ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. ιδ΄ 16-24, Ματθ. κβ΄ 14)
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοί μου
ἀδελφοί, περιγράφεται στή σημερινή παραβολή σάν μεγάλο συμπόσιο στό
ὁποῖο καλοῦνται νά λάβουν μέρος ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἐν τούτοις οἱ
καλεσμένοι δέν ἀνταποκρίνονται στήν πρόσκληση προβάλλοντας διάφορες
δικαιολογίες παρμένες ἀπό τήν καθημερινή ζωή: τό χωράφι, τά πέντε ζεύγη
βοδιῶν καί ὁ γάμος -δικαιολογίες προερχόμενες ἀπό τήν ἄψυχη φύση, ἀπό τό
ζωϊκό βασίλειο καί ἀπό τόν ἀνθρώπινο κόσμο-προβάλλονται σάν ἐμπόδια γιά
τή συμμετοχή στό μεγάλο συμόσιο.
Αὐτά πού ἔδωσε ὁ Θεός σάν δῶρα στόν
ἄνθρωπο ἐμποδίζουν τήν ἀνταπόκριση του στό θεῖο προσκλητήριο!
Καί αὐτό συμβαίνει ὅταν δέν γίνεται ἡ
σωστή ἱεράρχηση στά ἁγαθά ἤ στίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς. Ὅλα τά πράγματα
ἔχουν τή θέση τους καί ὅλα τά ἔδωσε ὁ Θεός ὄχι ὅμως μέ σκοπό νά τά
ὑποτιμοῦμε, νά τά φθείρουμε, νά τά ἐκμηδενίζουμε, οὔτε καί νά τά κάνουμε
ἀπόλυτους κυρίαρχους, σέ τρόπο ὥστε νά γίνουμε δοῦλοι σ’ αὐτά˙ τά πάντα
δόθηκαν γιά νά βρίσκονται στή σωστή τους τοποθέτηση, ἱεραρχημένα σέ
σχέση πρός τόν Θεό.
Τό χωράφι, τά ζεύγη βοδιῶν καί ὁ γάμος
εἶναι τρεῖς ἀπό τίς πολλές πιθανές περιπτώσεις πού μποροῦν νά κρατήσουν
τόν ἄνθρωπο μακρυά ἀπό τό θεῖο προσκλητήριο. Θά μποροῦσε νά προσθέσει
κανείς κι ἄλλες παρμένες περιπτώσεις ἀπό τή σημερινή ζωή: τό ἐργοστάσιο,
τά μηχανήματα, τό αὐτοκίνητο, οἱ δεσμοί, οἱ ἐπαγγελματικές ἀσχολίες,
ὅλα αὐτά δημιουργοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο τήν ἐντύπωση ὅτι εἶναι αὐτάρκης
καί παντοδύναμος κι ἔτσι ἀρνεῖται τή συμμετοχή του στό τραπέζι τῆς
βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τήν ἀρνεῖται εἴτε μέ τήν ἀδιαφορία του εἴτε μέ τήν
ἐπιθετική του στάση εἴτε μέ τήν εἰρωνική του διάθεση.
Τό τραπέζι τῆς θείας ἀγάπης εἶναι
ἔτοιμο, ὁ Θεός στέλνει τούς δούλους του, τούς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, νά
καλέσουν ὅλες τούς ἄνθρώπους γιά νά προσέλθουν μετανιωμένοι καί
ταπεινωμένοι γιά νά γευθοῦν τά ἀγαθά τά ἄφθαρτα, νά κοινωνήσουν τοῦ
σώματος καί τοῦ αἴματος Τοῦ Χριστοῦ, νά ἀποκτήσουν θά λέγαμε «μετοχές»
στό μελλοντικό κόσμο τῆς ἀναστάσεως. Κι οἱ ἄνθρωποι πολλές φορές
συνεπαρμένοι ἀπό τήν ἐπιτυχία τους, τήν ἐπιστημονική, τήν οἰκονομική,
τήν κοινωνική, δικαιολογοῦνται, ὄχι βέβαια σέ κανένα ἄλλον, ἀλλά μέσα
στή συνείδησή τους, ὅτι κάποια ἐργασία σπουδαιότερη, κάποια συνάντηση, ἡ
δοκιμή ἑνός καινούργιου μηχανήματος, ἡ ὑπογραφή ἑνός συμβολαίου, ἡ
γνωριμία κάποιου προσώπου ἤ κάτι ἄλλο παρόμοιο, δέν τούς ἐπιτέπει ν’
ἀσχοληθοῦν μέ τό προσκλητήριο τοῦ Θεοῦ.
Πρέπει ὅμως νά προσέξουμε ἰδιαίτερα στό
ἑξῆς σημεῖο ἀπό τή διήγηση τῆς παραβολῆς: Ἡ ἄρνηση τῶν καλεσμένων δέν
σήμαινε καί τή ματαίωση τοῦ μεγάλου δείπνου. Τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ
πραγματοποιεῖται μέσα στόν κόσμο, μέσα στήν ἱστορία, παρά τίς ἀρνήσεις
τῶν ἀνθρώπων. Ὅσοι ἀρνοῦνται δέν ματαιώνουν τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἁπλῶς
ἀποκλείουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τή χαρά τῆς σωτηρίας. Ὁ Θεός εἶναι ἀγαθός
ἀλλά συγχρόνως καί δίκαιος.
Ἡ παραβολή τοῦ μεγάλου δείπνου θέλει νά
μᾶς στρέψει τήν προσοχή σέ μερικές ἀλήθειες πού ἴσως καμμία φορά τίς
λησμονοῦμε πρός μεγάλη ζημία μας:
1. Τά διάφορα ἀγαθά πού ἔχουμε εἶναι
δῶρα τοῦ Θεοῦ˙ ἄς μήν ἀγνοήσουμε τό δωρητή καί χρησιμοποιήσουμε αὐτά τά
δῶρα του σάν ἐμπόδια γιά τό σωτηριολογικό του
ἔργο, τό ὁποῖο συντελεῖται μέσα στήν
ἱστορία διά τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ καί ὁλοκληρώνεται διά τοῦ
Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς Του καί διά τῆς Ἐκκλησίας.
2. Μέ τήν ἄρνησή μας νά δεχτοῦμε τή Θεία
πρόσκληση γιά τό δεῖπνο τῆς Βασιλείας, για τή θεία κοινωνία, γιά τά
ἄφθαρτα καί αἰώνια ἀγαθά, δέν ματαιώνουμε τό ἔργο τοῦ Θεοῦ ἀλλά μόνο τή
δική μας σωτηρία. Ὁ Θεός συνεχίζει νά πραγματοποιεῖ τό σχέδιο τῆς ἀγάπης
του καί παρά τή δική μας ἄρνηση.
3. Ὁλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι «κλητοί» δηλ.
καλεσμένοι ἀπό τόν Θεό στή χαρά τοῦ δείπνου του. Ὅσοι δέχονται τήν
πρόσκληση, αὐτοί εῖναι οἱ «ἐκλεκτοί». Τό νά ἀνήκει κανείς στούς
ἐκλεκτούς ἐξαρτᾶται ἀπό τόν ἴδιο, ἀπό τήν ἀμεση ἀπόφασή του, ἀπό τό
ἀνεπιφύλακτο ΝΑΙ στή θεία ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας, ὁ ὁποῖος περιμένει στό
αἰώνιο δεῖπνο τῆς Βασιλείας του ὅλους μας. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου