Γράφεις, διορθώνεις, ξαναγράφεις άπειρες φορές τις λέξεις στο κείμενο. Στη μάχη της παραγράφου εξοβελίζεις αδίστακτα, όσα έχεις την παραμικρή υποψία πως περιττεύουν. Βλέπεις και ξαναβλέπεις τους χαρακτήρες, τις μεταφορές, τις φωλιές των κρυφών νοημάτων. Μα κάποια στιγμή κουράζεσαι από την υπερβολική δόση. Θεωρείς πως δεν παίρνει άλλο. Όπως όταν στρίβεις τη βίδα με την πένσα και αισθάνεσαι ότι έχει καργάρει. Το πιστοποιούν οι πόνοι στις παλάμες και τις αρθρώσεις των δαχτύλων. Είναι μια ευλογημένη στιγμή. Γιατί αναγκάζεσαι να το πεις: Τυπωθήτω. «Η σκόνη του κόσμου όταν γκρεμίζεται», από τις φιλόξενες Εκδόσεις Μεταίχμιο, από αύριο στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων.
Ένα παιχνίδι χωρίς όρια ανάμεσα στη δύναμη της θέλησης και τις παγίδες της Ιστορίας με φόντο τον ελληνικό Εμφύλιο.
Από ορίζοντα σε ορίζοντα, φεγγάρι στο φεγγάρι σε μια πορεία γεμάτη ενέδρες, στρατό και παρακρατικούς οι τελευταίοι των τελευταίων του Εμφυλίου θα παραδοθούν ή θα εξοντωθούν με τις αλλεπάλληλες προδοσίες, όταν ο φόβος γκρεμίζει τις αδύναμες ψυχές. Η ελπίδα του οράματος, η πατρίδα, η επανάσταση, το μίσος και η επιθυμία για εκδίκηση, το αίμα και ο θάνατος στρώνουν τη λάσπη στο θέατρο του πολέμου και μετατρέπουν τους πρωταγωνιστές του δράματος σε μια ασήμαντη χαρακιά στο άγριο σκηνικό της βορειοελλαδικής ενδοχώρας.
***
«Ώρες ώρες κι εγώ λέω πως όλα είναι μάταια. Πώς το μελάνι να χαράξει το σκοτωμένο αίμα στη σελίδα; Το δίκιο και τo άδικο τίμια να μοιράσει; Ποιος μπόρεσε τις λέξεις σαν το αμύγδαλο να σπάσει με την πέτρα κι η ψίχα του ανείπωτου σαν ήλιος πρωινός να λάμψει μπροστά μας; Ένα κενό, με λόγια σκεπασμένο, πάντα θα χάσκει. Πολλές οι φωνές. Κι οι αλήθειες άλλες τόσες. Προσπαθώ να μην αδικήσω καμιά. Μα η πιο βαθιά αλήθεια, η πιο μεγάλη, σαν το φεγγάρι μέσα στην άλω κρύβεται. Όλοι το δείχνουν με το δάχτυλο, μα κείνο σαν τον κλέφτη στην ομίχλη πάντα θα γλιστρά. Ποιο στόμα τάχα θα την πει;»
Απόσπασμα από το βιβλίο
1 σχόλιο:
Καλοτάξιδο Μακη
Δημοσίευση σχολίου