ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. στ΄ 31-36)
Ὁ ἄνθρωπος ἕνα πράγμα δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει: τὴν καλοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο ὁ ἄνθρωπος σὰν πλάσμα τοῦ Θεοῦ, μὲ προορισμὸ νὰ μοιάσει τὸ Δημιουργό του, σὲ ἕνα πράγμα καλεῖται νὰ Τοῦ μοιάσει: ἀκριβῶς σ΄ἐκεῖνο ποὺ δὲν καταλαβαίνει, δηλαδὴ στὴν καλοσύνη καὶ στὴν ἀγάπη.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει πὼς ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ΄εἰκόνα καὶ καθ΄ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ σημαίνει πὼς ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἔτσι ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ μοιάσει στὸν Θεό. Σὲ τί ὅμως νὰ τοῦ μοιάσει; Στὴ δύναμη ἢ στὴ σοφία; Μεθυσμένος ἀπὸ τὰ κατορθώματα τοῦ μυαλοῦ καὶ τῶν χεριῶν
του, μπορεῖ νὰ διακηρύξει πὼς ἔφτασε τὸ Θεὸ στὴ σοφία, πὼς τὸν ἔριξε ἀπὸ τὸν οὐρανό. «Μᾶς εἴπατε πὼς ὁ Θεὸς εἶναι στὸν οὐρανό. Ταξιδέψαμε στὰ ἄστρα. Βγήκαμε ἀπὸ τὸν πλανήτη μας. Δὲν τὸν εἴδαμε. Δὲν τὸν βρήκαμε τὸ Θεὸ πουθενά!»
Στὴ γλώσσα τῶν ἀρχαίων, αὐτὸ λεγόταν «ὕβρις», στὴ δική μας λέγεται βλασφημία. Καὶ σήμερα ἀκούγονται πολλὲς τέτοιες ὕβρεις καὶ βλασφημίες ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀγνοοῦν τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀγνοοῦν καὶ τὰ ὅρια τῆς σοφίας καὶ τῆς δύναμης τοῦ ἀνθρώπου.
Δὲν καλεῖται, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος νὰ μοιάσει μὲ τὸ Θεὸ στὴ σοφία καὶ στὴ δύναμη. Ὄχι μόνο γιατί δὲν τὶς φτάνει ποτέ, ἀλλὰ καὶ γιατί δὲν τοῦ χρειάζονται. Οὔτε τοῦ Θεοῦ, οὔτε τοῦ ἀνθρώπου τὸ μεγαλεῖο εἶναι μόνο στὴ σοφία καὶ στὴ δύναμη. Ἡ σοφία καὶ ἡ δύναμη εἶναι ποσότητες. Ὁ Θεὸς ὅμως καὶ ὁ ἄνθρωπος ξεχωρίζουν μέσα στὸν κόσμο σὰν ποιότητες. Ὁ Θεός, ποὺ εἶναι καὶ ἐκτὸς τοῦ κόσμου, ὡς ποιητὴς καὶ ἐντὸς τοῦ κόσμου, ὡς προνοητῆς, ἔχει σὲ ὑπέρτατο καὶ τέλειο βαθμὸ καὶ τὴ δύναμη καὶ τὴ σοφία καὶ μαζὶ μ΄αὐτὲς καὶ στὸν ἴδιο βαθμὸ τὴν ἀγαθότητα. Ἡ ἀγαθότητα εἶναι τὸ ἠθικὸ προσὸν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ποιότητα μέσα στὴν ὁποία δικαιώνονται καὶ ἁγιάζονται ὅλες οἱ ποσότητες. Ἔτσι πολλὰ μπορεῖ ὁ Θεός, ἀλλὰ δὲν τὰ θέλει.
Εἶναι μήπως δύσκολα αὐτὰ γιὰ νὰ τὰ καταλάβει κανείς; Ἂς ἀκούσουμε τότε τὸν ἁπλὸ λόγο τοῦ σημερινοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου:
«Γίνεσθε οὒν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί».
Ἐδῶ δὲν μᾶς λέει νὰ γίνουμε σοφοί, οὔτε δυνατοὶ σὰν τὸ Θεό. Μᾶς λέει νὰ γίνουμε οἰκτίρμονες, ὅπως οἰκτίρμων εἶναι ὁ Θεός. Δὲν μᾶς βάζει νὰ φτάσουμε τὸ Θεὸ ποσοτικὰ καὶ φυσικά. Μᾶς καλεῖ νὰ μοιάσουμε μ΄Αὐτὸν ποιοτικὰ καὶ ἠθικά. Ποιότητα καὶ ἦθος εἶναι ἡ ἀγαθότητα, ἡ καλοσύνη, ἡ ἀγάπη.
Δὲν ἔχει ἀξία τὸ «τί», ἀλλὰ τὸ «πώς». Τὸ «πώς» εἴναι ἡ ποιότητα, ὁ τρόπος, τὸ ἦθος τοῦ ἀνθρώπου. Ἦθος εἶναι ὁ Θεὸς μέσα στὸν ἄνθρωπο, ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι ἢ ὅπως καλύτερα τὸ λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Ἐγὼ εἶπα: θεοὶ εἶστε»
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι Θεὸς στὸ «πώς», ὄχι στὸ «τί». Ὡς πρὸς τὸ «τί», ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ φτάσει τὸ Θεὸ ποτέ, γιατί εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴ φύση του. Ὡς πρὸς τὸ «πώς», μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ὁμοιωθεῖ μὲ τὸ Θεό, γιατί εἶναι μέσα στὶς δυνατότητες καὶ τὸν προορισμό του. Τὸ «κατ΄εἰκόνα» εἶναι ἡ δυνατότητα, τὸ «καθ΄ὁμοίωσιν» εἶναι ὁ προορισμός. Ἠθικὴ ὁμοίωση μὲ τὸ Θεὸ εἶναι ὁ βίος, ὄχι φυσικὴ ἐξίσωση.
Οἱ ἄνθρωποι, ἀδελφοί μου, τὸ κατάλαβαν ἀλλιώτικα καὶ ἀντίθετα. Εἶδαν τὴ ζωὴ σὰν ποσότητα καὶ ὄχι σὰν ποιότητα, σὰν φυσικὴ μόνο καὶ ὄχι καὶ σὰν ἠθικὴ πραγματικότητα. Πίστεψαν καὶ λάτρεψαν γιὰ Θεὸ ὅ,τι εἶναι ποσόν, ὅ,τι ἔχει ὄγκο καὶ βάρος, ὅ,τι γίνεται στὸ χῶρο καὶ στὸ χρόνο, ὅ,τι εἶναι τυφλὴ δύναμη καὶ γνώση χωρὶς ἦθος. Θὰ διακηρύξουν μὲ τὸ στόμα τῶν φιλοσόφων: «Ἡ ἀγάπη, τὸ ἔλεος, ἡ καλοσύνη εἶναι αἰσθήματα τῶν ἀδυνάτων καὶ τῶν δούλων. Ὁ «ὑπεράνθρωπος» εἶναι λυτρωμένος ἀπὸ τοῦτα τὰ αἰσθήματα τῶν ταπεινῶν».
Ἀλλιώτικα ὅμως κήρυξε ὁ Θεάνθρωπος. Σ΄αὐτὸν πιστεύουμε κι αὐτὸ κηρύσσουμε κι ἐμεῖς:
Ἡ μεγάλη δύναμη, ἡ μεγάλη σοφία, ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη, «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί». Ἡ ἀγάπη καὶ πρὸς τοὺς ἐχθρούς. Ἃ μ ἢ ν.
π. Μ.Κ
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου