Τέλος πάντων...
Στο τέλος του βιβλίου μια σημείωση
με κόκκινη μπογιά γράφει: 7/9/2009. Ηταν Κυριακή, μέρα των τελευταίων
ευρωεκλογών. Το ξεφύλλιζα στις ώρες της ανίας του δικαστικού αντιπροσώπου.
Απ’ αυτήν την ποιητική συλλογή μεταφέρω κάποιους στίχους και φράσεις
υπογραμμισμένες στο βιβλίο, έτσι ξεκάρφωτα και φορές ακατανόητα για τον
αναγνώστη και για το λόγο ότι την ποίηση του Π.Μ. (μετά μουσικής) θα
διαβάζαμε στην οδό της Ερατούς, την 20η
Αυγούστου, μνήμη προφήτου Σαμουήλ, Ηλιοδώρου, Φωτεινής, Λουκίου. Η εκδήλωση
ανεβλήθη (μήπως είναι κι ο προσχηματικός λόγος της τελικής ματαίωσης) για
καλύτερες εποχές χρωμάτων στα φύλλα στις ένθεν κι ένθεν της οδού φλαμουριές. Ας
μην ονομάσουμε το λόγο αυτής της αναβολής, ότι στις κρίσεις μας κατά των
έμμισθων υπηρετών μας στη διοίκηση γενικώς, είμαστε λίαν, αλίμονο, αυστηροί και
φτάνουμε κάποιες φορές στην υπερβολή.
***
«...άπορα πόριμος»
Αισχύλου Προμηθέας δεσμώτης
Είμαστε τα
ταξίδια που αρνηθήκαμε
Πως γίνεται
λοιπόν με το ‘να χείλι να μιλήσεις
Και πέντε
λέξεις θα ‘θελε να πει,
και πέντε
λέξεις είναι βαριές κι ατίμητες
αν έχουν
νόημα καρδιάς αιματωμένο
κι αρκούν
για να ιστορίσουν έναν άνθρωπο,
Οι άλλες
όλες·
υπήρξαν για
να υπάρξουν μόνο οι πέντε
Ερως.
Καιρός. Τα μάτια σου
......
Τυχαία ώρα.
Τυχαία πλατεία. Τυχαία Ελλάδα
Πάντως
Κυριακή
τότε που
δέεσαι στο χρόνο να ειρηνέψει
Εξω μακριά
κι απ’ τους ομόγλωσσους
που
διασχίζουν την παλιλλαλία σου αδιάφοροι
απαγορεύειςαποκλείειςοστρακίζεις
γίνεται
λάσπη της ζωής
γίνεται
ιλύς γενέσεως
τρώει η
θάλασσα την άμμο της ζωής μας
πως γίνεται
λοιπόν με το ‘να χείλη να φιλήσεις
Μια αγριάδα
που τρυπάει την άσφαλτο και αντατρεύει
πανηγυρίζει
στη σκιά του γηρασμένου αυτοκινήτου
και προς
τον ήλιο αυθόρμητα κινεί
στον οίνο
των δακρύων σου να τον μουσκεύω
Ο,τι κι αν
πω τα λόγια σου λέω, που με κατέχουν
ΚΙ ο πόθος
πάντοτε σκιρτά σαν πτόρθος διψασμένος
Φιλώ τη
μνήμη του φιλιού σου
και τη
φυλάω πορφυρή στα φύλλα της καρδιάς
Ποιος άλλος
απ’ τον έρωτα στον πόνο νόημα δίνει
το χρόνο
τον περιγελά κι ας μοιάζει ηττημένος
Ποιός λόγος
πιο αιματηρός από το σ’ αγαπάω;
γλυκύπικρον
αμάχανον το όρπετον
Ενα ταξίδι
θα ‘μαι
Ενα ταξίδι ωραίο
Διπλά ωραίο
γιατί έγινε δεν έγινε
μη
λιγοστέψει η νοσταλγία κι η λαχτάρα
που στην
ελέπτολη οργή του
πως κάθε
ζωντανό συλλαβίζει τη ματαιότητα του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου