Το εγχείρημα της Αντικαπιταλιστικής Αριστερής Συνεργασίας για την Ανατροπή, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην οποία συσπειρώθηκαν 11 οργανώσεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς, έχει σημαντικά πλεονεκτήματα και αποτελεί την πιο φερέγγυα λύση για κάθε κομμουνιστή, για κάθε αριστερό ριζοσπάστη. Ποια θα πρέπει να είναι η στάση των κομμουνιστών και άλλων αριστερών αντικαπιταλιστών πολιτών στις ευρωεκλογές της 7ης του Ιούνη;
Κατ' αρχήν μια θεμιτή και καθ' όλα σεβαστή στάση είναι εκείνη της αποχής από την εκλογική διαδικασία, στο βαθμό που αυτή υποδηλώνει τόσο την αντίθεση στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα όσο και την αναποτελεσματικότητα των εκλογών και των θεσμών, όπως το ευρωκοινοβούλιο, που προκύπτουν από αυτές και τούτο από τη σκοπιά της ανατροπής της κυρίαρχης καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Τη στάση αυτή θα επιλέξουν, όπως πάντοτε, οι συνιστώσες του αντιεξουσιαστικού-αναρχικού χώρου, οι οποίες και αποτελούν κομμάτι της ριζοσπαστικής Αριστεράς, με το οποίο, παρά τις όποιες διαφωνίες, θα πρέπει να επιδιώκεται η συνεργασία στο πεδίο των μαζικών αγώνων.
Την ίδια στάση είναι πολύ πιθανόν να ακολουθήσουν και πολλοί άλλοι κυρίως νέοι, απογοητευμένοι, τόσο από τα κόμματα εξουσίας όσο και από την κυρίαρχη Αριστερά. Και ανάμεσά τους υπάρχουν πολλοί που αύριο μπορεί να ενταχθούν σε ένα μαζικό κίνημα αντικαπιταλιστικής αντίστασης και ανατροπής.
Για όσους εκτιμούν ότι και οι εκλογές αποτελούν ένα, δευτερεύον έστω, μέσο πάλης υπάρχουν διάφορες επιλογές.
Μία από αυτές είναι το ΠΑΣΟΚ σαν το μη χείρον βέλτιστο σε σχέση με τη Ν.Δ. Όμως η παγκόσμια εμπειρία αλλά και το πρόσφατο ελληνικό παρελθόν της σοσιαλδημοκρατίας, μάλλον αποδεικνύουν ότι ακριβώς επειδή ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί τη σύγχρονη έκφραση του καπιταλισμού, όσοι, όπως το ΠΑΣΟΚ, δεν θέτουν σε αμφισβήτηση τον καπιταλισμό, μετατρέπονται και οι ίδιοι σε διεκπεραιωτές της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Αυτό συμβαίνει και με το ΠΑΣΟΚ. Έτσι τα μόνα αριστερά στοιχεία που του απέμειναν, είναι ο ψευδεπίγραφος σοσιαλιστικός του τίτλος και ένας αριστερός λαϊκός κόσμος που το ακολουθεί μη έχοντας συνειδητοποιήσει ότι έχει μετατραπεί σε πράσινη Δεξιά.
Μια άλλη επιλογή είναι οι Οικολόγοι. Η δημοσκοπική και όχι μόνο προβολή τους από τα μέσα του συστήματος, σε συνδυασμό με τη συντηρητική μετάλλαξή τους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μάλλον σαν στημένο και ελεγχόμενο από το σύστημα κυματοθραύστη της λαϊκής δυσαρέσκειας μπορεί να τους χαρακτηρίσει, παρά σαν δύναμη ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Απομένουν τα αριστερά σχήματα ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, μεμονωμένες δυνάμεις της Αριστεράς όπως το Μ-Λ ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Οι δυνάμεις αυτές λόγω των πραγματικών ουσιαστικών διαφορών τους είναι αδύνατον να υλοποιήσουν την πτυχή της προτροπής του σεβάσμιου αγωνιστή της Αριστεράς Μανώλη Γλέζου για κοινή κάθοδο στις εκλογές. Παρ' όλα αυτά η πρόταση Γλέζου δεν είναι ούτε «θέμα για επιθεωρήσεις», όπως έσπευσε να τη χαρακτηρίσει για να την απαξιώσει η Αλέκα Παπαρήγα, ούτε υλοποιείται μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως δήλωσε με περίσσια δόση αλαζονείας ο Αλέξης Τσίπρας. Αντίθετα, όχι μόνον εκφράζει τον πόθο πολλών αγνών αριστερών, αλλά κυρίως την επιτακτική αναγκαιότητα κοινής, παρά τις διαφορές, δράσης ενάντια στη νεοφιλελεύθερη αντιλαϊκή λαίλαπα. Ως εκ τούτου με αυτήν τη μορφή θα πρέπει να υιοθετηθεί και να σφυρηλατηθεί στο πεδίο των καθημερινών αγώνων και τούτο πέρα από τις όποιες εκλογικές συνεργασίες. Μπροστά λοιπόν σε αυτήν τη διασπασμένη εκ των πραγμάτων Αριστερά τι να επιλέξει κάποιος που πρεσβεύει την ανατροπή του καπιταλισμού και την επικράτηση της κατώτερης φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας, του σοσιαλισμού;
Ο ΣΥΡΙΖΑ και πιο ειδικά η κύρια συνιστώσα του, ο Συνασπισμός, παρά την αριστερή στροφή του στη μετά Κωνσταντόπουλο εποχή, συνεχίζει να αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από ΠΑΣΟΚους με πολιτικά, κι ακόμη από βαθύτατα συντηρητικές δυνάμεις, όπως με τον πιο περίτρανο τρόπο αποδείχτηκε πρόσφατα στον χώρο των πανεπιστημιακών. Στην κάθε περίπτωση, ακόμη και η κυρίαρχη αριστερή συνιστώσα του δεν προχωρεί πέρα από μια αντινεοφιλελεύθερη στάση και τελικά πέρα από την ουτοπία ενός καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο. Πιο ειδικά, ο φιλοευρωπαϊκός προσανατολισμός του είναι τέτοιος που ούτε την από μέρους του επικρότηση της συνθήκης του Μάαστριχτ δεν τολμά να αναιρέσει.
Το ΚΚΕ παρά τις θετικές διακηρύξεις του περί αναγκαιότητας του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, παρά το ότι είναι αναμφίβολα η πλέον μαζική οργανωμένη αριστερή δύναμη αντίστασης, παρά τη σαφή του στάση ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, με αποκορύφωμα το 18ο Συνέδριό του, έχει περάσει στην πλέον σεχταριστική περίοδο της μεταπολεμικής του ιστορίας. Ο απομονωτισμός και η αντιμετωπική τακτική τού έχει γίνει δεύτερη φύση. Η ίδια η έννοια της Αριστεράς αμφισβητείται από επιφανή στελέχη του για να καταδειχτεί και με αυτόν τον τρόπο η μοναδικότητά του. Πρόσφατα, επικύρωσε με τον πλέον επίσημο τρόπο τη σταλινική του στροφή αποδεικνύοντας ότι το όραμά του για το μέλλον είναι και οι πλέον σκοτεινές πτυχές του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Τέλος, κατά τη διάρκεια του νεολαιίστικου ξεσπάσματος του Δεκέμβρη, εκδήλωσε έντονα συντηρητικά χαρακτηριστικά θέτοντας σε αμφισβήτηση τον όποιο μέχρι σήμερα ριζοσπαστικό του χαρακτήρα. Έτσι διέψευσε τις προσδοκίες που δημιούργησε σε ορισμένους από εμάς, μετά την έστω και άδηλη αυτοκριτική του απέναντι στα ατοπήματα της κυβέρνησης Τζαννετάκη και της ίδρυσης του Συνασπισμού, την προβολή της εναλλακτικής του σοσιαλισμού, τα όποια άτολμα έστω ανοίγματά του σε δυνάμεις πέρα από το ίδιο, τη δειλή έστω ανοχή της κριτικής στάσης απέναντι στον «υπαρκτό».
Οι διάφοροι μοναχικοί καβαλάρηδες της Αριστεράς τύπου ΜΛ-ΚΚΕ, παρά τη συνέπειά τους στο πεδίο των καθημερινών αγώνων, συνέπεια η οποία αφορά και τη μετωπική τους στάση στις μάχες του μαζικού κινήματος, εκτός του ότι δεν απέχουν ουσιαστικά πολύ από την πρόσφατη ανάλυση του ΚΚΕ περί «υπαρκτού», παρά την κρισιμότητα των καιρών, φαίνεται να θέτουν υπεράνω όλων την καθαρότητα του μικρομάγαζού τους.
Το εγχείρημα της Αντικαπιταλιστικής Αριστερής Συνεργασίας για την Ανατροπή, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην οποία συσπειρώθηκαν 11 οργανώσεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς έχει σημαντικά πλεονεκτήματα και αποτελεί την πιο φερέγγυα λύση για κάθε κομμουνιστή, για κάθε αριστερό ριζοσπάστη.
* Η συγκρότησή του και μόνον αποτελεί απτή απόδειξη μιας αντισεχταριστικής στάσης, απόδειξη κατανόησης της αναγκαιότητας συγκρότησης ενός αντικαπιταλιστικού-αντιιμπεριαλιστικού μετώπου.
* Οι συνιστώσες της έχουν αποδείξει με τη στάση τους στους μαζικούς αγώνες και πιο ειδικά με τη στάση τους τον τελευταίο Δεκέμβρη ότι το κύριο μέλημά τους δεν είναι να καθησυχάσουν τους «φιλήσυχους πολίτες», αλλά να πλήξουν και τελικά να ανατρέψουν το σύστημα.
* Οι ίδιες συνιστώσες αντιμετωπίζουν κριτικά τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» και ταυτόχρονα έχουν ανοίξει διάλογο για τον σοσιαλισμό του μέλλοντός μας.
* Οι θέσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενάντια στην Ε.Ε. είναι σαφέστατες θέτοντας ξεκάθαρα και το ζήτημα της αποδέσμευσης από αυτήν.
* Οι σύντροφοι που συγκροτούν τους ηγετικούς πυρήνες των οργανώσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ειδικότερα εκείνοι του ΝΑΡ, για την ιστορική ηγεσία του οποίου τυχαίνει να έχω ιδία αντίληψη, είναι γνήσιοι αγωνιστές της κομμουνιστικής Αριστεράς, οι οποίοι δεν θρέφονται από την πολιτική, όπως οι γραφειοκράτες, αλλά υπηρετούν ανιδιοτελώς την υπόθεση στην οποία έχουν ταχθεί.
Βεβαίως, η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μόνον η αρχή μιας επίπονης διαδικασίας, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει ούτε τις δυνατότητες διείσδυσής της σε ευρύτερες λαϊκές μάζες ούτε την ίδια τη συνέπεια όλων των συνιστωσών της. Πάντως με τα σημερινά δεδομένα η εκλογική και κυρίως η μετεκλογική στήριξή της αποτελεί μια έντιμη, ξεκάθαρα αντικαπιταλιστική, συγκρουσιακή, μετωπική, αντισεχταριστική στάση, μια επένδυση ελπίδας για το κόκκινό μας μέλλον.
Την ίδια στάση είναι πολύ πιθανόν να ακολουθήσουν και πολλοί άλλοι κυρίως νέοι, απογοητευμένοι, τόσο από τα κόμματα εξουσίας όσο και από την κυρίαρχη Αριστερά. Και ανάμεσά τους υπάρχουν πολλοί που αύριο μπορεί να ενταχθούν σε ένα μαζικό κίνημα αντικαπιταλιστικής αντίστασης και ανατροπής.
Για όσους εκτιμούν ότι και οι εκλογές αποτελούν ένα, δευτερεύον έστω, μέσο πάλης υπάρχουν διάφορες επιλογές.
Μία από αυτές είναι το ΠΑΣΟΚ σαν το μη χείρον βέλτιστο σε σχέση με τη Ν.Δ. Όμως η παγκόσμια εμπειρία αλλά και το πρόσφατο ελληνικό παρελθόν της σοσιαλδημοκρατίας, μάλλον αποδεικνύουν ότι ακριβώς επειδή ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί τη σύγχρονη έκφραση του καπιταλισμού, όσοι, όπως το ΠΑΣΟΚ, δεν θέτουν σε αμφισβήτηση τον καπιταλισμό, μετατρέπονται και οι ίδιοι σε διεκπεραιωτές της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Αυτό συμβαίνει και με το ΠΑΣΟΚ. Έτσι τα μόνα αριστερά στοιχεία που του απέμειναν, είναι ο ψευδεπίγραφος σοσιαλιστικός του τίτλος και ένας αριστερός λαϊκός κόσμος που το ακολουθεί μη έχοντας συνειδητοποιήσει ότι έχει μετατραπεί σε πράσινη Δεξιά.
Μια άλλη επιλογή είναι οι Οικολόγοι. Η δημοσκοπική και όχι μόνο προβολή τους από τα μέσα του συστήματος, σε συνδυασμό με τη συντηρητική μετάλλαξή τους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μάλλον σαν στημένο και ελεγχόμενο από το σύστημα κυματοθραύστη της λαϊκής δυσαρέσκειας μπορεί να τους χαρακτηρίσει, παρά σαν δύναμη ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Απομένουν τα αριστερά σχήματα ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, μεμονωμένες δυνάμεις της Αριστεράς όπως το Μ-Λ ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Οι δυνάμεις αυτές λόγω των πραγματικών ουσιαστικών διαφορών τους είναι αδύνατον να υλοποιήσουν την πτυχή της προτροπής του σεβάσμιου αγωνιστή της Αριστεράς Μανώλη Γλέζου για κοινή κάθοδο στις εκλογές. Παρ' όλα αυτά η πρόταση Γλέζου δεν είναι ούτε «θέμα για επιθεωρήσεις», όπως έσπευσε να τη χαρακτηρίσει για να την απαξιώσει η Αλέκα Παπαρήγα, ούτε υλοποιείται μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως δήλωσε με περίσσια δόση αλαζονείας ο Αλέξης Τσίπρας. Αντίθετα, όχι μόνον εκφράζει τον πόθο πολλών αγνών αριστερών, αλλά κυρίως την επιτακτική αναγκαιότητα κοινής, παρά τις διαφορές, δράσης ενάντια στη νεοφιλελεύθερη αντιλαϊκή λαίλαπα. Ως εκ τούτου με αυτήν τη μορφή θα πρέπει να υιοθετηθεί και να σφυρηλατηθεί στο πεδίο των καθημερινών αγώνων και τούτο πέρα από τις όποιες εκλογικές συνεργασίες. Μπροστά λοιπόν σε αυτήν τη διασπασμένη εκ των πραγμάτων Αριστερά τι να επιλέξει κάποιος που πρεσβεύει την ανατροπή του καπιταλισμού και την επικράτηση της κατώτερης φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας, του σοσιαλισμού;
Ο ΣΥΡΙΖΑ και πιο ειδικά η κύρια συνιστώσα του, ο Συνασπισμός, παρά την αριστερή στροφή του στη μετά Κωνσταντόπουλο εποχή, συνεχίζει να αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από ΠΑΣΟΚους με πολιτικά, κι ακόμη από βαθύτατα συντηρητικές δυνάμεις, όπως με τον πιο περίτρανο τρόπο αποδείχτηκε πρόσφατα στον χώρο των πανεπιστημιακών. Στην κάθε περίπτωση, ακόμη και η κυρίαρχη αριστερή συνιστώσα του δεν προχωρεί πέρα από μια αντινεοφιλελεύθερη στάση και τελικά πέρα από την ουτοπία ενός καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο. Πιο ειδικά, ο φιλοευρωπαϊκός προσανατολισμός του είναι τέτοιος που ούτε την από μέρους του επικρότηση της συνθήκης του Μάαστριχτ δεν τολμά να αναιρέσει.
Το ΚΚΕ παρά τις θετικές διακηρύξεις του περί αναγκαιότητας του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, παρά το ότι είναι αναμφίβολα η πλέον μαζική οργανωμένη αριστερή δύναμη αντίστασης, παρά τη σαφή του στάση ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, με αποκορύφωμα το 18ο Συνέδριό του, έχει περάσει στην πλέον σεχταριστική περίοδο της μεταπολεμικής του ιστορίας. Ο απομονωτισμός και η αντιμετωπική τακτική τού έχει γίνει δεύτερη φύση. Η ίδια η έννοια της Αριστεράς αμφισβητείται από επιφανή στελέχη του για να καταδειχτεί και με αυτόν τον τρόπο η μοναδικότητά του. Πρόσφατα, επικύρωσε με τον πλέον επίσημο τρόπο τη σταλινική του στροφή αποδεικνύοντας ότι το όραμά του για το μέλλον είναι και οι πλέον σκοτεινές πτυχές του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Τέλος, κατά τη διάρκεια του νεολαιίστικου ξεσπάσματος του Δεκέμβρη, εκδήλωσε έντονα συντηρητικά χαρακτηριστικά θέτοντας σε αμφισβήτηση τον όποιο μέχρι σήμερα ριζοσπαστικό του χαρακτήρα. Έτσι διέψευσε τις προσδοκίες που δημιούργησε σε ορισμένους από εμάς, μετά την έστω και άδηλη αυτοκριτική του απέναντι στα ατοπήματα της κυβέρνησης Τζαννετάκη και της ίδρυσης του Συνασπισμού, την προβολή της εναλλακτικής του σοσιαλισμού, τα όποια άτολμα έστω ανοίγματά του σε δυνάμεις πέρα από το ίδιο, τη δειλή έστω ανοχή της κριτικής στάσης απέναντι στον «υπαρκτό».
Οι διάφοροι μοναχικοί καβαλάρηδες της Αριστεράς τύπου ΜΛ-ΚΚΕ, παρά τη συνέπειά τους στο πεδίο των καθημερινών αγώνων, συνέπεια η οποία αφορά και τη μετωπική τους στάση στις μάχες του μαζικού κινήματος, εκτός του ότι δεν απέχουν ουσιαστικά πολύ από την πρόσφατη ανάλυση του ΚΚΕ περί «υπαρκτού», παρά την κρισιμότητα των καιρών, φαίνεται να θέτουν υπεράνω όλων την καθαρότητα του μικρομάγαζού τους.
Το εγχείρημα της Αντικαπιταλιστικής Αριστερής Συνεργασίας για την Ανατροπή, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην οποία συσπειρώθηκαν 11 οργανώσεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς έχει σημαντικά πλεονεκτήματα και αποτελεί την πιο φερέγγυα λύση για κάθε κομμουνιστή, για κάθε αριστερό ριζοσπάστη.
* Η συγκρότησή του και μόνον αποτελεί απτή απόδειξη μιας αντισεχταριστικής στάσης, απόδειξη κατανόησης της αναγκαιότητας συγκρότησης ενός αντικαπιταλιστικού-αντιιμπεριαλιστικού μετώπου.
* Οι συνιστώσες της έχουν αποδείξει με τη στάση τους στους μαζικούς αγώνες και πιο ειδικά με τη στάση τους τον τελευταίο Δεκέμβρη ότι το κύριο μέλημά τους δεν είναι να καθησυχάσουν τους «φιλήσυχους πολίτες», αλλά να πλήξουν και τελικά να ανατρέψουν το σύστημα.
* Οι ίδιες συνιστώσες αντιμετωπίζουν κριτικά τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» και ταυτόχρονα έχουν ανοίξει διάλογο για τον σοσιαλισμό του μέλλοντός μας.
* Οι θέσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενάντια στην Ε.Ε. είναι σαφέστατες θέτοντας ξεκάθαρα και το ζήτημα της αποδέσμευσης από αυτήν.
* Οι σύντροφοι που συγκροτούν τους ηγετικούς πυρήνες των οργανώσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ειδικότερα εκείνοι του ΝΑΡ, για την ιστορική ηγεσία του οποίου τυχαίνει να έχω ιδία αντίληψη, είναι γνήσιοι αγωνιστές της κομμουνιστικής Αριστεράς, οι οποίοι δεν θρέφονται από την πολιτική, όπως οι γραφειοκράτες, αλλά υπηρετούν ανιδιοτελώς την υπόθεση στην οποία έχουν ταχθεί.
Βεβαίως, η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μόνον η αρχή μιας επίπονης διαδικασίας, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει ούτε τις δυνατότητες διείσδυσής της σε ευρύτερες λαϊκές μάζες ούτε την ίδια τη συνέπεια όλων των συνιστωσών της. Πάντως με τα σημερινά δεδομένα η εκλογική και κυρίως η μετεκλογική στήριξή της αποτελεί μια έντιμη, ξεκάθαρα αντικαπιταλιστική, συγκρουσιακή, μετωπική, αντισεχταριστική στάση, μια επένδυση ελπίδας για το κόκκινό μας μέλλον.