Όλα τα σενάρια - Το όνομα του νυν υπουργού Οικονομικών Παντοάν, ο οποίος δεν θα μεταβεί σήμερα στο Eurogroup, ακούγεται περισσότερο για την πρωθυπουργία - Οι φόβοι των αναλυτών για κατάρρευση των τραπεζών
Στη
δίνη πολιτική αστάθειας στροβιλίζεται η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της
ευρωζώνης μετά το «όχι» των Ιταλών στο δημοψήφισμα για την συνταγματική
αναθεώρηση με τους οικονομικούς κύκλους της χώρας να δίνουν τον τόνο στο
σκηνικό που θα δημιουργηθεί την επόμενη μέρα.
Το αποτέλεσμα της ιταλικής κάλπης είναι το τρίτο «χτύπημα» που δέχεται η Ευρώπη μετά το Brexit και το «σύνδρομο Τραμπ» με τις αγορές να κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα και να ζυγίζουν όλα τα ενδεχόμενα.
Το «όχι» των Ιταλών σημαίνει επίσης ότι οι ελπίδες της Μέρκελ για ευρωπαϊκή σταθερότητα εξανεμίζονται. Την ίδια ώρα, στο
Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι επικρατεί αναμπουμπούλα. Κυρίως όμως αμφισβητείται η θέση του Ρέντσι ως γραμματέα του κεντροαριστερού κόμματος. Οι Ιταλοί καταψήφισαν τον «όμορφο» Ματέο, ο οποίος δεν έχει εκλεγεί από το λαό, δεσμεύτηκε ωστόσο, ότι θα καταπολεμήσει το κατεστημένο. Οι συμπολίτες του του έδωσαν την ευκαιρία να κυβερνήσει κι όταν άρχισε να υλοποιεί το πρόγραμμά του τότε του "γύρισαν" την πλάτη. Σήμερα το απόγευμα ο Ρέντσι θα υποβάλει την παραίτησή του στον πρόεδρο της Ιταλίας.
Τα σενάρια για την επόμενη μέρα
Βάσει του συντάγματος, ο πρόεδρος της Ιταλίας, Σέρτζιο Ματαρέλα είναι αυτός που ορίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια και έχει πολλές επιλογές.
1. Κυβέρνηση τεχνοκρατών - πιθανό σενάριο
Σε περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης τεχνοκρατών, αυτή θα πρέπει να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης κατά συνέπεια θα πρέπει το τιμόνι της Ιταλίας να αναλάβει ένα πρόσωπο ευρείας αποδοχής με το όνομα του νυν υπουργού Οικονομικών της Ιταλίας, Πιερ Κάρλο Παντοάν, να ακούγεται έντονα τις τελευταίες ώρες. Πρόκειται για έναν πολιτικό που τον σέβονται οι αγορές. Ο Παντοάν δήλωσε δύο ημέρες πριν το δημοψήφισμα ότι ένα "όχι" δεν θα βάλει τη χώρα στο επίκεντρο μιας νέας «καταιγίδας» χρέους, σαν και αυτή που παραλίγο να οδηγήσει τη χώρα στη χρεοκοπία το 2011. Υπάρχουν και άλλα δύο ονόματα που ακούγονται: ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Κάρλο Καλέντα και ο πρόεδρος της Γερουσίας, Πιέτρο Γκράσο.
Η κυβέρνηση αυτή αναμένεται να αναλάβει την κατάρτιση και την υιοθέτηση του προϋπολογισμού του 2017 και την τροποποίηση του εκλογικού νόμου ενόψει πρόωρων εκλογών.
Όμως θα μπορούσε επίσης να ασκήσει εξουσία μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, το 2018, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του λαϊκιστικού Κινήματος των "Πέντε Αστέρων" του Μπέπε Γκρίλο , που ζητά να διεξαχθούν εκλογές το συντομότερο δυνατό.
2. Ο Ρέντσι παραμένει στην εξουσία- Μικρό το ενδεχόμενο
Μετά την παραίτησή του, την οποία ο Ρέντσι πρέπει να υποβάλει στο υπουργικό συμβούλιο, ο Ματαρέλα ενδέχεται να του ζητήσει να σχηματίσει νέα κυβέρνηση.Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του, είτε με μία νέα πλειοψηφία στην οποία θα περιληφθεί και το κόμμα της "Forza Italia" του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες. Όμως, οι δηλώσεις του μετά το εκλογικό αποτέλεσμα δείχνουν πω το ενδεχόμενο αυτό μοιάζει απίθανο. "Η εμπειρία μου ως επικεφαλής της κυβέρνησης σταματά εδώ", δήλωσε ο Ρέντσι ξεκαθαρίζοντας πως το "όχι" είναι καθαρά προσωπικό του αποτυχία .
3. Άμεση διάλυση του Κοινοβουλίου
Είναι το πιο απίθανο σενάριο. Το "Κίνημα των Πέντε Αστέρων", το οποίο οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικητή σε περίπτωση εκλογών με το ισχύον πλειοψηφικό σύστημα, επιδιώκει την προσφυγή στις κάλπες το συντομότερο δυνατόν. Ωστόσο, οι άλλες πολιτικές παρατάξεις είναι αντίθετες με τη διεξαγωγή εκλογών πριν από την επιστροφή σε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα ακριβώς επειδή φοβούνται μια νίκη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Προτιμούν να προηγηθεί η τροποίηση του εκλογικού νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων προς μια αναλογική μορφή. Στα "χέρια" του Ιταλού προέδρου βρίσκεται το σενάριο αυτό. Πρέπει όμως να διασφαλίσει ότι θα υπάρχει πλειοψηφία για τον σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών αν επιθυμεί, όπως πολλοί αναλυτές εκτιμούν, να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές το 2017.
Οι φόβοι των αναλυτών για κατάρρευση των τραπεζών
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ιταλική αλλά και εν γένει την ευρωπαϊκή οικονομία αυτή τη στιγμή προέρχεται από τις ιταλικές τράπεζες, οι οποίες μαστίζονται από υπέρογκα κόκκινα δάνεια και πολλές από αυτές χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Ενωση απαιτούσε πριν από λίγους μήνες από τον Ρέντσι να ακολουθήσει τη μέθοδο του bail in, δηλαδή του κουρέματος των καταθέσεων στις ιταλικές τράπεζες.
Ο Ρέντσι είχε σαφώς δηλώσει στη Μέρκελ ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ στην Ιταλία, η Γερμανία είχε υποχωρήσει και ο Ρέντσι είχε αποφασίσει να καλύψει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών με αυξήσεις κεφαλαίου από την αγορά αλλά και από τον Προϋπολογισμό αν χρειαστεί σπάζοντας τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Μην μπορώντας να αντιδράσει σε μια τέτοια απόφαση, επειδή η Ιταλία είναι μια από τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε υποχωρήσει και καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η δήλωση του Ρέντσι στην Ανγκελα Μέρκελ ότι «αν επιμείνεις στο bail in, πάρε τα κλειδιά και κάνε το εσύ. Εγώ δεν το κάνω».
Τι θα γίνει, όμως, τώρα που θα φύγει ο Ρέντσι, ο οποίος έχει συγκεκριμένο πλάνο αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων;
Οι διεθνείς οικονομικοί αναλυτές φοβούνται ότι η ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών θα είναι πολύ δύσκολη επειδή οι επενδυτές θα φοβηθούν να τοποθετήσουν κεφάλαια σε μια χώρα με πολιτική αστάθεια. Αν οι επενδυτές δεν βάλουν λεφτά, θα χρειαστεί η κυβέρνηση να βάλει σημαντικά κεφάλαια από τον ιταλικό προϋπολογισμό δεδομένου ότι τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται επισήμως στο υπέρογκο ποσόν των 380 δισ. ευρώ. Ανεπισήμως, όμως, οι εκτιμήσεις διεθνών τραπεζιτών τα ανεβάζουν ακόμη και στα 800 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, ο ιταλικός προϋπολογισμός δεν αντέχει τόσο μεγάλο ποσό, καθώς το δημόσιο χρέος της χώρας ξεπερνά το 132% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται ήδη ιδιαίτερα υψηλό με βάση τα διεθνή κριτήρια.
Οι Ιταλοί δεν μπορούν να προσβλέπουν σε βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού με βάση τους ευρωπαϊκούς νόμους για να ενισχύσει η Ε.Ε. ένα τραπεζικό σύστημα πρέπει πρώτα να έχει προηγηθεί bail in, δηλαδή μετατροπή των καταθέσεων των Ιταλών σε κεφάλαια των τραπεζών, εν ολίγοις κούρεμα όλων των καταθέσεων. Αυτό θα προκαλούσε καταστροφή στους Ιταλούς καταθέτες και ενδεχομένως απρόβλεπτες κοινωνικές επιπτώσεις και αντιδράσεις.
Οι αναλυτές εκτιμούν επίσης ότι τα επιτόκια στην Ιταλία θα αυξηθούν πολύ και ότι η ρευστότητα θα στερέψει εντελώς, σε μια χώρα που ούτως ή άλλως δεν έχει ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης επί πολλά χρόνια.
Οι ιταλικές τράπεζες ενδέχεται να καταρρεύσουν. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι οι μετοχές τους έχουν χάσει περισσότερο από το 60% της αξίας τους από την αρχή του έτους, με την πιο επικίνδυνη τη Monde Dei Paschi να έχει χάσει 83%.
Οι τιμές των ιταλικών ομολόγων επίσης έχουν γκρεμιστεί. Οι ανησυχίες για τις τράπεζες προκαλούν παράλληλα πτώση και στις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι βοηθάει όσο μπορεί την κατάσταση μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και αγοράζει ιταλικά ομόλογα για να ενισχύσει και τις τράπεζες και τη χώρα, αλλά αυτό δεν θα αρκεί αν δεν βρεθεί λύση στο πρόβλημα τόσο των κόκκινων δανείων όσο και του υψηλού δημοσίου χρέους. Δεν είναι, δε, λίγοι οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών είναι άλυτο και εντάσσεται σε ένα γενικότερο πρόβλημα όλων των τραπεζών παγκοσμίως, οι οποίες μετά το 2008 ζουν με «τεχνική υποστήριξη», η οποία όμως δεν αποδίδει πλέον.
Οι ραγδαίες εξελίξεις στην Ιταλία αναμένεται να πλήξουν άμεσα και τις ισπανικές τράπεζες και στη συνέχεια τις γαλλικές, αφού το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης είναι διασυνδεδεμένο μέσω δανείων από τη μια χώρα στην άλλη. Φανταστείτε, ότι η τέταρτη μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα, η HypoVereinsbank, είναι θυγατρική της UniCredit που είναι η μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα και η οποία κινδυνεύει.
Υπό αυτές τις συνθήκες, τα χρηματιστήρια αναμένεται να μπουν σε φάση πολύ μεγάλης αστάθειας και η Ευρωπαϊκή Ενωση να μην μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα χωρίς να αλλάξει άρδην πολιτική και κανόνες.
Ολα αυτά προκαλούν μεγάλη ανησυχία στους διεθνείς οικονομικούς αναλυτές.
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Το αποτέλεσμα της ιταλικής κάλπης είναι το τρίτο «χτύπημα» που δέχεται η Ευρώπη μετά το Brexit και το «σύνδρομο Τραμπ» με τις αγορές να κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα και να ζυγίζουν όλα τα ενδεχόμενα.
Το «όχι» των Ιταλών σημαίνει επίσης ότι οι ελπίδες της Μέρκελ για ευρωπαϊκή σταθερότητα εξανεμίζονται. Την ίδια ώρα, στο
Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι επικρατεί αναμπουμπούλα. Κυρίως όμως αμφισβητείται η θέση του Ρέντσι ως γραμματέα του κεντροαριστερού κόμματος. Οι Ιταλοί καταψήφισαν τον «όμορφο» Ματέο, ο οποίος δεν έχει εκλεγεί από το λαό, δεσμεύτηκε ωστόσο, ότι θα καταπολεμήσει το κατεστημένο. Οι συμπολίτες του του έδωσαν την ευκαιρία να κυβερνήσει κι όταν άρχισε να υλοποιεί το πρόγραμμά του τότε του "γύρισαν" την πλάτη. Σήμερα το απόγευμα ο Ρέντσι θα υποβάλει την παραίτησή του στον πρόεδρο της Ιταλίας.
Τα σενάρια για την επόμενη μέρα
Βάσει του συντάγματος, ο πρόεδρος της Ιταλίας, Σέρτζιο Ματαρέλα είναι αυτός που ορίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια και έχει πολλές επιλογές.
1. Κυβέρνηση τεχνοκρατών - πιθανό σενάριο
Σε περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης τεχνοκρατών, αυτή θα πρέπει να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης κατά συνέπεια θα πρέπει το τιμόνι της Ιταλίας να αναλάβει ένα πρόσωπο ευρείας αποδοχής με το όνομα του νυν υπουργού Οικονομικών της Ιταλίας, Πιερ Κάρλο Παντοάν, να ακούγεται έντονα τις τελευταίες ώρες. Πρόκειται για έναν πολιτικό που τον σέβονται οι αγορές. Ο Παντοάν δήλωσε δύο ημέρες πριν το δημοψήφισμα ότι ένα "όχι" δεν θα βάλει τη χώρα στο επίκεντρο μιας νέας «καταιγίδας» χρέους, σαν και αυτή που παραλίγο να οδηγήσει τη χώρα στη χρεοκοπία το 2011. Υπάρχουν και άλλα δύο ονόματα που ακούγονται: ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Κάρλο Καλέντα και ο πρόεδρος της Γερουσίας, Πιέτρο Γκράσο.
Η κυβέρνηση αυτή αναμένεται να αναλάβει την κατάρτιση και την υιοθέτηση του προϋπολογισμού του 2017 και την τροποποίηση του εκλογικού νόμου ενόψει πρόωρων εκλογών.
Όμως θα μπορούσε επίσης να ασκήσει εξουσία μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, το 2018, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του λαϊκιστικού Κινήματος των "Πέντε Αστέρων" του Μπέπε Γκρίλο , που ζητά να διεξαχθούν εκλογές το συντομότερο δυνατό.
2. Ο Ρέντσι παραμένει στην εξουσία- Μικρό το ενδεχόμενο
Μετά την παραίτησή του, την οποία ο Ρέντσι πρέπει να υποβάλει στο υπουργικό συμβούλιο, ο Ματαρέλα ενδέχεται να του ζητήσει να σχηματίσει νέα κυβέρνηση.Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του, είτε με μία νέα πλειοψηφία στην οποία θα περιληφθεί και το κόμμα της "Forza Italia" του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες. Όμως, οι δηλώσεις του μετά το εκλογικό αποτέλεσμα δείχνουν πω το ενδεχόμενο αυτό μοιάζει απίθανο. "Η εμπειρία μου ως επικεφαλής της κυβέρνησης σταματά εδώ", δήλωσε ο Ρέντσι ξεκαθαρίζοντας πως το "όχι" είναι καθαρά προσωπικό του αποτυχία .
3. Άμεση διάλυση του Κοινοβουλίου
Είναι το πιο απίθανο σενάριο. Το "Κίνημα των Πέντε Αστέρων", το οποίο οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικητή σε περίπτωση εκλογών με το ισχύον πλειοψηφικό σύστημα, επιδιώκει την προσφυγή στις κάλπες το συντομότερο δυνατόν. Ωστόσο, οι άλλες πολιτικές παρατάξεις είναι αντίθετες με τη διεξαγωγή εκλογών πριν από την επιστροφή σε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα ακριβώς επειδή φοβούνται μια νίκη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Προτιμούν να προηγηθεί η τροποίηση του εκλογικού νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων προς μια αναλογική μορφή. Στα "χέρια" του Ιταλού προέδρου βρίσκεται το σενάριο αυτό. Πρέπει όμως να διασφαλίσει ότι θα υπάρχει πλειοψηφία για τον σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών αν επιθυμεί, όπως πολλοί αναλυτές εκτιμούν, να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές το 2017.
Οι φόβοι των αναλυτών για κατάρρευση των τραπεζών
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ιταλική αλλά και εν γένει την ευρωπαϊκή οικονομία αυτή τη στιγμή προέρχεται από τις ιταλικές τράπεζες, οι οποίες μαστίζονται από υπέρογκα κόκκινα δάνεια και πολλές από αυτές χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Ενωση απαιτούσε πριν από λίγους μήνες από τον Ρέντσι να ακολουθήσει τη μέθοδο του bail in, δηλαδή του κουρέματος των καταθέσεων στις ιταλικές τράπεζες.
Ο Ρέντσι είχε σαφώς δηλώσει στη Μέρκελ ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ στην Ιταλία, η Γερμανία είχε υποχωρήσει και ο Ρέντσι είχε αποφασίσει να καλύψει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών με αυξήσεις κεφαλαίου από την αγορά αλλά και από τον Προϋπολογισμό αν χρειαστεί σπάζοντας τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Μην μπορώντας να αντιδράσει σε μια τέτοια απόφαση, επειδή η Ιταλία είναι μια από τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε υποχωρήσει και καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η δήλωση του Ρέντσι στην Ανγκελα Μέρκελ ότι «αν επιμείνεις στο bail in, πάρε τα κλειδιά και κάνε το εσύ. Εγώ δεν το κάνω».
Τι θα γίνει, όμως, τώρα που θα φύγει ο Ρέντσι, ο οποίος έχει συγκεκριμένο πλάνο αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων;
Οι διεθνείς οικονομικοί αναλυτές φοβούνται ότι η ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών θα είναι πολύ δύσκολη επειδή οι επενδυτές θα φοβηθούν να τοποθετήσουν κεφάλαια σε μια χώρα με πολιτική αστάθεια. Αν οι επενδυτές δεν βάλουν λεφτά, θα χρειαστεί η κυβέρνηση να βάλει σημαντικά κεφάλαια από τον ιταλικό προϋπολογισμό δεδομένου ότι τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται επισήμως στο υπέρογκο ποσόν των 380 δισ. ευρώ. Ανεπισήμως, όμως, οι εκτιμήσεις διεθνών τραπεζιτών τα ανεβάζουν ακόμη και στα 800 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, ο ιταλικός προϋπολογισμός δεν αντέχει τόσο μεγάλο ποσό, καθώς το δημόσιο χρέος της χώρας ξεπερνά το 132% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται ήδη ιδιαίτερα υψηλό με βάση τα διεθνή κριτήρια.
Οι Ιταλοί δεν μπορούν να προσβλέπουν σε βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού με βάση τους ευρωπαϊκούς νόμους για να ενισχύσει η Ε.Ε. ένα τραπεζικό σύστημα πρέπει πρώτα να έχει προηγηθεί bail in, δηλαδή μετατροπή των καταθέσεων των Ιταλών σε κεφάλαια των τραπεζών, εν ολίγοις κούρεμα όλων των καταθέσεων. Αυτό θα προκαλούσε καταστροφή στους Ιταλούς καταθέτες και ενδεχομένως απρόβλεπτες κοινωνικές επιπτώσεις και αντιδράσεις.
Οι αναλυτές εκτιμούν επίσης ότι τα επιτόκια στην Ιταλία θα αυξηθούν πολύ και ότι η ρευστότητα θα στερέψει εντελώς, σε μια χώρα που ούτως ή άλλως δεν έχει ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης επί πολλά χρόνια.
Οι ιταλικές τράπεζες ενδέχεται να καταρρεύσουν. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι οι μετοχές τους έχουν χάσει περισσότερο από το 60% της αξίας τους από την αρχή του έτους, με την πιο επικίνδυνη τη Monde Dei Paschi να έχει χάσει 83%.
Οι τιμές των ιταλικών ομολόγων επίσης έχουν γκρεμιστεί. Οι ανησυχίες για τις τράπεζες προκαλούν παράλληλα πτώση και στις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι βοηθάει όσο μπορεί την κατάσταση μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και αγοράζει ιταλικά ομόλογα για να ενισχύσει και τις τράπεζες και τη χώρα, αλλά αυτό δεν θα αρκεί αν δεν βρεθεί λύση στο πρόβλημα τόσο των κόκκινων δανείων όσο και του υψηλού δημοσίου χρέους. Δεν είναι, δε, λίγοι οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών είναι άλυτο και εντάσσεται σε ένα γενικότερο πρόβλημα όλων των τραπεζών παγκοσμίως, οι οποίες μετά το 2008 ζουν με «τεχνική υποστήριξη», η οποία όμως δεν αποδίδει πλέον.
Οι ραγδαίες εξελίξεις στην Ιταλία αναμένεται να πλήξουν άμεσα και τις ισπανικές τράπεζες και στη συνέχεια τις γαλλικές, αφού το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης είναι διασυνδεδεμένο μέσω δανείων από τη μια χώρα στην άλλη. Φανταστείτε, ότι η τέταρτη μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα, η HypoVereinsbank, είναι θυγατρική της UniCredit που είναι η μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα και η οποία κινδυνεύει.
Υπό αυτές τις συνθήκες, τα χρηματιστήρια αναμένεται να μπουν σε φάση πολύ μεγάλης αστάθειας και η Ευρωπαϊκή Ενωση να μην μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα χωρίς να αλλάξει άρδην πολιτική και κανόνες.
Ολα αυτά προκαλούν μεγάλη ανησυχία στους διεθνείς οικονομικούς αναλυτές.
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου