Του Γιώργου Παγουλάτου*
Το πρώτο κοινό των δύο ήταν οι μεγάλες ικανότητες, το εργασιακό ήθος, η γνώση, η μεθοδικότητα κι η εξαντλητική γνώση των φακέλων. Το δεύτερο ήταν η ταύτισή τους με ένα πραγματικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, στο οποίο έβαλαν τη σφραγίδα τους. Χωρίς αυτό ο Παπάζογλου θα είχε παραμείνει στο ΕΜΠ, και ο Στεφάνου στη νομική επιστήμη. Ο πρώτος αφιερώθηκε στη μεταρρύθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης με τον νόμο Διαμαντοπούλου, του οποίου υπήρξε συντάκτης. Ο δεύτερος συνδέθηκε με τον «Καλλικράτη» και την κινητικότητα στο Δημόσιο.
Το τρίτο χαρακτηριστικό τους ήταν η πραγματική παιδεία και ηθική συγκρότηση. Αυτά επιτρέπουν σε έναν πολιτικό ή δημόσιο λειτουργό να εντάξει την ατομική του ατζέντα σε έναν ευρύτερο συλλογικό ορίζοντα. Κι οι δύο είχαν όχι απλώς την ευφυΐα να διαβάζουν το παιχνίδι, αλλά την ακεραιότητα και τον πατριωτισμό να μην το παίζουν για πάρτη τους. Πολλοί με τις ίδιες ικανότητες θα είχαν περιοριστεί να καβαλήσουν κυνικά την εξουσία. Ομως παιδεία σημαίνει συναίσθηση της ιστορικότητας: στη δεινότερη κρίση της χώρας να αντιλαμβάνεσαι ότι η εμπλοκή σου στην πολιτική συνεπάγεται κι έναν βαθμό αυταπάρνησης. Λειτουργοί της ποιότητας αυτής εμφορούνται από την υψηλότερη φιλοδοξία να αφήσουν ένα διαρκέστερο αποτύπωμα προσφοράς. Στην κλίμακα του κάθε ευσυνείδητου δημόσιου λειτουργού, αυτό σημαίνει να κάνεις τη δουλειά σου όσο το δυνατόν καλύτερα.
Είναι προφανές ότι αυτοί οι άνθρωποι (κι άλλοι της ίδιας ποιότητας) δεν βρίσκονταν εκεί ούτε για τις γλίσχρες απολαβές ούτε για την απόλαυση και το «τριπάκι» της εξουσίας (η ατέλειωτη δουλειά δεν άφηνε χρόνο) ούτε για την εφήμερη προβολή (την οποία δεν επιδίωξαν). Ηταν σαφές για όσους τους γνώρισαν ότι υπήρχε εκεί αυτό το άλλο που τους τραβούσε: μια ισχυρή αίσθηση καθήκοντος, το πάθος της προσφοράς κι ένα στέρεο υπόβαθρο πολιτικών αξιών. Ως μεταρρυθμιστές έγιναν δυσάρεστοι, υπέστησαν επιθέσεις. Ο Παπάζογλου είχε κηρυχθεί persona non grata από ορισμένους πολιτευόμενους πρυτάνεις και φοιτητοπατέρες. Ο Στεφάνου λοιδορήθηκε από αθλίους που δεν σεβάστηκαν ούτε τον θάνατό του.
Η τάξη των γενικών γραμματέων έχει δώσει τέτοια διαμάντια. Το κράτος ακόμη περισσότερο. Παντού υπάρχουν άνθρωποι που δεν εξαντλούνται στο να διεκπεραιώνουν τα ελάχιστα. Κάνουν τη δουλειά τους σαν να ήταν το σημαντικότερο πράγμα στον κόσμο, πολλές φορές την ώρα που άλλα μπορεί να προηγούνται, όπως η οικογένεια ή η υγεία τους. Και που η κοινωνία μετά θάνατον μαθαίνει πόσο πολλά τους οφείλει.
Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να στελεχώσουμε τις θέσεις ευθύνης με περισσότερους Παπάζογλου και Στεφάνου. Το ζητούμενο είναι πώς θα δημιουργήσουμε το ευρύτερο πλαίσιο κινήτρων και αξιών που θα παράγουν εκ των ενόντων περισσότερους λειτουργούς αυτού του είδους. Οπως έγραφε ο Αλ. Παπαχελάς («Ενας άνθρωπος, υπόδειγμα κρατικού λειτουργού», 30/7), όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης κράτησε στη θέση του τον Δ. Στεφάνου (επιλογή του προκατόχου του Α. Μανιτάκη) δυσαρέστησε πολλούς κομματικούς επειδή «κράτησε τον πασόκο». Είναι επείγον ζητούμενο η σύγκρουση με την άθλια παράδοση του κομματισμού που μας κατάντησε εδώ.
Οι άνθρωποι έχουν μέσα τους και τον εγωισμό και τη φιλαλληλία, και τον φιλοτομαρισμό και την αυταπάρνηση, και το συμφέρον και το καθήκον. Η ατομική προσωπικότητα αλλά κι οι ειδικότερες συνθήκες καθορίζουν ποια ακριβώς δοσολογία θα υπερισχύσει. Θεσμοί και κανόνες, κίνητρα και κυρώσεις, περιρρέουσα παιδεία και κουλτούρα, περιεχόμενο της διοίκησης, και τα έμπρακτα παραδείγματα από τις ελίτ της κοινωνίας. Ολα αυτά επηρεάζουν εάν στο πηδάλιο του κράτος θα έχουμε περισσότερους Στεφάνου ή περισσότερους Σμπώκους.
Για να μην ξεχνιόμαστε. Ζούμε ακόμα στη χώρα του βαλκανικού σουρεαλισμού. Πολιτικοί που έριξαν τον κρατικό προϋπολογισμό στα βράχια ανταμείβονται με τα «φιλέτα» των κρατικών θέσεων. Αλλοι που εκτόξευσαν τα ελλείμματα στα ύψη ακολουθούν λαμπρές πολιτικές καριέρες. Οσοι συνέδεσαν το όνομά τους με σημαντικές μεταρρυθμίσεις βρίσκονται κατά κανόνα εκτός πολιτικής. Η επιτήδεια αναβλητικότητα, η επικοινωνιακή διαχείριση, το χάιδεμα οικονομικών και συντεχνιακών παραγόντων έχουν προ πολλού επικρατήσει ως η απόλυτη συνθήκη προσωπικής πολιτικής επιβίωσης. Ακόμη κι η Δικαιοσύνη μας (η -επισήμως- αναποτελεσματικότερη στην Ε.Ε.) βρήκε τον χρόνο να δικαιώσει τους πολιτικάντηδες της λαϊκιστικής Δεξιάς. Παραπέμποντας εκ νέου τον ανεξάρτητο επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Α. Γεωργίου (που ανέλαβε τον Αύγουστο 2010!), με την κατηγορία ότι διόγκωσε το έλλειμμα για να οδηγηθεί η χώρα στο Μνημόνιο!
Κατά συνέπεια, ας τιμήσουμε κι ας στηρίξουμε όσους θαρραλέους πολιτικούς και κρατικούς αξιωματούχους απομένουν και επιμένουν, μέσα στην παραφροσύνη, να διατηρούν την αξιοπρέπεια και να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Και ας υποκλιθούμε στη μνήμη εκείνων που δεν είναι πια μαζί μας.
Τι υποκινεί τις πράξεις των ανθρώπων;
Ποιες δυνάμεις τούς ωθούν να είναι υπεύθυνοι αντί για αριβιστές,
χρήσιμοι αντί για παρασιτικοί ατομιστές; Υπό ποιες συνθήκες η ατομική
φιλοδοξία καταλήγει να προωθεί το γενικό καλό; Και ποια δύναμη τους
κρατάει να επιμένουν όταν τα εμπόδια φαίνονται ανυπέρβλητα;
Σκέφτηκα τα παραπάνω επειδή πριν από λίγες μέρες αποχαιρετήσαμε από τη ζωή έναν σημαντικό λειτουργό. Οπως ο Βασίλης Παπάζογλου, που χάσαμε πρόσφατα, έτσι κι ο Δημήτρης Στεφάνου εκπροσωπούσε ό,τι καλύτερο μπορεί κανείς να συναντήσει στις γραμμές των στελεχών που ως γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων διοικούν το κράτος.
Σκέφτηκα τα παραπάνω επειδή πριν από λίγες μέρες αποχαιρετήσαμε από τη ζωή έναν σημαντικό λειτουργό. Οπως ο Βασίλης Παπάζογλου, που χάσαμε πρόσφατα, έτσι κι ο Δημήτρης Στεφάνου εκπροσωπούσε ό,τι καλύτερο μπορεί κανείς να συναντήσει στις γραμμές των στελεχών που ως γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων διοικούν το κράτος.
Το πρώτο κοινό των δύο ήταν οι μεγάλες ικανότητες, το εργασιακό ήθος, η γνώση, η μεθοδικότητα κι η εξαντλητική γνώση των φακέλων. Το δεύτερο ήταν η ταύτισή τους με ένα πραγματικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, στο οποίο έβαλαν τη σφραγίδα τους. Χωρίς αυτό ο Παπάζογλου θα είχε παραμείνει στο ΕΜΠ, και ο Στεφάνου στη νομική επιστήμη. Ο πρώτος αφιερώθηκε στη μεταρρύθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης με τον νόμο Διαμαντοπούλου, του οποίου υπήρξε συντάκτης. Ο δεύτερος συνδέθηκε με τον «Καλλικράτη» και την κινητικότητα στο Δημόσιο.
Το τρίτο χαρακτηριστικό τους ήταν η πραγματική παιδεία και ηθική συγκρότηση. Αυτά επιτρέπουν σε έναν πολιτικό ή δημόσιο λειτουργό να εντάξει την ατομική του ατζέντα σε έναν ευρύτερο συλλογικό ορίζοντα. Κι οι δύο είχαν όχι απλώς την ευφυΐα να διαβάζουν το παιχνίδι, αλλά την ακεραιότητα και τον πατριωτισμό να μην το παίζουν για πάρτη τους. Πολλοί με τις ίδιες ικανότητες θα είχαν περιοριστεί να καβαλήσουν κυνικά την εξουσία. Ομως παιδεία σημαίνει συναίσθηση της ιστορικότητας: στη δεινότερη κρίση της χώρας να αντιλαμβάνεσαι ότι η εμπλοκή σου στην πολιτική συνεπάγεται κι έναν βαθμό αυταπάρνησης. Λειτουργοί της ποιότητας αυτής εμφορούνται από την υψηλότερη φιλοδοξία να αφήσουν ένα διαρκέστερο αποτύπωμα προσφοράς. Στην κλίμακα του κάθε ευσυνείδητου δημόσιου λειτουργού, αυτό σημαίνει να κάνεις τη δουλειά σου όσο το δυνατόν καλύτερα.
Είναι προφανές ότι αυτοί οι άνθρωποι (κι άλλοι της ίδιας ποιότητας) δεν βρίσκονταν εκεί ούτε για τις γλίσχρες απολαβές ούτε για την απόλαυση και το «τριπάκι» της εξουσίας (η ατέλειωτη δουλειά δεν άφηνε χρόνο) ούτε για την εφήμερη προβολή (την οποία δεν επιδίωξαν). Ηταν σαφές για όσους τους γνώρισαν ότι υπήρχε εκεί αυτό το άλλο που τους τραβούσε: μια ισχυρή αίσθηση καθήκοντος, το πάθος της προσφοράς κι ένα στέρεο υπόβαθρο πολιτικών αξιών. Ως μεταρρυθμιστές έγιναν δυσάρεστοι, υπέστησαν επιθέσεις. Ο Παπάζογλου είχε κηρυχθεί persona non grata από ορισμένους πολιτευόμενους πρυτάνεις και φοιτητοπατέρες. Ο Στεφάνου λοιδορήθηκε από αθλίους που δεν σεβάστηκαν ούτε τον θάνατό του.
Η τάξη των γενικών γραμματέων έχει δώσει τέτοια διαμάντια. Το κράτος ακόμη περισσότερο. Παντού υπάρχουν άνθρωποι που δεν εξαντλούνται στο να διεκπεραιώνουν τα ελάχιστα. Κάνουν τη δουλειά τους σαν να ήταν το σημαντικότερο πράγμα στον κόσμο, πολλές φορές την ώρα που άλλα μπορεί να προηγούνται, όπως η οικογένεια ή η υγεία τους. Και που η κοινωνία μετά θάνατον μαθαίνει πόσο πολλά τους οφείλει.
Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να στελεχώσουμε τις θέσεις ευθύνης με περισσότερους Παπάζογλου και Στεφάνου. Το ζητούμενο είναι πώς θα δημιουργήσουμε το ευρύτερο πλαίσιο κινήτρων και αξιών που θα παράγουν εκ των ενόντων περισσότερους λειτουργούς αυτού του είδους. Οπως έγραφε ο Αλ. Παπαχελάς («Ενας άνθρωπος, υπόδειγμα κρατικού λειτουργού», 30/7), όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης κράτησε στη θέση του τον Δ. Στεφάνου (επιλογή του προκατόχου του Α. Μανιτάκη) δυσαρέστησε πολλούς κομματικούς επειδή «κράτησε τον πασόκο». Είναι επείγον ζητούμενο η σύγκρουση με την άθλια παράδοση του κομματισμού που μας κατάντησε εδώ.
Οι άνθρωποι έχουν μέσα τους και τον εγωισμό και τη φιλαλληλία, και τον φιλοτομαρισμό και την αυταπάρνηση, και το συμφέρον και το καθήκον. Η ατομική προσωπικότητα αλλά κι οι ειδικότερες συνθήκες καθορίζουν ποια ακριβώς δοσολογία θα υπερισχύσει. Θεσμοί και κανόνες, κίνητρα και κυρώσεις, περιρρέουσα παιδεία και κουλτούρα, περιεχόμενο της διοίκησης, και τα έμπρακτα παραδείγματα από τις ελίτ της κοινωνίας. Ολα αυτά επηρεάζουν εάν στο πηδάλιο του κράτος θα έχουμε περισσότερους Στεφάνου ή περισσότερους Σμπώκους.
Για να μην ξεχνιόμαστε. Ζούμε ακόμα στη χώρα του βαλκανικού σουρεαλισμού. Πολιτικοί που έριξαν τον κρατικό προϋπολογισμό στα βράχια ανταμείβονται με τα «φιλέτα» των κρατικών θέσεων. Αλλοι που εκτόξευσαν τα ελλείμματα στα ύψη ακολουθούν λαμπρές πολιτικές καριέρες. Οσοι συνέδεσαν το όνομά τους με σημαντικές μεταρρυθμίσεις βρίσκονται κατά κανόνα εκτός πολιτικής. Η επιτήδεια αναβλητικότητα, η επικοινωνιακή διαχείριση, το χάιδεμα οικονομικών και συντεχνιακών παραγόντων έχουν προ πολλού επικρατήσει ως η απόλυτη συνθήκη προσωπικής πολιτικής επιβίωσης. Ακόμη κι η Δικαιοσύνη μας (η -επισήμως- αναποτελεσματικότερη στην Ε.Ε.) βρήκε τον χρόνο να δικαιώσει τους πολιτικάντηδες της λαϊκιστικής Δεξιάς. Παραπέμποντας εκ νέου τον ανεξάρτητο επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Α. Γεωργίου (που ανέλαβε τον Αύγουστο 2010!), με την κατηγορία ότι διόγκωσε το έλλειμμα για να οδηγηθεί η χώρα στο Μνημόνιο!
Κατά συνέπεια, ας τιμήσουμε κι ας στηρίξουμε όσους θαρραλέους πολιτικούς και κρατικούς αξιωματούχους απομένουν και επιμένουν, μέσα στην παραφροσύνη, να διατηρούν την αξιοπρέπεια και να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Και ας υποκλιθούμε στη μνήμη εκείνων που δεν είναι πια μαζί μας.
* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έντυπη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου