ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. ιστ΄ 19-31)
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Πολλοί ἀπό τούς Χριστιανούς, πού ἔχουν
προσωπικούς λόγους νά καταφέρονται ἐναντίον τῶν πλουσίων παίρνουν τή
σημερινή παραβολή καί προσπαθοῦν νά ἀποδείξουν, ὅτι ὅλοι οἱ πλούσιοι
εἶναι καταδικασμένοι «εἰς τό πῦρ τό ἐξώτερον». Διακηρύττουν ὅτι ὁ Θεός
τούς πλουσίους θά ἀμείψει μέ αἰώνια βάσανα καί στούς φτωχούς θά δώσει
ὅλα τά πλούτη τοῦ οὐρανοῦ. Δέν ἔχουν ὅμως δίκαιο. Εἶναι βέβαια ὁ πλοῦτος
ἕνα μεγάλο ἐμπόδιο γιά τή σωτηρία, ὄχι ὅμως καί ἀνυπέρβλητο.
«Δυσκόλως
οἱ τά χρήματα ἔχοντες εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελεύσονται» (Μρκ. ι΄
23) εἶπε ὁ Κύριος γιά νά δείξει τή δυσκολία τοῦ πράγματος ὄχι ὅμως καί
τό ἀκατόρθωτο αὐτοῦ. Δέν εἶναι ὁ πλοῦτος αὐτός πού καταδικάζει τόν
ἄνθρωπο, ἀλλά ἡ διαχείρισή του. Οὔτε πάλι ἡ φτώχεια εἶναι ἐκείνη πού
σώζει τόν φτωχό, ἀλλά ἡ ὑπομονή μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τήν
ἀντιμετωπίζει. Ἄν ἀντιστράφηκαν οἱ ὅροι στήν ἄλλη ζωή γιά τόν πλούσιο
καί τόν φτωχό Λάζαρο εἶναι γιατί ὁ μέν πλούσιος ἔδειξε σκληροκαρδία καί
κράτησε μόνο γιά τόν ἑαυτό του τήν ὠφέλεια τοῦ πλούτου, ὁ δέ Λάζαρος
ἀγόγγυστα καί καρτερικά ἐπέμεινε τή δοκιμασία του.
Μεγάλο χάσμα ὑπῆρχε ἀνάμεσα στόν πλούσιο
καί στόν φτωχό Λάζαρο ὄχι μόνο μετά τόν θάνατό τους, ἀλλά ἀκόμα ἀπό τήν
παροῦσα ζωή. Ὁ πρῶτος ζοῦσε μέσα στήν χλιδή καί στήν καλοπέραση. Ὁ
δεύτερος μέσα στόν πόνο καί στήν ἐγκατάλειψη. Ὁ πλούσιος εἶχε φίλους
τούς ὁποίους καλοῦσε στό ἀνάκτορό του καί τούς παρέθετε πολυτελῆ
γεύματα. Ὁ πτωχός δέν εἶχε κανένα ἄνθρωπο, εἶχε μόνο τά σκυλιά πού
περιτριγυρίζοντάς τον ἔγλειφαν μέ συμπόνια τίς πληγές του. Ὁ πλούσιος
ἦταν ἄνθρωπος στό σχῆμα, ἀλλά μονοφάγο θηρίο στό φρόνημα. Ὁ πτωχός εἶχε
καταντήσει σκελετός στήν ὄψη, ἀλλά ἦταν ἄγγελος
στήν ψυχή. Ὁ πρῶτος ἦταν πλούσιος στά
κτήματα, πλούσιος καί στά ἐγκλήματα, πλούσιος στό χρυσό καί πλούσιος στό
δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Ζοῦσε μέσα σέ λαμπρά ἀνάκτορα, ἀλλά εἶχε
σκοτάδι στήν ψυχή. Ὁ δεύτερος εἶχε πλούσια καί λαμπρή ψυχή. Ποτέ δέν
κατέκρινε τόν σκληρό καί σπάταλο πλούσιο. Καί μέ τά ψίχουλα ἐδόξαζε τό
Θεό καί εὐγνωμονοῦσε τόν πλούσιο. Ἦταν ἄνθρωπος ἀγάπης καί ὑπομονῆς. Καί
γι αὐτό τό λόγο ὁ δικαιοκρίτης Θεός μέ τιμή καί δόξα τοῦ χάρισε τόν
Παράδεισο.
Εἶχε τή δυνατότητα ὁ πλούσιος νά
κερδίσει τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί νά καταστήσει τήν εὐτυχία του
ἀτελεύτητη, μέ τό νά ἔδινε ἀγάπη στόν πάσχοντα ἀδελφό του. Ἡ ἐλεημοσύνη,
ἡ θεϊκή αὐτή ἀρετή, εἶναι ὁ μόνος βέβαιος δρόμος πού ὁδηγεῖ στή
Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ ἔμπρακτα τόν συνάνθρωπό του
κάνει φίλο τόν ἴδιο τό Θεό. Ἄλλωστε κάθε ἐλεημοσύνη πρός τόν πλησίον μας
εἶναι ἐλεημοσύνη πρός τόν Κύριον. «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν
ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοί ἐποιήσατε» (Μτθ. κε΄ 40).
Ὁ μεγάλος Ἱεροκῆρυξ τῆς Ἐκκλησίας μας
ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συμβουλεύει τόν πιστό: «Ἐνῶ κάθεσαι στό
σπίτι σου ἔρχεται ὁ πτωχός νά σοῦ πωλήσει τόν παράδεισο καί σοῦ λέει:
Δῶσε ἄρτο καί λάβε παράδεισο. Δῶσε παλιό ἱμάτιο καί λάβε τή Βασιλεία τῶν
οὐρανῶν. Ὅπῶς θέλεις ἀγόρασε τόν παράδεισο. Δῶσε ἄρτο. Δέν ἔχεις ἄρτο;
Δῶσε χρήματα. Δῶσε ἕνα ποτῆρι νερό. Ὅ,τι θέλεις δῶσε, μόνο ἀγόρασε τόν
Παράδεισο. Ἔνδυσε τό Χριστό γιά νά σέ ἐνδύσει ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Σκέπασε
αὐτόν γιά νά σέ σκεπάσει ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς».
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ὅποιος βρίσκεται
κοντά στούς πονεμένους ἀνθρώπους, πάντα δίπλα του θά βρίσκεται ὁ Θεός.
Γι’ αὐτὸ ὁ Τωβίας συμβούλευε τό παιδί του: «Μή ἀποστρέψεις τό πρόσωπόν
σου ἀπὸ παντός πτωχοῦ καί ἀπό σοῦ οὐ μὴ ἀποστραφῇ τόν πρόσωπον τοῦ
Θεοῦ…» (Ἰωβ δ΄ 7-11).
Ἡ εὐτυχία δέν βρίσκεται στό χρῆμα, ἀλλά στήν καρδιά μας. Δέν ἔχει καμμιά ἀξία τό χρῆμα, ἄν εἶναι πτωχή ἡ ψυχή μας. Καί
πάλι, δέν παθαίνουμε τίποτα ἀπό τήν
πενία, ἄν ἔχουμε πλούσια ψυχή. Ἀπό τή θέση πού παίρνουμε ἀπέναντι στόν
πλοῦτο ἤ στή φτώχεια ἀνάλογα ὠφελούμεθα ἤ βλαπτόμεθα ἀπ’ αὐτά.
Ὁ Εὐαγγελικός λόγος περί ἀγάπης καί
ἐλεημοσύνης φαίνεται βαρύς στόν ἄνθρωπο τῆς σημερινῆς καταναλωτικῆς
κοινωνίας πού ἔχει μάθει νά μετρᾶ τήν εὐτυχία μέ τήν ὕλη καί τήν
εὐδαιμονία μέ τά ὑλικά ἀγαθά. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σήμερα στενεύουν τήν
καρδιά τους καί διογκώνουν τά ταμεῖα τους, αὐξάνουν τίς καταθέσεις τους,
ἐπενδύουν τίς οἰκονομίες τους, συγκεντρώνουν χρήματα μέ τήν ἐλπίδα, ὅτι
αὐτά θά ἐξασφαλί-σουν τήν εὐτυχία. Μέ τό ἄγχος τῆς πλεονεξίας ποτέ δέν
σταματοῦν γιά νά ἀπολαύσουν τόν πλοῦτο τους, ἀλλά τρέχουν, ἀγωνιοῦν,
κοπιάζουν. Κι οἱ πτωχοί δίκαια ἀγανακτισμένοι τίς περισσότερες φορές γιά
τίς ἀδικίες, δέν ἔχουν τήν ὑπομονή καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν προνοητή
Θεό. Δέν διαλέγουν τό δρόμο τῆς νομίμου διεκδικήσεως τῶν διακιωμάτων
τους, ἀλλά ἐπαναστατοῦν, γεμίζουν τήν ψυχή τους μέ μῖσος καί δηλητήριο,
μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποδεικνύονται πιό πλεονέκτες ἀπό τούς πλουσίους.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
θανάσιμος ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας εἶναι ἡ
πλεονεξία, τήν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει «εἰδωλολατρεία» (Κολ.
γ΄ 5). Αὐτή τόν μέν πλούσιο κάνει σκληρό και ἀχόρταγο, τον δε πτωχό
μεμψίμοιρο καί μισάνθρωπο. Στόχος ὅλων τῶν ἀνθρώπων πού θέτουν πάνω ἀπό
τά φθαρτά τά ἄφθαρτα, πρέ-πει νά εἶναι τό «εἰς Θεόν πλουτεῖν».
«Ἀμφοτέρους γάρ ὁ Κύριος ἐποίησεν» (Παροιμ. κβ΄ 2). Μέ τόν θεϊκό ὅμως
πλοῦτο τῆς ἀγά-πης θά μποροῦν νά συνεργάζονται καί νά ἐπικοινωνοῦν μέ
πραότητα, διαλλακτικότητα καί κατανόηση. Ὅταν ἀνάμεσα σέ πλουσίους καί
πτωχούς ὑπάρχει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τότε οἱ μέν πλούσιοι γίνονται
προστάτες τῶν πτωχῶν, οἱ δέ πτωχοί εὐεργέτες τῶν πλουσίων, ἀφοῦ μέ τήν
ἐλεημοσύνη γίνονται αἰτία νά κερδίσουν οἱ πλούσιοι τόν ἄφθαρτο πλοῦτο
τοῦ Παρα-δείσου. Ἀμήν.
π. Δ.Χ.Χ.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου