Του Παντελή Καψή
Πόσο κόστισε στην Ελλάδα το εξάμηνο Τσίπρα Βαρουφάκη; Οι εκτιμήσεις ποικίλουν. Ξεκινήσαμε από τα 86 δισεκατομμύρια που υποστήριξε ο Γιάννης Στουρνάρας, περάσαμε στα 100 δισεκατομμύρια του Κλάους Ρέγκλινγκ για να φτάσουμε στα 200 δισεκατομμύρια του Τόμας Βίζερ. Φυσικά υπάρχει και η πιο ήπια εκδοχή του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Σάκη Παπαδόπουλου ο οποίος την εκτίμησε «μόλις» στα 35 δισεκατομμύρια.
Το να βάλει κανείς ένα συγκεκριμένο νούμερο σε αυτή την ιστορία δεν είναι βέβαια εύκολη υπόθεση. Μια καλή αρχή ωστόσο είναι η πολύ συγκεκριμένη και τεκμηριωμένη εκτίμηση του οικονομικού αναλυτή Γιώργου Στρατόπουλου (1) ο οποίος επισήμανε ότι χάσαμε 7,5 μονάδες ανάπτυξης, δηλαδή κοντά στα 14 δισεκατομμύρια, επιβαρύνθηκε το δημόσιο με 18 δισεκατομμύρια από τις ζημιές των τραπεζών και προστέθηκαν 40 δισεκατομμύρια στο δημόσιο χρέος.
Πρόκειται φυσικά για συντηρητική ανάλυση γιατί δεν υπολογίζει, για παράδειγμα, την συνεχιζόμενη επιβάρυνση της οικονομίας από τα capital controls. Έστω κι έτσι, αποτελεί μια καλή βάση για να κατανοήσουμε τον υπολογισμό του Τόμας Βίζερ. Γιατί αν υποθέσουμε ότι η ανάπτυξη ξεκίνησε με το ΑΕΠ 7,5 μονάδες χαμηλότερα από ότι θα ξεκινούσε το 2015 χωρίς τους Τσίπρα Βαρουφάκη, τότε έχουμε μια απώλεια εισοδήματος κάθε χρόνο και σε βάθος χρόνου. Εύκολα ξεπερνούμε τα 100 δισεκατομμύρια μέσα σε δέκα, δεκαπέντε χρόνια.
Όποια εκδοχή και αν πάρουμε ωστόσο, το βέβαιο είναι ότι προκλήθηκε σημαντική ζημιά. Αν θεωρήσουμε μάλιστα ως το μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης τα 23 δισεκατομμύρια που χωρίς στοιχεία υποστήριξε ένας ανώνυμος μάρτυρας ότι κόστισε η Νοβάρτις, τότε ακόμα και τα 35 δισεκατομμύρια που εκτιμά, επωνύμως, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, θα περίμενε κανείς ότι αξίζουν μια εξεταστική έστω επιτροπή για να αναζητηθούν οι πολιτικές ευθύνες.
Αντ’ αυτού ξεκίνησε μια λίγο κωμική παραφιλολογία, με τα περίφημα non paper του Μαξίμου, η οποία είχε ως κεντρικό επιχείρημα το ρητορικό ερώτημα πώς γίνεται μια οικονομία με λιγότερο από 200 δισεκατομμύρια ΑΕΠ να έχει ζημιά 200 δισεκατομμύρια; Το επιχείρημα αυτό, αμάσητο, το πήραν οι φιλικοί στην κυβέρνηση δημοσιογράφοι που έφτασαν να μιλούν για την «μεγάλη των ηλιθίων σχολή», όπου ηλίθιοι είναι οι τεχνοκράτες της Ευρώπης. Απάντηση επί της ουσίας προφανώς περιττεύει. Οι άνθρωποι προσποιούνται ότι δεν κατανοούν στοιχειώδη αριθμητική. Αυτή η αντιμετώπιση ωστόσο γεννά ένα μείζον ζήτημα: την αδυναμία μας , ακόμα και δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα τη κρίσης, να μιλήσουμε με στοιχειώδη ειλικρίνεια και αυτοκριτικά για την οικονομία και την εμμονή μας να φορτώνουμε στους «ηλίθιους» ξένους τις δικές μας αμαρτίες.
Έχει έτσι ενδιαφέρον ότι στην ομιλία του στους Δελφούς, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας το μόνο που βρήκε να πει για την ελληνική οικονομία ήταν η ανάγκη να ελαφρύνουν το χρέος οι Ευρωπαίοι. Η επιχειρηματολογία του είναι πρωτότυπη. Το ελληνικό πρόβλημα, υποστήριξε, ήταν τα ελλείμματα, τα οποία ωστόσο αντιμετωπίστηκαν. Έμεινε το χρέος, αυτό όμως δεν είναι ελληνικό αλλά πανευρωπαϊκό πρόβλημα! Το ότι το χρέος δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα ελλείμματα του παρελθόντος, προφανώς δεν έχει την παραμικρή σημασία για τον κ. Παυλόπουλο. Εμείς, λέει, εκπληρώσαμε τις υποχρεώσεις μας έναντι των εταίρων και κατά συνέπεια, ως καλά παιδιά, δικαιούμαστε την ελάφρυνση. Το αν έχουμε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδύσεων που θα βάλουν τις βάσεις για βιώσιμη ανάπτυξη, ουδόλως τον απασχόλησε. Γι’ αυτό το θέμα δεν βρήκε να πει ούτε μία λέξη!
Πόσο κόστισε στην Ελλάδα το εξάμηνο Τσίπρα Βαρουφάκη; Οι εκτιμήσεις ποικίλουν. Ξεκινήσαμε από τα 86 δισεκατομμύρια που υποστήριξε ο Γιάννης Στουρνάρας, περάσαμε στα 100 δισεκατομμύρια του Κλάους Ρέγκλινγκ για να φτάσουμε στα 200 δισεκατομμύρια του Τόμας Βίζερ. Φυσικά υπάρχει και η πιο ήπια εκδοχή του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Σάκη Παπαδόπουλου ο οποίος την εκτίμησε «μόλις» στα 35 δισεκατομμύρια.
Το να βάλει κανείς ένα συγκεκριμένο νούμερο σε αυτή την ιστορία δεν είναι βέβαια εύκολη υπόθεση. Μια καλή αρχή ωστόσο είναι η πολύ συγκεκριμένη και τεκμηριωμένη εκτίμηση του οικονομικού αναλυτή Γιώργου Στρατόπουλου (1) ο οποίος επισήμανε ότι χάσαμε 7,5 μονάδες ανάπτυξης, δηλαδή κοντά στα 14 δισεκατομμύρια, επιβαρύνθηκε το δημόσιο με 18 δισεκατομμύρια από τις ζημιές των τραπεζών και προστέθηκαν 40 δισεκατομμύρια στο δημόσιο χρέος.
Πρόκειται φυσικά για συντηρητική ανάλυση γιατί δεν υπολογίζει, για παράδειγμα, την συνεχιζόμενη επιβάρυνση της οικονομίας από τα capital controls. Έστω κι έτσι, αποτελεί μια καλή βάση για να κατανοήσουμε τον υπολογισμό του Τόμας Βίζερ. Γιατί αν υποθέσουμε ότι η ανάπτυξη ξεκίνησε με το ΑΕΠ 7,5 μονάδες χαμηλότερα από ότι θα ξεκινούσε το 2015 χωρίς τους Τσίπρα Βαρουφάκη, τότε έχουμε μια απώλεια εισοδήματος κάθε χρόνο και σε βάθος χρόνου. Εύκολα ξεπερνούμε τα 100 δισεκατομμύρια μέσα σε δέκα, δεκαπέντε χρόνια.
Όποια εκδοχή και αν πάρουμε ωστόσο, το βέβαιο είναι ότι προκλήθηκε σημαντική ζημιά. Αν θεωρήσουμε μάλιστα ως το μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης τα 23 δισεκατομμύρια που χωρίς στοιχεία υποστήριξε ένας ανώνυμος μάρτυρας ότι κόστισε η Νοβάρτις, τότε ακόμα και τα 35 δισεκατομμύρια που εκτιμά, επωνύμως, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, θα περίμενε κανείς ότι αξίζουν μια εξεταστική έστω επιτροπή για να αναζητηθούν οι πολιτικές ευθύνες.
Αντ’ αυτού ξεκίνησε μια λίγο κωμική παραφιλολογία, με τα περίφημα non paper του Μαξίμου, η οποία είχε ως κεντρικό επιχείρημα το ρητορικό ερώτημα πώς γίνεται μια οικονομία με λιγότερο από 200 δισεκατομμύρια ΑΕΠ να έχει ζημιά 200 δισεκατομμύρια; Το επιχείρημα αυτό, αμάσητο, το πήραν οι φιλικοί στην κυβέρνηση δημοσιογράφοι που έφτασαν να μιλούν για την «μεγάλη των ηλιθίων σχολή», όπου ηλίθιοι είναι οι τεχνοκράτες της Ευρώπης. Απάντηση επί της ουσίας προφανώς περιττεύει. Οι άνθρωποι προσποιούνται ότι δεν κατανοούν στοιχειώδη αριθμητική. Αυτή η αντιμετώπιση ωστόσο γεννά ένα μείζον ζήτημα: την αδυναμία μας , ακόμα και δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα τη κρίσης, να μιλήσουμε με στοιχειώδη ειλικρίνεια και αυτοκριτικά για την οικονομία και την εμμονή μας να φορτώνουμε στους «ηλίθιους» ξένους τις δικές μας αμαρτίες.
Έχει έτσι ενδιαφέρον ότι στην ομιλία του στους Δελφούς, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας το μόνο που βρήκε να πει για την ελληνική οικονομία ήταν η ανάγκη να ελαφρύνουν το χρέος οι Ευρωπαίοι. Η επιχειρηματολογία του είναι πρωτότυπη. Το ελληνικό πρόβλημα, υποστήριξε, ήταν τα ελλείμματα, τα οποία ωστόσο αντιμετωπίστηκαν. Έμεινε το χρέος, αυτό όμως δεν είναι ελληνικό αλλά πανευρωπαϊκό πρόβλημα! Το ότι το χρέος δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα ελλείμματα του παρελθόντος, προφανώς δεν έχει την παραμικρή σημασία για τον κ. Παυλόπουλο. Εμείς, λέει, εκπληρώσαμε τις υποχρεώσεις μας έναντι των εταίρων και κατά συνέπεια, ως καλά παιδιά, δικαιούμαστε την ελάφρυνση. Το αν έχουμε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδύσεων που θα βάλουν τις βάσεις για βιώσιμη ανάπτυξη, ουδόλως τον απασχόλησε. Γι’ αυτό το θέμα δεν βρήκε να πει ούτε μία λέξη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου