Επίκαιρα Θέματα:

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Ομιλία Φίλιππου Σαχινίδη – Γενικού Εισηγητή ΠΑΣΟΚ κατά την συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2013 στην επιτροπή οικονομικών της Βουλής

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η σημερινή συζήτηση για τον προϋπολογισμό γίνεται την ώρα που ένα σημαντικά μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας βιώνει τις δυσκολότερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί μετά τον πόλεμο, αποτέλεσμα της τριπλής κρίσης παραγωγικού προτύπου δημοσιονομικής και ρευστότητας και της απότομης προσαρμογής των τελευταίων χρόνων.
Είμαστε για πέμπτη συνεχόμενη χρόνια σε ύφεση, η οποία θα παραμείνει και την επόμενη χρονιά.

Η ανεργία έχει φτάσει σε πρωτόγνωρα επίπεδα ιδιαίτερα μεταξύ των νέων και των γυναικών.
Τα εισοδήματα εργαζομένων και συνταξιούχων έχουν μειωθεί δραστικά.
Ο αριθμός των νοικοκυριών που βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας έχει αυξηθεί.
Μέσα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες η σημερινή συζήτηση για τον προϋπολογισμό δεν μπορεί να έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά των συζητήσεων που διεξάγονταν στο παρελθόν.
Συζητήσεις που εκ των υστέρων έγινε κατανοητό πόσο κατώτερες των περιστάσεων ήταν αφού απέτυχαν να αναδείξουν τα βαθύτερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
Απέτυχαν να ανοίξουν μια δημόσια συζήτηση για τις αλλαγές που είχε ανάγκη η χώρα, να διαμορφώσουν τις πολιτικές προϋποθέσεις για την έγκαιρη αντιμετώπιση των προβλημάτων ώστε να μην φτάσουμε στο σημείο που βρισκόμαστε.
Διότι ακόμη και σήμερα εξακολουθούμε να έχουμε ένα τεράστιο δημόσιο χρέος, παρά το «κούρεμα» του Απριλίου.
Το χρέος μάλιστα ως ποσοστό του ΑΕΠ συνεχίζει να αυξάνεται, γιατί το ΑΕΠ της χώρας μειώνεται .
Αυτό είναι βαρίδι για τις επόμενες γενιές.
Και το ερώτημα είναι αν και πως θα τα καταφέρουν να απαλλαγούν από αυτό;
Αν εμείς θα τους αφήσουμε τα εφόδια.
Αν θα δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε να απαλλαγούν πιο εύκολα;
Στη σημερινή συζήτηση οφείλουμε να πούμε σκληρές αλήθειες στους πολίτες.
Ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους που παρακολουθούν αυτή τη συζήτηση μέσα σε συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας και ανασφάλειας για το μέλλον τους.
Οφείλουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν ο προϋπολογισμός που συζητούμε θα βοηθήσει τη χώρα να ξεπεράσει αυτή την βαθειά κρίση ή την οδηγεί στο απόλυτο οικονομικό αδιέξοδο, όπως υποστηρίζουν πολλοί από τους συναδέλφους της αντιπολίτευσης.
Είμαστε πλέον σε ένα οριακό σημείο αντοχής για την οικονομία αφού η χώρα πληρώνει βαρύ τίμημα από τις τεράστιες καθυστερήσεις στην εκταμίευση των χρημάτων.
Με τον προϋπολογισμό του 2013 συνεχίζεται μια σκληρή και απότομη δημοσιονομική προσαρμογή η οποία ξεκίνησε πριν δύο χρόνια προκειμένου να τεθεί υπό έλεγχο η δημοσιονομική πορεία της χώρας η οποία είχε εκτροχιαστεί το 2009.
Και όπως επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία του προϋπολογισμού η χώρα κάλυψε περίπου τα 2/3 της απόστασης από τον στόχο.
Αυτό δεν το πέτυχαν οι κυβερνήσεις του Γ. Παπανδρέου και του Λ. Παπαδήμου.
Το πέτυχαν οι Έλληνες με τις θυσίες που ανέλαβαν όλα αυτά τα χρόνια.
Εάν κάποιοι ηγέτες στην Ευρώπη μιλούν σήμερα με ευαισθησία για τους Έλληνες είναι γιατί τα δύο αυτά χρόνια οι Έλληνες έδωσαν και με το παραπάνω τον αγώνα τους να σταθεί η χώρα όρθια.
Έχει αναρωτηθεί κανείς από αυτούς που είχαν διαφορετική άποψη ,που θα βρισκόταν σήμερα η χώρα αν δεν είχαν γίνει όλες αυτές οι προσπάθειες;
Όμως η ταχύτητα και το μέγεθος της προσαρμογής οδήγησαν σε βαθύτερη ύφεση καθώς συνέπεσε και με μια πρωτοφανή έλλειψη ρευστότητας που επιδείνωσε το πρόβλημα.
Πέρυσι στην ίδια αίθουσα άκουγα με πολύ μεγάλη προσοχή τις τοποθετήσεις ακόμη και από τα πιο επίσημα χείλη όλων όσων υποστήριζαν ότι η πολιτική των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις και η πολιτική της αύξησης των φόρων είναι η λάθος πολιτική γιατί βαθαίνει την ύφεση.
Και απαντούσα: Το ζήτημα δεν είναι αν η άποψη είναι σωστή.
Η πρόταση να ξοδέψει το κράτος χρήμα για να κινηθεί η οικονομία –παρά το γεγονός ότι δεν δούλεψε μεταξύ 2008 και 2009 γιατί τότε το κράτος ξόδεψε χρήμα αλλά η οικονομία μπήκε τελικά σε βαθύτερη ύφεση και σε μεγαλύτερο έλλειμμα- προϋποθέτει ότι κάποιος είναι διατεθειμένος να μας δώσει τα χρήματα αυτά για να τα ξοδέψουμε.
Διότι η χώρα δεν μπορεί πλέον να δανείζεται από τις αγορές.
Και κανείς δεν σε δανείζει χρήματα αν δεν είναι σίγουρος ότι μπορείς να αποπληρώσεις τα χρέη σου.
Κάποιοι άλλοι έθεταν το ερώτημα γιατί δεν πάμε πιο σιγά για να αποφύγουμε την ύφεση;
Απαντούσα:
γιατί το πόσο γρήγορα θα μειώσεις το έλλειμμα δεν το αποφασίζεις μόνος σου αλλά το καθορίζουν τα κεφάλαια που μας έχουν δοθεί από τους δανειστές μας.
Μια πιο αργή προσαρμογή σημαίνει ότι οι δανειστές μας έπρεπε να μας δώσουν περισσότερα από τα 110 δις του πρώτου προγράμματος και τα 130 δις του δεύτερου προγράμματος .
Και βέβαια τα χρήματα αυτά τόσο του πρώτου όσο και του δεύτερου προγράμματος τα εξασφαλίσαμε μέσα από τεράστιες δυσκολίες και συγκρούσεις και με ένα αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων σε μία βαθύτατα συντηρητική Ευρώπη.
Και καταφέραμε με μεγάλη καθυστέρηση να πείσουμε την Ευρώπη να δημιουργήσει τον Ελληνικό Μηχανισμό στην αρχή και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό στη συνέχεια παρά τις αντιδράσεις.
Και το λέω αυτό γιατί ακούω από συναδέλφους του ΣΥΡΙΖΑ προτάσεις για το πώς μπορεί να ενισχυθεί η διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας έναντι των δανειστών μας. Δεν μπορεί να θεωρούνται πρόταση οι υποσχέσεις για ανατροπή των διεθνών συσχετισμών οικονομικής, πολιτικής ισχύος ή ανατροπή των γεωστρατηγικών δεδομένων ώστε να επιβάλλει η Ελλάδα τους όρους της στους δανειστές της.
Δείτε μόνο τις θέσεις φιλικών προς εσάς κομμάτων όπως το Die Linke και θα καταλάβετε τι εννοώ .
Θεωρώ ότι θα βοηθούσε περισσότερο την Ευρωζώνη αντί να επιβάλλει πολιτικές λιτότητας στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου να απαιτήσει από τις χώρες του Βορά να προχωρήσουν σε μισθολογικές αυξήσεις που θα πληθωρίσουν τις οικονομίες του και θα βοηθήσουν την προσαρμογή των χωρών του Νότου. Ελάτε λοιπόν συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ να θέσουμε ως διεκδικητικό πλαίσιο τις αυξήσεις μισθών σε Γερμανία, Ολλανδία και Φιλανδία και να δούμε τι μπορούμε τελικά να πετύχουμε.
Η συντηρητική Ευρώπη υποτίμησε από την αρχή το μέγεθος του προβλήματος και προσέγγισε με ιδεοληψίες τα αίτια του.
Η Ελλάδα είχε τεράστιες ευθύνες για το γεγονός ότι δεν αντιμετώπισε έγκαιρα τα δημοσιονομικά της προβλήματα και την απώλεια ανταγωνιστικότητας κατά την τελευταία δεκαετία. Η στάση της Ευρώπης επηρέασε αρνητικά την εξέλιξη της κρίσης και επιδείνωσε ακόμη περισσότερο το πρόβλημα της Ελλάδας. Τελικά η Ευρώπη επέβαλε ως λύση στο πρόβλημα των χωρών του Νότου της ευρωζώνης την πολιτική της λιτότητας.
Η πολιτική λιτότητας που ακολουθούν πλέον οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχει την ίδια αδυναμία που έχει η ταυτόχρονη πολιτική ανταγωνιστικών υποτιμήσεων των εθνικών νομισμάτων.
Όταν δυο χώρες υποτιμούν ταυτόχρονα το νόμισμά τους καμία δεν βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της.
Έτσι, στην Ευρώπη όλες οι χώρες ακολουθούν πολιτική λιτότητας για να πετύχουν την εσωτερική υποτίμηση αλλά το μόνο που πετυχαίνουν είναι να βαθύνει η ύφεση.
Εδώ που φτάσαμε οφείλει η Ευρώπη να αναγνωρίσει τα λάθη που έγιναν τόσο στη διάγνωση του προβλήματος , όσο και στην καθυστέρηση της αντίδρασης και να προχωρήσει σε διορθωτικές κινήσεις όσο ακόμη υπάρχουν περιθώρια. Οφείλει να δώσει μια πολιτική λύση στο πρόβλημα του χρέους και της ύφεσης όχι για το καλό μόνο της Ελλάδας αλλά για το μέλλον όλης της ευρωζώνης.
Η ραγδαία ανατροπή των κοινωνικών ισορροπιών στη χώρα μας οδηγεί σε απαξίωση των θεσμών.
Οι πολίτες δυσπιστούν για την αποτελεσματικότητα του πολιτικού συστήματος και της δικαιοσύνης.
Τους εξωθεί σε σιωπηλή αποδοχή ακραίων και αντιδημοκρατικών συμπεριφορών. Υποκύπτουν στο σκοταδισμό και τη μισαλλοδοξία.
Έχοντας επίγνωση ότι η χώρα μας έκανε μια από τις πιο δραστικές προσαρμογές που έχει κάνει ποτέ χώρα σε συνθήκες ύφεσης και διαπιστώνοντας πόσο έξω -προς το χειρότερο - είχαν πέσει οι προβλέψεις των δανειστών μας για την ύφεση ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Ε. Βενιζέλος είχε υποστηρίξει πριν από την διπλή εκλογική αναμέτρηση ότι η χώρα πρέπει να διεκδικήσει από τους δανειστές την επιμήκυνση του προγράμματος κατά μια τουλάχιστον διετία.
Αυτό θα άφηνε το περιθώριο στην οικονομία να ανασάνει.
Με την επιστροφή της σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης η προσαρμογή θα γινόταν πιο ομαλά.
Την επομένη των εκλογών θέσαμε μεταξύ άλλων ως προτεραιότητα της νέας Κυβέρνησης την επίτευξη του στόχου της επιμήκυνσης.
Ώστε τα μέτρα των 13,5 δις σε καθαρή βάση γιατί μικτά είναι πολύ περισσότερα, να κατανεμηθούν πιο ισόρροπα στα τέσσερα χρόνια μέχρι το 2016.
Τελικά η χώρα εξασφάλισε επιμήκυνση ως προς το χρόνο επίτευξης του στόχου αλλά αντί να γίνει ισόρροπη η κατανομή των μέτρων σε βάθος τετραετίας τώρα έχουμε ένα πρόγραμμα που είναι ιδιαίτερα βαρύ το 2013 γεγονός που εξηγεί και την παράταση της ύφεσης κατά ένα ακόμη χρόνο.
Την ίδια στιγμή καλούμαστε να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις γύρω από τα εργασιακά, αποφάσεις που δεν συμβαδίζουν με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και δεν απαντούν κατ ανάγκη στο στόχο βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας.
Εύλογα οι πολίτες αναρωτιούνται γιατί να συνεχίσουν τις θυσίες αν αυτές δεν διασφαλίζουν μια προοπτική δεν οδηγούν τη χώρα έξω από την ύφεση.
Είμαστε σε ένα σημείο όπου παρά το κούρεμα του χρέους η Ελλάδα εξακολουθεί σύμφωνα με τους Οικονομικούς αναλυτές αλλά και κάποιους απ΄τους δανειστές μας να έχει πρόβλημα με τη βιωσιμότητα του χρέους της .
Και όσες διαρθρωτικές αλλαγές αν κάνει και όσο και να μειώσει τα ελλείμματα της και να δημιουργήσει πλεονάσματα, δεν πρόκειται να προσελκύσει επενδύσεις που θα ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας αν δεν απομακρυνθεί ο κίνδυνος της χρεοκοπίας και ο κίνδυνος της εξόδου από την ζώνη του ευρώ.
Εμείς λοιπόν στηρίζουμε την κυβέρνηση, προκειμένου να εξασφαλίσει μια οριστική επίλυση στο πρόβλημα του χρέους, να διασφαλίσει τη συμμετοχή στην ευρωζώνη. Να διεκδικήσει ένα αναπτυξιακό και κοινωνικό πακέτο που θα στηρίξει τους Έλληνες πολίτες που θέλουν οι θυσίες τους να πιάσουν τόπο.
Τα ευρωπαϊκά δεδομένα καταδεικνύουν, ότι βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις για μια συνολικότερη διευθέτηση του ζητήματος της κρίσης χρέους και των σημαντικών ανισορροπιών στο σχεδιασμό της ευρωζώνης.
Είναι απόλυτα καθοριστικό και κρίσιμο να συμμετέχουμε διεκδικητικά στον κύκλο αυτών των συζητήσεων και των διευθετήσεων που δρομολογούνται.
Και σε αυτό δεν χωράνε ούτε λαϊκισμοί, ούτε συζητήσεις και επιχειρήματα καφενείου.
Σήμερα - παρά τα όσα μαθήματα πήραμε τα τελευταία δυόμισι χρόνια – γινόμαστε μάρτυρες για ακόμα μια φορά μιας αντιπολιτευτικής τακτικής που προτάσσει το λαϊκισμό ως κεντρικό δόγμα διαμόρφωσης πολιτικών προτάσεων.
Το βασικό στοιχείο αυτού του λαϊκισμού είναι η στρέβλωση των πραγματικών επιλογών που να έχουν στη διάθεση τους οι πολίτες και η αντικατάσταση τους από ποικίλες μυθοπλασίες.
Όμως μόνο όταν οι επιλογές είναι διαυγείς τότε μόνον μπορεί ο πολίτης να αναλάβει το βάρος της ευθύνης των επιλογών του.
Και το λέω αυτό γιατί τις περισσότερες φορές η οριακή κατάσταση της χώρας, ανάγκασε αυτούς που είχαν το βάρος και την ευθύνη λήψης αποφάσεων κατά την τελευταία διετία να προχωρήσουν σε δύσκολες και επώδυνες επιλογές και όχι σε επιλογές που εδράζονται σε μυθοπλασίες .
Οι υπόλοιποι μπορούσαν ανέξοδα να ακολουθούν την ανεύθυνη κριτική και την πολιτική του «ώριμου φρούτου».
Λέω λοιπόν στους όψιμους θιασώτες του παραδείγματος της Αργεντινής που ευχήθηκαν να είχαμε γίνει σαν και αυτήν – για να απαλλαγούμε δήθεν από τα βάσανα μας – ας δουν που βρίσκεται η Αργεντινή σήμερα.
Μια μεγάλη πλούσια χώρα δέκα χρόνια μετά την χρεοκοπία της παραμένει αποκομμένη από τις διεθνείς αγορές.
Η φτώχια κυριαρχεί σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ο πληθωρισμός καλπάζει λόγω της διαρκούς χρηματοδότησης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων δια μέσου νομισματικής κυκλοφορίας.
Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα αυτή έχει δικό της εθνικό νόμισμα.
Πρόσφατα ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑo κ. Αλαβάνος έγραψε ένα άρθρο στο Βήμα όπου υποστηρίζει ότι η πρόταση για κατάργηση του μνημονίου εντός της ευρωζώνης είναι μια φενάκη.
Η μόνη λύση υποστηρίζει είναι η έξοδος από την ευρωζώνη.
Συμφωνείτε με την άποψη αυτή κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ ή διαφωνείτε;
Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα να φαίνεται ότι έχει διανύσει μια μεγάλη απόσταση σε σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ της προεκλογικής περιόδου αλλά παραμένει αγκιστρωμένος σε μια βασική αντίληψη για άμεση κατάργηση του Μνημονίου.
Αυτή τη στάση υπερασπίστηκε προχτές στη συζήτηση στη βουλή όταν συζητήθηκε η πρόταση νόμου του ΚΚΕ για την κατάργηση του Μνημονίου.
Κύριες και κύριοι συνάδελφοι,
Η ελληνική οικονομία δεν έχει πρόβλημα μόνο με τα δημόσια οικονομικά.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της είναι ότι δεν μπορεί να ενταχθεί αποτελεσματικά στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας ώστε να εξασφαλίσει επενδύσεις θέσεις εργασίας και εισοδήματα για τους πολίτες. Δε μετέφρασε σωστά η χώρα τι σήμαινε το νέο κύμα παγκοσμιοποίησης που εκδηλώθηκε στη δεκαετία του 1990.
Η απώλεια ανταγωνιστικότητας διογκώθηκε κατά την τελευταία δεκαετία αλλά ιδιαίτερα μετά την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος της εγχώριας παραγωγικής βάσης να χαθεί . Ακόμη και σήμερα συνεχίζουν να χάνονται υγιείς και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις κυρίως εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας.
Η χώρα είναι υποχρεωμένη να αλλάξει το παραγωγικό της πρότυπο. Το πρότυπο που στηρίζονταν στην αύξηση του εξωτερικού χρέους δημόσιου και ιδιωτικού κατέρρευσε.
Να μειώσει το διογκωμένο μη ανταγωνιστικό τμήμα της οικονομίας. Να αποδεσμεύσει κεφάλαια και εργαζόμενους από το μη ανταγωνιστικό τμήμα που θα κατευθυνθούν προς το μικρό αλλά ανταγωνιστικό τμήμα της.
Αυτό θα επιτρέψει να υποκαταστήσουμε εισαγωγές με εγχώρια παραγωγή και να αυξήσουμε τις εξαγωγές μας. Έτσι θα δημιουργηθούν καλά αμειβόμενες νέες θέσεις εργασίας.
Ο μετασχηματισμός αυτός δεν είναι εύκολος ούτε γραμμικός. Θα βρεθεί αντιμέτωπος με ανυπέρβλητες δυσκολίες, με αντιστάσεις από όσους θίγονται .
Για αυτό επιμένουμε ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές αλλά και το νέο φορολογικό πλαίσιο είναι αυτά που θα διαμορφώσουν τα κίνητρα αλλά και τα αντικίνητρα που θα διευκολύνουν αυτόν τον μετασχηματισμό.
Προϋπόθεση για την ανασύνταξη της οικονομίας είναι η ομαλοποίηση των συνθηκών ρευστότητας στην οικονομία.
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών έχει καθυστερήσει εξαιτίας της καθυστέρησης στην εκταμίευση των χρημάτων από τους δανειστές.
Άμεση προτεραιότητα είναι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αφού διασφαλιστεί το δημόσιο συμφέρον.
Γιατί δεν μπορεί να ζητάμε από τους Έλληνες φορολογούμενους να δανειστεί η χώρα 50 δις για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος και αυτό να γίνει σε βάρος του Έλληνα φορολογούμενου και του δημόσιου συμφέροντος .
Αναμφίβολα η αλλαγή του παραγωγικού προτύπου της χώρας θα πρέπει να συνδυαστεί και με αλλαγές στο πολιτικό επίπεδο αλλά και στον τρόπο λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
Ο εναγκαλισμός του κράτους με τμήματα της οικονομίας και με μικρές ή μεγάλες ομάδες της κοινωνίας υπήρξε όπως αποδεικνύεται από την πρόσφατη κρίση καταστροφικός.
Δεν μπορεί να συνεχιστεί η λειτουργία του κράτους ως φορέα παροχής προνομίων και θεσμικών ρυθμίσεων που διατηρούν εξασφαλισμένες προσόδους σε τμήματα της οικονομίας. Ρυθμίσεων που συντηρούν στρεβλώσεις στις αγορές υπηρεσιών και αγαθών.
Τα τελευταία δυόμισι χρόνια έγιναν σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές.
Άλλαξε το θεσμικό πλαίσιο άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής, καθιερώθηκε η δημοσιοποίηση των Υπουργικών αποφάσεων, ψηφίστηκαν διατάξεις για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής όπως η άρση του τραπεζικού απορρήτου, η δημιουργία των φορολογικών Δικαστηρίων και η θεσμοθετήθηκε ο Οικονομικός Εισαγγελέας.
Έγιναν αλλαγές στην αυτοδιοίκηση με τον Καλλικράτη. Στο ασφαλιστικό σύστημα, στην εκπαίδευση, στο χώρο της υγείας με στόχο τη μείωση των δαπανών για τα φάρμακα.
Αλλαγές που σε πολλές περιπτώσεις πολεμήθηκαν και καταψηφίστηκαν από πολλούς που σήμερα διακρίνονται για τον μεταρρυθμιστικό τους ζήλο.
Παρά όμως το μεγάλο εύρος των διαρθρωτικών αλλαγών το κόστος της προσαρμογής της οικονομίας υπήρξε τεράστιο και αυτό γιατί σε πολλούς τομείς ειδικά στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών δεν προχώρησαν οι αναγκαίες αλλαγές.
Αυτή είναι πραγματικά μια ήττα της πολιτικής και της κοινωνίας.
Κατά τα τελευταία δυόμισι χρόνια είδαμε τις σφοδρές αντιδράσεις κάθε φορά που μια μεταρρυθμιστική πρόταση ήταν να τεθεί σε εφαρμογή.
Το τίμημα της προσαρμογής έγινε μεγαλύτερο γιατί δεν καταφέραμε να μειωθούν οι τιμές ώστε και τα προϊόντα μας να γίνουν πιο ανταγωνιστικά αλλά και το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων και των συνταξιούχων να μην μειωθεί τόσο πολύ.
Ας διδαχθεί η κυβέρνηση από τα δικά μας λάθη στον τομέα αυτό και ας θέσει ως άμεση προτεραιότητα τη μάχη για την μείωση των τιμών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Πριν από τέσσερις μήνες πήραμε μια δύσκολη απόφαση παρά το γεγονός ότι ως παράταξη βγήκαμε βαριά τραυματισμένη από τις εκλογές.
Αποφασίσαμε να στηρίξουμε μια κυβέρνηση με προοπτική τετραετίας για να ολοκληρωθούν οι αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα ώστε να επιταχύνει την έξοδο από την ύφεση.
Αποφασίσαμε παρά τις ιδεολογικές διαφορές που έχουμε με τη ΝΔ και παραγνωρίζοντας τη αρνητική στάση που τήρησε κατά την διάρκεια της προηγούμενης διετίας να συγκροτήσουμε από κοινού και με τη ΔΗΜΑΡ μια κυβέρνηση για να προχωρήσουμε μαζί στα εύκολα αλλά και στα δύσκολα.
Αυτή η επιλογή υπήρξε μια πράξη ευθύνης και συνέπειας όχι ατομικής στρατηγικής.
Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει γίνει ούτε και πρόκειται να γίνει υποστύλωμα της ΝΔ.
Και θεωρώ προσβλητικές για το ΠΑΣΟΚ ως κυβερνητικό εταίρο προσκλήσεις και παληκαρισμούς του τύπου «εμείς προχωράμε μόνοι μας και όποιος θέλει ας ακολουθήσει».
Θυμηθείτε ότι εμείς –ίσως αυτό να ήταν ένα μεγάλο λάθος μας - πραγματικά πορευτήκαμε μόνοι μας πριν δύο χρόνια και τελικά δεν τα καταφέραμε. Και συνεχίσαμε την προσπάθεια με την κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου που όμως ανακόπηκε και αυτή από τη διπλή εκλογική αναμέτρηση.
Σήμερα αποδεικνύουμε ότι εμείς έχουμε θάρρος γιατί αναλαμβάνουμε ως τρίτο κόμμα τις ίδιες ευθύνες που αναλάβαμε πριν από δυόμισι χρόνια και ως πρώτο κόμμα.
Βάζουμε μπροστά το συμφέρον της χώρας και υποστέλλουμε τις κομματικές ανάγκες και προτεραιότητες.
Γιατί το ΠΑΣΟΚ υπάρχει για να υπηρετεί τις ανάγκες των πολιτών και της χώρας.
Και είναι ανώφελο να αγωνιούμε για το μέλλον και τις προοπτικές του ΠΑΣΟΚ αν δεν διασφαλίσουμε το μέλλον και τις προοπτικές της χώρας και των πολιτών.
Ακούω τους συναδέλφους από τη ΔΗΜΑΡ να λένε ότι δεν μπορούν να ακολουθήσουν την κοινή πορεία και να ζητούν προσωρινή απαλλαγή από τα καθήκοντα, να ξαποστάσουν λέει λίγο και μετά να συνεχίσουμε ξανά την πορεία μαζί.
Όμως δεν μπορεί να προχωράμε μαζί στα εύκολα και χώρια στα δύσκολα.
Ούτε μπορεί να γίνει κατανοητή η επίκληση αρχών, ως αιτία για τη στάση αυτή .
Εμείς μπροστά στην ανάγκη να σταθεί όρθια η χώρα και να φτάσει μέχρι εδώ κάναμε πολλές υποχωρήσεις από τις αρχές μας ,πληρώσαμε και συνεχίζουμε να πληρώνουμε μεγάλο τίμημα.
Για σκεφτείτε τι θα συνέβαινε αν σήμερα ζητούσαμε και εμείς να «ξαποστάσουμε» γιατί κλονίζονται οι αρχές μας.
Και ενώ πολύ θα μας διευκόλυνε να καθόμαστε απέναντι από τη ΝΔ και να την πετροβολάμε και να τις υπενθυμίζουμε τι έλεγε πριν τις εκλογές, στηρίζουμε την κυβέρνηση γιατί μόνο έτσι διασφαλίζουμε ότι θα δοθεί λύση στο μεγάλο πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους και της παραμονής στην ευρωζώνη.
Για να διεκδικήσουμε το κοινωνικό και αναπτυξιακό πακέτο που ενταγμένα σε ένα Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης της χώρας θα δώσουν ελπίδα και προοπτική στον τόπο.
Εμείς καλούμε τους συναδέλφους της ΔΗΜΑΡ να μην εγκαταλείψουν.
Να συνεχίσουμε μαζί το κοινό δρόμο γιατί το διακύβευμα είναι μεγάλο.
Ελάτε να δουλέψουμε μαζί για να δώσουμε ελπίδα και προοπτική στους νέους και στις νέες για να αναστρέψουμε την πορεία και να χτίσουμε μια Ελλάδα που θα έχει το δικό της μερίδιο στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.
Ένα μερίδιο που θα της επιτρέπει να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων να αποκαταστήσουμε τις απώλειες. Την ίδια στιγμή θα δώσουμε από κοινού τη μάχη στην Ευρώπη για να διορθώσουμε τις αντινομίες που προκάλεσαν οι Νεοφιλελεύθερες επιλογές της τελευταίας εικοσαετίας.
Αυτό είναι το όραμα μας, για αυτό το όραμα θέλουμε να εργαστούμε και θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε την κυβέρνηση έως ότου πετύχουμε να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση.
Ψηφίζουμε τον προϋπολογισμό που κατέθεσε η Κυβέρνηση Εθνικής Ευθύνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Το Προφίλ μας