Από τη lifo.gr
Στον κάμπο της
Πτολεμαΐδας η εκμετάλλευση του λιγνίτη ηλεκτροδοτεί το 50% της χώρας. Με
μια παράπλευρη τραγωδία: ολόκληρα χωριά σβήστηκαν απ΄το χάρτη και
κοινωνίες μετεγκαταστάθηκαν ξεθάβοντας και παίρνοντας μαζί μέχρι και
τους νεκρούς τους.
ΑΠΟΣΤΟΛΗ/ ΡΕΠΟΡΤΑΖ:
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΝΤΙΝΗ
ΣΤΟΝ ΠΑΛΙΟ ΔΡΟΜΟ που συνδέει την Κοζάνη με την Πτολεμαΐδα δύσκολα
μπορείς να οδηγήσεις κοιτώντας μόνο ευθεία. Το βλέμμα σου θα χαθεί
ολόγυρα όταν αντικρίσεις το τεράστιο σεληνιακό τοπίο. Χιλιάδες στρέμματα
απέραντων εκτάσεων που έχουν ερημώσει λόγω της εκμετάλλευσης του
λιγνίτη. Ταινιόδρομοι, πύργοι ψύξεως, πολυάριθμες νταλίκες, κάρβουνο,
βουνά από τεχνητές αποθέσεις, τέφρα, σκονισμένα αυτοκίνητα και
λεωφορεία, κοιτάσματα και χωριά-φαντάσματα που «καταπίνει» ο λιγνίτης.
Στο σημείο αυτό της
Δυτικής Μακεδονίας απλώνεται το ενεργειακό κέντρο
ολόκληρης της Ελλάδας. Εδώ παράγεται πάνω από το 50% της ηλεκτρικής
ενέργειας. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ορυχείο στα Βαλκάνια και από τα
μεγαλύτερα της Ευρώπης, το οποίο δουλεύει αδιάκοπα 24 ώρες το 24ωρο. Το
πρώτο που ακούς είναι ότι ο λιγνίτης, και κατ' επέκταση η ΔΕΗ, έδωσε
πολλά, με σκληρά ανταλλάγματα. Χάρη σε αυτό το ορυκτό καύσιμο η χώρα
έχει αποκτήσει ενεργειακή αυτονομία, ενώ στην ευρύτερη περιοχή της
Κοζάνης και της Πτολεμαΐδας δημιουργήθηκαν χιλιάδες θέσεις εργασίας. Και
είναι αλήθεια ότι ο λεγόμενος «μαύρος χρυσός» της Ελλάδας εδώ και
εξήντα χρόνια εξασφαλίζει φθηνό ρεύμα σε όλη την Ελλάδα. Ωστόσο, πήρε
σπίτια, χωράφια και την υγεία των κατοίκων. Από τη δεκαετία του '50
κάτοικοι και εργαζόμενοι στα εργοστάσια της ΔΕΗ βρέθηκαν δέσμιοι μιας
άγνωστης κατάστασης. Χωριά που είχαν την ατυχία να κρύβουν στο έδαφός
τους λιγνίτη αλλά και χωριά που, ενώ δεν έχουν λιγνίτη, βρίσκονται δίπλα
στα ορυχεία, έχουν χτυπηθεί από τις συνέπειες των ρύπων, με τους
κατοίκους τους να ταλαιπωρούνται από ασθένειες, αναπνευστικά προβλήματα
και γενικότερα θέματα επιβίωσης. «Εδώ θα μάθεις πώς είναι να ζεις και να
πεθαίνεις με τον λιγνίτη» μου λέει ένας από τους κατοίκους που με
βλέπει να τραβάω φωτογραφίες.
Κόμανος, Χαραυγή, Κλείτος, Καρδιά, είναι τα χωριά που έχουν σβήσει ήδη από τον χάρτη. Μαυροπηγή, Ποντοκώμη και Ακρινή είναι αυτά που το επόμενο χρονικό διάστημα προβλέπεται να εκκενωθούν. Μεγάλα φουγάρα που βγάζουν πυκνούς καπνούς, πρόβατα που βόσκουν δίπλα σε ορυχεία, παρατημένα αγροτικά μηχανήματα, εκρήξεις, περιποιημένα αμπέλια, καλλιεργήσιμες εκτάσεις και βοσκοτόπια που έγιναν μέρος του ορυχείου. Οι εικόνες από την Εγνατία Οδό προκαλούν δέος.
Ξεκινώ τις διαδρομές μου από το χωριό της Μαυροπηγής. Παντού επικρατεί τρομακτική ησυχία. Σπίτια ετοιμόρροπα, κλειστά και μισογκρεμισμένα. Από μερικά λείπουν τα παραθυρόφυλλα, οι πόρτες και τα τζάμια. Ένα διαλυμένο βενζινάδικο, χορταριασμένοι δρόμοι, η εκκλησία και το νεκροταφείο είναι μερικά από τα σημεία που θυμίζουν τα απομεινάρια μιας ζωής. Μπαίνω με προσεκτικά βήματα στο παλιό νηπιαγωγείο/δημοτικό σχολείο και παρατηρώ ότι υπάρχουν ακόμα οι κρεμασμένοι μαυροπίνακες, ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο, κάποιες σκόρπιες ζωγραφιές, αφίσες και διάφορα μικρά παιχνίδια. Στην καφετέρια βρίσκονται ακόμα οι καναπέδες, τα ψυγεία, οι κουρτίνες και οι τοιχογραφίες. Απ' όλο το χωριό, μόνο σε δύο-τρία σπίτια έχουν απομείνει κάποιοι κάτοικοι, οι οποίοι δεν θέλουν να φύγουν από τα σπίτια τους. Περίεργο συναίσθημα να περπατάς σ' ένα εγκαταλελειμμένο χωριό, να ακούς τους θορύβους και να νιώθεις τις δονήσεις από τις εκρήξεις στο διπλανό ορυχείο. Το μέρος αυτό δεν μπορείς εύκολα να το διαβείς, αφού υπάρχουν πολλά άγρια, αδέσποτα σκυλιά. «Είναι καλό να μη σε πάρουν χαμπάρι, γιατί τα συγκεκριμένα σκυλιά είναι πεινασμένα. Τα περισσότερα τα άφησαν οι κάτοικοι όταν έφυγαν. Πολλά από αυτά είναι τσοπανόσκυλα που οι ιδιοκτήτες τους δεν μπόρεσαν να πάρουν μαζί τους στους νέους οικισμούς» μου λέει ο κύριος Βασίλης, ένας από τους τελευταίους κατοίκους του χωριού.
Μαζί με τον Χάρη Δεληγιώργη με προσκαλούν για έναν μεσημεριανό καφέ στο γειτονικό χωριό της Ποντοκώμης, ένα από αυτά που πρόκειται να μετεγκατασταθεί. Εκεί θα μου αφηγηθούν ιστορίες από τα παλιά, θα υπογραμμίσουν τα προβλήματά τους και θα μου μιλήσουν για τα νέα δεδομένα. «Η Μαυροπηγή είχε 1.000 μόνιμους κατοίκους. Εγώ αντέχω ακόμα να μένω εκεί χωρίς ρεύμα και νερό, αλλά τα παιδιά μου έχουν φύγει. Αυτό που έγινε ήταν ένας μαζικός ξεριζωμός» υποστηρίζει ο κύριος Βασίλης. Δίπλα του, ο Χάρης, είναι άνεργος, όπως και τα δυο αδέλφια του. Ασχολούνται με την κτηνοτροφία, αλλά η μετεγκατάσταση δημιούργησε προβλήματα, αφού αναγκάζονται καθημερινά να διανύουν πολλά χιλιόμετρα από τον νέο οικισμό για να φτάνουν τα κτήματά τους. «Το βασικό πρόβλημα είναι ότι η ΔΕΗ συμπεριφέρθηκε ως κατακτητής. Δεν σου άφηνε πολλά περιθώρια για να δημιουργήσεις έναν νέο κύκλο ζωής. Τα μηχανήματα και τα εργαλεία μου πού θα τα πάω; Από δω και πέρα, τι δουλειά μπορώ να κάνω;», λέει ο Χάρης και προσθέτει: «Οι περισσότεροι δεν μπορούν να αντιληφθούν τι σημαίνει να μένεις σ' ένα χωριό το οποίο πλησιάζει καθημερινά ο εκσκαφέας». Στην Ποντοκώμη, οι περισσότεροι κάτοικοι παραμένουν, παρόλο που έχουν αποζημιωθεί από τη ΔΕΗ. Σε λίγο καιρό θα ερημώσει πλήρως κι αυτό το χωριό. «Δεν είναι εύκολο να ξεριζώνεσαι από τα μέρη όπου μεγάλωσες. Εδώ χτίσαμε τις ζωές μας, δημιουργήσαμε τις οικογένειές μας και γεννήσαμε τα παιδιά μας. Αλλά τι να κάνεις; Είναι σωστό να εξακολουθούμε να ζούμε δίπλα στην τέφρα και τα σύννεφα σκόνης;» αναρωτιέται ο κάτοικος της Ποντοκώμης, Χαράλαμπος Χαντζαρίδης.
Φεύγοντας, πήγα προς τον ΑΗΣ Καρδιάς. Οι κάτοικοι στο καφενείο της Ποντοκώμης με είχαν προειδοποιήσει ότι ο δρόμος που συνέδεε το χωριό τους με την παλιά Χαραυγή έχει εξαφανιστεί από τις εξορύξεις του λιγνίτη. «Ούτε εμείς που μένουμε τόσα χρόνια εδώ δεν μπορούμε πλέον να αναγνωρίσουμε τη διαδρομή» τονίζει ο κύριος Βασίλης. Αποφάσισα να προχωρήσω και αν έβρισκα δυσκολία, θα επέστρεφα. Ήταν απόγευμα και είχε σουρουπώσει. Ο ήλιος κρυβόταν ανάμεσα στους πύργους ψύξεως, μια υδροφόρα έριχνε συνεχώς νερό στους λασπωμένους χωματόδρομους και το νεκρό τοπίο γύρω μου έμοιαζε το ίδιο σε κάθε σημείο του. Το φως σιγά-σιγά χανόταν και πράγματι ήταν ένα ρίσκο να ακολουθήσεις την παλιά διαδρομή μέχρι τη Χαραυγή. Την επόμενη μέρα προτίμησα να πάω από την απέναντι πλευρά, παίρνοντας τον δρόμο προς την Ακρινή του Δήμου Ελλησπόντου
Πηγαίνω προς τους παλιούς οικισμούςπου έχουν σβήσει από τον χάρτη και πλέον είναι εκτάσεις του ορυχείου στο Νότιο Πεδίο. Για να περάσω όμως χρειάζομαι την άδεια της ΔΕΗ. Στο φυλάκιο βρίσκεται ο Κώστας, ένα νέο παιδί που εργάζεται στη ΔΕΗ με οκτάμηνη σύμβαση. «Έχεις ησυχία εδώ», του λέω και η απάντησή του ήταν άμεση: «Μακάρι να μπορούσα να φύγω αύριο το πρωί». Περνώντας τελικά το φυλάκιο, έρχεται ένα τζιπ για να με παραλάβει και να με πάει στον Κλείτο και την Χαραυγή. «Μόνος σου δεν μπορείς να πας, θα χαθείς και θα σε ψάχνουν» μου λέει ο Κώστας στην είσοδο. Η περιήγηση ήταν εντυπωσιακή. Δύσβατοι δρόμοι γεμάτοι τέφρα, ταινιόδρομοι που λειτουργούσαν στο φουλ και νταλίκες που περνούσαν δίπλα μας με υπερβολική ταχύτητα. Κανείς από τους υπαλλήλους της ΔΕΗ δεν μασάει τα λόγια του. Τα χρόνια της κρίσης οι υπάλληλοι μειώθηκαν σημαντικά.
Πλέον γίνονται προσλήψεις με οκτάμηνες συμβάσεις και μισθούς των 500 ευρώ. «Πώς να ζήσεις;» αναρωτιούνται οι περισσότεροι. Τα θανατηφόρα ατυχήματα είναι αρκετά, ενώ πολλές υποθέσεις αποσιωπώνται. Ρομά που εισβάλλουν κρυφά στους χώρους για να κλέψουν χαλκό ή σίδερα αγγίζουν καλώδια υψηλής τάσης, πεθαίνουν και οι υπόλοιποι απλώς μαζεύουν τα πτώματα και φεύγουν. Αναμφίβολα, οι συνθήκες για τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ είναι δύσκολες. Δουλεύουν στον βαρύ χειμώνα σε θερμοκρασία -20 βαθμούς Κελσίου και στη ζεστή, ασφυκτική ατμόσφαιρα του καλοκαιριού. Πάντως, η ΔΕΗ έχει κάνει προσπάθειες να μειωθούν οι ρύποι, π.χ. με την κατασκευή της τελευταίας μονάδας ΑΗΣ V, που μειώνει κατά 95% τις ρυπογόνες ουσίες. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που διαφωνούν και εκφράζουν επιφυλάξεις για την επόμενη μέρα.
Ο καθηγητής του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας και πρόεδρος της Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης, Λάζαρος Τσικριτζής, υποστηρίζει: «Δυστυχώς, είμαστε ένας λαός που μεταθέτουμε τις ευθύνες στις επόμενες γενιές. Ο λιγνίτης είναι ένα βρόμικο και ρυπογόνο καύσιμο, με αποτέλεσμα να έχουν καταστραφεί οι φυσικοί πόροι. Η Βεγορίτιδα έχει χάσει το 90% των νερών της και πλέον λαμβάνονται πολλά κυβικά νερού από τον Αλιάκμονα. Επίσης, πολλοί λένε ότι είναι φθηνό καύσιμο, αλλά αν συνυπολογίσουμε το εξωτερικό κόστος, τελικά είναι ακριβό.
Τα πλεονεκτήματα προ πολλού έχουν πάψει να ισχύουν και πρέπει να στραφούμε σε άλλες πηγές ενέργειας, όπως ο αέρας και ο ήλιος. Ζούμε εξήντα χρόνια αγκαλιά με τον λιγνίτη κι έχει έρθει η στιγμή να κάνουμε μια αποτίμηση χωρίς ακρότητες, εγκαταλείποντας τον μονόδρομο αυτό για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Πράγματι, για μεγάλη περίοδο ήταν μια σημαντική αναγκαιότητα ο λιγνίτης. Η Ελλάδα έβγαινε κατεστραμμένη από έναν Εμφύλιο και περνούσε στη φάση του εξηλεκτρισμού. Από κει και πέρα, κολλήσαμε σε αυτόν, χωρίς να υπολογίζουμε ότι ως χώρα έχουμε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε. Από τη δεκαετία του 1990 έχουν χτυπήσει τα καμπανάκια για τη ρύπανση του περιβάλλοντος, αλλά όλοι στην περιοχή έκλειναν τ' αυτιά τους. Υπάρχει η ορατή και η αόρατη ρύπανση.
Είναι όνειδος το ότι τόσα χρόνια δεν έχει γίνει μια επιδημιολογική μελέτη που να εξετάζει τη σημερινή κατάσταση σε σχέση με τις αιτίες που τη δημιούργησαν. Όσες ξεκίνησαν, για ανεξήγητους λόγους σταμάτησαν Για πολλά έτη ο λιγνίτης μάς έδινε φθηνό ρεύμα που στοίχισε ακριβά στις επόμενες γενιές. Έχουμε κάμψη της παραγωγής και το πιο σημαντικό είναι ότι ο λιγνίτης έχει μόνο τριάντα χρόνια ζωής. Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο για το τι θα γίνει τη μετά τον λιγνίτη εποχή. Μια ζωή με το "θα δούμε" και το "δεν βαριέσαι, βλέπουμε". Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κοζάνη. Υπήρχε μια συνεχής αλληλοτροφοδότηση πελατειακών σχέσεων. Ζητούσαν ανταποδοτικά έργα από τη ΔΕΗ και όταν ανακοινώνονταν νέες μονάδες, όλοι χειροκροτούσαν αρχικά, αλλά κλαίγανε μετά λόγω των επιπτώσεων. Υπήρχαν χωριά που ήθελαν να χαρακτηριστούν "πληττόμενα" για να πάρουν τις αποζημιώσεις οι κάτοικοι και αρκετοί να διοριστούν στην Επιχείρηση κι έτσι δεν μιλούσαν. Η υπόγεια υδροφορία έχει καταστραφεί. Ας αντιληφθούμε πλέον ότι δουλειά δεν είναι μόνο η ΔΕΗ και ανάπτυξη δεν είναι μόνο ο λιγνίτης».
Στη διαδρομή προς
Κοζάνη, όπου και να κοιτάξω βλέπω παντού πύργους ψύξεως. Ένα κομμάτι γης
περιλαμβάνει αμπέλια περιποιημένα και χωράφια καλλιεργημένα από
ανθρώπους που δεν έχουν τίποτε άλλο να κάνουν παρά να ενδιαφερθούν για
τη δική τους γη. Είναι εκείνοι που πονούν το μέρος τους και δεν θέλουν
να φύγουν. Από την άλλη, η σκέψη στέκεται στις εικόνες παραίτησης, στην
ανάγκη για φυγή, στα παιδιά που εξακολουθούν να παίζουν ανέμελα στις
πλατείες, στο όνειρο της πρόσληψης στη ΔΕΗ και στις πινακίδες που σε
ενημερώνουν για την τοποθεσία των νέων οικισμών. Χιλιάδες στρέμματα με
χωριά που έσβησαν προκειμένου να δώσουν φως στην υπόλοιπη χώρα. Ιστορίες
ανθρώπων που χάθηκαν στον χρόνο και σπίτια που μετατράπηκαν σε ερείπια.
Ο τόπος των αντιθέσεων. Η μοναδική κοινή τους επιθυμία, μια καινούργια
ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου