Μια φορά είχα βρεθεί σε αίθουσα δικαστηρίου
για μια υπόθεση καθύβρισης θρησκεύματος. Οι μηνύοντες ήταν γνωστοί
θαμώνες στα στασίδια των μεταμεσονύκτιων τηλεοπτικών εκπομπών, το
δικαστήριο μετά από σύντομη διαδικασία απέρριψε τη μήνυση. Όμως, ένα
άλλο γεγονός θυμάμαι από τότε. Την ώρα της κατάθεσης, ξαφνικά, η
πρόεδρος με ρώτησε: Εσείς, κύριε Γ., προσωπικά πιστεύετε; Είχα μείνει
άφωνος, πώς απαντάς σ’ αυτή την ερώτηση; Με ναι και όχι; Δεν ξέρω τι να
σας απαντήσω, είπα, δεδομένου ότι η ίδια η ερώτηση απαγορεύεται.
Η
πρόεδρος, προς τιμήν της, κατάλαβε και προχώρησε παρά κάτω χωρίς σχόλια.
Γιατί η ανεξιθρησκία στη χώρα μας προστατεύεται συνταγματικά, γιατί
κανείς δεν υποχρεούται σε δήλωση προσωπικών δεδομένων, γιατί η πίστη δεν
δικάζεται.
Το θυμήθηκα την περασμένη Δευτέρα, όταν συνέβη μία
από τις πιο θλιβερές παραστάσεις στην ιστορία της ελληνικής δημοκρατίας.
Οι υποψήφιοι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΕΡΤ παρουσιάστηκαν
μπροστά σε επιτροπή της Βουλής η οποία θα έκρινε την πρόταση της
κυβέρνησης για τις θέσεις. Και αντιμετώπισαν ανάκριση για τη στάση και
τις απόψεις τους. Εσείς πού ήσασταν όταν έπεσε το «μαύρο»; Πώς
συμπράξατε ή μη με τον αγώνα των εργαζομένων;
Ξαφνικά, δηλαδή, για τη θέση σε μια δημόσια υπηρεσία
κρινόταν όχι η επαγγελματική επάρκεια, τα προσόντα και το
επιχειρηματικό σχέδιο των υποψηφίων, αλλά οι πολιτικές τους απόψεις.
Και, το χειρότερο, ο ένας ευθαρσώς και υπερηφάνως, ο άλλος, που είχε
συναίσθηση του απίστευτου ατοπήματος, διστακτικά και δυσφορώντας,
απάντησαν και μαζί με τους υπόλοιπους βουλευτές που παρευρίσκονταν,
νομιμοποίησαν τη διαδικασία. Γιατί το πρόβλημα δεν ήταν αν «βασάνισαν»
πολύ τους υποψήφιους ή αν υπερέβαλε η πρόεδρος ή αν έμοιαζε με
ανακριτική η διαδικασία. Το πρόβλημα ήταν ότι για μια θέση του δημοσίου,
πρώτη φορά, ρητώς και επισήμως, εντός της Βουλής δηλώθηκε η απαίτηση
πολιτικής ευθυγράμμισης. Το ότι μιλάμε για τον τομέα της Ενημέρωσης
κάνει το γεγονός ακόμα πιο αδιανόητο. Κανονικά, τη Δευτέρα, πολιτικά
κόμματα, ΑΔΕΔΥ και ΕΣΗΕΑ έπρεπε ήδη με ανακοινώσεις να καταγγέλλουν το
γεγονός. Όμως κι αυτό περνάει και προστίθεται στα άλλα αδιανόητα που
συμβαίνουν κάθε μέρα στην περίεργη ελληνική δημοκρατία. Ο μακαρθισμός
και οι δίκες της Μόσχας ζωντανεύουν μετά από πολλες δεκαετίες χωρίς να
κάνει εντύπωση σε κανέναν. «Το μοντέλο που έχετε μέχρι στιγμής
υπηρετήσει και δεν με πείσατε ότι έχετε απεμπολήσει, είναι άλλο από αυτό
που οραματίστηκε ο λαός». Με αυτό το σκεπτικό, η πρόεδρος της Βουλής
δεν υπερψήφισε την πρόταση της κυβέρνησής της. Ας ξαναδιαβάσουμε αυτή τη
φράση ορισμό του καθεστωτισμού. Κάποιος ξέρει τι «οραματίστηκε» ο λαός.
Έστω κι αν αντιπροσωπεύει το 36% του λαού. Δεν έχει σημασία, κάποιοι
μιλάνε εν ονόματι του λαού πάντα, ακόμα κι αν έχουν 3%. Οι άλλοι πρέπει
πειστικά να «απεμπολήσουν», να κάνουν δηλώσεις μετανοίας δηλαδή,
απορρίπτοντας το «μοντέλο που υπηρέτησαν». Για να γίνουν δεκτοί.
Αύριο δηλαδή, αν ξαναγίνουν εκλογές, η επόμενη
κυβέρνηση, πιθανόν η ΝΔ, θα μπορεί να ρωτήσει τον υποψήφιο αν είχε
συμφωνήσει με το «μαύρο»; Και αναλόγως να τον διορίζει; Δεκαετίες
προσπαθούσαμε να ξεφύγουμε από τον κομματισμό του δημοσίου και τώρα
επανέρχεται ως «αλλαγή καθεστώτος». Γιατί αυτοί μόνο, ούτε καν αυτοί,
αυτή μόνο ξέρει τι οραματίστηκε ο λαός. Αθήνα, Μάιος του 1936.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου