«...Εις την επάνω ενορίαν, εκεί άνωθεν του Βράχου, εβασίλευεν ο φοβερός
Τσηλότατος. Ήτο υψηλός, όσον και ο βράχος, εφ’ ου είχε τον θρόνον του,
σγουρομάλλης, ακτένιστος, ξεσκούφωτος, ξυπόλυτος, και αποτρόπαιος. Ήτο
αυτός ο ανεγνωρισμένος αρχηγός των μαγκών της Άνω Ενορίας και όλου του
χωρίου. Τα δύο ποδάρια του ήσαν χονδρά, μελαψά και πλατέα, ως δύο
κατάρτια. Εφόρει παρδαλήν φανέλαν, ήτις ήτο άμα το υποκάμισον και το
επανωφόρι του, και κοντόν πανταλόνι, χειμώνα και θέρος. Άδειαν δεν είχε,
παιδί ή νέος ή γέρος να περάση απ’ εκεί σιμά εις τον βράχον, εξουσίαν
δεν είχε γριά ή νέα να πάγη εις την βρύσιν με την στάμναν της. Ήτο ως
δεκαεπτά ετών και ήτο φοβερός σκιάς ήδη. Εφορολόγει τας γραίας, τας
οικοκυράς, τας πτωχάς χήρας. Αν δεν του έδιδε μερδικό από τα φουρνιάτικα
η Γαρουφαλιά, η φουρναρού, δεν της επέτρεπε να ψήσει τα ψωμιά. Έβαλλε
φωτιά εις τα κλαδιά και τα έκαιεν, εις το προαύλιον του φούρνου..»
Ανήμερα των Φώτων την εθνική οδό, ας την πούμε έτσι, Κοζάνης – Αιανής
(ιστορική πρωτεύουσα του Δήμου η αρχαία πόλις αλλά αμέσως μετά τη
Λευκοπηγή με τον ευρωστότερο πλάτανο των Βαλκανίων ανακηρυγμένον ήδη
μνημείο της φύσεως δια αποφάσεως της Περιφερειακής Διοικήσεως)
κατελάμβανον σε όλο της το πλάτος οι κ κ. «Μωμόγεροι» της Κοινότητος
Πρωτοχωρίου.
Με τις εντυπωσιακές αρχαιονεοελληνικές, καρναβαλικές
ενδυμασίες-στολές τους αλά Μποστ τις απαστράπτουσες, φεγγοβολούσες
περικεφαλαίες (κάτι τέτοιες ετρόμαξαν τον Αστυάνακτα υιόν Εκτορος και
χώθηκε στο στήθος της μητρός Ανδρομάχης) με τα στρογγύλα καθρεφτάκια (
θυμίζουν αυτά που έδιναν στους ιθαγενείς οι εξερευνητές) και τα άλλα
τους εξαρτήματα· τους ημιπολεμικούς χορούς, τις φωνές – κραυγές και τα
ευλύγιστα καμώματα με τα οποία προκαλούν τον θαυμασμό των ακροατών στους
δρόμους και τις πλατείες, σταματούσαν κάθε διερχόμενο όχημα και το
εφορολογούσαν, ήγουν επέβαλλον τέλος διελεύσεως στο κύριον οδηγόν προς
μεγάλην δυσφορίαν της κυρίας συνοδηγού. Διαφορετικά δεν περνούσε. Δεν
ξέρω την καταγωγή του λαϊκού αυτού δρώμενου (τι απαίσια ήδη λέξη) και
των τελών, οιονεί ευκαιριακών διοδίων.
Αν το συμβάν έχει βαθύτερες και του Πλατάνου ρίζες στην ιστορία και
την παράδοσιν δεν το γνωρίζω, όμως η ούτω πως «φορολογία έχει μίαν
συγγένεια (ας το παραφιλολογήσωμεν το πράγμα κάπως) με τον αξιότιμον
κύριον Μήτρον «Τσηλότατον» (εκ του Υψηλότατος ίσως στη γλώσσα του Μανόλη
το Ταπόι και των νεαρών μαγκών) γιατρόν, ήρωαν του διηγήματος του Αλεξ.
Ππδ. «Γουτού Γουπατού», θραύσμα του οποίοι είναι η πρώτη παράγραφος του
παρόντος σκαλαθύρματος.
- Να ‘ναι ευλογημένον.
Ελπίζω κι εύχομαι κι εφέτος να μας σταματήσουν έτσι δια την καληχρονίαν, την ευλογίαν και τον φωτισμόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου