του Στάθη Κωνσταντινίδη
Το πιο σημαντικό ίσως
από τα πολλά και ενδιαφέροντα συμπεράσματα που εξήχθησαν από την ημερίδα που
παραγματοποίησε ο Δικηγορικός Σύλλογος Κοζάνης στις 17/11, με θέμα τις
πρόσφατες τροποποίησεις διατάξεων της ποινικής και πολιτικής δικαιοσύνης, είναι η
ανασφάλεια δικαίου που αυτές επέφεραν ακόμα και στις τάξεις των ίδιων των
συνλειτουργών της, πόσο μάλλον των πολιτών.
Τα τελευταία χρόνια, στο
όνομα του εκσυγχρονισμού, της εύρυθμης λειτουργίας και της ταχύτερης απονομής
της δικαιοσύνης, σημειώθηκαν εκτεταμένες αλλά κυρίως επανειλημμένες νομοθετικές
παρεμβάσεις στους δύο παραπάνω τομείς αλλά και σε εκείνον του διοικητικού δικαίου.
Και ενώ είναι αυτονόητο
ότι οι κοινωνικές και οικονομικές ανακατατάξεις καθιστούν αναγκαία την
προσαρμογή της νομοθετικής ύλης στα νέα δεδομένα, δικαιολογημένες ενστάσεις
εγείρουν τόσο η συχνότητα των αναθεωρήσεων όσο και ο αποσπασματικός τρόπος με
τον οποίο επιχειρούνται.
Δεν θα ήταν υπερβολή να
λεχθεί ότι και ο επιμελής ακόμα νομικός αδυνατεί να παρακολουθήσει τις χειμαρρώδεις
ανατροπές ουσιαστικών και δικονομικών διατάξεων αλλά και διαδικαστικών
ρυθμίσεων, ενώ η δικαστηριακή μηχανή ασθμαίνουσα προσπαθεί να προσαρμοστεί στις
νέες συνθήκες.
Η προβληματική δεν αφορά
μόνο στη δυνατότητα να αφομοιωθούν οι υιοθετούμενες αλλεπάλληλες τροποποιήσεις
από το νομικό κόσμο, αλλά πρωτίστως στη συμβατότητά τους με το όλο οικοδόμημα
της δικαιοσύνης και στους στόχους που αυτές υπηρετούν, δεδομένης, μάλιστα, της
εξόφθαλμης διασύνδεσής τους με την προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής της
χώρας.
Δεν υποστηρίζω ότι ο
χώρος της δικαιοσύνης θα μπορούσε ή έπρεπε να εξαιρεθεί από την επιχειρούμενη
εξυγείανση των δημοσίων οικονομικών. Κάθε τομέας της κοινωνικής ζωής θα πρέπει
να εισφέρει το δικό του μερίδιο στο συνολικό εγχείρημα, αρκεί οι εφαρμοζόμενες παρεμβάσεις
να μην ακυρώνουν τη λειτουργία του. Οι δραματικές, όμως, επιβαρύνσεις του
κόστους της προσφυγής στη δικαιοσύνη σχεδόν αναιρούν το δικαίωμα των πολιτών
για έννομη προστασία.
Αποτελεί
κοινό τόπο, εξάλλου, η ανάγκη εκσυγχρονισμού και εναρμόνισης ρυθμίσεων της
εσωτερικής μας έννομης τάξης με το ευρωπαικό κεκτημένο. Οι επιβεβλημένες, όμως,
μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να έχουν μια ολιστική προσέγγιση.
Κάθε πολιτεία πρέπει να
έχει κάποιες ελάχιστες σταθερές και μία από αυτές είναι αναμφίβολα η
εμπιστοσύνη προς τη δικαιοσύνη και η ασφάλεια δικαίου. Ιδιαίτερα σε περιόδους που
χαρακτηρίζονται από έντονη ρευστότητα και ευμεταβλητότητα βασικών δομών και
κανόνων της κοινωνικοοικονομικής ζωής της χώρας, ο εγγυητικός ρόλος της
δικαιοσύνης θα πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού.
Οι συχνά εμβαλωματικές παρεμβάσεις,
που επιχειρούνται, όχι μόνο δεν υπηρετούν την παραπάνω ανάγκη, αλλά ενσπείρουν
σύγχυση και ανασφάλεια στους επαγγελματίες του χώρου και στην κοινωνία.
Θα μπορούσε κανείς να
διατυπώσει τεχνικές και ουσιαστικές αντιρρήσεις σε κάποιες από τις
νεοεισαχθείσες ρυθμίσεις. Είναι όμως
γεγονός ότι αρκετές από αυτές διαπνέονται από ένα ριζοσπαστισμό που ο θεσμός
της δικαιοσύνης έχει ανάγκη προκειμένου να αντιμετωπίσει τα αδιέξοδά του, αρκεί
να μην καθοδηγείται από ένα στείρο υπολογιστικό τεχνοκρατισμό αλλά από τη
συνειδητηποίηση της ανάγκης ρηξικέλευθων αλλαγών.
Θα πρέπει συνεπώς να
επιδειχθεί ιδιαίτερη σύνεση και επιμέλεια στην επιχειρούμενη αναδιοργάνωση και
μεταρρύθμιση του δικαιϊκού μας συστήματος.
Στάθης Κωνσταντινίδης
Δ.Ν. – Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου