Του Πάσχου Μανδραβέλη
Ο τσαντιρ-μαχαλάς που στήθηκε καταμεσής
στο Σύνταγμα διαλύθηκε. Συνεργεία του Δήμου Αθηναίων με τη συνδρομή της
Αστυνομίας απομάκρυναν τις πρόχειρες κατασκευές που στήθηκαν λόγω...
αγανάκτησης στην κεντρική πλατεία της ιστορικότερης πόλης της Ελλάδας
(και ίσως του κόσμου).
Κάποιοι κατέκριναν την απόφαση για επαναστατικούς λόγους. Ο τσαντιρ-μαχαλάς ήταν το μόνο σύμβολο που απέμεινε από μια μεγάλη κινητοποίηση διαμαρτυρίας, που δεν ξεκίνησε η Αριστερά, αλλά κατάφερε εν μέρει να οικειοποιηθεί. Γι’ αυτό και υπήρξαν ουρανομήκεις κραυγές. Εγιναν οι συνήθεις καταγγελίες περί...«κρατικής τρομοκρατίας» και «κατασταλτικής δημοκρατίας». Οι Οικολόγοι δήλωσαν αγανακτισμένοι (μάλλον επειδή ποινικοποιήθηκε το κάμπινγκ: μίλησαν «για πολιτική δίωξη, το νόμο κατά της ελεύθερης κατασκήνωσης, μας γυρνούν στις δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο, όταν ο νόμος 4.000 περί τεντιμποϊσμού ήταν σε μόνιμη χρήση εναντίον κάθε διαδηλωτή»). Ο δήμαρχος βαφτίστηκε «Καμίνης - Τζουλιάνι», ενώ περίσσεψαν τα ευφυολογήματα του στυλ «αν ήθελαν να καθαρίσει το Σύνταγμα έπρεπε να διώξουν τη Βουλή». Αυτό προφανώς είναι η ρεφορμιστική εκδοχή του «να καεί, να καεί...»
Φυσικά έγιναν οι νεοελληνικοί παραλληλισμοί στο πλαίσιο ενός ελάχιστου παρονομαστή που, σύμφωνα την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να γίνει κοινός: «Το Σύνταγμα τούς πείραξε! Δεν κοιτάνε την Ομόνοια...» Στα επιχειρήματα αισθητικής που κάποιοι όρθωσαν όλο αυτό τον καιρό που υπήρχε ο τσαντιρ-μαχαλάς, ανταπάντησαν με καταγγελίες περί «ομοιομορφίας» που προσπαθεί να επιβάλει το σύστημα, τα ΜΜΕ και η τουριστική βιομηχανία. Είναι εκπληκτικό αλλά κάποιοι φωνασκούντες αριστεροί, αφού χάρισαν τη λογική στη Δεξιά, τώρα τής χαρίζουν και την αισθητική.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι ούτε η αισθητική ούτε η επανάσταση. Είναι η Δημοκρατία. Ποιος διαχειρίζεται και με ποιους όρους τα κοινά αγαθά, όπως είναι οι δημόσιοι χώροι. Μπορεί, δηλαδή, οποιοσδήποτε διακηρύσσει ότι έχει κάποιο «καλό σκοπό» να στήσει ένα τσαντίρι στο Σύνταγμα; Κι αν είναι πολλοί αυτοί που έχουν καλούς αλλά παράταιρους σκοπούς, ποιος θα πρωτοστήσει; Οποιος προλάβει; Και πώς θα οριστεί ο καλός σκοπός; Δι’ απλής (και ούτε καν υπεύθυνης) δήλωσης;
Σε μια δημοκρατία αυτά τα προβλήματα λύνονται διά της αντιπροσώπευσης. Η συνάθροιση ατόμων, φυσικά, επιτρέπεται. Για οτιδήποτε άλλο χρειάζεται άδεια. Οι κανόνες μπαίνουν από τον Δήμο. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να χτίσει κάποιος ένα περίπτερο στην πλατεία Κλαυθμώνος, εκτός αν έχει ειδική άδεια από το δημοτικό συμβούλιο. Μπορεί πολλές φορές να διαφωνούμε με τις αποφάσεις των εκλεγμένων, όπως έγινε παλαιότερα με την Εκθεση Βιβλίου στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, αλλά αυτές οι διαφωνίες δεν λύνονται στήνοντας επιπλέον τσαντίρια στου Φιλοπάππου με το επιχείρημα «στην Ομόνοια είναι χειρότερα». Σε πόλεις όπου οι πολίτες νιώθουν μέτοχοι της κοινής τους περιουσίας, απαγορεύουν την αφισοκόλληση και την τοποθέτηση διαφημιστικών πινακίδων, σαν αυτές που παρανόμως πλημμυρίζουν τους ελληνικούς δρόμους. Ούτε επιτρέπουν στους μαγαζάτορες να ξεχύνουν τα τραπεζοκαθίσματα μέσα στις πλατείες. Σέβονται τους δημόσιους χώρους και τους προστατεύουν από κάθε απειλή· είτε αυτή είναι εμπορική είτε επαναστατική.
Κάποιοι κατέκριναν την απόφαση για επαναστατικούς λόγους. Ο τσαντιρ-μαχαλάς ήταν το μόνο σύμβολο που απέμεινε από μια μεγάλη κινητοποίηση διαμαρτυρίας, που δεν ξεκίνησε η Αριστερά, αλλά κατάφερε εν μέρει να οικειοποιηθεί. Γι’ αυτό και υπήρξαν ουρανομήκεις κραυγές. Εγιναν οι συνήθεις καταγγελίες περί...«κρατικής τρομοκρατίας» και «κατασταλτικής δημοκρατίας». Οι Οικολόγοι δήλωσαν αγανακτισμένοι (μάλλον επειδή ποινικοποιήθηκε το κάμπινγκ: μίλησαν «για πολιτική δίωξη, το νόμο κατά της ελεύθερης κατασκήνωσης, μας γυρνούν στις δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο, όταν ο νόμος 4.000 περί τεντιμποϊσμού ήταν σε μόνιμη χρήση εναντίον κάθε διαδηλωτή»). Ο δήμαρχος βαφτίστηκε «Καμίνης - Τζουλιάνι», ενώ περίσσεψαν τα ευφυολογήματα του στυλ «αν ήθελαν να καθαρίσει το Σύνταγμα έπρεπε να διώξουν τη Βουλή». Αυτό προφανώς είναι η ρεφορμιστική εκδοχή του «να καεί, να καεί...»
Φυσικά έγιναν οι νεοελληνικοί παραλληλισμοί στο πλαίσιο ενός ελάχιστου παρονομαστή που, σύμφωνα την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να γίνει κοινός: «Το Σύνταγμα τούς πείραξε! Δεν κοιτάνε την Ομόνοια...» Στα επιχειρήματα αισθητικής που κάποιοι όρθωσαν όλο αυτό τον καιρό που υπήρχε ο τσαντιρ-μαχαλάς, ανταπάντησαν με καταγγελίες περί «ομοιομορφίας» που προσπαθεί να επιβάλει το σύστημα, τα ΜΜΕ και η τουριστική βιομηχανία. Είναι εκπληκτικό αλλά κάποιοι φωνασκούντες αριστεροί, αφού χάρισαν τη λογική στη Δεξιά, τώρα τής χαρίζουν και την αισθητική.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι ούτε η αισθητική ούτε η επανάσταση. Είναι η Δημοκρατία. Ποιος διαχειρίζεται και με ποιους όρους τα κοινά αγαθά, όπως είναι οι δημόσιοι χώροι. Μπορεί, δηλαδή, οποιοσδήποτε διακηρύσσει ότι έχει κάποιο «καλό σκοπό» να στήσει ένα τσαντίρι στο Σύνταγμα; Κι αν είναι πολλοί αυτοί που έχουν καλούς αλλά παράταιρους σκοπούς, ποιος θα πρωτοστήσει; Οποιος προλάβει; Και πώς θα οριστεί ο καλός σκοπός; Δι’ απλής (και ούτε καν υπεύθυνης) δήλωσης;
Σε μια δημοκρατία αυτά τα προβλήματα λύνονται διά της αντιπροσώπευσης. Η συνάθροιση ατόμων, φυσικά, επιτρέπεται. Για οτιδήποτε άλλο χρειάζεται άδεια. Οι κανόνες μπαίνουν από τον Δήμο. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να χτίσει κάποιος ένα περίπτερο στην πλατεία Κλαυθμώνος, εκτός αν έχει ειδική άδεια από το δημοτικό συμβούλιο. Μπορεί πολλές φορές να διαφωνούμε με τις αποφάσεις των εκλεγμένων, όπως έγινε παλαιότερα με την Εκθεση Βιβλίου στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, αλλά αυτές οι διαφωνίες δεν λύνονται στήνοντας επιπλέον τσαντίρια στου Φιλοπάππου με το επιχείρημα «στην Ομόνοια είναι χειρότερα». Σε πόλεις όπου οι πολίτες νιώθουν μέτοχοι της κοινής τους περιουσίας, απαγορεύουν την αφισοκόλληση και την τοποθέτηση διαφημιστικών πινακίδων, σαν αυτές που παρανόμως πλημμυρίζουν τους ελληνικούς δρόμους. Ούτε επιτρέπουν στους μαγαζάτορες να ξεχύνουν τα τραπεζοκαθίσματα μέσα στις πλατείες. Σέβονται τους δημόσιους χώρους και τους προστατεύουν από κάθε απειλή· είτε αυτή είναι εμπορική είτε επαναστατική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου