα, ή να τους υπενθυμίσει αυτό
που ξέχασαν επειδή βρίσκονται τόσα χρόνια σε καθεστώς κρατικής
δίαιτας: η αγορά δεν είναι δεξίωση όπου οι αγοραστές απλώς δίνουν λεφτά
στους πωλητές.
Η αγορά είναι ορθολογική διαδικασία. Ο πωλητής προσπαθεί να βγάλει όσο περισσότερα λεφτά μπορεί βελτιώνοντας τα προϊόντα ή μειώνοντας το κόστος παραγωγής και ο αγοραστής προσπαθεί να εξοικονομήσει όσο περισσότερα λεφτά μπορεί αγοράζοντας τα φθηνότερα. Αν αυτό θεωρείται «κανιβαλισμός», τι να κάνουμε;
Οι άνθρωποι που είναι στην αγορά το γνωρίζουν εδώ και χρόνια. Καιρός είναι να το μάθουν και οι φαρμακοβιομήχανοι, ή έστω να μπουν στην αγορά για να το μάθουν.
Η καταχώριση της «Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας», που δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο Τύπο (20/11/2011) αναφέρεται στις εκπτώσεις άνω του 90% που πέτυχε το υπουργείο Υγείας με τον ηλεκτρονικό διαγωνισμό για την προμήθεια φαρμάκων. Ταυτοχρόνως, όμως η ανακοίνωση-καταχώριση βρίθει αντιφάσεων. Μας λέει ότι «το 75% των διαγωνισμών έχουν κερδίσει μεγαλοεισαγωγείς γενοσήμων χωρίς επενδύσεις στην Ελλάδα», ενώ παρακάτω αναφέρει ότι τα δικά τους φάρμακα εξάγονται σε 80 χώρες του κόσμου συμπληρώνοντας διθυραμβικά ότι «η «τιμή» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και των 8.500 εργαζόμενών της αναγνωρίζεται σε όλο τον κόσμο. Στις ΗΠΑ, στον Καναδά, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, σηκώνουμε καθημερινά τη σημαία του ελληνικού φαρμάκου σε απαιτητικές αγορές».
Τι ακριβώς μας λένε οι φαρμακοβιομήχανοι; Ανταγωνίζονται με επιτυχία σε 80 αγορές του κόσμου ή επιδίδονται σε κανιβαλισμό σε 80 χώρες του κόσμου; Και πώς επιτυγχάνουν στο εξωτερικό αυτό που δεν μπορούν να επιτύχουν στο εσωτερικό; Σ' αυτές τις 80 χώρες δεν δραστηριοποιούνται «μεγαλοεισαγωγείς γενοσήμων»; Μόνο την Ελλάδα έχουν στο στόχαστρό τους; Ή μήπως οι εγχώριοι φαρμακοβιομήχανοι δίνουν στο εξωτερικό ακόμη χαμηλότερες τιμές από τους «μεγαλοεισαγωγείς γενοσήμων» και καταφέρνουν να «κανιβαλίσουν» καλύτερα στις εκεί αγορές; Κι αν κάνουν αυτό στο εξωτερικό, γιατί δεν το κάνουν στην Ελλάδα, για να γλιτώσουν και το κόστος των καταχωρίσεων με τα παράπονά τους;
Μέσα στα ηρωικά και πένθιμα που γράφουν οι φαρμακοβιομήχανοι στην ανακοίνωση-καταχώρισή τους αναφέρουν και το εξής: «Στην πατρίδα μας η «τιμή» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας βρίσκεται υπό συνεχή, πιεστική και εκβιαστική διαπραγμάτευση και αυτό για όσους αντιλαμβάνονται το φαινόμενο της υποκατάστασης, δεν είναι προς όφελος ούτε της ανάπτυξης, ούτε της συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης.» Βεβαίως, εμείς οι αδαείς δεν μπορούμε να μετρήσουμε την ««τιμή» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας»· ξέρουμε απλώς ότι τα φάρμακα ήταν μια από τις βασικές συνιστώσες της ελληνικής χρεοκοπίας. Αλλά πάλι, πότε η αγορά δεν ήταν «συνεχής, πιεστική και εκβιαστική διαπραγμάτευση» και πότε ακριβώς το έμαθαν οι φαρμακοβιομηχανίες; Κι εκτός αυτού, πώς δεν συγκρατείται η φαρμακευτική δαπάνη όταν επιτυγχάνονται εκπτώσεις της τάξεως του 90%;
Το μεγαλύτερο πάρτι που μας οδήγησε στη χρεοκοπία ήταν αυτό που έγινε στον χώρο της Υγείας. Αυτό είναι λογικό διότι η Υγεία αποτελεί προνομιακό χώρο άσκησης λαϊκισμού και οι υψηλότερες δαπάνες -άσχετα αν τις καρπώνονται λίγοι και έχουν πενιχρά αποτελέσματα- αποτελούν τεκμήριο άσκησης φιλολαϊκής πολιτικής. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τους κλαυθμούς και οδυρμούς που υπήρχαν πριν από το 2004 για τη διαβόητη «λίστα» από την οποία έδιναν φάρμακα τα ασφαλιστικά ταμεία. Υπήρξε μέγας κλαυθμός και από τον τύπο και από συνδικαλιστικές οργανώσεις υπέρ των ακριβών φαρμάκων. Ετσι η νέα τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. προχώρησε στην κατάργησή της. Αυτός ήταν ένας βασικός παράγων που συνετέλεσε στον διπλασιασμό της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης από 2,43 δισ. το 2004 σε 5,09 δισ. το 2009.
Υποσημείωση της ιστορίας που ποτέ δεν διευκρινίστηκε επαρκώς. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» (7/10/2006): «Σοβαρό θέμα για τον τέως υπουργό Υγείας Νικήτα Κακλαμάνη ανακύπτει από την αποκάλυψη ότι τέσσερις φαρμακευτικές εταιρείες πλήρωσαν μέρος των εξόδων προεκλογικής του εκδήλωσης. Η εκδήλωση έγινε στις 17 Φεβρουαρίου του 2004 και λίγες μέρες μετά ο κ. Κακλαμάνης έγινε υπουργός Υγείας της κυβέρνησης της Ν.Δ. Ο ίδιος απέφυγε να απαντήσει σε ερώτηση της «Ε» για την ουσία του θέματος και περιορίστηκε να πει ότι είναι «αστειότητες, που εντάσσονται στο προεκλογικό παιχνίδι»».
Στα ύψη οι δαπάνες
Μπορεί οι χορηγίες των φαρμακευτικών εταιρειών για την εκλογή του μετέπειτα υπουργού Υγείας να είναι «αστειότητες» δεν είναι όμως διόλου αστείες οι φαρμακευτικές δαπάνες στην Ελλάδα που είχαν αρχίσει να καλπάζουν και πριν από τον κ. Κακλαμάνη. Σύμφωνα με δύο εκθέσεις που παρέδωσε στον κ. Λοβέρδο τον Ιανουάριο του 2010 ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και καθηγητής στο London School of Εconomics, κ. Ηλ. Μόσιαλος, προέκυπτε έκρηξη της φαρμακευτικής δαπάνης σε μεγάλους ασφαλιστικούς οργανισμούς, όπως το ΙΚΑ και ο ΟΓΑ την περίοδο 2001-2009. Στο ΙΚΑ η αντίστοιχη δαπάνη αυξήθηκε πάνω από 400% και από 583 εκατ. ευρώ το 2000 άγγιξε τα 2,4 δισ. ευρώ το 2009. Στον ΟΓΑ η φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 450% και από 279 εκατ. ευρώ το 2000 ανήλθε σε 1,2 δισ. ευρώ το 2009. «Η τρομακτική αυτή αύξηση δεν συμβαδίζει με παράλληλη αναβάθμιση του επιπέδου Υγείας του ελληνικού λαού», σχολίασε τότε στον Κοινοβουλευτικό Τομέα Εργασίας του ΠΑΣΟΚ ο κ. Μόσιαλος. Οπως επεσήμανε: «Τα τελευταία εννέα χρόνια κερδίσαμε περίπου ενάμιση χρόνο του προσδόκιμου ζωής· ήμασταν το 2000 η 4η χώρα στον ΟΟΣΑ, όσον αφορά το προσδόκιμο ζωής, ενώ το 2009 βρεθήκαμε στη 14η θέση». Δηλαδή», εξηγεί, «παρά την τρομακτική αύξηση της δαπάνης δεν κερδίζουμε ως λαός σε χρόνια ζωής». Σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο «αν είχαμε λογική αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, όπως συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, της τάξεως του 50%, θα είχαμε εξοικονομήσει πάνω από ένα έως ενάμισι δισ. ευρώ στους δύο ασφαλιστικούς οργανισμούς ΙΚΑ και ΟΓΑ».
Φυσικά στον «κανιβαλισμό» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης -από 2,43 δισ. το 2004 σε 5,09 δισ. το 2009- δεν συμμετείχαν μόνο οι εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες. Οι εκπτώσεις όμως που επέτυχαν οι ηλεκτρονικοί διαγωνισμοί δείχνουν ότι υπήρχε μεγάλο περιθώριο εξοικονόμησης της σπατάλης, αυτό που η «Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας», βάφτισε «κανιβαλισμό».
Η μάχη του ωραρίου στα φαρμακεία
Στο μέτωπο της απελευθέρωσης του επαγγέλματος των φαρμακοποιών τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η «απελευθέρωση» που νομοθέτησε για τα φαρμακεία ο κ. Λοβέρδος είναι εφάμιλλη της «απελευθέρωσης» που επιχείρησε να κάνει ο κ. Ρέππας στα ταξί. Δεν άλλαξε τίποτε και οι νέοι φαρμακοποιοί πρέπει να περιμένουν χρόνια και να πληρώσουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμά τους.
Μια χαραμάδα απελευθέρωσης άνοιξε ο υπουργός Υγείας, που θα μπορούσε να απορροφήσει έστω μικρό μέρος των ανέργων φαρμακοποιών, αλλά και αυτή καρκινοβατεί. Επειτα από χρόνιες αντιπαραθέσεις του κ. Λοβέρδου με τους συλλόγους φαρμακοποιών για τον αριθμό των φαρμακείων που εφημερεύουν, και μετά την κάθετη άρνηση των μεγαλοφαρμακοποιών (που διαφεντεύουν τους φαρμακευτικούς συλλόγους) να προσθέσουν έστω ένα μικρό αριθμό φαρμακείων στον κατάλογο, ο υπουργός Υγείας έκανε ένα μικρό αλλά λογικό βήμα. Απελευθέρωσε το ωράριο των φαρμακείων για τα απογεύματα που αυτά είναι κλειστά.
Οσοι τόλμησαν να ανοίξουν, βρήκαν τον μπελά τους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της φαρμακοποιού Κ.Κ. από την Καρδίτσα, η οποία τόλμησε να εφαρμόσει τον νέο νόμο. Στην επιστολή γνωστοποίησης στον σύλλογο ότι προτίθεται να ανοίγει τα Σάββατα, η απάντηση του Φαρμακευτικού Συλλόγου ήταν κάθετη «Σας γνωρίζουμε ότι δεν έχετε τη δυνατότητα επιλογής ωρών εργασίας βάσει της υπουργικής απόφασης... [διότι] η διάταξη ΦΕΚ 2251/2011 αντίκειται στις διατάξεις περί προστασίας της δημόσιας υγείας του Συντάγματος». Δεν ξέρει τι να πρωτοθαυμάσει κανείς. Το γεγονός ότι ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Καρδίτσας κ. Ιωάννης Γκορτσίλας και ο γραμματέας κ. Κωνσταντίνος Σωτηρόπουλος όρισαν εαυτούς ad hoc συνταγματικό δικαστήριο και κατέρριψαν ένα νόμο; Ή τον καινοφανή ισχυρισμό τους ότι τα περισσότερα ανοιχτά φαρμακεία αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία;
Η υπόθεση μάλλον θα καταλήξει στα δικαστήρια αφού με ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Ιωάννης Γκορτσίλας αποκαλύπτει ότι ο Φ.Σ. «έχει ήδη προβεί σε κάθε νόμιμη ενέργεια (καταγγελίες, μηνύσεις, εξώδικα και ετοιμασία αγωγών αποζημιώσεων) κατά των υπευθύνων του φαρμακείου για παραβίαση των καθορισμένων εφημεριών... διότι το φάρμακο είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, οι φαρμακοποιοί «λειτουργοί», υπηρέτες της πρωτοβάθμιας προστασίας της δημόσιας υγείας, ενώ ο Φαρμακευτικός μας Σύλλογος Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, στο οποίο ο νομοθέτης έχει δώσει πληθώρα διαδικασιών και ευθυνών».
Βεβαίως, από μεγάλα λόγια περί κοινωνικών αγαθών έχει χορτάσει η χώρα και γι' αυτό κινδυνεύει να πεινάσει από την έλλειψη άλλων πραγματικών αγαθών. Αλλά σε ένα έχει δίκιο ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου, ότι ο νομοθέτης έχει δώσει «πληθώρα διαδικασιών και ευθυνών». Οπότε το ερώτημα στον υπουργό Υγείας είναι απλό: ώς πότε θα το ανέχεται η πολιτεία αυτό;
Η αγορά είναι ορθολογική διαδικασία. Ο πωλητής προσπαθεί να βγάλει όσο περισσότερα λεφτά μπορεί βελτιώνοντας τα προϊόντα ή μειώνοντας το κόστος παραγωγής και ο αγοραστής προσπαθεί να εξοικονομήσει όσο περισσότερα λεφτά μπορεί αγοράζοντας τα φθηνότερα. Αν αυτό θεωρείται «κανιβαλισμός», τι να κάνουμε;
Οι άνθρωποι που είναι στην αγορά το γνωρίζουν εδώ και χρόνια. Καιρός είναι να το μάθουν και οι φαρμακοβιομήχανοι, ή έστω να μπουν στην αγορά για να το μάθουν.
Η καταχώριση της «Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας», που δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο Τύπο (20/11/2011) αναφέρεται στις εκπτώσεις άνω του 90% που πέτυχε το υπουργείο Υγείας με τον ηλεκτρονικό διαγωνισμό για την προμήθεια φαρμάκων. Ταυτοχρόνως, όμως η ανακοίνωση-καταχώριση βρίθει αντιφάσεων. Μας λέει ότι «το 75% των διαγωνισμών έχουν κερδίσει μεγαλοεισαγωγείς γενοσήμων χωρίς επενδύσεις στην Ελλάδα», ενώ παρακάτω αναφέρει ότι τα δικά τους φάρμακα εξάγονται σε 80 χώρες του κόσμου συμπληρώνοντας διθυραμβικά ότι «η «τιμή» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και των 8.500 εργαζόμενών της αναγνωρίζεται σε όλο τον κόσμο. Στις ΗΠΑ, στον Καναδά, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, σηκώνουμε καθημερινά τη σημαία του ελληνικού φαρμάκου σε απαιτητικές αγορές».
Τι ακριβώς μας λένε οι φαρμακοβιομήχανοι; Ανταγωνίζονται με επιτυχία σε 80 αγορές του κόσμου ή επιδίδονται σε κανιβαλισμό σε 80 χώρες του κόσμου; Και πώς επιτυγχάνουν στο εξωτερικό αυτό που δεν μπορούν να επιτύχουν στο εσωτερικό; Σ' αυτές τις 80 χώρες δεν δραστηριοποιούνται «μεγαλοεισαγωγείς γενοσήμων»; Μόνο την Ελλάδα έχουν στο στόχαστρό τους; Ή μήπως οι εγχώριοι φαρμακοβιομήχανοι δίνουν στο εξωτερικό ακόμη χαμηλότερες τιμές από τους «μεγαλοεισαγωγείς γενοσήμων» και καταφέρνουν να «κανιβαλίσουν» καλύτερα στις εκεί αγορές; Κι αν κάνουν αυτό στο εξωτερικό, γιατί δεν το κάνουν στην Ελλάδα, για να γλιτώσουν και το κόστος των καταχωρίσεων με τα παράπονά τους;
Μέσα στα ηρωικά και πένθιμα που γράφουν οι φαρμακοβιομήχανοι στην ανακοίνωση-καταχώρισή τους αναφέρουν και το εξής: «Στην πατρίδα μας η «τιμή» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας βρίσκεται υπό συνεχή, πιεστική και εκβιαστική διαπραγμάτευση και αυτό για όσους αντιλαμβάνονται το φαινόμενο της υποκατάστασης, δεν είναι προς όφελος ούτε της ανάπτυξης, ούτε της συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης.» Βεβαίως, εμείς οι αδαείς δεν μπορούμε να μετρήσουμε την ««τιμή» της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας»· ξέρουμε απλώς ότι τα φάρμακα ήταν μια από τις βασικές συνιστώσες της ελληνικής χρεοκοπίας. Αλλά πάλι, πότε η αγορά δεν ήταν «συνεχής, πιεστική και εκβιαστική διαπραγμάτευση» και πότε ακριβώς το έμαθαν οι φαρμακοβιομηχανίες; Κι εκτός αυτού, πώς δεν συγκρατείται η φαρμακευτική δαπάνη όταν επιτυγχάνονται εκπτώσεις της τάξεως του 90%;
Το μεγαλύτερο πάρτι που μας οδήγησε στη χρεοκοπία ήταν αυτό που έγινε στον χώρο της Υγείας. Αυτό είναι λογικό διότι η Υγεία αποτελεί προνομιακό χώρο άσκησης λαϊκισμού και οι υψηλότερες δαπάνες -άσχετα αν τις καρπώνονται λίγοι και έχουν πενιχρά αποτελέσματα- αποτελούν τεκμήριο άσκησης φιλολαϊκής πολιτικής. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τους κλαυθμούς και οδυρμούς που υπήρχαν πριν από το 2004 για τη διαβόητη «λίστα» από την οποία έδιναν φάρμακα τα ασφαλιστικά ταμεία. Υπήρξε μέγας κλαυθμός και από τον τύπο και από συνδικαλιστικές οργανώσεις υπέρ των ακριβών φαρμάκων. Ετσι η νέα τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. προχώρησε στην κατάργησή της. Αυτός ήταν ένας βασικός παράγων που συνετέλεσε στον διπλασιασμό της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης από 2,43 δισ. το 2004 σε 5,09 δισ. το 2009.
