Επίκαιρα Θέματα:

Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Στη σιωπή των αμείλικτων καιρών…

Του Βασίλη Μαγλάρα
Πρώτη Μάη. Με τον ήλιο ν’ ανατέλλει γιορτινό και πολλά υποσχόμενο στο εθιμικό των Ελλήνων για τη «μέρα», οι προκλήσεις ήταν πολλές. Δηλαδή όταν λέω πολλές, μαζί με τις προσκλήσεις που είχα, τέσσαρες (όπως στους Ευαγγελιστές), εξ’ αυτών τρείς, οι γνωστές δύο.     
                                                                                                                   
 Να συμμετάσχω στους δήθεν αγωνιστικούς χαιρετισμούς, διαγκωνιζόμενος τις κομματικές ντουντούκες προκειμένου να υπερασπίσω «το δίκιο του Εργάτη…» μέσα απ’ τα πολιτικά απολιθώματα. Να υποστώ την μικροφωνική βαρεμάρα σε επαναλήψεις κλισέ, που για την πάρτη τους κάνουνε πάρτι το Εργατικό Ζήτημα, δοξαζόμενοι στο όνομα του ΕΡΓΑΤΗ και  χοροστατώντας πάνω στις θυσίες και στις οδυνηρές του συνέπειες, παραβλέποντας τον τεμαχισμό του σε μενού αρεσκείας και την εξόντωση του.                                                              
 Μόνο που δεν μας λένε ποιού εργάτη; Ποιού..; Του μονιμοποιημένου στο Δημόσιο; Του συνδικαλιστικά ευνοημένου; Του πολιτικά προστατευμένου; -Που δεν τους πειράζει η μπόρα ούτε το χαλάζι γιατί έχουνε μαζί τους το «Θεϊκό» μας σύστημα; Η… Του ΠΑΝΑΓΙΑ μου βόηθα; Της «μαύρης» εργασίας; Του συνθηκολογημένου στις απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα; Του μειωμένου ωραρίου; Του ανασφάλιστου; Του εξοντωμένου σε βάρδιες και άγραφτες εργατοώρες; Του απειλούμενου; Του απολυμένου; Του…                                                     
Ποιού..; Που έγινε το Εργατικό Κίνημα στο Τόπο μας μερίδιο στα φιλέτα εξουσίας.                                                                                                                         
Εκτός αυτού το ΔΙΚΙΟ του ΑΝΕΡΓΟΥ θα το υπερασπιστεί κανείς; Την αξιοπρέπειά του θα την υπερασπιστεί κανείς; Τα δικαιώματά του σ’ αυτό το Τόπο θα τα υπερασπιστεί κανείς με θέσεις και όχι με ευχολόγια; Η θα επιδοτήσουμε το σχοινί και το σαπούνι σαν την τελευταία πράξη της Εθνικής και της Κοινωνικής  προδοσίας του ΑΝΘΡΩΠΟΥ;                                                                                                              
 Η μία από τις δύο προκλήσεις ήταν αυτή. Η άλλη και η πλέον δημοφιλής ήταν το καλωσόρισμα του Μάη με εξόρμηση στην εξοχή. Με τις σούβλες και τα κεμπάπ παραμάσχαλα να τρέχουμε απ’ τα άγρια χαράματα μέσα στην υγρασία μην μας «πιάσουνε» το μέρος και χάσουμε την αποκλειστικότητα. Με τα ρυζόγαλα και τα μαριναρισμένα κρέατα να σπρώχνονται ανάμεσα στις μπύρες, τα κάρβουνα και τις κουρελούδες, στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου και εμείς στα γκάζια να τον προϋπαντήσουμε άδοντας «Μάι-Μάι χρυσομάι…».                                                                                                                                                      
Μια εικόνα χίλιες λέξεις, το φολκλόρ της παράδοσης απλωμένο σε ρεματιές, βουνά και κάμπους, σ’ ελεύθερες αποχρώσεις και ακούσματα, να ψάχνει στη γαλήνια φύση το Μάη, δαφνοστεφανομένο με μαραμένα αγριολούλουδα. Ένας κόσμος που ξαφνικά ξεκλειδώθηκε απ’ τον καναπέ του και θέλησε να αποδράσει στη ομορφιά της Άνοιξης, αλλά κουβαλώντας σαν απαραίτητο αξεσουάρ του τις καθημερινές του συνήθειες. Έτσι ανάμεσα στην τσίκνα, την κάπνα και τα ντεσιμπέλ από τα CD των αυτοκινήτων που η Χαρά Βέρα συναγωνίζεται σε ένταση τον Παντελίδη, το καλωσόρισμα του Μάη χάνεται στην αναστάτωση και στη βαβούρα.                                                                                                                                                                                      Με αυτές τις δύο προκλήσεις επιλογής-την επιφάνεια του Βαλέσα ή την υποδοχή του Μάη- βρέθηκα ν’ ανηφορίζω στο δρόμο για τα Κορέστεια.                                                                                   
Τόπος απ’ τη «Βαθιά ψυχή» του Παντελή Βούλγαρη μέχρι τα ομιχλώδη πλάνα του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ξεχασμένος στην άκρη των Ελληνοαλβανικών συνόρων. Ένα κομμάτι γης παραμερισμένο στα φαντάσματα του παρελθόντος να ζει ακόμα στους εφιάλτες της ιστορίας του, πληρώνοντας με εγκατάλειψη την δική του μαρτυρία στους Εθνικούς αγώνες. Οι εικόνες θυμίζουν Νεπάλ μετά το σεισμό. Σπίτια πλινθόκτιστα με ξηλωμένα παραθύρια στέκουν μετέωρα ανάμεσα στον χρόνο και στον καιρό. Κεφαλοχώρια με αρχοντόσπιτα που κρατάνε ζωντανές τις μνήμες από ένα παρελθόν που τα διώκει… Άγιος Αντώνιος-Γάβρος-Κρανιώνας-Μαυρόκαμπος-Χαλάρα-Μακροχώρι-Παύλος Μελάς, μια ΕΛΛΑΔΑ που σε πληγώνει όσο απότοκος κι’ αν είσαι των ξενόφερτων επιρροών.                                                                         
 Η διαδρομή από το νέο οικισμό των Κορεστείων μέχρι τον Π. Μελά, θα έπρεπε να πραγματοποιείται και να αποτελεί Εθνικό χρέος κάθε Έλληνα και η επίσκεψη στο ανακαινισθέν σε μουσείο σπίτι όπου σκοτώθηκε ο Εθνικός μας ήρωας, να είναι προσκύνημα στην ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα.                                                                                                      
 Στο κεφαλόσκαλο του διώροφου σπιτιού μας περίμενε ο ηλικιωμένος φύλακας του μουσείου, εγγονός απ’ ότι μας είπε του ιερέα (αν κατάλαβα καλά) που φιλοξένησε το μοιραίο βράδυ τον Π. Μελά. Η καλοσυνάτη υποδοχή του μας οδήγησε σ’ ένα από τα δώματα του σπιτιού όπου με συγκίνηση άρχισε να μας διηγείται την ιστορία μέσα από τις αναφορές των προσώπων που την έζησαν.                                                                                                                                                              
 -Η καταγωγή του Π. Μελά είναι από τον Παρακάλαμο Ιωαννίνων. Όπως ίσως γνωρίζετε γεννήθηκε στη Μασσαλία και ήταν γόνος εύπορης οικογένειας. Παντρεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη κόρη του Στέφανου Δραγούμη και αδελφή του Ίωνα. Απέκτησαν δύο παιδιά τον Μιχαήλ χαϊδευτικά Μίκη και τη Ζωή χαϊδευτικά Ζέζα. Από τα χαϊδευτικά των παιδιών του πήρε αργότερα στις στρατιωτικές επιχειρήσεις το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας. Η φλόγα της ΙΔΕΑΣ της ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ τον ώθησε να γίνει αξιωματικός Πυροβολικού του Ελληνικού Στρατού και να αναλάβει απελευθερωτική δράση στα κατεχόμενα από τους Τούρκους και λεηλατούμενα από τους Βούλγαρους Κομιτατζήδες εδάφη της Πατρίδας μας. Την περίοδο εκείνη είχε περάσει κρυφά με μια δύναμη 45 ανδρών για να οργανώσει τον ένοπλο αγώνα του Ξεσηκωμού στα μέρη μας. Το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου του 1904 κατέλυσε με τους άνδρες του σε διάφορα σπίτια του χωριού, όμως ένα «γενιτσαράκι» από το Μακροχώρι ο Μήτρε Βλάχο-αρχιληστής φόβος και τρόμος στη περιοχή-τον κατέδωσε στους Τούρκους.                                              
Τι ακριβώς συνέβη, πως σκοτώθηκε μέσα στο χαλασμό όταν έφτασαν οι Τούρκοι με 150 άνδρες, κανείς δεν ξέρει. Εκείνο που έκαναν τα παλικάρια του για να μην αναγνωρισθεί και προδοθεί ο αγώνας, ήταν να του κόψουν το κεφάλι και να το κρύψουν. Έτσι όταν οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν τι είχε συμβεί, ανέσυραν το ακέφαλο σώμα και το έστειλαν στη Καστοριά για αναγνώριση… Και συνέχισε πνίγοντας ένα σπάσιμο στη φωνή του.                                     
-Μητροπολίτης Καστοριάς ήταν τότε ο σπουδαίος πατριώτης  Γερμανός Καραβαγγέλης, ο οποίος ξεσήκωσε τη νεολαία της πόλης και απαίτησε για την αποφυγή επεισοδίων τη σορό και την ενταφίασε.                                                                                                                                                         
Ο λόγος του τρισάγιο στην ιστορία μας, τα Ελληνικά του η ομορφιά της γλώσσας μας και τα μάτια του πληγές-πηγές που έτρεχαν αθόρυβα στη σιωπή των αμείλικτων καιρών…                                       
 Πρώτη Μάη του 2015. Η «Ιδέα της Μεγάλης Πατρίδας» για τους «πατριώτες» της νέας κοπής, το γεωγραφικό μήκος και πλάτος της Πατρίδας τους απλώνεται από τις τραπεζικές θυρίδες της Ελβετίας και φτάνει μέχρι τις νήσους Κέιμαν. Σε αντίθεση το πατριωτικό χρέος των Ελλήνων απ’ ότι φαίνεται χρεοκόπησε μαζί με το χρέος της Χώρας μας και αναζητά διεξόδους στην έπαρση αγωνιστικών χαιρετισμών με προσφυγές στη φύση, διατηρώντας αναλλοίωτο το «εθιμικό» της μέρας στις πλατείες και στα ρέματα.                                                          
 Μαγκλάρας Βασίλης                                                     
 magklarasvas@yahoo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Το Προφίλ μας