Το συνομιλητή μου, δασάρχη το επάγγελμα, τον συνάντησα για πρώτη φορά φέτος το καλοκαίρι.
Η συζήτησή μας εκτυλίσσεται στην πλατεία του χωριού που παραθερίζαμε, με ακροατήριο τους θαμώνες της. Και όπως ήταν φυσικό, πήγε στην επικαιρότητα. Και τι δεν άκουσα από τα χείλη του: Όλοι είχαν συνωμοτήσει εναντίον της Ελλάδας, ώστε, αφού μειωθούν οι μισθοί των εργαζομένων στο δημόσιο, να φέρουν την ύφεση και μετά να μας αγοράσουν για «δυο πεντάρες».
Μόνη λύση λοιπόν έβλεπε την επάνοδο των μισθών του δημοσίου στο 2009, «για να πέσει χρήμα στην αγορά» και να κινηθεί η οικονομία.
Τόλμησα να ρωτήσω «πού θα βρούμε τα λεφτά;» και επί πλέον ψέλλισα ότι δεν μπορούμε να ζητάμε από τη χώρα μας περισσότερα από αυτά που έχει τη δυνατότητα να δώσει.
Αντιμετωπίστηκα μάλλον σαν καθυστερημένος και άκουσα όλα όσα διακηρύσσουν μαζί ΣΥΡΙΖΑ και Καμμένος.
Η σημειολογία της εικόνας του άλλωστε (χρυσή αλυσίδα στο λαιμό με σταυρό), παρέπεμπε σε αισθητική λαϊκού δεξιού (τώρα Καμμένος) ή βαθέως πασόκου (τώρα ΣΥΡΙΖΑ).
Μου δόθηκε έτσι ένα καλό μάθημα για να καταλάβω ότι η δήθεν «αδυναμία» της χώρας ήταν προϊόν συνωμοσίας, διότι ο πλούτος μας είναι απεριόριστος. Και αν μας λείψει και κάτι, το παίρνουμε «άμα λάχει να πούμε» -η έκφραση πήγαινε πολύ με την αλυσίδα και το σταυρό- από αυτούς που έκλεψαν, από την Αγγελοπούλου, από τις τράπεζες κ.ο.κ.
Το θριαμβικό και γεμάτο νόημα χαμόγελο του «παντογνώστη» συνομιλητή μου απέναντι στον αδαή (αυτός ήμουν εγώ), δεν άφηνε περιθώρια για αντίλογο.
Αντιλήφθηκα πως ό, τι κι αν έλεγα, θα αντιμετωπιζόταν από τον συνομιλητή και την ομήγυρη, ως αφέλεια. Οι δεισιδαιμονίες άλλωστε δεν αντιμετωπίζονται με τη λογική. Έτσι, προκειμένου να λυτρωθώ από τις συνεχείς επαναλήψεις όλων των σεναρίων συνωμοσίας, σιώπησα.
Την επομένη, με το ίδιο ακροατήριο στην πλατεία, πάλι τα ίδια από τον Κο δασάρχη. Έλα όμως που ο ναρκισσισμός μου δεν άντεχε την επανάληψη μιας τόσο εξευτελιστικής σιωπής.
Γνωρίζοντας λοιπόν ότι η τρέλα αντιμετωπίζεται μόνο αν, προσχωρώντας κανείς σ’ αυτήν, την οδηγήσει στις συνέπειές της, υποδύθηκα ότι με έπεισε. Ότι δηλαδή μαζί με το διώξιμο της τρόικας, η μόνη λύση που είχαμε, ήταν η επάνοδος των μισθών του δημοσίου στα επίπεδα του 2009, όπως αποφαινόταν την προηγούμενη ημέρα. Ακολούθησε ενθουσιασμός για την ομοφωνία.
Και αφού, μετά την «προσχώρησή» μου στις διακηρύξεις του, η τρέλα του ήταν και δική μου τρέλα, την έκανα πλέον ό, τι ήθελα. Την οδήγησα λοιπόν στις συνέπειές της: Είπα πως έχουμε και 1.500.000 περίπου ανέργους, οι οποίοι, επειδή δεν μισθοδοτούνται, δεν συμβάλλουν στην αναθέρμανση της οικονομίας. Πρότεινα λοιπόν την πρόσληψη όλων τους στο δημόσιο, με μισθούς 2009.
Και ενώ επιχειρηματολογούσα -πολύ σοβαρά μάλιστα- για τα «οικονομικά αποτελέσματα» μίας τέτοιας κίνησης, πετάγεται από την καρέκλα του «τρελαμένος» αυτή τη φορά ο συνομιλητής μου και με ρωτάει με απόγνωση: «Και πού θα βρούμε τα λεφτά;».
Η συζήτησή μας εκτυλίσσεται στην πλατεία του χωριού που παραθερίζαμε, με ακροατήριο τους θαμώνες της. Και όπως ήταν φυσικό, πήγε στην επικαιρότητα. Και τι δεν άκουσα από τα χείλη του: Όλοι είχαν συνωμοτήσει εναντίον της Ελλάδας, ώστε, αφού μειωθούν οι μισθοί των εργαζομένων στο δημόσιο, να φέρουν την ύφεση και μετά να μας αγοράσουν για «δυο πεντάρες».
Μόνη λύση λοιπόν έβλεπε την επάνοδο των μισθών του δημοσίου στο 2009, «για να πέσει χρήμα στην αγορά» και να κινηθεί η οικονομία.
Τόλμησα να ρωτήσω «πού θα βρούμε τα λεφτά;» και επί πλέον ψέλλισα ότι δεν μπορούμε να ζητάμε από τη χώρα μας περισσότερα από αυτά που έχει τη δυνατότητα να δώσει.
Αντιμετωπίστηκα μάλλον σαν καθυστερημένος και άκουσα όλα όσα διακηρύσσουν μαζί ΣΥΡΙΖΑ και Καμμένος.
Η σημειολογία της εικόνας του άλλωστε (χρυσή αλυσίδα στο λαιμό με σταυρό), παρέπεμπε σε αισθητική λαϊκού δεξιού (τώρα Καμμένος) ή βαθέως πασόκου (τώρα ΣΥΡΙΖΑ).
Μου δόθηκε έτσι ένα καλό μάθημα για να καταλάβω ότι η δήθεν «αδυναμία» της χώρας ήταν προϊόν συνωμοσίας, διότι ο πλούτος μας είναι απεριόριστος. Και αν μας λείψει και κάτι, το παίρνουμε «άμα λάχει να πούμε» -η έκφραση πήγαινε πολύ με την αλυσίδα και το σταυρό- από αυτούς που έκλεψαν, από την Αγγελοπούλου, από τις τράπεζες κ.ο.κ.
Το θριαμβικό και γεμάτο νόημα χαμόγελο του «παντογνώστη» συνομιλητή μου απέναντι στον αδαή (αυτός ήμουν εγώ), δεν άφηνε περιθώρια για αντίλογο.
Αντιλήφθηκα πως ό, τι κι αν έλεγα, θα αντιμετωπιζόταν από τον συνομιλητή και την ομήγυρη, ως αφέλεια. Οι δεισιδαιμονίες άλλωστε δεν αντιμετωπίζονται με τη λογική. Έτσι, προκειμένου να λυτρωθώ από τις συνεχείς επαναλήψεις όλων των σεναρίων συνωμοσίας, σιώπησα.
Την επομένη, με το ίδιο ακροατήριο στην πλατεία, πάλι τα ίδια από τον Κο δασάρχη. Έλα όμως που ο ναρκισσισμός μου δεν άντεχε την επανάληψη μιας τόσο εξευτελιστικής σιωπής.
Γνωρίζοντας λοιπόν ότι η τρέλα αντιμετωπίζεται μόνο αν, προσχωρώντας κανείς σ’ αυτήν, την οδηγήσει στις συνέπειές της, υποδύθηκα ότι με έπεισε. Ότι δηλαδή μαζί με το διώξιμο της τρόικας, η μόνη λύση που είχαμε, ήταν η επάνοδος των μισθών του δημοσίου στα επίπεδα του 2009, όπως αποφαινόταν την προηγούμενη ημέρα. Ακολούθησε ενθουσιασμός για την ομοφωνία.
Και αφού, μετά την «προσχώρησή» μου στις διακηρύξεις του, η τρέλα του ήταν και δική μου τρέλα, την έκανα πλέον ό, τι ήθελα. Την οδήγησα λοιπόν στις συνέπειές της: Είπα πως έχουμε και 1.500.000 περίπου ανέργους, οι οποίοι, επειδή δεν μισθοδοτούνται, δεν συμβάλλουν στην αναθέρμανση της οικονομίας. Πρότεινα λοιπόν την πρόσληψη όλων τους στο δημόσιο, με μισθούς 2009.
Και ενώ επιχειρηματολογούσα -πολύ σοβαρά μάλιστα- για τα «οικονομικά αποτελέσματα» μίας τέτοιας κίνησης, πετάγεται από την καρέκλα του «τρελαμένος» αυτή τη φορά ο συνομιλητής μου και με ρωτάει με απόγνωση: «Και πού θα βρούμε τα λεφτά;».
Κώστας Κούρκουλος-http://metarithmisi.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου