ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
(Ἰω. 9, 1-38)
Δὲν εἶναι τόσο ἡ θεραπεία τοῦ
«ἐκ γενετῆς τυφλοῦ», ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ποὺ μᾶς ἐντυπωσιάζει στὴ σημερινὴ
εὐαγγελικὴ διήγηση, ὅσο ἡ προσπάθεια τῶν Φαρισαίων νὰ ἀρνηθοῦν τό
θαῦμα. Ἡ ἴαση τοῦ τόσο γνώστου στὴν Ἱερουσαλὴμ τυφλοῦ ἔχει συγκινήσει
τὰ πλήθη, ὅμως οἱ Φαρισαῖοι ἀνησυχοῦν. Παρὰ τὴ θρησκευτικὴ μόρφωση καὶ
τὴν κοινωνική τους θέση, δείχνουν μιὰ φοβερὴ ἀνικανότητα νὰ δοῦν καὶ νὰ
παραδεχθοῦν τὴν ἀλήθεια. Φοβοῦνται μήπως ὁ λαὸς ἀκολουθήσει τόν Ἰησοῦ
καὶ γι’ αὐτὸ ἐπιδιώκουν μὲ κάθε τρόπο νὰ σκεπάσουν τὴν πραγματικότητα.
Λίγο πρὶν ἀπὸ τό θαῦμα εἶχαν
σηκώσει πέτρες νὰ λιθοβολήσουν τόν Χριστό, καὶ τώρα τόν κατηγοροῦσαν ὅτι
παραβίασε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἐπειδή, τάχα, ἔκανε λίγο πηλὸ καὶ
θεράπευσε ἕνα δυστυχισμένο. Κατόπιν καλοῦν τούς γονεῖς τοῦ τυφλοῦ, τούς
ρωτοῦν καὶ τούς ξαναρωτοῦν, ἐλπίζοντας νὰ πάρουν κάποια λέξη καὶ νὰ
βροῦν πάτημα γιὰ νὰ στηρίξουν τὴν ἄρνηση τους.
Καθὼς ὅμως τὰ γεγονότα
παραμένουν ἀτράνταχτα ἐναντίον τῆς ἐπιθυμίας τους, φοροῦν τό προσωπεῖο
τῆς εὐσέβειας, παίρνουν σοβαρὸ ὕφος καὶ δῆθεν συμβουλεύουν τόν
θεραπευθέντα: «Δόξασε τόν Θεό. Ἐμεῖς γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς
εἶναι ἁμαρτωλὸς». Ἀλλὰ ὅταν βλέπουν ὅτι ὁ τυφλὸς δὲν ὑποκύπτει στὶς
δόλιες συμβουλές τους, πετοῦν τὴ μάσκα τῆς εὐσέβειας καὶ ἐπιστρατεύουν
τόν χλευασμό. «Ἐλοιδόρησαν αὐτὸν», σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής.
Τελικά, ντροπιασμένοι ἀρχίζουν
τό ὑβρεολόγιο καὶ καταφεύγουν στὴ βία. «Ἐσὺ γεννήθηκες ὁλόκληρος μέσα
στὴν ἁμαρτία καὶ σὺ μᾶς διδάσκεις»; Καὶ τόν ἔβγαλαν ἔξω. Διαστρέβλωση
τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν γεγονότων, τρομοκρατία, χλευασμός, ὕβρεις,
διωγμός, μανία. Νὰ οἱ διαδοχικὲς φάσεις μιᾶς τακτικῆς, ποὺ τὴν κινεῖ ἡ
ἐχθρότητα καὶ ἡ προκατάληψη. Ὅταν λείπει ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ἀκόμη
καὶ τὰ πιὸ χιλιομαρτυρημένα γεγονότα ἀμφισβητοῦνται.
Δυστυχῶς αὐτὴ ἡ τακτικὴ δὲν
ἔμεινε μονοπώλιο τῶν Φαρισαίων. Ἀλλάζοντας προσωπεῖα ἐξακολουθεῖ νὰ
χτυπᾶ τὴν ἀλήθεια, νὰ πολεμᾶ τόν Χριστὸ καὶ τούς ἀνθρώπους Του. Συχνὰ
βλέπουμε καὶ στὶς μέρες μας πολλοὺς νὰ ζητοῦν νὰ παρερμηνεύουν τὶς πιὸ
ἁγνὲς προθέσεις, νὰ συκοφαντήσουν τὶς εὐγενικὲς πράξεις. Ὁρισμένοι δὲν
διστάζουν νὰ χαρακτηρίσουν τόν ἁγνὸ ἡρωϊσμὸ «φιλοδοξία», τὴ σύνεση
«δειλία», τὴν πνευματικὴ δραστηριότητα «πολυπραγμοσύνη», τὴν κατανόηση
καὶ τὴν ἐπιείκεια «ἀδυναμία» καὶ «χαλαρότητα». Ἄλλοι βλέποντας κάποιον
νὰ συμμετέχη σὲ ἔργα ἀγάπης, παίρνουν ὕφος προστατευτικό, γιὰ νὰ
συμβουλεύσουν. Πίσω ἀπὸ κάθε ἔργο ἀγάπης βλέπουν συμφέροντα,
σκοπιμότητες καὶ ἐκμετάλλευση.
Οἱ Φαρισαῖοι τοῦ σημερινοῦ
εὐαγγελίου κρατοῦν μιὰ στάση ἐχθρικὴ ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ. Μπροστὰ σὲ
αὐτὴν τὴν ἐχθρότητα τῶν ἰσχυρῶν καὶ τὴν ἐπιμονή τους νὰ λένε τό ἄσπρο
μαῦρο καὶ τὴ μέρα νύχτα, οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ, ὅταν τούς κάλεσαν οἱ
Φαρισαῖοι, γιὰ νὰ βεβαιώσουν ἂν πράγματι ὁ γιὸς τους ἦταν τυφλὸς καὶ ἂν
γνωρίζουν κάτι γιὰ τό περιστατικό, δειλιάζουν. Δὲν ἔχουν ὄρεξη νὰ
μπλέξουν μὲ τούς ἄρχοντες. Βλέποντας ὅτι βρίσκονται σὲ περιβάλλον
ἐχθρικὸ προσπαθοῦν νὰ ξεφύγουν, γι’ αὐτὸ καὶ καταφεύγουν σὲ μιὰ ὑπεκφυγὴ
προκειμένου νὰ μετατοπίσουν τὴν εὐθύνη. «Ἡλικία ἔχει, ρωτῆστε τον».
Ἡ στάση αὐτὴ τῶν γονέων δὲν
ἔπαψε ἀπὸ τότε νὰ βρίσκη μιμητές. Πολλοί, μόλις βρεθοῦν σὲ περιβάλλον
δυσμενές, ζητοῦν νὰ ἐξασφαλίσουν οὐδετερότητα. Καὶ ὅταν τούς ζητεῖται νὰ
ποῦν μὲ εὐθύτητα τὴν ἄποψη τους, νὰ καταθέσουν τὴ μαρτυρία τους, κάνουν
τό πᾶν γιὰ νὰ τό ἀποφύγουν, προσπαθώντας μὲ δικαιολογίες νὰ
παρηγορήσουν τὴ συνείδηση τους.
Ὁ τυφλὸς τοῦ σημερινοῦ
εὐαγγελίου, ἀγνοώντας τούς κινδύνους ποὺ διατρέχει μὲ τό νὰ ἐναντιωθῆ
στοὺς Φαρισαίους, κινδυνεύοντας ἀκόμη νὰ γίνη καὶ ἀποσυνάγωγος,
ἀντιμετωπίζει μὲ θάρρος τὴν κατάσταση καὶ ὑπερασπίζεται τὴν ἀλήθεια.
Σ’ ἕνα τέτοιο πλαίσιο τό
θάρρος τοῦ ἥρωα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἀποδεικνύεται ἀκόμη
πιὸ ἐπιβλητικό. Ἔστω κι ἂν μένη μόνος, στέκει ὁλόρθος μπροστὰ στὴν
ἐμπάθεια τῶν Φαρισαίων καὶ μὲ γενναιότητα ἀντιμετωπίζει τὴ μικρότητά
τους, θρυμματίζοντας μὲ τὴν πεῖρα καὶ τὴ λογικὴ τὰ ἀλλοπρόσαλλα
ἐπιχειρήματά τους.
Διαπιστώνοντας τὴν προκατάληψη
καὶ τόν ὕπουλο τρόπο, μὲ τόν ὁποῖο κινοῦνται, δὲν ὑποχωρεῖ, ἀλλὰ μὲ
θάρρος τονίζει τὴν ἄποψη του. «Σὺ τὶ λέγεις περὶ αὐτοῦ», τόν ρωτοῦν. «Ὁ
δὲ εἶπεν, ὅτι προφήτης ἐστίν». Κατόπιν, ἐνῶ τό κῦμα τῆς δυσμένειας
ὑψώνεται καὶ ἐνῶ βλέπει τό ἀνυποχώρητο πεῖσμα τους, δὲν χάνει τὴν
ψυχραιμία του. Ἔχει μιὰ πεῖρα ζωῆς. Αὐτὴν ἐπικαλεῖται: «Ἐὰν εἶναι
ἁμαρτωλὸς δὲν ξέρω. Ἕνα πρᾶγμα ξέρω. Ὅτι ἐνῶ ἤμουν τυφλός, τώρα βλέπω».
Καὶ στὴ συνέχεια ἀπὸ τὴν
ἄμυνα προχώρει στὴν ἐπιθέση. Χωρὶς θυμοὺς καὶ φλυαρίες, ἀλλὰ μὲ
εὔστοχες ἀπαντήσεις καὶ παρατηρήσεις τούς λέει: «Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι τό
ἐκπληκτικό, ὅτι ἐσεῖς δὲν ξέρετε ἀπὸ ποὺ εἶναι, καὶ ὅμως μοῦ ἄνοιξε τὰ
μάτια… Ἐὰν αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἦταν ἀπὸ τό Θεό, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κάνη
τίποτα».
Ἡ θαρραλέα ἀντίσταση τοῦ πρώην
τυφλοῦ, στὸ πεῖσμα τῶν ἰσχυρῶν, εἶναι ἕνας θαυμάσιος καθρέφτης, γιὰ νὰ
ἐλέγξουμε σὲ αὐτὸν τὴν προσωπική μας στάση καὶ νὰ προχωρήσουμε σὲ μιὰ
γενναία αὐτοκριτική. Ὅταν διαπιστώνουμε ἐμπαθῆ προκατάληψη στὸ
περιβάλλον μας, ἔχουμε τὴν τόλμη νὰ ποῦμε τὴν ἀλήθεια, νὰ φανερώσουμε
τὶς πεποιθήσεις μας; Διατηροῦμε τὴν ψυχραιμία μας καὶ εἴμαστε εὔστοχοι
στὰ λόγια μας, ἀκριβεῖς, ἀποδεικτικοί; Ὅταν πρόκειται νὰ μιλήσουμε γιὰ
τό Χριστό, διαθέτουμε προσωπικὴ πεῖρα; Διότι ἀπὸ τὴν πνευματικὴ
ἐσωτερική μας βεβαιότητα θὰ ἀντλῆ δύναμη ἡ παρρησία μας.
Ἡ γενναία στάση τοῦ τυφλοῦ
δὲν ἔμεινε ἁπλῶς μιὰ ἔκφραση εὐγνωμοσύνης γιὰ ὅσα εἶχε δεχθῆ ἀπὸ τό
Χριστό, ἀλλὰ ἔγινε ἀφετηρία οὐσιαστικώτερης γνωριμίας τοῦ Κυρίου. Εἶναι
ἀξιοπρόσεκτα τὰ σκαλοπάτια, τὰ ὁποία ἀνεβαίνει καθὼς ἐξελίσσεται ἡ
σύγκρουση του μὲ τούς Φαρισαίους. Τὴν πρώτη φορὰ εἶπε: «Ἄνθρωπος
λεγόμενος Ἰησοῦς…» ἀργότερα τονίζει τὴ βεβαιότητά του «ὅτι προφήτης
ἐστὶν». Τέλος, τόν βρίσκει πάλι ὁ Χριστός, γιὰ νὰ τοῦ κάνη τό
ἀποκαλυπτικὸ ἐρώτημα, «Σὺ πιστεύεις εἰς τόν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ;». Καὶ ὁ πρώην
τυφλὸς τότε κατορθώνει νὰ δὴ ὄχι μόνο τό ἐπίγειο, ἀλλὰ καὶ τό
πνευματικὸ φῶς. «Πιστεύω Κύριε, καὶ προσεκύνησεν αὐτῶ».
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, οἱ
εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ εἶναι πλούσια δοσμένες μέσα στὸ μυστικὸ Του σῶμα ποὺ
εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας, ὅλοι ἐμεῖς, οἱ βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς
Ἁγίας Τριάδος, εἴμαστε μέλη. Γιὰ νὰ γίνουμε ὅμως μέτοχοι τῶν δωρεῶν τοῦ
Θεοῦ, πρέπει πρῶτα νὰ θεραπευθοῦμε ἀπὸ τὴν πνευματικὴ τύφλωση. Σ’ αὐτὸ
θὰ μᾶς βοηθήση ἡ μετάνοια, ἡ ὁποία θὰ μᾶς κάνη νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν
ἁμαρτία καὶ θὰ ἀφήση νὰ μπῆ στὴν ψυχή μας τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ
γίνουμε μέτοχοι τῆς θείας δόξας. Ἀμήν.
π. Π.Ι.Β.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου