Του Στάθη Κωνσταντινίδη
Η καλπάζουσα ανεργία και οι μισθολογικές περικοπές που περιόρισαν δραματικά
τα οικογενειακά εισοδήματα, συνδυαστικά με την έκθεση των νοικοκυριών σε
σχετικά υψηλό (και υψηλότοκο) δανεισμό, οδήγησαν μεγάλο αριθμό πολιτών σε
μερική ή και ολική αδυναμία ικανοποίησης των οφειλών τους.
Για την αντιμετώπιση του δυσδιάστατου (αφού αφορούσε και τις ληξιπρόθεσμες
απαιτήσεις των τραπεζών) προβλήματος, ψηφίστηκε ο νόμος 3869/2010, για τη «ρύθμιση
των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων».
Η σχετική διαδικασία προέβλεπε τρία στάδια υλοποίησης.
α)
Την εξωδικαστική επίλυση, με την κατάθεση αίτησης του οφειλέτη προς τους
πιστωτές του για εξωδικαστικό συμβιβασμό.
β)
Την επιδίωξη ενός δικαστικού συμβιβασμού του οφειλέτη με τους πιστωτές του, σε
περίπτωση αποτυχίας εξεύρεσης μιας εξωδικαστικής συναινετικής λύσης.
γ)
Τη δικαστική ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη, εφόσον κατέστη αδύνατος ο
δικαστικός συμβιβασμός.
Όπως συνήθως συμβαίνει με κάθε νεαρό νόμο, έτσι και αυτός εμφάνισε
σημαντικές δυσκολίες στο στάδιο της εφαρμογής του. Οι νεωτερισμοί που εισήγαγε,
το (συνολικά) μεγάλο οικονομικό του αντικείμενο, ο μεικτός (εξωδικαστικός και
δικαστικός) χαρακτήρας του, υποχρέωσαν σε ερμηνείες και νομολογιακές υπερβάσεις,
χάριν της εφαρμοστικότητας και της αποτελεσματικότητάς του. Κι αν η πρώτη αργά
ή γρήγορα βρήκε το δρόμο της, η δεύτερη, παρά την έκδοση κάποιων γενναίων δικαστικών
αποφάσεων, δεν πέτυχε το στόχο της.
Η αναποτελεσματικότητά του νομοθετήματος οφείλεται σε τεχνικούς και
ουσιαστικούς λόγους. Το στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού σύντομα εξελίχθηκε
σε τυπική διαδικασία, προαπαιτούμενη από το νόμο για τη δικαστική προσφυγή. Οι
Τράπεζες στην καλύτερη των περιπτώσεων απαντούσαν αρνητικά στο προτεινόμενο από
τον οφειλέτη διακανονισμό ή συνηθέστερα δεν απαντούσαν καθόλου. Από την άλλη,
οι οφειλέτες, κατά κανόνα διατύπωναν μη ρεαλιστικές προτάσεις, είτε λόγω
πραγματικής αδυναμίας είτε επειδή πίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο θα προϊδεάσουν
το δικαστήριο στο επόμενο στάδιο της διαδικασίας.
Εξάλλου, η ρητή πρόβλεψη στο νόμο για την ταχύτατη εκδίκαση των υποθέσεων
αυτών αποδείχθηκε ανεφάρμοστη, λόγω και του μεγάλου φόρτου εργασίας των
δικαστηρίων, με αποτέλεσμα οι αιτήσεις που κατατίθενται σήμερα να προσδιορίζονται
για εκδίκαση το 2018 ή και το 2019!
Μέχρι τότε, βεβαίως, το χρέος του οφειλέτη συνεχίζει να βρίσκεται σε
εκκρεμότητα, η επανένταξή του στην κοινωνικοοικονομική ζωή καθυστερεί, ενώ οι
εξασφαλισμένες με ειδικό προνόμιο ή με εμπράγματο δικαίωμα απαιτήσεις των πιστωτών
συνεχίζουν να τοκίζονται μέχρι την έκδοση της απόφασης.
Από τις δυσλειτουργίες που εμφάνισε η εφαρμογή του παραπάνω νόμου, αποδείχθηκε
η ανεπάρκειά του για την αντιμετώπιση του προβλήματος, το οποίο τελικά απλά
μεταχρονολογεί.
Με τα παραπάνω δεδομένα, ήδη κυοφορείται νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου
Ανάπτυξης για τη ρύθμιση των στεγαστικών και ενυπόθηκων καταναλωτικών δανείων,
ενώ προωθούνται αλλαγές και στο ν. 3869/2010.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας:
- θα προβλέπεται περίοδος χάριτος για την εξυπηρέτηση των στεγαστικών και
των ενυπόθηκων καταναλωτικών δανείων, κατά την οποία ο οφειλέτης θα καταβάλλει
μόνο τους τόκους που θα υπολογίζονται με σταθερό επιτόκιο 1,5% και μηνιαία δόση
κάτω από 200 ευρώ, με όριο το 30% του εισοδήματός του. Ο νόμος θα έχει κοινωνικά,
εισοδηματικά κριτήρια και θα ορίζει το μέγιστο ύψος της αντικειμενικής αξίας
των ακινήτων των οφειλετών.
- η αναστολή
των πλειστηριασμών για την πρώτη κατοικία θα επεκταθεί μέχρι το τέλος του 2013.
- θα
επέλθουν τροποποιήσεις στο ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, με
στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του σταδίου του εξωδικαστικού συμβιβασμού
και συνεπώς την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων, με πρόβλεψη ότι θα αρκεί η
συμφωνία του 51% των πιστωτικών ιδρυμάτων αντί του 100% που απαιτούνταν μέχρι
σήμερα. Θα επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του νόμου. Επιπλέον, από την υποβολή της
αίτησης, θα προβλέπεται η καταβολή δόσης, η οποία θα ορίζεται στο 10% της τρέχουσας
δόσης με ελάχιστο ποσό τα 40 ευρώ μηνιαίως.
- θα
εφαρμοσθούν αλλαγές στις επιπτώσεις που θα επιφέρει η εγγραφή κάποιου στο
πληροφοριακό σύστημα ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ.
- θα προβλεφθούν όροι επιβράβευσης των συνεπών δανειοληπτών, με συγκεκριμένο
πρόγραμμα που θα καθορίζει η κάθε τράπεζα.
Θα ήταν πρώιμο να ασκήσει κανείς κριτική στις παραπάνω βασικές πτυχές των
νέων ρυθμίσεων, όπως αυτές δημοσιοποιήθηκαν από τον αρμόδιο υπουργό, προτού ακόμα
οριστικοποιηθούν σε κάποιο σχέδιο νόμου. Ούτως ή άλλως πρόκειται για σύνθετο
πρόβλημα που σχετίζεται με την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και συναρτάται
ευθέως προς τη βελτίωση των οικονομικών δεικτών της χώρας και την αύξηση των
εισοδημάτων των υπόχρεων.
Για να μην αποδειχθούν οι νέες ρυθμίσεις κενό γράμμα, θα πρέπει να είναι
ρεαλιστικά γενναίες, να συνδυάζουν δηλαδή την αποτελεσματικότητα με τις
κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Η ανακύκλωση του προβλήματος δε συνιστά λύση. Το
τοπίο πρέπει να εξυγιανθεί και αυτό θα αποβεί προς όφελος και των δανειοληπτών,
οι οποίοι δεν μπορούν να ζουν διαρκώς υπό καθεστώς ομηρίας αλλά και των
τραπεζών, οι οποίες θα πρέπει κάποια στιγμή να εκκαθαρίσουν τα χαρτοφυλάκιά
τους από επισφαλείς απαιτήσεις που δεν πρόκειται να εισπραχθούν ποτέ. Και
κυρίως, να καταστεί σαφές ότι δεν θα υπάρξει μια νέα ευεργετικότερη ρύθμιση,
γιατί αυτή η πρακτική έχει ακυρώσει πολλές καλές προσπάθειες.
Στάθης Κωνσταντινίδης
Δ.Ν Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου