Επίκαιρα Θέματα:

Τρίτη 22 Ιουνίου 2021

Ο 21ος αιώνας απαιτεί νέου τύπου ηγέτες

από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ενα «λίφτινγκ» της παγκοσμιοποίησης, ώστε να κερδίσουν περισσότερα οι πολίτες από τα οφέλη της οικονομικής απόδοσης, προτείνει ο Global Leader for Strategy and Leadership του παγκόσμιου δικτύου της PwC, Μπλερ Σέπαρντ. Μιλώντας στην «Κ», εισηγείται προσαρμογή και ευελιξία, αφού κάνει λόγο για ξεπερασμένους θεσμούς που έχουν αφήσει πίσω οι εξελίξεις και για ηγέτες ριζωμένους σε ιδέες του προηγούμενου αιώνα. Οσο για την κρίση

της πανδημίας; Ο ανεπτυγμένος κόσμος θα την ξεπεράσει το 2022, σε αντίθεση με τα φτωχότερα κράτη, που θα χρειαστούν ακόμη χρόνο. 

– Βλέπετε το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο; Είστε σε θέση να διακρίνετε ένα χρονοδιάγραμμα για την οριστική έξοδο από την κρίση της πανδημίας; Υπό ποιους όρους και προϋποθέσεις;

– Αν και το βιβλίο μου έχει τίτλο «Ten Years to Midnight» (Δέκα χρόνια μέχρι τα μεσάνυχτα), στην πραγματικότητα είμαι αισιόδοξος και βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Μάλιστα, εάν δεν πίστευα ότι οι λύσεις που περιγράφονται στο δεύτερο μισό του βιβλίου ήταν όχι απλά εφικτές, αλλά και ρεαλιστικές, δεν θα το είχα γράψει. Η κρίση της πανδημίας είναι πολυδιάστατη. Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων που αναπτύχθηκαν αποτελεί ένα εξαιρετικά θετικό βήμα. Ωστόσο, η μεγαλύτερη δυσκολία έγκειται στη διάθεση αυτών των εμβολίων στις αναδυόμενες χώρες. Για τον ανεπτυγμένο κόσμο, ένα μεγάλο μέρος του κύκλου της πανδημίας θα ολοκληρωθεί το επόμενο έτος. Ομως η πανδημία δεν θα αποτελεί παρελθόν έως ότου την εξαλείψουμε από κάθε γωνιά του κόσμου και αυτό είναι κάτι που θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο. Αν εξετάσουμε την οικονομική διάσταση του ζητήματος, η εικόνα θεωρώ είναι παρόμοια: πολλές χώρες στον ανεπτυγμένο κόσμο έλαβαν από νωρίς δραστικά μέτρα μέσω πακέτων ενίσχυσης, με τα περισσότερα από αυτά να αποδίδουν. Η ανησυχία μου όμως είναι ότι οι επιδράσεις της πανδημίας θα κρατήσουν ακόμα πιο πίσω τα φτωχότερα κράτη και τα φτωχότερα τμήματα των περισσότερων κοινωνιών.
 
– Στο βιβλίο σας, «Ten Years to Midnight: Four urgent global crises and their strategic solutions», εμμέσως πλην σαφώς εκφράζετε την άποψη ότι κλείνει ένας κύκλος για το σύστημα που οδήγησε την ανθρωπότητα εδώ και μερικές δεκαετίες και ανοίγει ένας νέος. Τι χαρακτηριστικά έχει αυτή η μετάβαση;

– Οπως περιγράφω, το σύστημα που αναδύθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και το οποίο εξυπηρέτησε τόσο καλά τις ανάγκες της οικονομίας κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, στηρίχθηκε στη στρατηγική της παγκοσμιοποίησης και στη 
διασύνδεση των οικονομιών, σε θεσμούς οι οποίοι στήριξαν την ανάπτυξη των στενών δεικτών του ΑΕΠ και της αξίας των μετόχων «shareholder value», δίνοντας έμφαση στην ελευθερία των αγορών και στην ανάπτυξη συμμαχιών μεταξύ χωρών, καθώς και στη διαμόρφωση κουλτούρας που σε μεγάλο βαθμό στράφηκε στην τεχνολογική καινοτομία για να αυξήσει την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα. Οι ηγέτες αυτού του συστήματος ήταν υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης, δίνοντας συχνά λιγότερη σημασία, συγκριτικά με τους ηγέτες του παρελθόντος, στα προβλήματα που αναπτύσσονται στις ίδιες τους τις χώρες. Αυτό το σύστημα λειτούργησε πολύ καλά μέχρις ενός σημείου: στις αρχές αυτού του αιώνα είδαμε να αυξάνεται η ανισότητα στην κατανομή του πλούτου, την τεχνολογία να θέτει σε κίνδυνο θέσεις εργασίας, τη μεσαία τάξη να συρρικνώνεται, την ενίσχυση της πόλωσης εντός των κοινωνιών, προκαλώντας μια γενικότερη κρίση εμπιστοσύνης στο σύστημα, ενώ οι δείκτες που παραδοσιακά χρησιμοποιούμε για να μετρήσουμε την πρόοδο και την ευημερία, όπως το ΑΕΠ, εξακολουθούσαν να δείχνουν ότι τα πράγματα πάνε καλά. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως συνέπεια όλων αυτών, μεταξύ των οποίων είναι και η επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή, απαιτούν λύσεις του 21ου αιώνα. Αυτό σημαίνει ότι η απαραίτητη μετάβαση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα αυτά τα στοιχεία που μόλις ανέφερα. Επομένως, από πλευράς στρατηγικής, χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει οικονομική ανάπτυξη και πώς μετράμε την επιτυχία και να θέσουμε στόχους αρχικά σε τοπικό επίπεδο, μετά σε εθνικό και στο τέλος στο επίπεδο της παγκόσμιας οικονομίας. Η μετάβαση θα περιλαμβάνει τη δημιουργία οικονομιών που θα στηρίζονται η μία στην άλλη χωρίς αποκλεισμούς, όπου σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης θα αποτελεί η αξιοποίηση όλων των δεξιοτήτων και ικανοτήτων των πολιτών, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι πολίτες θα έχουν να κερδίσουν από το όφελος που θα προκύπτει. Σε επίπεδο θεσμών, το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι δημιουργήθηκαν για τις ανάγκες διαφορετικής εποχής και για την υποστήριξη ενός άλλου μοντέλου, και δεν είναι πλέον κατάλληλοι. Μήπως χρειάζεται επομένως να αναλογιστούμε τον σκοπό τον οποίο οφείλουν να εξυπηρετήσουν και να προσπαθήσουμε να καινοτομήσουμε βάσει αυτού; 
 
– Μιλάτε για ριζικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν, σε επίπεδο θεσμών και κουλτούρας, το συντομότερο δυνατό. Για να γίνουν αυτές οι αλλαγές χρειάζονται ηγέτες με δεξιότητες. Πού εντοπίζετε το πρόβλημα ηγεσίας σήμερα και τι περιμένετε να δείτε;

– Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις προβλήματα του 21ου αιώνα με λύσεις του 20ού, οι οποίες μάλιστα δεν μπορούν να αναπτυχθούν και να υλοποιηθούν από ηγέτες που είναι ριζωμένοι σε ιδέες του προηγούμενου αιώνα. Στο βιβλίο περιγράφω αυτό που αποκαλώ «Τα έξι παράδοξα της ηγεσίας», τα οποία ουσιαστικά αφορούν στον συγκερασμό αντικρουόμενων χαρακτηριστικών για τη δημιουργία ενός προφίλ ηγεσίας που είναι πιο συνεκτικό, πιο παραγωγικό και πιο αποτελεσματικό. Αυτά τα παράδοξα της ηγεσίας λειτουργούν ως σύστημα, ωθώντας τους ηγέτες να εξισορροπούν ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά. Σε γενικές γραμμές, ένα χαρακτηριστικό είναι οι τεχνικές δεξιότητες (hard skills) που υποδηλώνουν την ικανότητά τους, και άλλο οι μη τεχνικές δεξιότητες (soft skills) ή οι συμπεριφορές ή αντιλήψεις, που καθοδηγούν τις ενέργειές τους. Δεν μπορώ να αναλύσω και τα έξι παράδοξα σε αυτή τη συνέντευξη, αλλά μπορώ να περιγράψω εν συντομία ένα από αυτά, δίνοντάς σας μια ιδέα του τι εννοώ. Οπως ανέφερα προηγουμένως, ένα από τα προβλήματα του συστήματος του 20ού αιώνα ήταν η προσήλωση των ηγετών στην παγκοσμιοποίηση αγνοώντας πολλές φορές τα ζητήματα που απασχολούν τις κοινωνίες από τις οποίες προήλθαν. Για να διορθωθεί αυτό, χρειαζόμαστε ηγέτες που να είναι –όπως τους αποκαλώ στο βιβλίο– «τοπικιστές με παγκόσμια σκέψη». Χρειάζεται να μπορούν να συνθέτουν αυτά τα δύο αντικρουόμενα χαρακτηριστικά στον ρόλο τους ως ηγετών. Με τον όρο «παγκόσμια σκέψη» εννοώ ότι πρέπει ουσιαστικά ένας ηγέτης να μην είναι προκατειλημμένος σε δόγματα ή πεποιθήσεις και οικονομικά συστήματα. Αντίθετα, με τον όρο «τοπικιστής» εννοώ ότι πρέπει να έχει μια ουσιαστική κατανόηση και ικανότητα να αντιμετωπίζει με επιτυχία θέματα και προβλήματα της τοπικής κοινωνίας.

 

Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει πεθάνει, χρειάζεται να αλλάξει ριζικά 

– Πάνω σε ποιους άξονες θα πρέπει να προσαρμοστεί πλέον το εγχείρημα της ελεύθερης αγοράς και της παγκοσμιοποίησης; Στο πλαίσιο αυτό, βλέπετε τον κίνδυνο περιχαράκωσης πίσω από τα εθνικά σύνορα; 

– Στην προηγούμενη ερώτηση άφησα να εννοηθεί η άποψή μου για την παγκοσμιοποίηση. Σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ότι η παγκοσμιοποίηση έχει πεθάνει. Ωστόσο, χρειάζεται να αλλάξει ριζικά ώστε οι ηγέτες να διατηρούν επαφή με τις τοπικές κοινωνίες και να διασφαλίζουν ότι τα οφέλη που προκύπτουν από αυτή την προσέγγιση θα φτάσουν στους πολίτες με δίκαιο τρόπο και χωρίς αποκλεισμούς. Αυτό θα ήταν στην πραγματικότητα μια σημαντική αλλαγή για τα περισσότερα ανεπτυγμένα έθνη. Υπάρχει μια σειρά παραγόντων που ωθούν τα έθνη προς τον εθνικισμό, με έναν από τους σημαντικότερους να είναι η αποτυχία της παγκοσμιοποίησης να βελτιώσει τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων. Πέρα από αυτό, διαπιστώνουμε ότι η πανδημία κατέδειξε το πόσο ευάλωτες είναι οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, με αποτέλεσμα πολλά έθνη και επιχειρήσεις να επαναπροσδιορίζουν την εθνική τους ασφάλεια και το τι ακριβώς θέλουν να έχουν υπό τον έλεγχό τους. Σε έναν κόσμο στον οποίο οι διεθνείς θεσμοί αποδεικνύονται αναποτελεσματικοί, πολλές χώρες σίγουρα αναζητούν περισσότερη αυτονομία. Παρ’ όλα αυτά, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως η κλιματική αλλαγή, δεν μπορούν να επιλυθούν χωρίς παγκόσμια συνεργασία.  
 
– Ο ρόλος της τεχνολογίας στις σύγχρονες εξελίξεις είναι αδιαμφισβήτητος. Μπορούν να υπάρχουν τα οφέλη της τεχνολογικής προόδου χωρίς τα μειονεκτήματα που τη συνοδεύουν; Ειδικότερα, στον τομέα της εργασίας, έχει περισσότερα να κερδίσει ή να χάσει ο μέσος εργαζόμενος; Ενα ζήτημα εδώ είναι ασφαλώς οι δεξιότητες και η ικανότητα του μέσου πολίτη να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που διαμορφώνει η τεχνολογική «έκρηξη». 

– Δεν ξέρω αν μπορούμε να εξαλείψουμε όλες τις ανεπιθύμητες συνέπειες της τεχνολογίας, αλλά θα πρέπει να μπορούμε καλύτερα να τις προβλέψουμε και να τις περιορίσουμε. Ο τρόπος με τον οποίο ο μέσος εργαζόμενος μπορεί να επηρεαστεί από μια αυτοματοποιημένη, ψηφιακή οικονομία, αποτελεί ένα καλό παράδειγμα αυτού που εννοώ. Στην PwC πραγματοποιήσαμε μια μελέτη πριν από κάποια χρόνια, σύμφωνα με την οποία οι θέσεις εργασίας που απειλούνται από την αυτοματοποίηση αγγίζουν το 38% στις ΗΠΑ, το 35% στη Γερμανία και το 30% στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μπορούμε όμως αυτόν τον κίνδυνο να τον μετατρέψουμε σε ευκαιρία, εάν διασφαλίσουμε ότι οι προσπάθειες για αυτοματοποίηση συνοδεύονται με προσπάθειες επανεκπαίδευσης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων στα απαιτούμενα επίπεδα.  Δυστυχώς, χρειάζεται να καλύψουμε αρκετό έδαφος που έχει ήδη χαθεί, και να φροντίσουμε ώστε οι πολίτες των αναπτυσσόμενων εθνών να μη μείνουν πίσω.

Η κρίση ευημερίας

– Διαπιστώνετε κρίση εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης απέναντι στους θεσμούς και μηχανισμούς που είναι επιφορτισμένοι με την προσπάθεια για ευημερία. Ποιο είναι το «κλειδί»; Πώς θα κερδίσουν οι κυβερνήσεις μια νέα περίοδο χάριτος από τους πολίτες;

– Οι πολίτες έχουν βάσιμους λόγους να είναι δύσπιστοι τόσο ως προς τους δημόσιους όσο και τους ιδιωτικούς θεσμούς που είναι υπεύθυνοι για την ευημερία των κοινωνιών και τη δίκαιη κατανομή του πλούτου. Σημειώνω ότι το 2019, σύμφωνα με το Edelman Trust Barometer, μόλις το 18% των ανθρώπων που ερωτήθηκαν θεωρούσαν ότι το σύστημα τους εξυπηρετεί. Στο βιβλίο μου περιγράφω την «κρίση ευημερίας», η οποία πιστεύω αποτελεί την πρωταρχική αιτία της έλλειψης εμπιστοσύνης. Η κρίση επηρέασε  τρεις ευάλωτες ομάδες: τους νέους, οι οποίοι λόγω του υψηλού κόστους ζωής (ειδικά στη στέγαση) δεν μπορούν να ξεκινήσουν τη ζωή τους, την τρίτη ηλικία, της οποίας οι συντάξεις και οι αποταμιεύσεις δεν αρκούν για να καλύψουν το αυξημένο προσδόκιμο ζωής και αντιμετωπίζουν τον άμεσο κίνδυνο να συνταξιοδοτηθούν πτωχοί, και τους μεσήλικες, που παγιδευμένοι στη μέση, μπορεί να έχουν στις πλάτες τους χρέη, τη δουλειά τους να κινδυνεύει από την αυτοματοποίηση και επιπρόσθετα να πρέπει να στηρίζουν μέλη από τις άλλες δύο ευάλωτες ομάδες! Ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι κυβερνήσεις και άλλοι σχετικοί θεσμοί θα ανακτήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών είναι να εντοπίσουν τα θέματα αυτά και να δράσουν αποφασιστικά για να τα αναστρέψουν πριν να είναι πολύ αργά.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Το Προφίλ μας