του Χρήστου Ελευθευρίου
Το 1999 ήταν. Κοιτώ τη φωτογραφία
κάτω από το τζάμι του γραφείου. Η ματιά μου περνά και από τις άλλες φωτογραφίες
– άλλες χρονιές, άλλα παιδιά, στιγμές, συναισθήματα, αναμνήσεις.
Ναι, το 1999 ήταν. Τη χρονιά των
καταλήψεων και του «κάτσε καλά Γεράσιμε».
Πάνω από δεκαπέντε χρόνια
πέρασαν. Για μένα όμως είναι σα χθεςž παρά το ξεθώριασμα της
φωτογραφίας, νιώθω ότι είμαι και γω μέσα σε αυτή, σήμερα, και αντικρίζω πίσω από
το ξεθώριασμα τα νεανικά αυτά πρόσωπα με τα βλέμματα που μου έδιναν τη δύναμη
και την αντοχή να συνεχίζω.
Αυτά τα πρόσωπα έχουν και σήμερα
τα «παιδιά» μου.
Τι χρονιά και κείνη! Από τα πρώτα
μου τμήματα με τόσο καλό επίπεδο μαθητών. Όλοι κατάφεραν να φτάσουν το στόχο
τους (για τα όνειρά τους, ελπίζω να τα παλεύουν συνέχεια), παρά τα πολύ δύσκολα
θέματα των Πανελλαδικών εκείνου του καλοκαιριού.
Ο Λάμπρος: Δασολόγος μελετητής
στην Θεσσαλονίκη, Ο Δημήτρης:
Mαθηματικός (μαζί μου) στο Φροντιστήριο «Σύγχρονο», Ο Δημήτρης: Λοχαγός του Ελληνικού Στρατού, Ο Ηλίας: Γεωπόνος στα Σέρβια, Η Ζωή:
Πολιτικός Μηχανικός στη Θεσσαλονίκη, Η Κατερίνα:
Toπογράφος στη Θεσσαλονίκη, Η Πωλίνα:
Φαρμακοποιός στα Γρεβενά, Η Λιζέττα:
Bιολόγος στις Βρυξέλες, Η Μαρία:
Mηχανικός Περιβάλλοντος στην Αθήνα, Η Χρύσα:
Tεχνολόγος Γεωπόνος στη Θεσσαλονίκη, Η Σοφία:
Πληροφορικός στην Αθήνα,
Η Τζένη: Γιατρός Μικροβολόγος
στα Σέρβια.
Σήμερα αναλογιζόμενος αυτά τα
παιδιά, και τόσα άλλα με τα οποία δούλεψα, αναρωτιέμαι: αν εγώ είμαι αυτός που
προσέφερα σε αυτά ή τα παιδιά προσέφεραν σε μένα με τα νιάτα, τη δίψα, το
πείσμα και τη θέλησή τους. Περάσαμε δύσκολες στιγμές, γεμάτες αγωνία, κούραση
και νεύρα πολλές φορές, αλλά το αποτέλεσμα πάντα μας δικαίωνε.
Θα ‘θελα να ήξεραν πόσο χαρούμενο
με κάνουν με κάθε επιτυχία τους, με τι αγωνία ρωτώ για όλους και πόσο χαρά μου
δίνει το κάθε ξανασμίξιμο.
Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις, που
μοιράζομαι μαζί σας, μου έδωσε ένα τηλεφώνημα, πριν από μερικές μέρες. Στην
άλλη άκρη της γραμμής η Τζένη (της φωτογραφίας):
«Δάσκαλε άνοιξα Ιατρείο» μου είπε
μη κρύβοντας τον ενθουσιασμό της, «που το άνοιξες;» τη ρώτησα, «Μα στα Σέρβια,
κάτω από την Εθνική» μου απάντησε με μια δόση –προσποιητής- απογοήτευσης για
την άγνοιά μου.
Πόσο χάρηκα! Για τη Τζένη
καταρχήν, για τη μαθήτριά μου, αλλά και για το ότι ‒παρ’ όλη την άσχημη
κατάσταση της χώρας μας, τις δυσκολίες και τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσει σε αυτό της
το εγχείρημα‒ επέλεξε να ξεκινήσει την καριέρα της από τη μικρή μας πόλη,
προσφέροντας στον τόπο της, ανταποδίδοντας (κατά έναν τρόπο) αυτά που τις
προσέφερε ο τόπος μας και οι άνθρωποί του.
Δυστυχώς το παράδειγμα της Τζένης
δεν το ακολούθησαν πολλοί μαθητές μου, που διάφορες αιτίες και επιλογές τους
έκαναν να εργάζονται και να ζουν μακριά μας. Δεν θα τους κακίσω γι΄αυτό και το
γνωρίζουν, αλλά, όταν παράλληλα αγαπάς και τον τόπο σου και τον βλέπεις
καθημερινά να μαραζώνει και να «χάνει» νέους ανθρώπους με προσόντα και όρεξη
για δουλειά και ζωή, οπωσδήποτε δεν είναι καθόλου ευχάριστο συναίσθημα και
αποτελεί δυσοίωνο σημάδι για το μέλλον.
Την ίδια μέρα του τηλεφωνήματος,
έλαβα και ένα e-mail από
τον Κωνσταντίνο, μαθητή από τη Γερμανία, που όλο το περασμένο καλοκαίρι το
περάσαμε μαζί. «Δάσκαλε πέρασα στην Ιατρική της Πάτρας» έγραφε το μήνυμα.
Δυο παιδιά από το Λιβαδερό: η
Τζένη το 1999 και ο Κωνσταντίνος το 2015, η μία στην αρχή της επαγγελματικής της καριέρας και ο άλλος στην
αρχή της φοιτητικής του ζωής. Ενδιάμεσα, τόσα και τόσα «παιδιά» μου, τόσοι
μαθητές μου, που γέμισαν αυτά τα χρόνια, που με έκαναν χαρούμενο και περήφανο.
Τους θυμάμαι έναν-έναν και
μία-μία, τους παρακολουθώ και τους χαίρομαι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου