ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. ιγ΄, 10-17)
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ πολύτιμα δῶρα, ποὺ ἔδωκε ὁ
Θεός στοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ὁ χρόνος τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Ὁ χρόνος
δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό μαζὶ με τὸν κόσμο. Εἶναι βέβαια
δύσκολο γιὰ μᾶς νὰ συλλάβουμε τὶ εἶναι στὴν οὐσία του ὁ χρόνος καὶ
ἀδύνατο νὰ καταλάβουμε πῶς τὸν δημιούργησε ὁ Θεός. Ἐκεῖνο ποὺ εὐκολώτερα
μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε εἶναι πόσο ἀπαραίτητος εἶναι ὁ χρόνος γιὰ τὸν
βίο μας. Ὅλοι μας ξέρουμε ὅτι ὁ χρόνος σταματᾶ, ὅταν κάποιος πεθαίνει.
Χωρὶς τὸν χρόνο δὲν ὑπάρχει ἐπίγεια ζωή.
Αὐτὴ καὶ μόνον ἡ σκέψη εἶναι
ἱκανὴ νὰ μᾶς δείξη τὴν μεγάλη ἀξία τοῦ χρόνου.
Αὐτὸ τὸ ἀνεκτίμητο δῶρο μᾶς τὸ πρόσφερε ὁ
Θεός μ’ ἕνα σκοπό: νὰ τὸ ἀξιοποιήσουμε κατάλληλα, ὥστε νὰ γίνη ἡ
γέφυρα, γιὰ νὰ περάσουμε ἀπὸ τὴν προσωρινὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ κόσμου στὴν
αἰώνια ζωή τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ καθένας μας εἶναι ὑπεύθυνος ἀπέναντι
στὸν Θεό. Ἔχει χρέος νὰ μὴν σπαταλᾶ ἄσκοπα τὸν χρόνο τοῦ βίου του, ἀλλὰ
νὰ τὸν χρησιμοποιῆ πρωτίστως γιὰ τὴ σωτηρία του καὶ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν
ἄλλων ἀνθρώπων.
Ποιὸς ὅμως εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος νὰ
ἀξιοποιῆ ἕνας χριστιανὸς τὸν καθημερινό του χρόνο; Αὐτὸ μᾶς τὸν δείχνει ὁ
ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ γιὰ τὸν κάθε χριστιανὸ τὸ τέλειο
πρότυπο. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα γιὰ τὸ πῶς ὁ Κύριός μας
ἀξιοποιοῦσε τὸν χρόνο μιᾶς ἡμέρας ἀποτελεῖ ἡ διήγηση τῆς σημερινῆς
εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς πληροφορεῖ γιὰ
τὸ πῶς πέρασε ὁ Χριστὸς μία ἡμέρα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, καὶ μάλιστα
τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, ποὺ ἦταν ἐπίσημη γιὰ τοὺς Ἑβραίους. Ἡ ἡμέρα αὐτὴ
στὰ χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν ἀφιερωμένη στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ,
ὅπως τὸ ξέρουμε ἀπὸ τὴν τετάρτη ἐντολὴ τοῦ Δεκαλόγου: «Ἕξ ἡμέρας ἐργᾷ
καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ
Θεῷ σου». Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν ἴδια του τὴ ζωή ἑρμηνεύει τὴν ἐντολή
αὐτὴ κατὰ τὸν πιὸ αὐθεντικὸ τρόπο.
Συγχρόνως ὅμως δίνει καὶ σὲ μᾶς
ἀξιομίμητο παράδειγμα γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε νὰ ἀξιοποιοῦμε σωστὰ τὴν
ἐπίσημη ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν
Κυριακή. Ἡ μεταφορὰ αὐτὴ ἔγινε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος
διάλεξε τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς, γιὰ νὰ νικήση τὸν θάνατο μὲ τὴν ἀνάστασή
του.
Πῶς λοιπόν ἁρμόζει σ’ ἕνα χριστιανὸ νὰ
περνάη τὸν χρόνο τῆς Κυριακῆς; Ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ: Δηλαδή, μιμούμενος τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Κύριος πέρασε τὴν
ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ εὐαγγελιστοῦ, τὴν ἡμέρα
αὐτὴ ὁ Χριστός ἐπισκέφθηκε τὴ Συναγωγή, ὅπου προσευχήθηκε καὶ δίδαξε σὲ
ὅσους βρισκόταν ἐκεῖ. Ὕστερα ἀσχολήθηκε μὲ μία γυναίκα, ποὺ ἦταν ἄρρωστη
γιὰ δεκαοκτώ ὁλόκληρα χρόνια, τὴν συγκύπτουσα. Αὐτὴν τὴ γυναίκα τὴν
ἐθεράπευσε. Ἡ φιλάνθρωπη αὐτὴ πράξη τοῦ Χριστοῦ ἐρέθισε τὸν
ἀρχισυνάγωγο, ὁ ὁποῖος κατηγόρησε τὸν Χριστὸ δημόσια ὅτι παρέβηκε τὸν
Μωσαϊκὸ Νόμο καὶ ἐργάσθηκε τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Ὁ Χριστὸς βρῆκε τότε
τὴν εὐκαιρία νὰ ἀποκαλύψη τὸ ἀληθινὸ νόημα τοῦ Νόμου γιὰ τὴν ἀργία τοῦ
Σαββάτου. Ἐξήγησε ὅτι ἀργία αὐτὴ δὲν σημαίνει ἀπραξία, ἀλλὰ ἔμπρακτη
φιλανθρωπία πρὸς τοὺς πάσχοντες ἀδελφούς.
Ἐμεῖς μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε ὅτι κάθε
Κυριακὴ ὁ πιστὸς χριστιανὸς ὀφείλει νὰ ἐπαναλαμβάνη ὅ,τι ἔκανε ὁ
Χριστός. Ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς εἶναι ἀφιερωμένη στὴν ἀληθινὴ λατρεία τοῦ
Θεοῦ καὶ στὴν πρόθυμη φιλανθρωπία. Ἡ λατρεία στὸν ἅγιο Θεό προσφέρεται
μὲ τὴν ἱερὴ σύναξη τῶν πιστῶν στοὺς ναούς, ὅπου τελεῖται ἡ θεία
Λειτουργία. Ἐκεῖ ὁ Χριστός εἶναι ἐνεργητικὰ παρών μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα
Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους. Ὁ Χριστὸς δέχεται τὶς
προσευχὲς τῶν ἱερέων, ποὺ μετεφέρουν τὶς εὐχαριστίες καὶ τὰ αἰτήματα τῶν
πιστῶν πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Θεό. Ὁ ἴδιος κηρύττει μὲ τὸ στόμα τοῦ
ἱερουργοῦ καὶ εὐλογεῖ τὸν λαό μὲ τὸ χέρι ἐκείνου. Ὁ Χριστὸς πάλι
θαυματουργεῖ καὶ θεραπεύει τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὰ θανατηφόρα τραύματα τῆς
ἁμαρτίας. Αὐτὸ τὸ κάνει προσφέροντας τὸ φάρμακο τῆς ἀθανασίας, δηλαδὴ τὸ
Σῶμά του καὶ τὸ Αἷμά του. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μᾶς δείχνει τὸν
δρόμο γιὰ νὰ ἀξιοποιήσουμε σωστὰ τὸν χρόνο τῆς Κυριακῆς.
Ἕνας χριστιανὸς ὀφείλει κάθε Κυριακὴ νὰ
συμμετέχη ἀπαραίτητα στὴν ἐνοριακὴ σύναξη, ὅπου τελεῖται ἡ Θεία
Λειτουργία. Ὅταν ἀπουσιάζη χωρὶς σοβαρὸ λόγο ἀποδεικνύει ὅτι δὲν ἔχει
ἀκόμη καταλάβει τὶ σημαίνει νὰ εἶναι χριστιανός καὶ ποιὰ εἶναι ἡ
πραγματική του σχέση μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἐπὶ πλέον στερεῖται ὅλα τὰ
μοναδικὰ καὶ ἀπαραίτητα θεῖα δῶρα. Αὐτὰ ποὺ προσφέρονται στὴ Θεία
Λειτουργία, γιὰ νὰ μπορέση νὰ διατηρηθῆ ζωντανὸ καὶ ἐνεργό μέλος τῆς
Ἐκκλησίας.
Ἕνας χριστιανὸς ὀφείλει τὴν Κυριακὴ νὰ
ἀκούη μὲ προσοχὴ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν δέχεται ὡς σπόρο στὴν
καρδιά του, γιὰ νὰ βλαστήσουν καὶ νὰ καρποφορήσουν μέσα του οἱ ἀρετές
τῆς Πίστεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μαζὶ μὲ τὴν ἀκρόαση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν
Ἐκκλησία χρειάζεται νὰ μελετᾶ στὸ σπίτι του καὶ ἄλλα πνευματικὰ βιβλία,
ὅπως εἶναι οἱ βίοι τῶν ἁγίων καὶ οἱ διδαχές τους. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θὰ
καλλιεργῆ τὸν ἑαυτό του καὶ θὰ τὸν προετοιμάζη νὰ δεχθῆ τὴν ἁγιαστικὴ
χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἕνας χριστιανὸς ὀφείλει, τέλος, νὰ
συμμετέχη στὸ θαυματουργικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Πῶς; Μὲ τὸ νὰ κοινωνῆ τὰ
ἄχραντα Μυστήρια, ἀφοῦ προηγουμένως ἐξομολογηθῆ καὶ καθαρισθῆ ἀπὸ τὶς
ἁμαρτίες του. Ἐπίσης εἶναι ἀπαραίτητο νὰ δείχνη ἔμπρακτα τὴν ἀγάπη του
πρὸς τοὺς πάσχοντες ἀδελφούς του. Νὰ ἐπισκέπτεται τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς
πενθοῦντες, τοὺς κατατρεγμένους, ὅσους βρίσκονται σὲ κινδύνους. Νὰ ἐλεῆ
τοὺς φτωχούς καὶ νὰ προσφέρη τὴ βοήθειά του σὲ ὅσους ἔχουν τὴν ἀνάγκη
του.
Ὅταν ὁ χριστιανὸς ζῆ κατ’ αὐτὸν τὸν
τρόπο τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς, ὅταν δηλαδὴ ἐκφράζη ἔμπρακτα τὴν ἀγάπη του
πρὸς τὸν Θεὸ, πρὸς ὅλα τὰ δημιουργήματά του, καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους,
τότε μιμεῖται τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀξιοποιεῖ κατὰ τὸν καλύτερο
τρόπο τὸ μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὸν χρόνο. Ἔτσι ἁγιάζει τὸν χρόνο τῆς
ζωῆς του καὶ κάνει πράξη αὐτὸ ποὺ εὔχεται σὲ κάθε Θεία Λειτουργία ἡ ἁγία
μας Ἐκκλησία: «Τὴν ἡμέραν πᾶσαν τελείαν, ἁγίαν, εἰρηνικὴν καὶ
ἀναμάρτητον παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα». Ἀμήν.
π. Α.Γ.Μ.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου