Τον
Ιανουάριο ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού πίστεψε ότι χωρίς να
υπάρχει πρόβλημα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας και χωρίς να
τίθεται σε αμφισβήτηση η βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης που είχε
επιτευχθεί χάρη στις θυσίες του της περιόδου 2010-2014, μπορεί να κάνει
μια επιλογή για τη διακυβέρνηση του τόπου με ριζοσπαστικά
χαρακτηριστικά.
Ενα μέρος της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ πίστεψε τις
γενναιόδωρες προεκλογικές υποσχέσεις του προγράμματος της Θεσσαλονίκης.
Κάποιοι είχαν δώσει σημασία στις ιδέες περί μονομερών ενεργειών ως προς
το χρέος και περί διεθνούς διάσκεψης για το κούρεμά του.
Αλλοι είχαν πιο συγκεκριμένα κίνητρα σχετικά π.χ. με την
κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, την αποκατάσταση των μισθών στον δημόσιο τομέα ή
την επαναφορά της 13ης σύνταξης.
Ολοι σχεδόν ήσαν πεπεισμένοι ότι μπορεί μια νέα, αντισυμβατική,
κυβέρνηση να κάνει μια πιο επιθετική αλλά και πιο αποτελεσματική
διαπραγμάτευση με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Να αποκαταστήσει αδικίες, να
αποφύγει νέα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας, να εγγυηθεί το υφιστάμενο
επίπεδο μισθών και συντάξεων. Πάντα όμως μέσα στην Ευρώπη και το ευρώ.
Ολες οι επισημάνσεις για την ανυπαρξία κάποιου σχεδίου Β, για
τον κίνδυνο να ακυρωθεί ό,τι επιτεύχθηκε τα προηγούμενα πέντε δύσκολα
χρόνια, για το πόσο εύκολο είναι να αμφισβητηθεί η ευρωπαϊκή πορεία της
χώρας, η θέση της μέσα στην ευρωζώνη, η σταθερότητα του ελληνικού
τραπεζικού συστήματος, το μέσο επίπεδο ζωής της ελληνικής κοινωνίας παρ’
όλες τις ανισότητες και τις αδικίες που υπάρχουν, αγνοήθηκαν.
Ούτε καν η πρόσφατη κυπριακή εμπειρία δεν λειτούργησε ως στοιχείο της εθνικής συλλογικής μνήμης.
Οταν λέγαμε ότι αγωνιστήκαμε να αποφύγουμε την ασύντακτη χρεοκοπία
και με πόνο ψυχής σηκώσαμε στους ώμους μας το βάρος της κοινωνικής
δυσαρέσκειας, της χλεύης, της οργής των δικών μας οπαδών και ψηφοφόρων,
για να μη ζήσει η Πατρίδα μια τραγική εμπειρία εφάμιλλη της
Μικρασιατικής Καταστροφής, νόμιζαν πολλοί ότι αναζητούμε προσχήματα για
να κρύψουμε τη γερμανοδουλία και την ταξική σκληρότητα του παλιού και
φαύλου πολιτικού προσωπικού. Πίστευαν ότι υπήρχε ένας άλλος εύκολος,
υπερήφανος και ανώδυνος δρόμος που δεν τον ακολουθήσαμε, γιατί θέλαμε να
πλήξουμε τα λαϊκά στρώματα και να καθυποτάξουμε την Ελλάδα στη
νεοφιλελεύθερη Ευρώπη.
Αλλωστε η αντιμνημονιακή δημαγωγία αρδευόταν από πολλές πηγές:
αριστερές και δεξιές, αφελείς και κουτοπόνηρες, εθνικολαϊκιστικές αλλά
και κερδοσκοπικές, πολιτικές και επιχειρηματικές.
Από την ημέρα των εκλογών, η ελληνική κοινωνία κλήθηκε να
παρακολουθήσει το πιο απλοϊκό και κυνικό ταυτόχρονα επικοινωνιακό
παιχνίδι εξουσίας των τελευταίων εβδομήντα ετών.
Η κυβέρνηση έφτασε, μέσα στην ίδια ημέρα, να προτείνει δικά της
δημοσιονομικά μέτρα 8 δισ. για το 2015-16 και ταυτόχρονα να διακηρύσσει
ότι δεν πρόκειται ποτέ να υπογράψει ένα νέο Μνημόνιο!
Εφτασε, μέσα στην ίδια ημέρα, να εκλιπαρεί στις Βρυξέλλες για μια
δήλωση των εταίρων ότι ισχύουν οι δεσμεύσεις τους του 2012 για περαιτέρω
παραμετρικές αλλαγές στο χρέος και στην Αθήνα να διακηρύσσει ότι όλο το
χρέος προς την ΕΕ και το ΔΝΤ είναι επονείδιστο, παράνομο και
διαγραπτέο.
Φτάσαμε έτσι στη δήθεν ανατροπή του δημοψηφίσματος που δεν είναι παρά
η επιτομή των αντιφάσεων, των ψευδών, των ψευδαισθήσεων, του κυνισμού
και του τυχοδιωκτισμού όλης αυτής της περιόδου.
Τώρα που εξαντλήθηκε ο χρόνος της επικοινωνιακής υπεκφυγής και έφτασε
η ώρα της αλήθειας, των αποφάσεων, της ευθύνης και του κόστους, η
κυβέρνηση και προσωπικά ο μοιραίος κ. Τσίπρας μεταφέρει στον ελληνικό
λαό το βάρος μιας επιλογής που η κυβέρνηση υπονόμευσε και δυσκόλεψε τους
τελευταίους πέντε μήνες. Το βάρος μιας επιλογής που ήταν πολύ πιο
εύκολη και φτηνή πριν από πέντε μήνες και έγινε τώρα δύσκολη και ακριβή
γιατί είναι εντυπωσιακά μεγάλο το κόστος του χαμένου πενταμήνου.
Ζητάει ο κ. Τσίπρας από τους έλληνες πολίτες να πουν μέσα σε πέντε
ημέρες ναι ή όχι σε προτάσεις των εταίρων και πιστωτών που δεν ισχύουν
πλέον. Ζητάει από τους πολίτες να απορρίψουν προτάσεις της ΕΕ και του
ΔΝΤ που υιοθετούν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90% τις προτάσεις της
ελληνικής κυβέρνησης και ήσαν ακόμη ανοικτές σε διαπραγμάτευση.
Η συζήτηση μεταφέρθηκε ξαφνικά από το επίπεδο των κλιμακίων του ΦΠΑ
και των προϋποθέσεων της πρόωρης συνταξιοδότησης, στο επίπεδο της
Ιστορίας, της ευρωπαϊκής προοπτικής και ταυτότητας της χώρας, της
λειτουργίας των θεσμών και της δημοκρατίας, της εθνικής στρατηγικής και
ασφάλειας.
Η κυβέρνηση ζητάει από τους πολίτες να απορρίψουν τα ανεπίσημα
σημειώματα που κωδικοποιούν τις δικές της προτάσεις με κάποιες πρόσθετες
απαιτήσεις (υπερβολικές και απαράδεκτες) των πιστωτών και θεωρεί ότι
μετά θα έχει την εντολή να συνάψει έναν συμβιβασμό που θα περιέχει το
90% αυτών που ζητά να απορριφθούν από τον λαό!
Την ίδια ώρα που ο κ. Τσίπρας επικοινωνεί με την Ιστορία και
φαντάζεται τον εαυτό του ως απελευθερωτή της ευρωπαϊκής ηπείρου,
υπαινίσσεται ότι όλα μπορούν να τακτοποιηθούν με μικρές υποχωρήσεις των
εταίρων που θα του επιτρέψουν να πείσει τους φονταμενταλιστές του
μορφώματος ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ με το οποίο συντάχθηκε στη Βουλή και η Χρυσή
Αυγή!
Η κυβέρνηση ζητά από τον ελληνικό λαό, μέσα σε πέντε ημέρες, να
παραδώσει την ανεξέλεγκτη ηγεμονία της χώρας στα χέρια των κ.κ. Τσίπρα
και Καμμένου, υπό το σαρδόνιο χαμόγελο της κυρίας Κωνσταντοπούλου και
την παράπλευρη συμφωνία του κ. Μιχαλολιάκου. Ζητά από τον λαό να πει όχι
στην ταπείνωσή του από τους δανειστές, τους οποίους καταγγέλλει επειδή
δεν δίνουν αμέσως και χωρίς όρους τις επόμενες δόσεις του τρέχοντος αλλά
και του μελλοντικού δανείου, από την καθημερινή στήριξη των οποίων
εξαρτάται η λειτουργία και η υπόσταση των ελληνικών τραπεζών, χωρίς τις
οποίες δεν έχει κορμό η ελληνική οικονομία.
Το όχι που ζητά ο κ. Τσίπρας είναι συνεπώς όχι στην υπευθυνότητα, όχι
στην κοινή λογική, όχι στην Ευρώπη, όχι στο ευρώ, όχι στην ασφάλεια και
τη σταθερότητα, όχι στο ιστορικό κεκτημένο της χώρας. Είναι όχι χωρίς
προοπτική, όχι χωρίς πρόταση για την επόμενη ημέρα. Είναι ένα όχι που
υποδύεται το υπερήφανο και πατριωτικό, ενώ είναι ανεύθυνο, τυφλό και
προσχηματικό. Ενα όχι που κρύβει δημοσιονομικά μέτρα (φόρους, εισφορές,
συνταξιοδοτικές προσαρμογές) πολύ πιο σκληρά από τις κυβερνητικές
προτάσεις των 8 δισ. Ενα όχι που οδηγεί στην καθολική υποβάθμιση της
χώρας.
Νομίζει επίσης ο κ. Τσίπρας ότι ενοχοποιεί το ναι αλλοιώνοντας το
περιεχόμενό του και καθιστώντας το δήλωση υποταγής στους δανειστές των
Βρυξελλών. Απατάται.
Το δικό μας ΝΑΙ είναι ΝΑΙ στην αλήθεια, ΝΑΙ στην κοινή λογική, ΝΑΙ
στο ιστορικό κεκτημένο της χώρας. ΝΑΙ στην Ευρώπη και το ευρώ, ΝΑΙ στην
προστασία των εθνικών συμφερόντων, ΝΑΙ στην επείγουσα ανάγκη να υπάρξει
μια κυβέρνηση ικανή να διαπραγματευθεί ως εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης
και να διασφαλίσει την έξοδο από το Μνημόνιο και την κρίση. Να οργανώσει
την επάνοδο της Πατρίδας μας στην ομαλότητα μιας ισότιμης χώρας-μέλους
της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ευρωζώνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου