Επίκαιρα Θέματα:

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Οι οικονομικές προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ

Του Γιώργου Παγουλάτου*
Π​​οιες θα ήταν οι επιπτώσεις του οικονομικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ; Καθώς αρκετές δηλώσεις στελεχών του διαφοροποιούνται, επικεντρωθήκαμε στις προτάσεις που διατύπωσε ο πρόεδρός του.

Με δύο παραδοχές ξεκινά ο ΣΥΡΙΖΑ.

1. Το Μνημόνιο ευθύνεται για την κρίση, και όχι το αντίστροφο.

2. Το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η έλλειψη επαρκούς ζήτησης και όχι επαρκούς προσφοράς. Και οι δύο παραδοχές, παρότι δημοφιλείς, είναι εσφαλμένες.


Ο κ. Τσίπρας λέει ότι αν καταργηθούν οι μνημονιακοί νόμοι, επανέλθουν μισθοί και συντάξεις (κυρίως κατώτατοι) στα προ κρίσης επίπεδα και αναιρεθούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών, μαζί με γενναία αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, η οικονομία θα ανακάμψει με ταχείς ρυθμούς.

Ισως αυτά να ήταν βάσιμα εάν ζούσαμε σε κλειστή οικονομία με δικό της νόμισμα. Αυτό δεν συμβαίνει. Τυχόν υιοθέτηση των παραπάνω θα επέφερε επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας που με τόσο κόπο βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια, αύξηση των εισαγωγών και επανεμφάνιση μεγάλων εξωτερικών ελλειμμάτων. Η Ευρώπη έχει πράγματι ανεπαρκή ζήτηση, αλλά αυτό αφορά την Ευρωζώνη συνολικά, ιδίως τη Γερμανία, και όχι μια οικονομία όπως η ελληνική, με υψηλότατη συμμετοχή της κατανάλωσης στο ΑΕΠ και χρονίως αδύναμο εξαγωγικό τομέα. Ολη η Ευρωζώνη χρειάζεται επείγουσα αύξηση επενδύσεων. Αλλά η ελληνική οικονομία πρέπει να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις και να διευρύνει την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών.

Η έμφαση ΣΥΡΙΖΑ στην πλευρά της ζήτησης υποτιμά την ανάγκη να παράγουμε αποδοτικότερα και με εξωστρέφεια. Κοινή βάση της χαμηλής παραγωγικότητας και της φοροδιαφυγής/εισφοροδιαφυγής είναι η πληθώρα των πολύ μικρών μονάδων. Οι μεταρρυθμίσεις επιδιώκουν ορθολογικότερα και παραγωγικότερα επιχειρηματικά μεγέθη. Οι πολιτικές ΣΥΡΙΖΑ, η ανατροπή μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντος και εργασίας, η ακύρωση ιδιωτικοποιήσεων, θα αύξαναν τα κόστη παραγωγής για τις σοβαρές επιχειρήσεις. Θα δημιουργούσαν αντίξοο περιβάλλον, που θα ωθούσε εγχώριες και ξένες εταιρείες προς έξοδο και μαζική φυγή κεφαλαίων. Τότε θα απέμεναν μόνο τα μικρομάγαζα, που επιβιώνουν με φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή. Θα γυρίζαμε στον φαύλο κύκλο της εσωστρεφούς οικονομίας, που αδυνατεί να παραγάγει ανάπτυξη και να αυξήσει τα δημόσια έσοδα.

Ο κ. Τσίπρας παρουσίασε και κοστολόγηση των προτάσεών του (πράγμα θετικό), η οποία αμφισβητήθηκε από την κυβέρνηση, αλλά και οικονομολόγους προσκείμενους στον ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρούμε την κοστολόγηση του υπουργείου Οικονομικών πολύ ρεαλιστικότερη από του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως εάν η προτεινόμενη «σεισάχθεια» (κάτω από 3% των «κόκκινων» δανείων) πρόκειται να έχει κάποιο νόημα. Ακόμα όμως και με την κοστολόγηση ΣΥΡΙΖΑ, προκύπτει κενό ίσο με 5% του ΑΕΠ, με προφανείς συνέπειες για το δημοσιονομικό ισοζύγιο. Από πού θα καλυφθεί αυτό το κενό; Η πάταξη φοροδιαφυγής και λαθραίας διακίνησης καυσίμων, παρότι σφόδρα επιθυμητή, δεν αρκεί. Αντικατάσταση του ΕΝΦΙΑ με Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας ισοδύναμου αποτελέσματος θα προϋπέθετε δημευτικούς όρους.

Ετσι, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αφήνει ένα τεράστιο κενό χρηματοδότησης. Πώς θα καλυπτόταν αυτό το κενό; Η πρόσφατη εκτίναξη των spreads, παρά το πρωτογενές πλεόνασμα, δείχνει ξεκάθαρα ότι η προσφυγή στις αγορές ομολόγων θα ήταν αδύνατη. Οι εταίροι κάθε άλλο παρά πρόθυμοι θα ήταν να μας δανείσουν με ευνοϊκούς όρους χωρίς αυστηρό οικονομικό πρόγραμμα. Θα υπέγραφε ο κ. Τσίπρας ένα νέο δανειακό πρόγραμμα; Θα ήταν μια ενδιαφέρουσα εκδίκηση της ιστορίας. Οι αριθμοί απλώς δεν βγαίνουν, και τα λογικά κενά είναι πολύ μεγάλα για να αγνοηθούν.

Στο πρόβλημα του χρέους, ο ΣΥΡΙΖΑ επαναλαμβάνει ότι πρέπει να γίνει μεγάλο «κούρεμα» ονομαστικής αξίας – ευτυχώς, διευκρινίζεται εσχάτως, όχι μονομερώς. Μακάρι τα επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ να πείσουν το βελγικό Κοινοβούλιο ότι απαιτείται «κούρεμα», διότι η Ελλάδα δεν μπορεί να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα 4% όταν αυτό έγινε στο Βέλγιο για πάνω από 20 χρόνια, το σλοβακικό και το εσθονικό Κοινοβούλιο ότι το «κούρεμα» χρειάζεται για να αποκατασταθεί η αγοραστική δύναμη των ελληνικών συντάξεων, όταν οι εκεί συντάξεις είναι πολύ χαμηλότερες, ή το ιταλικό Κοινοβούλιο ότι το ελληνικό χρέος πρέπει να «κουρευτεί» για να γίνει βιώσιμο όταν το ιταλικό χρέος πλησιάζει το 140% του ΑΕΠ. Αν αυτά αποδειχθούν ανέφικτα, η μόνη λύση είναι η μείωση της πραγματικής αξίας του χρέους με επιμήκυνση, μείωση επιτοκίων και επέκταση περιόδου χάριτος. Η Ευρώπη πρέπει να τολμήσει να προχωρήσει σε πιο ριζοσπαστικές λύσεις για το πρόβλημα του χρέους, όπως το σχέδιο PADRE των Paris & Wyplosz, η μετατροπή σε διηνεκές (perpetual) ή λύσεις αμοιβαιοποίησης, ευρωομολόγου ή συμμετοχής της ΕΚΤ στη χρηματοδότηση του χρέους. Αλλά αυτές θα ήταν λύσεις για το ευρωπαϊκό πρόβλημα χρέους συνολικά, και όχι ειδικά για την Ελλάδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δίκιο να μιλάει για ευρωπαϊκή λύση. Ομως, αυτή προϋποθέτει εθνικές δεσμεύσεις για σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα και μεταρρυθμίσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτάσσεται και τα δύο.

Σε άλλα, οι προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ καλύπτουν κενά κυβερνητικής πολιτικής ή υποδεικνύουν μέτρα που έχουν ήδη δρομολογηθεί. Παράδειγμα: η ορθή έμφαση στο πρόβλημα των μακροπρόθεσμα ανέργων χωρίς καμία εισοδηματική στήριξη – κενό που μπορεί να καλύψει η εισαγωγή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.

Συμπερασματικά, οι προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ είναι και βάσιμες και πρωτότυπες. Αλλά εκείνες που είναι πρωτότυπες δεν είναι βάσιμες και οι βάσιμες δεν είναι πρωτότυπες.

* Oι κ. Γιώργος Παγουλάτος και Πάνος Τσακλόγλου είναι καθηγητές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έντυπη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Το Προφίλ μας