Υποσημείωση της ιστορίας που ποτέ δεν διευκρινίστηκε επαρκώς. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» (7/10/2006): «Σοβαρό θέμα για τον τέως υπουργό Υγείας Νικήτα Κακλαμάνη ανακύπτει από την αποκάλυψη ότι τέσσερις φαρμακευτικές εταιρείες πλήρωσαν μέρος των εξόδων προεκλογικής του εκδήλωσης. Η εκδήλωση έγινε στις 17 Φεβρουαρίου του 2004 και λίγες μέρες μετά ο κ. Κακλαμάνης έγινε υπουργός Υγείας της κυβέρνησης της Ν.Δ. Ο ίδιος απέφυγε να απαντήσει σε ερώτηση της «Ε» για την ουσία του θέματος και περιορίστηκε να πει ότι είναι «αστειότητες, που εντάσσονται στο προεκλογικό παιχνίδι»».
Στα ύψη οι δαπάνες
Μπορεί οι χορηγίες των φαρμακευτικών εταιρειών για την εκλογή του μετέπειτα υπουργού Υγείας να είναι «αστειότητες» δεν είναι όμως διόλου αστείες οι φαρμακευτικές δαπάνες στην Ελλάδα που είχαν αρχίσει να καλπάζουν και πριν από τον κ. Κακλαμάνη. Σύμφωνα με δύο εκθέσεις που παρέδωσε στον κ. Λοβέρδο τον Ιανουάριο του 2010 ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και καθηγητής στο London School of Εconomics, κ. Ηλ. Μόσιαλος, προέκυπτε έκρηξη της φαρμακευτικής δαπάνης σε μεγάλους ασφαλιστικούς οργανισμούς, όπως το ΙΚΑ και ο ΟΓΑ την περίοδο 2001-2009. Στο ΙΚΑ η αντίστοιχη δαπάνη αυξήθηκε πάνω από 400% και από 583 εκατ. ευρώ το 2000 άγγιξε τα 2,4 δισ. ευρώ το 2009. Στον ΟΓΑ η φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 450% και από 279 εκατ. ευρώ το 2000 ανήλθε σε 1,2 δισ. ευρώ το 2009. «Η τρομακτική αυτή αύξηση δεν συμβαδίζει με παράλληλη αναβάθμιση του επιπέδου Υγείας του ελληνικού λαού», σχολίασε τότε στον Κοινοβουλευτικό Τομέα Εργασίας του ΠΑΣΟΚ ο κ. Μόσιαλος. Οπως επεσήμανε: «Τα τελευταία εννέα χρόνια κερδίσαμε περίπου ενάμιση χρόνο του προσδόκιμου ζωής· ήμασταν το 2000 η 4η χώρα στον ΟΟΣΑ, όσον αφορά το προσδόκιμο ζωής, ενώ το 2009 βρεθήκαμε στη 14η θέση». Δηλαδή», εξηγεί, «παρά την τρομακτική αύξηση της δαπάνης δεν κερδίζουμε ως λαός σε χρόνια ζωής». Σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο «αν είχαμε λογική αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, όπως συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, της τάξεως του 50%, θα είχαμε εξοικονομήσει πάνω από ένα έως ενάμισι δισ. ευρώ στους δύο ασφαλιστικούς οργανισμούς ΙΚΑ και ΟΓΑ».
Φυσικά στον «κανιβαλισμό» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης -από 2,43 δισ. το 2004 σε 5,09 δισ. το 2009- δεν συμμετείχαν μόνο οι εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες. Οι εκπτώσεις όμως που επέτυχαν οι ηλεκτρονικοί διαγωνισμοί δείχνουν ότι υπήρχε μεγάλο περιθώριο εξοικονόμησης της σπατάλης, αυτό που η «Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας», βάφτισε «κανιβαλισμό».
Η μάχη του ωραρίου στα φαρμακεία
Στο μέτωπο της απελευθέρωσης του επαγγέλματος των φαρμακοποιών τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η «απελευθέρωση» που νομοθέτησε για τα φαρμακεία ο κ. Λοβέρδος είναι εφάμιλλη της «απελευθέρωσης» που επιχείρησε να κάνει ο κ. Ρέππας στα ταξί. Δεν άλλαξε τίποτε και οι νέοι φαρμακοποιοί πρέπει να περιμένουν χρόνια και να πληρώσουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμά τους.
Μια χαραμάδα απελευθέρωσης άνοιξε ο υπουργός Υγείας, που θα μπορούσε να απορροφήσει έστω μικρό μέρος των ανέργων φαρμακοποιών, αλλά και αυτή καρκινοβατεί. Επειτα από χρόνιες αντιπαραθέσεις του κ. Λοβέρδου με τους συλλόγους φαρμακοποιών για τον αριθμό των φαρμακείων που εφημερεύουν, και μετά την κάθετη άρνηση των μεγαλοφαρμακοποιών (που διαφεντεύουν τους φαρμακευτικούς συλλόγους) να προσθέσουν έστω ένα μικρό αριθμό φαρμακείων στον κατάλογο, ο υπουργός Υγείας έκανε ένα μικρό αλλά λογικό βήμα. Απελευθέρωσε το ωράριο των φαρμακείων για τα απογεύματα που αυτά είναι κλειστά.
Οσοι τόλμησαν να ανοίξουν, βρήκαν τον μπελά τους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της φαρμακοποιού Κ.Κ. από την Καρδίτσα, η οποία τόλμησε να εφαρμόσει τον νέο νόμο. Στην επιστολή γνωστοποίησης στον σύλλογο ότι προτίθεται να ανοίγει τα Σάββατα, η απάντηση του Φαρμακευτικού Συλλόγου ήταν κάθετη «Σας γνωρίζουμε ότι δεν έχετε τη δυνατότητα επιλογής ωρών εργασίας βάσει της υπουργικής απόφασης... [διότι] η διάταξη ΦΕΚ 2251/2011 αντίκειται στις διατάξεις περί προστασίας της δημόσιας υγείας του Συντάγματος». Δεν ξέρει τι να πρωτοθαυμάσει κανείς. Το γεγονός ότι ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Καρδίτσας κ. Ιωάννης Γκορτσίλας και ο γραμματέας κ. Κωνσταντίνος Σωτηρόπουλος όρισαν εαυτούς ad hoc συνταγματικό δικαστήριο και κατέρριψαν ένα νόμο; Ή τον καινοφανή ισχυρισμό τους ότι τα περισσότερα ανοιχτά φαρμακεία αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία;
Η υπόθεση μάλλον θα καταλήξει στα δικαστήρια αφού με ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Ιωάννης Γκορτσίλας αποκαλύπτει ότι ο Φ.Σ. «έχει ήδη προβεί σε κάθε νόμιμη ενέργεια (καταγγελίες, μηνύσεις, εξώδικα και ετοιμασία αγωγών αποζημιώσεων) κατά των υπευθύνων του φαρμακείου για παραβίαση των καθορισμένων εφημεριών... διότι το φάρμακο είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, οι φαρμακοποιοί «λειτουργοί», υπηρέτες της πρωτοβάθμιας προστασίας της δημόσιας υγείας, ενώ ο Φαρμακευτικός μας Σύλλογος Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, στο οποίο ο νομοθέτης έχει δώσει πληθώρα διαδικασιών και ευθυνών».
Βεβαίως, από μεγάλα λόγια περί κοινωνικών αγαθών έχει χορτάσει η χώρα και γι' αυτό κινδυνεύει να πεινάσει από την έλλειψη άλλων πραγματικών αγαθών. Αλλά σε ένα έχει δίκιο ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου, ότι ο νομοθέτης έχει δώσει «πληθώρα διαδικασιών και ευθυνών». Οπότε το ερώτημα στον υπουργό Υγείας είναι απλό: ώς πότε θα το ανέχεται η πολιτεία αυτό;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου