Λίγες ημέρες πριν από την έναρξη των μαθημάτων της νέας σχολικής χρονιάς, με ταυτόχρονη υπογραφή τριών υπουργικών αποφάσεων στις 24/8/2022, καθορίστηκαν οι όροι λειτουργίας καινοτόμων – σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας – θεσμών: των εκπαιδευτικών ομίλων, του ενδοσχολικού συντονιστή και του παιδαγωγικού συμβούλου – μέντορα.
Σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας, «συνεχίζεται η εισαγωγή καινοτομιών στα σχολεία της χώρας και η υλοποίηση των εμβληματικών μεταρρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό, την αυτονομία και την ενίσχυση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου».
Μία πρώτη παρατήρηση είναι ότι ποτέ στην ιστορία της εκπαίδευσης, η εισαγωγή καινοτομιών δεν αποτέλεσε ζήτημα υπογραφής μιας υπουργικής απόφασης.
Αντίθετα, καινοτομίες και θεσμοί που επιβίωσαν στο χρόνο και ανανέωσαν εκπαιδευτικές λειτουργίες και διδακτική πράξη, ήταν εκείνες που προέκυψαν μετά από σχεδιασμό, πιλοτική εφαρμογή, δημιουργία υποδομών και διαβούλευση με τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας που αναλαμβάνουν την υποδοχή και εφαρμογή τους.
Εάν τα παραπάνω δεν ισχύουν, τότε η «εισαγωγή καινοτομιών» γίνεται κενό γράμμα που αντί να ενισχύει υπονομεύει την ένταξη – ενδεχομένως αναγκαίων – αλλαγών και μεταρρυθμίσεων στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως παγίως συμβαίνει με τις κάθε είδους νομοθετήσεις του Υπουργείου Παιδείας την τελευταία διετία, καμία διαβούλευση, ανταλλαγή απόψεων ή έστω ενημέρωση των εμπλεκομένων μερών δεν υπήρξε πριν από την υπογραφή των αποφάσεων.
Ακόμη όμως και εάν απορρίψουμε τον ερευνητικό ισχυρισμό ότι προϋπόθεση επιτυχημένης εφαρμογής ενός εκπαιδευτικού θεσμού είναι η αποδοχή του και όχι τα διοικητικά μέτρα, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπήρξε επιπλέον κανενός είδους σχεδιασμός ή προετοιμασία.
Ενώ σε χώρες της Ευρώπης όπου εφαρμόζονται ανάλογοι θεσμοί έχουν προηγηθεί η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ο σχεδιασμός του προγράμματος, η παραγωγή του κατάλληλου επιμορφωτικού και υποστηρικτικού υλικού αλλά και η διασφάλιση κινήτρων – προϋποθέσεων για την ανάληψη του ρόλου από έμπειρους εκπαιδευτικούς, στην περίπτωσή μας όλα αφήνονται στην τύχη τους.
Για τους «εμπειρικούς» μέντορες ή ενδοσχολικούς συντονιστές δεν προβλέπεται κάποιου είδους επιμόρφωση, προετοιμασία ή κίνητρο για την αποτελεσματική ανταπόκρισή τους στα ευάριθμα και απαιτητικά καθήκοντά τους όπως περιγράφονται στην υπουργική απόφαση.
Στην ίδια λογική και η απόφαση για τη λειτουργία των εκπαιδευτικών ομίλων: ένας σημαντικός θεσμός που θα μπορούσε να δημιουργήσει νέα πεδία δράσης και αναφοράς για το σχολείο και να διευρύνει τον παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό του ρόλο, ακυρώνεται από την προχειρότητα, τη βιασύνη της εξαγγελίας και όχι μόνον.
Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση οι δύο ή τέσσερις ώρες την εβδομάδα – χωρίς να συνυπολογίζονται και όσες οι υπεύθυνοι/ες των εκπαιδευτικών ομίλων χρειάζονται για την οργάνωση και λειτουργία των ομίλων – «δεν προσμετρώνται στο εργασιακό ωράριό τους».
Γίνεται φανερό ότι προτεραιότητα του Υπουργείου δεν είναι η ένταξη των νέων θεσμών στην εκπαιδευτική διαδικασία με όρους που θα οδηγήσουν στην αποτελεσματική αξιοποίησή τους προς όφελος μαθητών και εκπαιδευτικών .
Προτεραιότητα είναι η επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος.
Να δοθεί δηλαδή η δυνατότητα να εξαγγελθούν τα μέτρα. Να δημοσιοποιηθούν και να πιστωθούν στην ηγεσία ως υλοποιημένες μεταρρυθμίσεις, έστω και εάν κάτι τέτοιο βρίσκεται σε ακραία διάσταση με την πραγματικότητα.
Ο «ιός» της επικοινωνίας χτυπά και την εκπαίδευση…
*Ειδικός Γραμματέας της ΟΛΜΕ
in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου