Η ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας το 2021 - αν και με μεγάλο δημοσιονομικό κόστος ύψους 35 δις - δημιούργησε ένα κλίμα αισιοδοξίας για την πορεία της στη διετία 2022-2023. Συνεκτιμήθηκε η θετική επίδραση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Την περασμένη εβδομάδα όμως η ΕΕ προχώρησε σε αναθεώρηση προς τα κάτω των προβλέψεων για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2022-2023.
Το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία δεν φαίνεται να είναι κοντά, οι συνέπειες από την πανδημία στην οικονομία της Κίνας είναι ακόμη σημαντικές και οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έχουν ξεκινήσει τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Είναι εύλογο το ερώτημα μήπως και οι αναθεωρημένες προβλέψεις της ΕΕ είναι αισιόδοξες. Πέντε παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν ακόμη πιο αρνητικά την πορεία της οικονομίας.
1)Η συζήτηση για τον ενδεχόμενο στασιμοπληθωρισμού στην ευρωζώνη είναι πλέον κυρίαρχη. Μια επιβράδυνση στην πορεία των οικονομιών της θα επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία
2)Η ΕΚΤ θα προχωρήσει από τον Ιούλιο σε αύξηση των επιτοκίων. Πολλοί όμως στο ΔΣ της ΕΚΤ πιέζουν για περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής παρά το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη αναθεωρούνται προς τα κάτω. Αυτό πέρα από τις δημοσιονομικές συνέπειες – αύξηση κόστους εξυπηρέτησης χρέους – θα επηρεάσει το κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων και θα οδηγήσει τις τράπεζες σε αναθεώρηση των αρχικών σχεδίων για την πιστωτική επέκταση σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τη δημιουργία νέων κόκκινων δανείων. Αλλά και τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις επανεξετάζουν τα σχέδια τους. Ήδη τον Απρίλιο καταγράφηκε μια πρώτη επιβράδυνση στα στεγαστικά δάνεια.
3)Οι δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης προχωρούν με αργούς ρυθμούς. Το 2021 η εκτίμηση για δαπάνη ήταν 1,3 δις και κατέληξε στα 300 εκατ. Η φετινή πρόβλεψη είναι για 3,2 δις τα οποία εκτιμήθηκε ότι θα συνεισφέρουν σχεδόν 3,0 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του ΑΕΠ φέτος - με αρκετά αισιόδοξους συντελεστές για το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα - και ενώ ακριβαίνουν οι εκροές για την εισαγωγές εισροών και κεφαλαιακών αγαθών που είναι απαραίτητες για την υλοποίηση των έργων. Τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που θα οδηγούσαν σε μόχλευση και ιδιωτικών κεφαλαίων δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη με ελάχιστες εξαιρέσεις.
4)Η εκτίναξη του πληθωρισμού στην Ελλάδα – ο οποίος υπερβαίνει πλέον σημαντικά το μ.ο. της ευρωζώνης – αρχίζει και επηρεάζει αρνητικά την πορεία της οικονομίας μέσα από πολλά και διαφορετικά κανάλια. Μειώνει την ανταγωνιστικότητα αγαθών και υπηρεσιών, δημιουργεί αρνητικό κλίμα για επενδύσεις, αφαιρεί αγοραστική δύναμη από τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα. Όσο πιο πολύ παραμένει ο πληθωρισμός σε υψηλά επίπεδα τόσο πιο αρνητικές θα είναι οι συνέπειες για την οικονομία και τα νοικοκυριά.
5)Είναι πολύ πιθανό το φθινόπωρο να προκηρυχτούν εκλογές. Η αβεβαιότητα ως προς το εκλογικό αποτέλεσμα και η προοπτική διεξαγωγής επαναληπτικών εκλογών θα οδηγήσει σε αναστολή πολλών επενδυτικών αποφάσεων.
Η Ελληνική οικονομία αποκλίνει εδώ και πολλά χρόνια σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Με την υγειονομική κρίση η απόκλιση αυτή εντάθηκε και κινδυνεύουμε να τη δούμε να μεγαλώνει εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης. Αυτό έχει τεράστιες κοινωνικές συνέπειες καθώς οι ανισότητες μεγαλώνουν και σπρώχνουν ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά σε συνθήκες φτώχειας. Σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες η κυβέρνηση οφείλει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που καθυστερούν την πραγματοποίηση δαπανών του ΤΑΑ και να προκρίνει επενδύσεις με το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. Να προωθήσει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που μειώνουν τις ανισότητες. Τέλος, οι έλεγχοι στη λειτουργία της αγοράς είναι μεταξύ άλλων αναγκαία προϋπόθεση για τον έλεγχο του πληθωρισμού. Έτσι, θα διατηρηθεί μια θετική προοπτική για την οικονομία, θα προστατευθούν τα αδύναμα και ευάλωτα νοικοκυριά θα περιοριστεί η διεύρυνση των ανισοτήτων.
Άρθρο που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ 28 Μαΐου 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου