Θέλω να ευχαριστήσω
τον Γ. Παπακωνσταντίνου για την τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω στην
παρουσίαση του βιβλίου του «Game Over: Η Αλήθεια για την κρίση” στην ιδιαίτερή του
πατρίδα την Κοζάνη.
Πριν ξεκινήσω να
μιλώ για το βιβλίο αυτό, οφείλω ορισμένες προσωπικές επισημάνσεις.
Όταν μετά τις
εκλογές του 2009 δέχτηκα το τηλεφώνημα με το οποίο ενημερώθηκα ότι θα
ορκιζόμουν υφυπουργός των Οικονομικών η έκπληξή μου ήταν τόσο μεγάλη που
παρέλειψα να ρωτήσω ποιος είναι ο Υπουργός.
Επομένως, τα όσα
γράφει στο βιβλίο, οι μαρτυρίες δηλαδή, δεν αφορούν γεγονότα ξένα προς εμένα.
Αλλά, γεγονότα, που
έζησα με τον ίδιο βαθμό έντασης ή σε ορισμένες περιπτώσεις και μεγαλύτερο, αφού
οι συχνές μετακινήσεις του στο εξωτερικό καθιστούσαν αναγκαία την αναπλήρωσή
του στις δύσκολες και γεμάτες από σκληρές συγκρούσεις κοινοβουλευτικές εργασίες.
Με αυτή την έννοια,
η σημερινή μου τοποθέτηση για το βιβλίο και τον Παπακωνσταντίνου υπόκειται σε
έλεγχο αντικειμενικότητας.
Όταν το διάβαζα,
πολλές φορές αναρωτήθηκα, αν στις 400 τόσες σελίδες καταφέρνει να μεταφέρει
στον αναγνώστη την αγωνία του και τις πρωτόγνωρες, για πολιτικό, δυσκολίες, με
τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος.
Τα ξενύχτια και τις
ατελείωτες συζητήσεις με όλους τους συνεργάτες του.
Τους προβληματισμούς
του για το αν υπήρχαν άλλες επιλογές που έπρεπε να διερευνηθούν.
Τις συναντήσεις και
συζητήσεις με εκπροσώπους μεγάλων τραπεζών, με πολιτικούς χωρών που
αντιμετώπισαν κρίση, με οικονομολόγους διεθνούς εμβέλειας.
Όλα αυτά χωρίς να διαρρεύσουν
για να μην δημιουργηθούν συνθήκες πανικού που θα οδηγούσαν σε αύξηση του
κόστους δανεισμού και αποκοπή από τις αγορές πριν στηθεί ο μηχανισμός στήριξης
από τους Ευρωπαίους.
Την προσπάθεια του
να κερδίσει συμμαχίες στο εσωτερικό ενός κόμματος που είχε κρίση συνειδήσεως,
που φοβόταν μην χάσει την ψυχή του αλλά αδυνατούσε να καταθέσει εναλλακτική
πρόταση, επειδή καλούνταν να εφαρμόσει την πιο αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή
που έγινε ποτέ μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Πολλές φορές όταν καθόμασταν
στην αίθουσα συσκέψεων του Υπουργείου με τις φωτογραφίες όλων των προκατόχων
του ίσως και ο ίδιος να αναρωτήθηκε, αν ήταν κάποιος από αυτούς στη θέση του, τι
διαφορετικό θα έκανε;
Ήμουν παρών σε πολλά
από όσα περιγράφει και σας διαβεβαιώνω, ότι κάθε φορά, σε κάθε δυσκολία,
ανταποκρίνονταν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Και το λέω αυτό,
γιατί πολλές φορές άκουσα να λένε ότι ευθύνεται για την πορεία προς τα μνημόνια.
Για το περιεχόμενο
τους.
Ότι, κάποιος άλλος στη
θέση του, θα είχε ακολουθήσει άλλη πορεία ή θα είχε αποφύγει τα μνημόνια.
Όλα αυτά είναι η
αφήγηση που χτίσανε οι αντίπαλοι του και αντίπαλοί μας όλα αυτά τα χρόνια για
να χτίσουν όπως φάνηκε εκ των υστέρων πολιτικές καριέρες στις πλάτες των
Ελλήνων.
Όταν όμως αυτά ακούγονται
από προκατόχους του, που ευθύνονται για την πορεία της χώρας προς την κρίση, ας
αναρωτηθούν πόσα δισεκατομμύρια ευρώ πρόσθεσαν στο χρέος και τι ελλείμματα
παρέλαβαν και τι ελλείμματα παρέδωσαν και μάλιστα σε ημέρες ευημερίας.
Ας θυμούνται όλοι
αυτοί, ότι οι πολλοί δεν ξέρουν.
Οι λίγοι που ξέρουμε
δεν μιλήσαμε ακόμη, γιατί από την πρώτη στιγμή δώσαμε προτεραιότητα στην
αντιμετώπιση του προβλήματος και όχι στην αναζήτηση ευθυνών ή υπευθύνων.
Το ότι η χώρα δεν
χρεοκόπησε οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στη αξιοπιστία του Γ. Παπακωνσταντίνου μεταξύ
των ομολόγων του.
Μια αξιοπιστία, που
την κέρδισε σιγά σιγά καθώς αποδείκνυε ότι πίστευε στην ανάγκη να αλλάξουμε για να μην βουλιάξουμε.
Γιατί ήταν ένας από
τους λίγους υπουργούς της περιόδου των μνημονίων που αποδέχτηκε την ιδιοκτησία
του προγράμματος και προσπαθούσε σε κάθε αξιολόγηση να πετύχει βελτιώσεις.
Η Ελλάδα, με τις
πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου και
του Γ. Παπακωνσταντίνου, τελικά δεν έγινε «το ατύχημα που περιμένει να συμβεί»
όπως έχει γραφτεί στους Financial Times από το 2008.
Γιατί στο εξωτερικό,
έβλεπαν πιο καθαρά την πορεία της χώρας προς το αδιέξοδο, από πολύ νωρίς.
Βέβαια, η δημόσια
αφήγηση που έχει κυριαρχήσει δεν συμμερίζεται την άποψή μου.
Η δημόσια αφήγηση,
τον θέλει να είναι ο κακός της ιστορίας.
Ο ένοχος για όλα όσα
υπέφεραν οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια.
Γιατί έτσι βόλευε
στους εμπρηστές και όσους τους προστάτευαν.
Να περάσουν την
ευθύνη στους πυροσβέστες.
Γιατί ήταν το
ιδανικό εξιλαστήριο θύμα.
Ξένος στο ίδιο του
το κόμμα, που έσπευσε, όπως λέει και ο ίδιος, να τον ρίξει στα σκυλιά.
Το βιβλίο αυτό, όπως
τονίζει ο ίδιος στον πρόλογο, δεν είναι μια σύνθεση διηγήσεων άλλων, αλλά η
προσωπική του μαρτυρία για όλα όσα συνέβησαν στην πιο κρίσιμη περίοδο της
μεταπολίτευσης που επηρέασαν όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες.
Είναι η δική του
αλήθεια για την κρίση.
Επομένως, είναι η
αποτύπωση των γεγονότων όπως τα προσέλαβε και τα αξιολόγησε.
Είναι μια ματιά
υποκειμενική.
Υπόκειται όμως σε
αξιολόγηση, με την έννοια ότι, τα όσα λέει μπορούν να ελεγχθούν και να
αντικρουστούν.
Με αυτήν την έννοια,
είναι μια μοναδική μαρτυρία τουλάχιστον από την πλευρά της Ελλάδας, αφού δεν
υπάρχει ακόμη άλλη γραπτή μαρτυρία από όσους συμμετείχαν με θεσμικό ρόλο στα
γεγονότα εκείνης της εποχής.
Οι θέσεις του διακρίνονται
για τον ορθολογισμό τους, ανεξάρτητα αν οι εκτιμήσεις που καταθέτει, είναι
σωστές ή λάθος.
Το μέτρο, ας πούμε,
για τις αποδείξεις, ήταν σωστό γιατί έδινε στον πολίτη κίνητρα να συνεισφέρει
στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Είχε όμως
σχεδιαστικά λάθη, που επέτρεψαν σε πολλούς να το καταχραστούν και να
περιορίσουν τα οφέλη από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Οι αλλαγές που
έγιναν στο φορολογικό θεσμικό πλαίσιο από τον Γ. Παπακωνσταντίνου δεν έχουν
ιστορικό προηγούμενο.
Δεν αναφέρομαι στις
αλλαγές φορολογικών συντελεστών αλλά στις διαρθρωτικές αλλαγές που αποσκοπούσαν
στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και στο να διευκολύνουν την φορολογική
διοίκηση στο έργο της.
Τι να πρωτοαναφέρω; Θέσπιση
οικονομικού εισαγγελέα, άνοιγμα καταθέσεων, φορολόγηση προσαυξήσεων περιουσίας,
το γεγονός ότι για πρώτη φορά κατατέθηκε Επιχειρησιακό Σχέδιο κατά της Φοροδιαφυγής,
ότι το αδίκημα της φοροδιαφυγής έγινε αυτόφωρο και συνδυάστηκε με τη νομοθεσία
για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Επομένως,
απολογιστικά οι μεταρρυθμίσεις που προώθησε δεν μπορούν να αναιρεθούν από τα
όποια λάθη, από αποφάσεις που λαμβάνονταν σε τόσο ακραίες συνθήκες.
Το βιβλίο αυτό είναι
μια απόπειρα, όπως λέει, να κτιστεί μια ενιαία αφήγηση για την κρίση.
Σε μια χώρα που έξι
χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου και οκτώ μετά την έναρξη της
ύφεσης δεν έχουμε ακόμη καταλήξει σε μια κοινά παραδεκτή αφήγηση για το πώς
φτάσαμε στην κρίση.
Γιατί όλα αυτά τα
χρόνια, από την πρώτη στιγμή, κυριάρχησαν οι μύθοι και οι συνομωσίες.
Θα προσπαθήσω να
αναφέρω κάποιους από αυτούς, όχι όμως εξαντλητικά.
Ότι σκόπιμα η
κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έβαλε τη χώρα στο Μνημόνιο για να πάρει τα σκληρά μέτρα και
να ενισχύσει την κερδοφορία των ιδιωτικών κεφαλαίων.
Πιο ακραία εκδοχή
ότι όλα αυτά έγιναν για να πάρουν οι ξένοι τον ορυκτό πλούτο και τα περιουσιακά
στοιχεία της χώρας.
Ότι όλα έγιναν για
να μπει το ΔΝΤ στη χώρα και να βάλει η Αμερική πόδι στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας.
Ότι έγιναν για να
κερδοσκοπήσουν - κάποιοι που είχαν πρόσβαση στην κυβέρνηση - στις αγορές
ομολόγων.
Και για να γίνει
αυτό ή όλα αυτά μαζί, η κυβέρνηση του
ΠΑΣΟΚ φούσκωσε τεχνητά το έλλειμμα του 2009 για να χάσει την πρόσβαση στις
αγορές και να καταφύγει στα μνημόνια.
Απορρίπτοντας τις
προσφορές των κεφαλαίων των Ρώσων, Κινέζων, Αράβων ή ακόμη και τα 600 δις του
Σώρρος.
Η απλή εξήγηση ότι η
Ελλάδα για άλλη μια φορά, όπως το 1983, το 1985, το 1990 και το 1993, βρισκόταν
αντιμέτωπη με μακροοικονομικές ανισορροπίες, οι οποίες είχαν ξεφύγει πέρα από
κάθε όριο και δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν εύκολα από μια χώρα η οποία ως
μέλος της ευρωζώνης δεν είχε εργαλεία πολιτικής όπως η υποτίμηση, δεν πέρασε
ποτέ ως επιχείρημα τα κρίσιμα αυτά χρόνια.
Δεν πέρασε ακόμη και
όταν ο ίδιος έφυγε από τη θέση του Υπουργού Οικονομικών και η χώρα με την
κυβέρνηση Λ. Παπαδήμου προχώρησε στη συμφωνία για το δεύτερο μνημόνιο.
Δεν πέρασε ούτε και
αργότερα, όταν ο κ. Α. Σαμαράς ως Πρωθυπουργός υποχώρησε από την αντιμνημονιακή
στάση του «δεν θα συναινέσω στο λάθος» και προχώρησε στην υιοθέτηση μιας
ιδιαίτερα εμπροσθοβαρούς δημοσιονομικής πολιτικής για το 2012 και 2013.
Δεν πέρασε, ούτε με
την άνοδο του κ. Α. Τσίπρα στην εξουσία.
Το αντίθετο, η
κυριαρχία των μύθων και των συνομωσιών, η υποχώρηση της κοινής λογικής, η
άγνοια ή η συστηματική απόρριψη επιχειρημάτων που στηρίζονταν σε πραγματικά και
μη αμφισβητήσιμα αριθμητικά ή στατιστικά δεδομένα είναι που οδήγησε στην άνοδο
της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην εξουσία.
Από τον Ιανουάριο
μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2015 ήρθαν τα πάνω κάτω.
Ότι πέτυχε η χώρα να
αποφύγει μεταξύ 2010-2014 γινότανε σε βάρος της χώρας και των προοπτικών της αλλά
όλοι έδειχναν ικανοποιημένοι.
Οι τράπεζες
έκλεισαν, τα capital controls επιβλήθηκαν,
περιουσιακά στοιχεία με τη μορφή μετοχών αξίας 25 δις από τη συμμετοχή του ΤΧΣ
στο κεφάλαιο των τραπεζών εξαφανίστηκε σε μια νύχτα αυξάνοντας το χρέος ισόποσα,
η δυναμική του χρέους επιδεινώθηκε, η διαρροή των καταθέσεων ξεπέρασε κάθε
όριο, η ΕΚΤ κατέστησε μη επιλέξιμα τα ελληνικά ομόλογα.
Κανείς, όμως, δεν
ήθελε να παραδεχτεί, ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος.
Ότι στο τέλος, δεν
θα άλλαζε όλη η Ευρώπη επειδή στην Ελλάδα κέρδισε τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ με τους
ΑΝΕΛ.
Ότι για να μείνει
στην εξουσία η νέα κυβέρνηση θα έπρεπε, όχι μόνο να μην σκίσει τα μνημόνια ή να
τα καταργήσει με άρθρο μονό, αλλά να ψηφίσει το Τρίτο μνημόνιο και μάλιστα με
άρθρα πολλά για να πάρει τα 86 δις ευρώ που καλύπτουν τις χρηματοδοτικές
ανάγκες της χώρας μέχρι το 2018.
Τελικά, όπως μάθαμε
εκ των υστέρων, όσοι μας κατηγορούσαν για «προδοσία», «εθνική μειοδοσία», ως
«μερκελιστές» ή «τσολάκογλου» είχαν αυταπάτες.
Τις οποίες ξεπέρασαν,
όταν τον Αύγουστο του 2015 συνάντησαν την ΤΙΝΑ, την οποία ερωτεύτηκαν παράφορα,
σε βαθμό παρεξηγήσιμο.
Διαβάζοντας, λοιπόν,
το βιβλίο, αναρωτιέται κανείς μαζί με τον συγγραφέα, γιατί όλες αυτές οι ακραίες
πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις που οδήγησαν μεταξύ άλλων και στο θάνατο
τριών εργαζομένων που πυρπολήθηκαν από εμπρηστική βόμβα;
Γιατί τα γεγονότα
πήραν την τροπή τη συγκεκριμένη και όχι κάποια άλλη;
Γιατί είμαστε η μόνη
χώρα που έχασε το 25% του ΑΕΠ και παραμένει για όγδοο χρόνο στην ύφεση;
Γιατί τελικά, είμαστε
η μόνη χώρα σε μνημόνιο, έξι χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου,
όταν Ιρλανδία, Κύπρος και Πορτογαλία μπήκαν μετά από την Ελλάδα, και είναι ήδη
εκτός;
Μήπως αργήσαμε να
πάρουμε μέτρα ή πήραμε πολύ λίγα;
Μέτρα πήραμε και
μάλιστα, πολλά.
Αλλά και η
Πορτογαλία και η Ιρλανδία που είχαν πάρει μέτρα και μάλιστα πολλά, πάλι κατέληξαν
στα μνημόνια.
Τρεις παράγοντες,
που επισημαίνονται σε διαφορετικά σημεία του βιβλίου, καθόρισαν το μέγεθος και
την ένταση της ελληνικής κρίσης.
Ο πρώτος,
κωδικοποιείται από τον συγγραφέα με την έκφραση «πολιτικοί υπολογισμοί».
Πολιτικοί
υπολογισμοί στο εσωτερικό της χώρας και πολιτικοί υπολογισμοί στο εξωτερικό.
Πολιτικοί
υπολογισμοί οδήγησαν, το φερόμενο ως αστικό κόμμα της χώρας, τη ΝΔ, να υψώσει πρώτο
την αντιμνημονιακή σημαία αντί να επιλέξει τη συναίνεση.
Το οικονομικό όμως
και κοινωνικό κόστος για τη χώρα από την έλλειψη συναίνεσης τεράστιο.
Και βέβαια εξηγεί,
γιατί είμαστε ακόμη η μόνη χώρα στο μνημόνιο.
Γιατί όπως έγραψε ένας
από αυτούς που συνεισέφεραν στη διαμόρφωση αυτής της στρατηγικής και είχε
επικριτική στάση απέναντι σε οποιαδήποτε επιλογή της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, η
επιλογή αυτή ήταν μονόδρομος για τη ΝΔ.
Μόνο έτσι θα μπορούσε
να απορροφήσει τις διαρροές από τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.
Προφανώς, ποτέ δεν
πέρασε από το μυαλό του αλλά και των υπολοίπων που συμμετείχαν σε εκείνο το
τραπέζι της ΝΔ, ότι η στάση τους νομιμοποιούσε στη συνείδηση των πολιτών την
ακραία στάση του ΣΥΡΙΖΑ ή της ακραίας λαϊκής δεξιάς και ακροδεξιάς.
Ούτε καν πέρασε από
το μυαλό τους, ότι όταν θα έκαναν τη αναγκαία στροφή, τότε θα έχαναν ψηφοφόρους
τόσο προς τη ΧΑ και τους ΑΝΕΛ όσο και προς το ΣΥΡΙΖΑ.
Αν, λοιπόν, στόχος
τους ήταν να προστατέψουν τα αστικά στρώματα της χώρας, τότε κέρδισαν νόμπελ
πολιτικού σχεδιασμού, γιατί όχι μόνο πέτυχαν να ριζοσπαστικοποιήσουν ακόμη
περισσότερο τους πολίτες, αλλά πέτυχαν το ακατόρθωτο, να φέρουν στην εξουσία
ένα κόμμα του 4% το οποίο ποτέ δεν μπορούσε να φανταστεί το 2010 ότι σε πέντε
χρόνια θα ήταν κυβέρνηση.
Έτσι, η ΝΔ απέρριψε
όλες τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ για συναίνεση ακόμη και όταν ο Παπανδρέου είπε ότι
αν η παρουσία του συνιστά πρόβλημα είναι διατεθειμένος να το συζητήσει.
Ποτέ δεν κατάλαβαν
ότι η συνεργασία θα ωφελούσε τη χώρα και τους πολίτες αλλά και την πολιτική σταθερότητα.
Αν θέλετε, ακόμη και τα δύο κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία.
Ο στόχος τους να
πέσει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, σε δύο μόλις χρόνια από την νίκη του 2009,
επιτεύχθηκε, αλλά το πολιτικό κέρδος ακόμη και για τη ΝΔ ήταν μικρό.
Πολιτικοί υπολογισμοί,
αλλά κακοί, πολιτικοί υπολογισμοί.
Έτσι, στις εκλογές
του Μαΐου 2012 η ΝΔ πήρε μόλις 18,5% και σε αυτές του Ιουνίου 29,5%. Κυβέρνησε σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ τελικά, μόλις
για 30 μήνες.
Πολιτικοί
υπολογισμοί και από την πλευρά πολλών στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ.
Είτε για την
αναγκαιότητα ή όχι των μέτρων, είτε για την ανοικτή στήριξη ή την
αποστασιοποίηση, προκειμένου να διασφαλιστούν προϋποθέσεις επανεκλογής.
Λίγοι καταλάβαιναν τι
έρχεται για τη χώρα, τους πολίτες, το πολιτικό σύστημα.
Πολιτικοί υπολογισμοί
και στο εξωτερικό.
Σύγκρουση μεταξύ
Μέρκελ και Σόιμπλε για την αναγκαιότητα ενός προγράμματος ή για την παρουσία
του ΔΝΤ ή για την προτιμητέα αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους.
Η Γερμανία μετά την
χρηματοοικονομική κρίση αναδείχτηκε σε ηγεμονική δύναμη της Ευρώπης αλλά οι
πολιτικοί υπολογισμοί για τον αντίκτυπο των αποφάσεων που αφορούσαν την Ελλάδα
ή άλλες χώρες στους γερμανούς ψηφοφόρους καθόριζαν τη στάση της Μέρκελ.
Πολιτικοί
υπολογισμοί για τις εκλογές σε κάποιο κρατίδιο της Γερμανίας οδηγούσαν σε
καθυστέρηση της ανακοίνωσης της απόφασης για τη δημιουργία του Ελληνικού
Μηχανισμού.
Ο Μιτεράν μάλλον
στάθμισε λάθος τις πολιτικές ισορροπίες που θα διαμορφώνονταν από τη δημιουργία
της ΟΝΕ.
Υπολόγιζε, ότι η
ομοσπονδιακή δομή της ΕΚΤ θα έδινε πίσω στις χώρες μέλη της ευρωζώνης βαθμούς
ελευθερίας, που είχαν χάσει από την ηγεμονία της Bundesbank
την περίοδο του ERM.
Τελικά, η Γερμανία
αποφασίζει και η Γαλλία ακολουθεί, όπως διαπίστωσε και ο Παπακωνσταντίνου από
συναντήσεις κορυφής στις οποίες συμμετείχε αλλά και από τις επαφές με τους
ομολόγους του.
Πολιτικοί
υπολογισμοί από τη πλευρά των άλλων χωρών του νότου να μην μπουν στο κάδρο της
κρίσης, εμπόδισαν τη συγκρότηση συμμαχίας για έγκαιρη και ουσιαστική
αντιμετώπιση του προβλήματος, που όπως αποδείχτηκε τελικά, δεν ήταν ελληνικό.
Πολιτικοί
υπολογισμοί από την πλευρά του Σαρκοζί, να αξιοποιήσει πολιτικά ενόψει των γαλλικών
προεδρικών εκλογών τη σύνοδο στις Κάννες, καθόρισαν τη στάση του απέναντι στην
πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού για δημοψήφισμα.
Πολιτικοί
υπολογισμοί από την πλευρά των αμερικάνων, που ενόψει των Προεδρικών εκλογών
του 2012 ήθελαν να λυθεί το ελληνικό πρόβλημα για να μην μεταδοθεί η κρίση στις
ΗΠΑ και επηρεάσει αρνητικά την επανεκλογή Ομπάμα.
Αλλά η δυνατότητα
παρέμβασης στην Ευρώπη μικρότερη από ότι στο παρελθόν, αφού ο γερμανός υπουργός
οικονομικών φέρεται να υπέδειξε στον αμερικανό συνάδελφό του να ασχοληθεί με το
πρόβλημα του χρέους των ΗΠΑ και η Ευρώπη θα βρει λύση στα προβλήματά της.
Ο δεύτερος κρίσιμος
παράγοντας που καθόρισε τις εξελίξεις είναι ο χρόνος.
Όταν έγινε ορατό,
ότι η Ελλάδα κάποια στιγμή θα χάσει την πρόσβαση στις αγορές σε αποδεκτά
επιτόκια, τις επιλογές πλέον τις καθόριζε ο περιορισμένος χρόνος μέχρι τη λήξη
ενός ομολόγου ύψους 9 περίπου δις ευρώ στις 19 Μαΐου.
Ο χρόνος της
δημοσιονομικής προσαρμογής για πολλούς που στάθηκαν κριτικά στο πρώτο μνημόνιο ήταν
πολύ μικρός. Πέντε χρόνια για να μειωθεί το έλλειμμα κατά 12 ποσοστιαίες
μονάδες. Αυτό οδήγησε σε βαθύτερη ύφεση δυσκολεύοντας την δημοσιονομική
προσαρμογή
Αλλά μια πιο αργή
δημοσιονομική προσαρμογή προϋπέθετε πιο πολλά χρήματα, που όμως δεν ήθελαν να
δώσουν οι Ευρωπαίοι.
Οι διαρθρωτικές
αλλαγές είναι αναγκαίες, αλλά θέλουν χρόνο για να αποδώσουν. Στο μεταξύ, το ΑΕΠ
μειώνεται και η ανεργία αυξάνεται και μαζί της η κοινωνική αντίδραση.
Κάθε καθυστέρηση
στην αξιολόγηση ανέβαζε το κόστος σε όρους χαμένου ΑΕΠ και περισσότερων μέτρων
για τη χώρα.
Όσο απομακρύνεται το
ενδεχόμενο έγκαιρης εξόδου στις αγορές, τόσο μειώνεται η αντοχή στα νέα μέτρα.
Η έλλειψη αίσθησης
του ρόλου του χρόνου και του συγχρονισμού της πορείας της οικονομίας και των
πολιτικών εξελίξεων οδήγησαν τελικά στο Τρίτο μνημόνιο και τα νέα μέτρα.
Ο τρίτος παράγοντας είναι
η αξιοπιστία των επιλογών.
Το πρώτο πρόγραμμα
στηρίζονταν στην εκτίμηση ότι το πρόβλημα χρέους είναι πρόβλημα ρευστότητας.
Αμέσως μετά τις
αποφάσεις στη Ντοβίλ κλονίζεται η αξιοπιστία, αφού πλέον οι αγορές
συνυπολογίζουν τον κίνδυνο του κουρέματος και αρχίζουν να πουλάνε τα ελληνικά
ομόλογα.
Παρά, λοιπόν, τις
επιτυχίες στο δημοσιονομικό μέτωπο, το ενδεχόμενο εξόδου στις αγορές είχε πλέον
απομακρυνθεί.
Πολλά από τα μέτρα
που ψηφίστηκαν, δεν εφαρμόζονταν συστηματικά από συναδέλφους του υπουργούς ή
αργότερα από άλλους, με αποτέλεσμα, η φράση «need
for implementation” να έρχεται και να επανέρχεται στα κείμενα
αξιολογήσεων μειώνοντας την αξιοπιστία των προγραμμάτων.
Ποια αξιοπιστία έχει
ένα πρόγραμμα, όταν οι υπουργοί που το ψήφισαν και καλούνται να το εφαρμόσουν
λένε ότι είναι καταστροφικό για τη χώρα αλλά δεν καταθέτουν εναλλακτική πρόταση
έναντι της οποίας θα εξασφάλιζε η χώρα χρηματοδότηση;
Πόσο αξιόπιστο είναι
ένα πρόγραμμα, όταν θέτει ως στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% ή 3,5% του
ΑΕΠ.
Αναπάντητα
ερωτήματα.
Το βιβλίο διαβάζεται
με μεγάλη ευκολία.
Είναι εξαντλητικό σε
ότι αφορά την παράθεση των δεδομένων που οδήγησαν στη λήψη των συγκεκριμένων
αποφάσεων.
Η περιγραφή κινείται
γρήγορα και κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Έχει χαρακτηριστικά που
ταιριάζουν σε λογοτεχνικό έργο.
Γιώργο, καλή
συνέχεια και καλοτάξιδο το βιβλίο σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου