Του Βασίλη Μαγκλάρα
Σίγουρα «κάτι σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας».
Κάτι… που το πολικό ψύχος που το σκεπάζει, αποτρέπει για χρόνια την απάνθρωπη
«δυσοσμία» του να γίνει αντιληπτή στον πολιτισμένο κόσμο. Κάτι… που η
Σαιξπηρική προσέγγιση του «ΑΜΛΕΤ» φανέρωνε την προδιάθεση της καταγωγής από
τους Βίκινγκς, όσο κι’ αν τα παιδικά αριστουργήματα του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν
προσπάθησαν να γλυκάνουν την παγερή του ψυχοσύνθεση.
Δανία. Αρχές του σωτηρίου-από συνήθεια-έτους 2016 και ο ήλιος αποσύρεται
απογοητευμένος, μιας και δεν κατάφερε ούτε αυτός, να φωτίσει τις σκοτεινές
διαδρομές των ανθρώπων στην κορυφή της Ευρώπης. Η ΔΥΣΗ… για ακόμα μια φορά
νικητής στους κατατρεγμένους που δημιούργησε, εφαρμόζει τους δικούς της κανόνες
και νόμους που επιστρέφουν την ανθρωπότητα στα σκοτάδια της. Η Φιλελεύθερη
κυβέρνηση του Λαρς Λόκε Ράσμουσεν με τη Δεξιά συμμαχία της και τους Σοσιαλδημοκράτες
ακολουθούντες, νομοθετεί ανερυθρίαστα την ανάλγητη συμπεριφορά της στους
απελπισμένους που εξόκειλαν στη γη τους.
Αν και η Λαϊκή Δεξιά στην
προεκλογική της εκστρατεία είχε κάνει σημαία την σκληρή αντιμετώπιση του
προσφυγικού ζητήματος, δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα έφταναν στην κακοήθεια
να λεηλατούν τα κειμήλια ενός ανθρώπινου δράματος. Δεν το χωρούσε ο νους μου
πως η πρόθεση της συντηρητικής κυβέρνησης να κατάσχει από τους πρόσφυγες κάθε
πολύτιμο αντικείμενο ή νομίσματα αξίας πάνω από τριακόσια ευρώ που κουβαλούσαν,
ότι θα γινόταν πράξη. Βέβαια για να συναινέσουν και οι Σοσιαλδημοκράτες και να
μην εισπράξουν μόνοι τους τη διεθνή κατακραυγή, η ακατάσχετη αξία αυξήθηκε στο
φιλεύσπλαχνο ποσό των χιλίων τρακοσίων ευρώ.
Ναι,
σ’ ένα κόσμο κυνηγημένο από τον Τόπο του, χωρίς Πατρίδα, χωρίς Ορίζοντα στη ζωή
του, που πασχίζει να ξεφύγει από το θάνατο, του αφαιρούν βίαια ότι κατάφερε να
διασώσει απ’ τον ξεριζωμό του, από τους δουλεμπόρους, από τις κακουχίες, που
αντιμετώπισε στο μακρινό ταξίδι του. Και όλα αυτά με το πρόσχημα των εξόδων μιας
επτάμηνης παραμονής, σε μια οικονομία που μπορεί εύκολα να φροντίσει κάποιες,
ελάχιστες δέκα-δεκαπέντε χιλιάδες, που
προσάραξαν στη χώρα τους. Ναι, όταν το ΑΕΠ της Δανίας στην ισοτιμία αγοραστικής
δύναμης πλησιάζει τα 40.000 δολάρια κατά κεφαλή και το ονομαστικό τα 56.000
δολάρια, με τους κοινωνικούς δείκτες πολύ ψηλά και την Κοπεγχάγη να θεωρείται
μία από τις καλύτερες πρωτεύουσες του κόσμου για να ζήσει κάποιος. Τότε, αν
αυτό δεν λέγεται περιφρόνηση στις αξίες του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αν αυτό δεν
είναι πρόκληση στην Παγκόσμια Κοινότητα. Αν αυτό δεν αποτελεί κατάφορη
παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των αρχών του ΟΗΕ. Τότε σίγουρα «κάτι
σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας». Κάτι που εντελώς παγερά αποφασίζει
ότι «Δεν υπάρχει καμία Πατρίδα για τους μελλοθανάτους».
Προφανώς
η μυθική θεότητα Μόργκαν (Θεά του πολέμου που την υπηρετούσαν οι Βαλκυρίες
νύμφες ως προπομποί θανάτου)μεταμφιέσθηκε πάλι σε αδηφάγο κοράκι βάζοντας τις
πολιτικές «Βαλκυρίες» να προπέμψουν τα ανήμπορα θύματά της.
Την ίδια ώρα λίγες χιλιάδες χιλιόμετρα πιο κάτω στην εσχατιά της Ευρώπης,
οι «παρακατιανοί» της ΕΕ, ανοίγουν μια ανθρώπινη αγκαλιά στου κόσμου την
καταφυγή.
Μια
μικρή Χώρα στα σύνορα της κόλασης, με καταστρεμμένη οικονομία, με κοινωνικό
ιστό σε αποσύνθεση, τυλίγει στα κουρέλια της όσους ξεβράζει η θάλασσα. Αφήνοντας
την «πολιτική» του «λιάζονται…» και του «εξαφανίζονται…» στην αντιμετώπιση του
μεταναστευτικού προβλήματος, σμίγει τις αγωνιώδεις προσπάθειες του κ. Μουζάλα
με τις γιαγιάδες της Λέσβου, με τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των Λιμενικών, με
τους χιλιάδες εθελοντές και «κάνοντας τα νησιά της βάρκα…» παλεύει με τα
στοιχεία της φύσης και τους δουλεμπόρους, για να μην προλάβει ο θάνατος τους
απελπισμένους…
Ελλάδα.
Καταμεσής του Πέλαγους, μόνη με την Παγκόσμια αδιαφορία, με τους κοινοτικούς
της εταίρους να τραβούν την ουρά τους απ’ έξω, με την οικονομία της και την
κοινωνία της στα βράχια, κρατά τον Αιγαιοπελαγίτικο ΗΛΙΟ μακριά από τη ΔΥΣΗ
του. Ίσως γιατί οι αρχέγονες εντολές που έχει πάρει από τον Ξένιο Δία. Ίσως
γιατί ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ της δεν έχει αντίκρισμα σε αργύρια, αλλά σε χτύπους καρδιάς.
Ίσως γιατί της έρχονται στο νου τα λόγια του Ποιητή. «Από τις ανάσες που ξέβρασε η θάλασσα. Έφερα τη ζωή μου ως εδώ-Χαρακιά
πικρή στην άμμο που θα σβήσει- Όποιος είδε δυό μάτια ν’ αγγίζουν τη σιωπή του-
Κι’ έσμιξε τη λιακάδα τους κλείνοντας χίλιους κόσμους…». (Οδυσσέας
Ελύτης).
Μαγκλάρας Βασίλης
magklarasvas@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου