Της Χρυσάνθης Καραγιαννίδου
Την Κυριακή, 3 Μαρτίου θα τελεστεί 40νθήμερο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του πρ. Μητροπολίτου Καρπενησίου, στην Αγ. Κυριακή Σερβίων
Ο πρ. Μητροπολίτης Καρπενησίου, κ. Νικόλαος
Τρίτη, 15 Ιανουαρίου 2019, λίγο μετά το μεσημέρι ένα τηλεφώνημα μας ανακοίνωσε τη δυσάρεστη είδηση ότι «έφυγε» από τη ζωή, «εκοιμήθη» ο πρ. Μητροπολίτης Καρπενησίου, κυρός Νικόλαος. Γνωρίζαμε την κατάσταση της υγείας του τελευταία και ήταν κάτι που το περιμέναμε. Αλλά όσο και αν περιμένεις κάτι, είναι πολύ διαφορετικό όταν έρχεται…
Ο Μητροπολίτης Νικόλαος Δρόσος, ο πατήρ Νικόλαος για τα Σέρβια, γεννήθηκε στη Θήρα το 1929. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1956. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1958 και Πρεσβύτερος την 1η Ιανουαρίου 1959 και τοποθετήθηκε στην Ι. Μ. Σερβίων και Κοζάνης.
1959 ήρθε στην εκκλησία μας, στον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Κυριακής Σερβίων, ως Εφημέριος και ταυτόχρονα Κατηχητής, Ιεροκήρυκας, Πνευματικός, Ηγούμενος, Αρχιερατικός Επίτροπος όλης της περιοχής.
Ο π. Νικόλαος ήρθε στα Σέρβια, --«εις την πολλά παθούσαν πρώτην και ιστορικήν κωμόπολιν της Μακεδονίας,», όπως ο ίδιος ανέφερε στον χειροτονιτήριο λόγο του -- όταν τα Σέρβια λίγα χρόνια είχαν που προσπαθούσαν να αναγεννηθούν μετά τον όλεθρο του Ολοκαυτώματος. Το βιοτικό και το πολιτιστικό επίπεδο της πόλης μας ήταν πολύ χαμηλό. Η κατάσταση στην εκκλησία πολύ χειρότερη. Άγνοια στα περισσότερα και μια καθαρή τυπολατρεία σε κάποιες περιπτώσεις, χωρίς βάθος, χωρίς πνευματικότητα. Βρήκε όμως έδαφος για καλλιέργεια. Και εργάστηκε. Εργάστηκε ως καλός εργάτης επί είκοσι χρόνια και άφησε έργο που μολονότι έχουν περάσει σαράντα χρόνια, αφότου έφυγε, είναι πολύ ζωντανό. Η παρουσία του τόσο στο χώρο της Εκκλησίας όσο και στην κοινωνία ολόκληρη είναι ακόμη ζωντανή.
1959, λοιπόν, σε ηλικία τριάντα χρόνων, ανέλαβε στα Σέρβια, όπως προαναφέραμε, την ενορία της Αγ. Κυριακής αλλά και αρχιερατικός επίτροπος όλης της περιοχής. Λίγα χρόνια μετά έγινε το Επισκοπείο και εγκαταστάθηκε εκεί. Όλες τις ώρες του εικοσιτετραώρου, θα μπορούσαμε να πούμε, ήταν στην υπηρεσία του ποιμνίου. Δεν υπήρχε περίπτωση να ζητήσει κάποιος οποιαδήποτε βοήθεια και να μην έχει την αρωγή του. Το γραφείο του ήταν όλες τις ώρες της ημέρας ανοιχτό, χωρίς διαλείμματα και δεχόταν όλους χωρίς διάκριση προσφέροντας στον καθένα ό,τι χρειαζόταν… Είχε δημιουργήσει μία βιβλιοθήκη στο γραφείο του, στην οποία είχε θέσει και προσωπικά του βιβλία, και τη λειτουργούσε ως δανειστική. Έτσι και όσα δεν παίρναμε από τη διδασκαλία των κατηχητικών μαθημάτων ή τα κυριακά κηρύγματα, ή τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις, τα διαβάζαμε στα βιβλία και ήταν πάντα πρόθυμος να λύνει τις απορίες μας και να συζητά μαζί μας όλους τους προβληματισμούς μας. Στη μεγάλη αίθουσα του Επισκοπείου όλα τα απογεύματα γινόταν και από ένα μάθημα κατηχητικού. Εκεί δίδασκε και τη βυζαντινή μουσική. Η αγάπη, η διακριτικότητα, η ευγένεια, η εχεμύθεια, η εμπιστοσύνη που ενέπνεε σε όλους ήταν μοναδική. Όσο σοβαρός και απόμακρος έδειχνε ίσως εξωτερικά σε κάποιους, τόσο προσιτός, στοργικός, απλός και γλυκύτατος ήταν σε όσους τον γνώριζαν από κοντά. Σεμνός και ταπεινός ο ίδιος, επιεικής στην κρίση του, με κατανόηση και εύκολη τη συγγνώμη προς όλους. Ήταν ένας πατέρας. Το έλεγε και το ένιωθε. Η αγάπη του και η όλη συμπεριφορά του ήταν απολύτως πατρική. Έτσι τη νιώθαμε κι εμείς. Ήταν ένας πατέρας, ένας πνευματικός πατέρας. Γι’ αυτό και δεν ξεχάστηκε από τα πνευματικά του παιδιά ούτε μετά σαράντα χρόνια αφ’ ότου έφυγε ως Επίσκοπος, επαληθεύοντας το του αποστόλου Παύλου «ει και μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ’ ου πολλούς πατέρας. Εγώ υμάς ανεγέννησα…»
Από την πρώτη μέρα της διακονίας του έως και την τελευταία δεν παρέλειψε ούτε ένα από τα καθήκοντά του. Άριστος λειτουργός δεν παρέλειψε ούτε μία φορά όλη την εικοσαετία να τελεί τον Εσπερινό και τη Θ. Λειτουργία, με μυσταγωγική κατάνυξη που καθήλωνε, σε όλες τις γιορτές, και κάθε φορά που κάποιος ζητούσε ιδιωτική Θ Λειτουργία. Ανέβαινε σε όλα τα βουνά μας, όλα τα εξωκκλήσια, - που από την αρχή φρόντισε να τα συντηρήσει και να διασωθεί έτσι ο βυζαντινός μας πλούτος - στον άγ. Γεώργιο τον Κρεμαστό, παντού, όπου τον καλούσαν χωρίς καμία ανταπόδοση…
Με τις δικές του ενέργειες και του τότε Μητροπολίτου κ. Διονυσίου Ψαριανού μεταφέρθηκαν τα λείψανα της Αγίας Θεοδώρας στο παρεκκλήσι του Επισκοπείου, το οποίο και εγκαινιάστηκε στο όνομά της και έτσι μάθαμε στα Σέρβια για την ύπαρξη της τοπικής μας Αγίας και την τιμούμε σε όλη την περιοχή.
Το κύριο μέλημά του και η ψυχή της διδασκαλίας του ήταν η Θεία. Λατρεία, η Θεία «Κοινωνία». Αυτό θεωρούσε και αυτό μας δίδαξε και μας πέρασε ως τη μέγιστη αξία. Τα κατηχητικά μαθήματα, τα κηρύγματά του, οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις του εκεί επικεντρώνονταν και εκεί κατέληγαν. Μας δίδαξε την αξία και τη χαρά της Θ. Λατρείας, ως μοναδικής αξίας, ουσιαστικής, με ουσιαστική συμμετοχή και όχι τυπική. Δε διανοούνταν να πάμε στην Εκκλησία οποιαδήποτε ώρα «σε ένα θεατρικό έργο δεν πάτε από την αρχή;» «Δεν πάμε στην Εκκλησία όταν ξυπνήσουμε, αλλά ξυπνάμε για να πάμε», μας έλεγε. Δημιούργησε τμήμα βυζαντινής μουσικής και δίδασκε αφιλοκερδώς όλα τα παιδιά που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα. Μ’ αυτά τα παιδιά έκαμνε και τον δεξιό ψάλτη στην εκκλησία, εξυπηρετώντας έτσι και το Αναλόγιο αλλά προ πάντων εξασκώντας τα παιδιά στη βυζαντινή μουσική και συνηθίζοντάς τα να συμμετέχουν οργανικά στη Θ. Λατρεία. Οι τότε μικροί μαθητές του πλαισιώνουν ακόμη αναλόγια ή υπηρετούν το Θυσιαστήριο Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν ήθελε μικρόφωνα. Οι φωνές φυσικές, επιβλητικές, μέσα από την καρδιά γέμιζαν το ναό και μας καθήλωναν με τη μελωδικότητά τους και την τέλεια άρθρωση, διότι ο κύριος στόχος ήταν η μουσική να υπηρετεί την ουσία, που ήταν το περιεχόμενο των ύμνων. Λίγο καιρό πριν φύγει από τα Σέρβια είχε δημιουργήσει σε συνεργασία βέβαια με τον ψάλτη του- και μικτή χορωδία που έψαλλε στη Θ. Λειτουργία.
Φυσικά αναγνωρίζοντας ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο πνεύμα, όσο του ήταν δυνατόν εξυπηρετούσε και τις υλικές ανάγκες όσων κατέφευγαν στη βοήθειά του, αλλά και όσων δεν κατέφευγαν αλλά απλά ο ίδιος γνώριζε την κατάστασή τους. Ο μισθός του έφευγε πριν καλά-καλά μπει στο συρτάρι του. Προσφορές και δωρεές των Ενοριτών και άλλων εξανεμίζονταν την ίδια στιγμή, για όσους είχαν ανάγκη. Και όλα με τρόπο μυστικό, χωρίς να προσβάλλει την αξιοπρέπεια κανενός.
«Θεωρούμεθα ευτυχείς», είπε ο Δήμαρχος του Καρπενησίου στην υποδοχή του Αρχιερέως κατά την ενθρόνισή του στο Καρπενήσι, «ότι ετύχομεν Αρχιερέως… του οποίου η φήμη ως σεμνού, εναρέτου και άξιου κληρικού, ως δοκίμου κήρυκος και αυστηρού τηρητού του Ευαγγελικού Νόμου, ως ικανού περί την διοίκησιν πηδαλιούχου, ως υπερασπιστού μιας κοινωνικής δικαιοσύνης και στυλοβάτου μιας χριστιανικής ευποιΐας και αρετής, προέτρεξε της σημερινής αφίξεώς σας.»
Στις 28 Ιανουαρίου 1979 χειροτονήθηκε πρώτος Μητροπολίτης Καρπενησίου και τα Σέρβια ένιωσαν να ορφανεύουν. Ένιωσαν το μεγάλο κενό που δημιουργούνταν, περιμένοντας φυσικά το πώς θα μπορούσε να αναπληρωθεί…
Πέρασαν σαράντα χρόνια από τότε και η παρουσία του στους ανθρώπους που τον γνώρισαν από κοντά είναι πολύ ζωντανή… Η αγάπη και ο σεβασμός στο πρόσωπό του είναι βαθιά χαραγμένα στην ψυχή όλων.
Ο Θεός ας τον έχει στην καλύτερη θέση στον Παράδεισο και ας μας ευλογεί και εύχεται από κει και για μας.
Την Κυριακή, 3 Μαρτίου θα τελεστεί 40νθήμερο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του πρ. Μητροπολίτου Καρπενησίου, στην Αγ. Κυριακή Σερβίων
Ο πρ. Μητροπολίτης Καρπενησίου, κ. Νικόλαος
Τρίτη, 15 Ιανουαρίου 2019, λίγο μετά το μεσημέρι ένα τηλεφώνημα μας ανακοίνωσε τη δυσάρεστη είδηση ότι «έφυγε» από τη ζωή, «εκοιμήθη» ο πρ. Μητροπολίτης Καρπενησίου, κυρός Νικόλαος. Γνωρίζαμε την κατάσταση της υγείας του τελευταία και ήταν κάτι που το περιμέναμε. Αλλά όσο και αν περιμένεις κάτι, είναι πολύ διαφορετικό όταν έρχεται…
Ο Μητροπολίτης Νικόλαος Δρόσος, ο πατήρ Νικόλαος για τα Σέρβια, γεννήθηκε στη Θήρα το 1929. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1956. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1958 και Πρεσβύτερος την 1η Ιανουαρίου 1959 και τοποθετήθηκε στην Ι. Μ. Σερβίων και Κοζάνης.
1959 ήρθε στην εκκλησία μας, στον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Κυριακής Σερβίων, ως Εφημέριος και ταυτόχρονα Κατηχητής, Ιεροκήρυκας, Πνευματικός, Ηγούμενος, Αρχιερατικός Επίτροπος όλης της περιοχής.
Ο π. Νικόλαος ήρθε στα Σέρβια, --«εις την πολλά παθούσαν πρώτην και ιστορικήν κωμόπολιν της Μακεδονίας,», όπως ο ίδιος ανέφερε στον χειροτονιτήριο λόγο του -- όταν τα Σέρβια λίγα χρόνια είχαν που προσπαθούσαν να αναγεννηθούν μετά τον όλεθρο του Ολοκαυτώματος. Το βιοτικό και το πολιτιστικό επίπεδο της πόλης μας ήταν πολύ χαμηλό. Η κατάσταση στην εκκλησία πολύ χειρότερη. Άγνοια στα περισσότερα και μια καθαρή τυπολατρεία σε κάποιες περιπτώσεις, χωρίς βάθος, χωρίς πνευματικότητα. Βρήκε όμως έδαφος για καλλιέργεια. Και εργάστηκε. Εργάστηκε ως καλός εργάτης επί είκοσι χρόνια και άφησε έργο που μολονότι έχουν περάσει σαράντα χρόνια, αφότου έφυγε, είναι πολύ ζωντανό. Η παρουσία του τόσο στο χώρο της Εκκλησίας όσο και στην κοινωνία ολόκληρη είναι ακόμη ζωντανή.
1959, λοιπόν, σε ηλικία τριάντα χρόνων, ανέλαβε στα Σέρβια, όπως προαναφέραμε, την ενορία της Αγ. Κυριακής αλλά και αρχιερατικός επίτροπος όλης της περιοχής. Λίγα χρόνια μετά έγινε το Επισκοπείο και εγκαταστάθηκε εκεί. Όλες τις ώρες του εικοσιτετραώρου, θα μπορούσαμε να πούμε, ήταν στην υπηρεσία του ποιμνίου. Δεν υπήρχε περίπτωση να ζητήσει κάποιος οποιαδήποτε βοήθεια και να μην έχει την αρωγή του. Το γραφείο του ήταν όλες τις ώρες της ημέρας ανοιχτό, χωρίς διαλείμματα και δεχόταν όλους χωρίς διάκριση προσφέροντας στον καθένα ό,τι χρειαζόταν… Είχε δημιουργήσει μία βιβλιοθήκη στο γραφείο του, στην οποία είχε θέσει και προσωπικά του βιβλία, και τη λειτουργούσε ως δανειστική. Έτσι και όσα δεν παίρναμε από τη διδασκαλία των κατηχητικών μαθημάτων ή τα κυριακά κηρύγματα, ή τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις, τα διαβάζαμε στα βιβλία και ήταν πάντα πρόθυμος να λύνει τις απορίες μας και να συζητά μαζί μας όλους τους προβληματισμούς μας. Στη μεγάλη αίθουσα του Επισκοπείου όλα τα απογεύματα γινόταν και από ένα μάθημα κατηχητικού. Εκεί δίδασκε και τη βυζαντινή μουσική. Η αγάπη, η διακριτικότητα, η ευγένεια, η εχεμύθεια, η εμπιστοσύνη που ενέπνεε σε όλους ήταν μοναδική. Όσο σοβαρός και απόμακρος έδειχνε ίσως εξωτερικά σε κάποιους, τόσο προσιτός, στοργικός, απλός και γλυκύτατος ήταν σε όσους τον γνώριζαν από κοντά. Σεμνός και ταπεινός ο ίδιος, επιεικής στην κρίση του, με κατανόηση και εύκολη τη συγγνώμη προς όλους. Ήταν ένας πατέρας. Το έλεγε και το ένιωθε. Η αγάπη του και η όλη συμπεριφορά του ήταν απολύτως πατρική. Έτσι τη νιώθαμε κι εμείς. Ήταν ένας πατέρας, ένας πνευματικός πατέρας. Γι’ αυτό και δεν ξεχάστηκε από τα πνευματικά του παιδιά ούτε μετά σαράντα χρόνια αφ’ ότου έφυγε ως Επίσκοπος, επαληθεύοντας το του αποστόλου Παύλου «ει και μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ’ ου πολλούς πατέρας. Εγώ υμάς ανεγέννησα…»
Από την πρώτη μέρα της διακονίας του έως και την τελευταία δεν παρέλειψε ούτε ένα από τα καθήκοντά του. Άριστος λειτουργός δεν παρέλειψε ούτε μία φορά όλη την εικοσαετία να τελεί τον Εσπερινό και τη Θ. Λειτουργία, με μυσταγωγική κατάνυξη που καθήλωνε, σε όλες τις γιορτές, και κάθε φορά που κάποιος ζητούσε ιδιωτική Θ Λειτουργία. Ανέβαινε σε όλα τα βουνά μας, όλα τα εξωκκλήσια, - που από την αρχή φρόντισε να τα συντηρήσει και να διασωθεί έτσι ο βυζαντινός μας πλούτος - στον άγ. Γεώργιο τον Κρεμαστό, παντού, όπου τον καλούσαν χωρίς καμία ανταπόδοση…
Με τις δικές του ενέργειες και του τότε Μητροπολίτου κ. Διονυσίου Ψαριανού μεταφέρθηκαν τα λείψανα της Αγίας Θεοδώρας στο παρεκκλήσι του Επισκοπείου, το οποίο και εγκαινιάστηκε στο όνομά της και έτσι μάθαμε στα Σέρβια για την ύπαρξη της τοπικής μας Αγίας και την τιμούμε σε όλη την περιοχή.
Το κύριο μέλημά του και η ψυχή της διδασκαλίας του ήταν η Θεία. Λατρεία, η Θεία «Κοινωνία». Αυτό θεωρούσε και αυτό μας δίδαξε και μας πέρασε ως τη μέγιστη αξία. Τα κατηχητικά μαθήματα, τα κηρύγματά του, οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις του εκεί επικεντρώνονταν και εκεί κατέληγαν. Μας δίδαξε την αξία και τη χαρά της Θ. Λατρείας, ως μοναδικής αξίας, ουσιαστικής, με ουσιαστική συμμετοχή και όχι τυπική. Δε διανοούνταν να πάμε στην Εκκλησία οποιαδήποτε ώρα «σε ένα θεατρικό έργο δεν πάτε από την αρχή;» «Δεν πάμε στην Εκκλησία όταν ξυπνήσουμε, αλλά ξυπνάμε για να πάμε», μας έλεγε. Δημιούργησε τμήμα βυζαντινής μουσικής και δίδασκε αφιλοκερδώς όλα τα παιδιά που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα. Μ’ αυτά τα παιδιά έκαμνε και τον δεξιό ψάλτη στην εκκλησία, εξυπηρετώντας έτσι και το Αναλόγιο αλλά προ πάντων εξασκώντας τα παιδιά στη βυζαντινή μουσική και συνηθίζοντάς τα να συμμετέχουν οργανικά στη Θ. Λατρεία. Οι τότε μικροί μαθητές του πλαισιώνουν ακόμη αναλόγια ή υπηρετούν το Θυσιαστήριο Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν ήθελε μικρόφωνα. Οι φωνές φυσικές, επιβλητικές, μέσα από την καρδιά γέμιζαν το ναό και μας καθήλωναν με τη μελωδικότητά τους και την τέλεια άρθρωση, διότι ο κύριος στόχος ήταν η μουσική να υπηρετεί την ουσία, που ήταν το περιεχόμενο των ύμνων. Λίγο καιρό πριν φύγει από τα Σέρβια είχε δημιουργήσει σε συνεργασία βέβαια με τον ψάλτη του- και μικτή χορωδία που έψαλλε στη Θ. Λειτουργία.
Φυσικά αναγνωρίζοντας ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο πνεύμα, όσο του ήταν δυνατόν εξυπηρετούσε και τις υλικές ανάγκες όσων κατέφευγαν στη βοήθειά του, αλλά και όσων δεν κατέφευγαν αλλά απλά ο ίδιος γνώριζε την κατάστασή τους. Ο μισθός του έφευγε πριν καλά-καλά μπει στο συρτάρι του. Προσφορές και δωρεές των Ενοριτών και άλλων εξανεμίζονταν την ίδια στιγμή, για όσους είχαν ανάγκη. Και όλα με τρόπο μυστικό, χωρίς να προσβάλλει την αξιοπρέπεια κανενός.
«Θεωρούμεθα ευτυχείς», είπε ο Δήμαρχος του Καρπενησίου στην υποδοχή του Αρχιερέως κατά την ενθρόνισή του στο Καρπενήσι, «ότι ετύχομεν Αρχιερέως… του οποίου η φήμη ως σεμνού, εναρέτου και άξιου κληρικού, ως δοκίμου κήρυκος και αυστηρού τηρητού του Ευαγγελικού Νόμου, ως ικανού περί την διοίκησιν πηδαλιούχου, ως υπερασπιστού μιας κοινωνικής δικαιοσύνης και στυλοβάτου μιας χριστιανικής ευποιΐας και αρετής, προέτρεξε της σημερινής αφίξεώς σας.»
Στις 28 Ιανουαρίου 1979 χειροτονήθηκε πρώτος Μητροπολίτης Καρπενησίου και τα Σέρβια ένιωσαν να ορφανεύουν. Ένιωσαν το μεγάλο κενό που δημιουργούνταν, περιμένοντας φυσικά το πώς θα μπορούσε να αναπληρωθεί…
Πέρασαν σαράντα χρόνια από τότε και η παρουσία του στους ανθρώπους που τον γνώρισαν από κοντά είναι πολύ ζωντανή… Η αγάπη και ο σεβασμός στο πρόσωπό του είναι βαθιά χαραγμένα στην ψυχή όλων.
Ο Θεός ας τον έχει στην καλύτερη θέση στον Παράδεισο και ας μας ευλογεί και εύχεται από κει και για μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου