Φίλες και φίλοι, μπαίνουμε στην τελική
ευθεία της προσυνεδριακής διαδικασίας και χαίρομαι πραγματικά γιατί η
απόφασή μας το Συνέδριο να αρχίσει στις 28 Φεβρουαρίου, θα
πραγματοποιηθεί. Είμαστε άρα συνεπείς σε μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία.
Χαίρομαι γιατί έχουν πυκνώσει οι συναντήσεις, οι εκδηλώσεις σε σχέση με τα προσυνεδριακά κείμενα, ο ψηφιακός διάλογος. Προσπάθησα κι εγώ να συμβάλλω στον προσυνεδριακό διάλογο με δυο εκτενή κείμενά μου που αναρτήθηκαν στο διαδικτυακό μας τόπο, ένα για τα περιβόητα «υπολογιστικά» λάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και ένα για την ιστορική παλινδρόμηση της Ευρώπης και την βαθιά κρίση των Ευρωπαίων σοσιαλιστών, της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας.
Χαίρομαι γιατί έχουν πυκνώσει οι συναντήσεις, οι εκδηλώσεις σε σχέση με τα προσυνεδριακά κείμενα, ο ψηφιακός διάλογος. Προσπάθησα κι εγώ να συμβάλλω στον προσυνεδριακό διάλογο με δυο εκτενή κείμενά μου που αναρτήθηκαν στο διαδικτυακό μας τόπο, ένα για τα περιβόητα «υπολογιστικά» λάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και ένα για την ιστορική παλινδρόμηση της Ευρώπης και την βαθιά κρίση των Ευρωπαίων σοσιαλιστών, της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας.
Παρ' ότι θα έπρεπε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης να εστιάζεται στη
θετική όψη της προσυνεδριακής διαδικασίας, στην κινητοποίηση ενός
μεγάλου αριθμού φίλων, μελών, στελεχών, στην επαναδραστηριοποίηση
Οργανώσεων, παρακολουθώ να αποδίδεται πολύ μεγάλη σημασία σε ορισμένες,
παλαιού τύπου, συσσωματώσεις και ομαδοποιήσεις, που βλέπουν το φως της
δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες.
Αυτό προκαλεί μια εσφαλμένη και άδικη εντύπωση για την προσυνεδριακή μας διαδικασία. Στόχος του Συνεδρίου είναι η θεσμική συγκρότηση του ΠΑΣΟΚ, η εγκαθίδρυση της εσωκομματικής δημοκρατίας, η ανάδειξη της σημασίας του ουσιαστικού πολιτικού λόγου και βέβαια στρατηγικός στόχος του Συνεδρίου είναι η ανανέωση. Η ανανέωση των ιδεών, η ανανέωση των προσώπων, η ανανέωση της στρατηγικής.
Γιατί σημασία δεν έχουν οι ηλικίες, ή μάλλον έχουν κι αυτές πολύ μεγάλη σημασία, ακόμη όμως μεγαλύτερη σημασία έχουν οι ιδέες και οι πρακτικές. Αυτές πρέπει να είναι νέες και ανανεωμένες. Πρέπει συνεπώς, και προσυνεδριακά και στο Συνέδριο, να αναδείξουμε και να επιβάλλουμε μια άλλη αντίληψη. Μια αντίληψη, που δεν υπαγορεύεται από το μικρότερο μέγεθος του ΠΑΣΟΚ εκλογικά και κοινοβουλευτικά, αλλά από τους νέους όρους διεξαγωγής της ίδιας της πολιτικής.
Τώρα, υπό συνθήκες διαρκούς κρίσης και διακινδύνευσης σε όλες τις κοινωνίες, αλλά πολύ περισσότερο σε κοινωνίες όπως η ελληνική που υφίσταται τεράστιες θυσίες, το να κάνεις πολιτική είναι πολύ πιο δύσκολο σε σχέση με το τι σήμαινε «κάνω πολιτική» πριν από 5, 10 ή 15 χρόνια.
Δεν επιτρέπονται συνεπώς εσωστρέφειες, μικρομεγαλισμοί, ούτε παλαιοκομματικές πρακτικές. Ο ρόλος μου ως Προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι φυσικά να διασφαλίζω την ενότητα και το εύρος του όλου ΠΑΣΟΚ. Όμως το όλο ΠΑΣΟΚ τώρα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ένα μικρό αντίγραφο του παλιού.
Ως όλο ΠΑΣΟΚ τώρα οφείλουμε να προσδιορίσουμε τη νέα προοπτική του μεγάλου και πάλι ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί και πρέπει να ξαναγίνει πλειοψηφικό και πολυσυλλεκτικό, αλλά όντας ταυτόχρονα πολιτικά έντιμο και ειλικρινές. Το να είσαι πολιτικά έντιμος και ειλικρινής, είναι πολύ συχνά αντιφατικό σε σχέση με τον στόχο του να είσαι πολυσυλλεκτικός και πλειοψηφικός.
Αλλά πρέπει να συμβιβάσουμε αυτούς τους δυο φαινομενικά αντίθετους και αντιφατικούς στόχους. Χρειαζόμαστε συνεπώς ένα ΠΑΣΟΚ αξιακά σαφές και στρατηγικά σταθερό.
Το ΠΑΣΟΚ από παλιά αποδέχεται τη λειτουργία εσωτερικών πολιτικών ρευμάτων και το σχέδιο του Καταστατικού αναδεικνύει τη σημασία των ρευμάτων ιδεών, αλλά για να αναδειχθεί και να υπάρχει ένα ρεύμα ιδεών μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να υπάρχουν ιδέες. Και πρωτίστως πρέπει να αποσαφηνιστεί η ιδεολογική ταυτότητα και το αξιακό περιεχόμενο του ίδιου του ΠΑΣΟΚ, ώστε να έχεις να προσθέσεις διαστάσεις και παραμέτρους μετά, ως ένα εσωκομματικό ρεύμα, που αποδέχεσαι το αξιακό πλαίσιο, την πολιτική στρατηγική και προσθέτεις διαστάσεις, οι οποίες μπορεί να είναι πάρα πολύ σημαντικές. Για παράδειγμα, η οικολογική διάσταση.
Είναι πολύ δύσκολο να διατυπώσεις ιδέες που συγκροτούν μια πλήρη πρόταση για τον τόπο, για την Παράταξη για το μέλλον. Γιατί η δυσκολία αυτή δεν είναι μόνο ελληνική είναι πανευρωπαϊκή, είναι διεθνής. Είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να έχεις αγωνίες, ή να υφίστασαι πιέσεις λόγω των κοινωνικών αναγκών και καταστάσεων που είναι δυστυχώς ακραίες και τελείως διαφορετικό, πολύ πιο δύσκολο, να μετασχηματιστεί η αγωνία και η πίεση σε ολοκληρωμένη πρόταση αξιακή, στρατηγική, εκλογική για την Παράταξη και άρα για τη χώρα.
Είναι άλλο πράγμα τα ρεύματα και άλλο πράγμα δίκτυα αλληλοϋποστήριξης στελεχών, μηχανισμοί, εσωκομματικές συγκυριακές συνεργασίες.
Το Συνέδριο δεν θα διεξαχθεί με παλαιούς ή ακόμη χειρότερα με παλαιοκομματικούς όρους. Η παρουσία σας εδώ και ο ρόλος της Γραμματείας της ΚΟΕΣ και της Επιτροπής Καταστατικών Διαδικασιών και Πιστοποίησης είναι να παράσχουμε τις θεσμικές εγγυήσεις που οδηγούν στην αναγκαία σύνθεση και σε σχέση με την ανάδειξη των συνέδρων και σε σχέση με την ανάδειξη των οργάνων.
Είχα την ευκαιρία χτες να συναντηθώ επί πολύ ώρα με τη Γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής Συνεδρίου της Νεολαίας του ΠΑΣΟΚ και τους μίλησα για την ανάγκη ήδη από το Συνέδριο της Νεολαίας να σταλεί δυο μέρες νωρίτερα το μήνυμα ενός άλλου οργανωτικού και πολιτικού ήθους. Η Νεολαία πρέπει να μιλήσει τους νέους, οι νεολαίοι πρέπει να ξαναγίνουν νέοι! Πρέπει να μιλήσουν με την αισθητική, με τον Κώδικα επικοινωνίας της νέας γενιάς και βεβαίως πρέπει να αναδείξουν όχι οργανωτίστικα, αλλά πολιτικά προγραμματικά προτάγματα, τα οποία εφάπτονται με τις αγωνίες της νέας γενιάς.
Κατάλαβαν πάρα πολύ καλά οι νέοι του ΠΑΣΟΚ, το ένιωσα στην απάντησή τους και στη συμμετοχή τους στη συζήτηση που ήταν υψηλοτάτου επιπέδου, ότι δεν μπορούμε να πάμε σε ένα Συνέδριο με φυλές και πάτρωνες. Πρέπει να αποκτήσει ξανά χυμούς ιδεολογικούς και πολιτικούς η Νεολαία μας και να γίνει μια Νεολαία ιδεών, αξιών, κοινωνικής δράσης, αυθεντικής σχέσης με την πολιτική.
Μια Νεολαία, μια οργάνωση δηλαδή, ταυτισμένη με τις αγωνίες των νέων για γνώση, δουλειά και μέλλον με ασφάλεια κάτω από τον ήλιο της χώρας μας.
Ένα δεύτερο πολύ μεγάλο θέμα στο οποίο ήδη αναφέρθηκα και στο οποίο αφιέρωσα ένα εκτενές κείμενό μου, όπως ξέρετε, είναι αυτή η συζήτηση για τα περιβόητα «υπολογιστικά» –χρησιμοποιώ τον όρο εντός εισαγωγικών- λάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ο τρόπος με τον οποίο άνοιξε και διεξάγεται η συζήτηση αυτή, είναι ενδεικτικός ενός δημόσιου βίου χωρίς μνήμη και χωρίς συνέχεια.
Και ξέρετε ένας δημόσιος βίος χωρίς μνήμη και χωρίς συνέχεια, δεν παράγει αποτέλεσμα. Αντιφάσκει με τον εαυτό του, ανακυκλώνεται. Τα λάθη όχι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά όλων των θεσμικών μας εταίρων - και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των Κυβερνήσεων της Ευρωζώνης - δεν είναι λάθη τεχνικά. Είναι λάθη πολιτικά, ακόμη, θα έλεγα, βαθύτερα είναι λάθη ιδεολογικά. Το λάθος δεν έγινε στον υπολογισμό του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή, αλλά στον υπολογισμό ενός ιδεολογικού, νεοφιλελεύθερου πολιτικά, πολλαπλασιαστή.
Γιατί το πρόγραμμα έχει έντονα ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Γι' αυτό είναι πρόγραμμα υποστήριξης και τιμωρίας των δημοσιονομικά άσωτων χωρών, οι οποίες βρέθηκαν εκτροχιασμένες δημοσιονομικά αλλά σε ύφεση, και εξαναγκάστηκαν να υποταχτούν σε προκυκλικά προγράμματα προσαρμογής, με πρώτη την Ελλάδα που ήταν το εργαστήριο πάνω στο οποίο δοκιμάστηκαν αυτές οι συνταγές.
Και όταν φυσικά ξεκινάς ένα πρόγραμμα άμεσης, γρήγορης, βίαιης, δημοσιονομικής προσαρμογής με μείωση του ελλείμματος εντός δύο ετών, είναι προφανές ότι βαθαίνεις την ύφεση, βαθαίνεις την ανεργία και όταν μπεις στον φαύλο κύκλο της ύφεσης, είναι το πιθανότερο να οδηγηθείς σε εσφαλμένους υπολογισμούς και σε κλιμάκωση του δημοσίου χρέους γιατί μειώνεις τον παρανομαστή, μειώνεις το ΑΕΠ, πάνω στο οποίο υπολογίζονται τα πάντα.
Αυτά όμως είναι τα «γενετικά» προβλήματα του αρχικού προγράμματος στήριξης, υπό τις συνθήκες που υπήρχαν και σε πολύ μεγάλο βαθμό υπάρχουν στην Ευρώπη και στη δυτική οικονομία, από τα τέλη του 2009, από το 1ο εξάμηνο του 2010.
Το ερώτημα το έχουμε θέσει κι άλλη φορά με άλλο τρόπο: ποιος επέβαλε την παρουσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Ανεξάρτητα από το τι αντιλαμβανόμασταν εμείς εδώ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο το επέβαλε και το κρατά στην καρδιά της Ευρωζώνης, η Γερμανία και οι άλλες «ενάρετες» δημοσιονομικά χώρες, που έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θέλουν ως πραγματικό εγγυητή της νεοφιλελεύθερης και δημοσιονομικά σκληρής πολιτικής τους, που τιμωρεί τις άσωτες χώρες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο λόγω εμπειρίας και γνώσης, όχι λόγω κεφαλαίων.
Είχε προηγηθεί σας θυμίζω η περίπτωση μιας ευρωπαϊκής χώρας που δεν είναι μέλος της Ζώνης του ευρώ που είναι η Ουγγαρία, στην οποία υπήρξε και κλονισμός πολιτικός πάρα πολύ έντονος. Με μια συντριπτική επάνοδο της Δεξιάς στην εξουσία, η οποία δεν μπόρεσε να διαχειριστεί τίποτε από όσα υποσχέθηκε παρ' ότι είχε πλειοψηφία 2/3.
Άρα υπάρχει ένα τέτοιο «γενετικό» πρόβλημα ιδεολογικού και πολιτικού χαρακτήρα που αφορά το συντηρητισμό της Ευρώπης, τη θεσμική και στρατηγική αμηχανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που φάνηκε και στην πρόσφατη συζήτηση για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και για τη μιζέρια του κοινοτικού προϋπολογισμού. Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με κοινοτικό προϋπολογισμό που είναι μικρότερος από το 1% του κοινοτικού ΑΕΠ. Και βέβαια αυτό φάνηκε και στην περιβόητη κοινή γαλλογερμανική δήλωση της Ντοβίλ, που εξέθεσε τις δημοσιονομικά οριακές χώρες της Ευρωζώνης, στην αδηφάγο επίθεση των αγορών.
Πότε τα καταλάβαμε αυτά στην Ελλάδα; Προχθές; Που ο εκπρόσωπος Τύπου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και ο επικεφαλής οικονομολόγος ο κ. Μπλανσάρ παραδέχτηκαν και εγγράφως ότι έγινε «υπολογιστικό» λάθος; Ας είμαστε σοβαροί. Αυτά έχουν φανεί πλήρως από τις αρχές του 2011 το αργότερο. Μόλις μετά από ένα εξάμηνο εφαρμογής του πρώτου προγράμματος.
Και πρέπει να σας πω ότι ο βαθύτερος πολιτικός και εθνικός λόγος για τον οποίο προσωπικά αποδέχτηκα την φαινομενικά παράλογη ευθύνη του Υπουργού Οικονομικών, τον Ιούνιο του 2011, ήταν το αδιέξοδο στο οποίο είχαμε οδηγηθεί λόγω των μακροοικονομικών σφαλμάτων της τρόικας εξ αρχής και της γενετικής αδυναμίας του προγράμματος να ανταπεξέλθει στους στόχους που το ίδιο είχε θέσει. Προέβλεπε σας θυμίζω επάνοδο στις αγορές το 2011!
Η μεγάλη σύγκρουση που ξεκίνησε από τον Ιούνιο του 2011 και κορυφώθηκε τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου του 2011 με τη διακοπή των συνομιλιών με την τρόικα και την αποχώρησή της από το γραφείο μου και από τη χώρα, είχε ως αντικείμενο αυτό ακριβώς: την επιμονή μας, την επιμονή μου να παραδεχτούν ότι έχουν κάνει εσφαλμένες μακροοικονομικές προγνώσεις και ότι δεν είναι δυνατό να ζητούν πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, που βαθαίνουν ακόμη περισσότερο την ύφεση και μας οδηγούν σε ένα ατέλειωτο φαύλο κύκλο.
Και αυτή η σύγκρουση που ορισμένοι την είχαν εκλάβει ως μπλόφα, είναι που μας επέτρεψε να επανατοποθετήσουμε το συνολικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και από τον Σεπτέμβριο του 2011 μέσα σε 50 μέρες, στις 27 Οκτωβρίου του 2011 στη Σύνοδο Κορυφής, να συμφωνήσουμε ένα τελείως διαφορετικό δεύτερο πρόγραμμα με άλλα μεγέθη, άλλους όρους, άλλη προοπτική, δραστική μείωση του δημοσίου χρέους, ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών και πακέτο αναπτυξιακής βοήθειας.
Ιστορικά πρέπει να πούμε στον ελληνικό λαό πως αν μια κρίσιμη στιγμή στη διαπραγμάτευση είναι η σύγκρουση στα τέλη Αυγούστου, όταν αποχώρησε η τρόικα από το γραφείο μου, η δεύτερη μεγάλη στιγμή της σύγκρουσης αυτής ήταν η διαπραγμάτευση με τους Γερμανούς με τον κ. Σόιμπλε στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών του φθινοπώρου του 2011. Όταν έπρεπε να αντικρούσουμε τη σκέψη ότι το ατελές πρόγραμμα στήριξης που ήταν βασισμένο σε λάθος υπολογισμούς των εταίρων μας, έπρεπε να λειτουργήσει ως πρόγραμμα υποστήριξης της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ και όχι ως πρόγραμμα στήριξης για την επαναφορά της χώρας σε μια φυσιολογική κατάσταση δημοσιονομική και αναπτυξιακή.
Αυτές οι δυο στιγμές, μαζί με όσα έγιναν στη Σύνοδο Κορυφής στις 26-27 Οκτωβρίου οδήγησαν στο δεύτερο πρόγραμμα.
Άλλο αν ακολούθησαν απρόβλεπτες πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στη μεγάλη στρατηγική στροφή της Νέας Δημοκρατίας, στην προσχώρησή της στο μέτωπο στήριξης του προγράμματος το λεγόμενο «φιλομνημονιακό», στο σχηματισμό της Κυβέρνησης Λουκά Παπαδήμου. Αυτό έγινε τη στιγμή που αρχίζαμε την εξειδικευμένη διαπραγμάτευση εφαρμογής και για τη νέα δανειακή σύμβαση και για το κούρεμα του χρέους και με τους θεσμικούς εταίρους και με το διεθνή ιδιωτικό τομέα, με τις Τράπεζες.
Και έτσι φτάσαμε στο κεκτημένο του Φεβρουαρίου του 2012 που ακριβώς επειδή επιδιώκει να δώσει απάντηση στα περιβόητα «υπολογιστικά» λάθη του ΔΝΤ και της τρόικας, προβλέπει ρητά τη ρήτρα βαθύτερης ύφεσης. Και λέει η συμφωνία ότι, αν υπάρχει βαθύτερη ύφεση, οδηγούμαστε σε επαναδιαπραγμάτευση, σε αναθεώρηση δηλαδή και σε επιμήκυνση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αυτό λέγαμε προεκλογικά. Την πλήρη και συγκεκριμένη αλήθεια, που συνιστούσε εθνική στρατηγική. Αυτή ήταν η βασική προεκλογική μας θέση και το Μάιο του 2012 και τον Ιούνιο του 2012. Ποιος μπορεί να έρθει να πει ότι τώρα κατάλαβε ότι υπάρχει πρόβλημα λάθους και τώρα ανοίγει η οδός της επαναδιαπραγμάτευσης; Αυτά είναι συμφωνημένα και γραμμένα στη δεύτερη δανειακή σύμβαση και είναι και βασικό στοιχείο της συμφωνίας της προγραμματικής σύγκλισης του ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Δημοκρατία και τη ΔΗΜΑΡ επί τη βάση της οποίας συγκροτήθηκε τον Ιούνιο μετά τις εκλογές η τρικομματική Κυβέρνηση.
Γι' αυτό η στρατηγική μας πρόταση από τα τέλη Ιουνίου διαρκώς ήταν πρώτα συμφωνία για το μακροοικονομικό πλαίσιο και μετά εξειδίκευση των μέτρων. Γι’ αυτό επιμέναμε να υπάρχει Εθνική Ομάδα Διαπραγμάτευσης.
Αλλά τότε δε μας άκουγε κανείς. Υπήρχε πανταχόθεν επίθεση φθοράς εναντίον του ΠΑΣΟΚ, πολιτική, επικοινωνιακή και λειτουργούσε μια ανεπίγνωστη, χωρίς ιστορική συνείδηση 5η φάλαγγα, στο εσωτερικό του ηττημένου ΠΑΣΟΚ.
Αγωνιστήκαμε για το καλύτερο αποτέλεσμα της πεντάμηνης διαπραγμάτευσης μέχρι το Δεκέμβριο, αλλά όταν προέκυψε ένα πακέτο που δεν ήταν όπως το φανταζόμασταν, που θέλαμε να είναι καλύτερο, που θέλαμε να το έχουμε διαπραγματευθεί με διαφορετική μέθοδο, εμείς ως υπεύθυνη εθνικά δύναμη, το ψηφίσαμε με κόστος, με απώλειες. Δεν κάναμε κανένα κοινοβουλευτικό τέχνασμα. Αναλάβαμε την ευθύνη.
Και βέβαια, είναι λογικό μετά απ’ όλα αυτά η συντηρητική Ευρώπη να έχει μια θετική στάση. Την καλωσορίζουμε. Είναι θετική και η στάση των Ευρωπαίων σοσιαλιστών, είχα την ευκαιρία να το δω αυτό στη Γερμανία στις επαφές μου με το SPD και τους Πράσινους, στη δεύτερη συνάντησή μου εδώ με τον υποψήφιο καγκελάριο, τον Πέερ Στάινμπρουκ.
Ξέρω ότι εξίσου θετική είναι και η στάση του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και με χαρά θα υποδεχθούμε την ερχόμενη Τρίτη τον Πρόεδρο Ολάντ στην Αθήνα.
Οι εταίροι μας τώρα θέλουν να πετύχουμε. Γι’ αυτό έχει σταματήσει η επικίνδυνη ρητορεία για μια Ελλάδα που είναι με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο πόδι έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό κόστισε. Και νομίζω ότι ο Πέερ Στάιμπρουκ περιγράφει πάρα πολύ καλά το πώς εξελίχθηκε αυτή η ρητορεία και στη γερμανική δημόσια συζήτηση.
Οι εταίροι μας θέλουν να πετύχουμε και σ’ αυτό ασκεί την επιρροή της η προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία και σε άλλες χώρες. Δεν αρκεί όμως αυτό. Το μεγάλο ζήτημα είναι οι εταίροι μας να κατανοήσουν ποιο είναι τώρα το μεγάλο πρόβλημα. Πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν είναι ούτε δυνατό ούτε σωστό οικονομικά να ληφθούν πρόσθετα δημοσιονομικά ή εισοδηματικά μέτρα. Δεν αντέχει η κοινωνία, δεν αντέχει η οικονομία, δεν αντέχει το πολιτικό σύστημα.
Πρέπει να επενδύσουμε σε αναπτυξιακά μέτρα στήριξης. Πρέπει να επενδύσουμε στην κοινωνική συνοχή, πρέπει να επενδύσουμε στην πραγματική οικονομία. Η παρανομαστής του κλάσματος είναι η λύση, το ΑΕΠ. Οποιαδήποτε πρόσθετη επέμβαση στον αριθμητή, διογκώνει το πρόβλημα. Και βέβαια αυτό το στρατηγικό ζήτημα πρέπει να το πούμε και το λέμε ευθέως: τα «υπολογιστικά» λάθη του προγράμματος δε μας οδηγούν στο αίτημα να μειώσουμε το ΦΠΑ στην εστίαση από το 23% στο 19%.
Είναι αυτό ένα μεγάλο πρόβλημα και δική μας προεκλογική δέσμευση είναι να μειώσουμε το ΦΠΑ στην εστίαση. Και στα αγροτικά εφόδια και αλλού. Αυτά όμως είναι επιμέρους ζητήματα διαχείρισης που πρέπει να έχουν τα καλύτερα αποτελέσματα κάθε φορά. Το στρατηγικό ζήτημα είναι οι εταίροι μας να κατανοήσουν τι πρέπει να γίνει με τη χώρα, τι πρέπει να γίνει με την Ευρώπη στην πραγματικότητα.
Γιατί το γενικό υφεσιακό ευρωπαϊκό περιβάλλον, βλάπτει και τις χώρες οι οποίες είναι δημοσιονομικά πειθαρχημένες και τις χώρες που είναι σε πρόγραμμα και τις χώρες που είναι στην ενδιάμεση κατάσταση της απειλής, που είναι πολλές.
Αυτό ισχύει και για την περιβόητη βιωσιμότητα του χρέους. Επειδή ακούω διαφόρους, μάλιστα κάποιους οι οποίοι ήταν κατά του PSI, κάποιους που ξόρκιζαν την αναδιάρθρωση, να λένε ότι τώρα χρειάζεται κι άλλο κούρεμα, λες και κομίζουν κάτι το καινούργιο ή το καινοφανές στη συζήτηση, λέγοντας εύκολα λόγια εκ των υστέρων, θέλω να θυμηθούμε όλοι –όχι όλοι στην αίθουσα αυτή, όλοι οι Έλληνες πολίτες- ότι με το PSI και την επαναγορά των ομολόγων που έγινε πρόσφατα, έχει μειωθεί το ελληνικό δημόσιο χρέος κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Είναι κολοσσιαία και πρωτοφανής στα διεθνή οικονομικά χρονικά η μείωση.
Και όπως η δυναμική του PSI οδήγησε στην επαναγορά τώρα που μεγάλωσε το κούρεμα, έτσι υπάρχει συνέχεια στη δυναμική της συμφωνίας αυτής, η οποία ξεκίνησε από 21%, πήγε στο 53,5%, έφτασε στο 65% και βέβαια τώρα θα περιλάβει και τη 2η φάση που κάποιοι την έχουν πει με τ’ όνομά τους, έστω και διακριτικά, διεθνώς. Η ίδια η κα Μέρκελ έχει αναφερθεί σ’ αυτό και στη συμμετοχή του διεθνούς δημόσιου τομέα πια.
Το επόμενο ζήτημα με αφορμή και τα όσα έγιναν στις Βρυξέλλες, με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, που συνθέτουν μια θλιβερή εικόνα για την Ευρώπη, αφορούν όχι μόνο το κίνδυνο ιστορικής παλινδρόμησης της Ευρώπης αλλά και τον κίνδυνο η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία - κι όταν λέω σοσιαλδημοκρατία εννοώ το ΡΕS, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, την ομάδα των Ευρωπαίων σοσιαλιστών και δημοκρατών. Εννοώ όλα τα κόμματα όπως κι αν ονομάζονται, σοσιαλιστικά, σοσιαλδημοκρατικά, εργατικά, δημοκρατικά, σημασία έχουν οι θέσεις και οι πολιτικές, όχι τα ιστορικά ονόματα - να παραμείνουν σε μια κατάσταση στρατηγικής αδυναμίας να διατυπωθεί η ολοκληρωμένη αντίληψη για μια άλλη Ευρώπη.
Και η εικόνα του διαρκούς κυλιόμενου μεγάλου συνασπισμού των δυο μεγάλων πολιτικών οικογενειών, του λαϊκού κόμματος και του σοσιαλιστικού κόμματος, που εναλλάσσονται και στην Προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε 2,5 χρόνια, είναι μια εικόνα που τελικά λειτουργεί υπέρ της υφιστάμενης κατάστασης, υπέρ του status quo, δηλαδή υπέρ μιας συντηρητικής πολιτικά αντίληψης, η οποία εκδηλώνεται με την κατίσχυση νεοφιλελεύθερων ιδεών. Γιατί όπως έχει πει ο Κέινς, οι ιδέες κυβερνούν τον κόσμο, μόνο που τώρα κατισχύουν οι αντίπαλες ιδέες.
Και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, όπως είπα και στο κείμενό μου της τελευταίας Κυριακής, έχασε το παιχνίδι των ιδεών και των πολιτικών από τη στιγμή που απεσύρθη η Κεινσιανή πολιτική αντίληψη από την οικονομική και πολιτική πραγματικότητα των ευρωπαϊκών χωρών και μπήκαμε σ’ έναν Σύμφωνο Σταθερότητας με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ στις αρχές της δεκαετίας του ’90, που δε μπορούσε να λάβει υπ' όψιν του ούτε την πιθανότητα της κρίσης ούτε την αντοχή των κοινωνιών.
Άρα εμείς θέλουμε την Ευρώπη ως γήπεδο, αλλά πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, αναπτυξιακά, μια άλλη Ευρώπη, μια Ευρώπη σύγχρονη, αξιόπιστη, προοδευτική, κοντά στις ιδέες των Ευρωπαίων σοσιαλιστών. Θεωρώ ότι αυτή είναι η βάση του ουσιαστικού διαλόγου μας για τη συγκρότηση της μεγάλης ελληνικής Κεντροαριστεράς.
Το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ είναι μια κρίσιμη στιγμή στην προσπάθεια αυτή. Δεν είναι η τελευταία στιγμή. Θα συνεχίσουμε και μετά το συνέδριο. Αλλά αυτές οι απόψεις, αυτές οι αντιλήψεις, αυτή η θεματολογία, είναι ένα αντικείμενο που δε μπορεί να το αποφύγει κανείς εάν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, συνεπείς και έντιμοι μεταξύ μας, άρα και με τον ελληνικό λαό.
Καλώ λοιπόν και πάλι θα απευθύνω σχετική επιστολή στο Φώτη Κουβέλη, τη ΔΗΜΑΡ σε προσυνεδριακή συνάντηση διακομματική, των αντιπροσωπειών της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ. Πριν το συνέδριο, γιατί δεν είναι δυνατό να συναντώμεθα για θέματα κυβερνητικής διαχείρισης και εθνικής στρατηγικής και να μη συναντηθούμε να μιλήσουμε για ζητήματα ιδεολογικά, αξιακά, ταυτότητας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και της ελληνικής Κεντροαριστεράς.
Τους καλούμε επίσης να μετάσχουν με κείμενα, με προτάσεις, με θέσεις, με διαφωνίες στον προσυνεδριακό διάλογο και ψηφιακά. Και νομίζω ότι τα δυο κείμενα τουλάχιστον τα δικά μου προσφέρονται ως αντικείμενο διαλόγου. Όχι αναγκαστικά συμφωνίας. Μπορεί και ριζικής διαφωνίας. Θέτουν όμως το ζήτημα.
Και φυσικά, το ίδιο ισχύει και με τις Κινήσεις. Όλες τις Κινήσεις, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους. Θα τις καλέσουμε σε κατ’ ιδίαν συνάντηση με την αντιπροσωπεία του ΠΑΣΟΚ ώστε να γίνει ένας ουσιαστικός προσυνεδριακός διάλογος τις δυο αυτές εβδομάδες, γιατί η λογική των χαιρετισμών σε ένα πολυμελές ακροατήριο χωρίς προετοιμασία δε σημαίνει τίποτα και δε βοηθά στην εμβάθυνση του αξιακού, ιδεολογικού και πολιτικού διαλόγου.
Θέλω να μιλήσω καθαρά. Και η ΔΗΜΑΡ και πολλές Κινήσεις, σαρξ εκ της σαρκός του ΠΑΣΟΚ, θέτουν είτε ευθέως είτε υπαινικτικά το «ηθικό ζήτημα». Θεωρούν ότι αυτές, ως οντότητες πολιτικές, δεν έχουν κανένα πλεονέκτημα πολιτικό, στρατηγικό, εκλογικό, αλλά έχουν ένα ηθικό πλεονέκτημα: Δεν έχουν τη φθορά της εξουσίας, δεν έχουν εμπλακεί σε σκάνδαλα, δεν έχουν στελέχη τα οποία να απειλούνται με διώξεις. Ξέρετε, το ζήτημα είναι να βγεις ηθικά αλώβητος αφού δοκιμαστείς, όχι να αποφεύγεις τη δοκιμασία.
Και επίσης δεν καταλαβαίνω τη λογική που λέει ότι τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που έμειναν στο ΠΑΣΟΚ πρέπει να αποδεικνύουν την ηθική τους ακεραιότητα. Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που κουβάλησαν όλα τους τα βάρη και όλα τους τα προβλήματα και μεταστεγάστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ ή στους Ανεξάρτητους Έλληνες ή ακόμη και στη ΔΗΜΑΡ, έχουν ξαφνικά μπει στη μεγάλη «κολυμπήθρα του Σιλωάμ» κι έχουν απαλλαγεί από οποιοδήποτε ηθικό πρόβλημα. Νομίζω ότι αυτό προσβάλλει και τη λογική μας και το δημόσιο ήθος.
Κι έρχομαι στο τελευταίο ζήτημα, το μείζον κατά τη γνώμη μου. Φαίνεται ότι υπάρχει μία επικοινωνιακού και δημοσιογραφικού χαρακτήρα παρεξήγηση σε σχέση με το διακύβευμα του συνεδρίου. Ακούω, διαβάζω ότι το διακύβευμα του συνεδρίου είναι το αν το ΠΑΣΟΚ θα μπει με στελέχη του πολιτικά και προβεβλημένα στην Κυβέρνηση ή όχι, τι ακριβώς θα γίνει σε σχέση με την Κυβέρνηση.
Φίλες και φίλοι, το πραγματικό διακύβευμα του συνεδρίου, γι΄ αυτό συγκαλείται το συντακτικό συνέδριο, είναι, πρώτον, να διατυπωθεί με απόλυτη σαφήνεια η αξιακή και ιδεολογική ταυτότητα της δημοκρατικής παράταξης. Να τεθεί το μεγάλο ζήτημα της Κεντροαριστεράς, όπως είπα και προηγουμένως, να πούμε ποιους θεωρούμε και ποιους δεν θεωρούμε Κεντροαριστερά.
Και θέλω εδώ να πω με μεγάλη ευθύτητα ότι τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα δεν τον θεωρούμε Κεντροαριστερά. Η χθεσινή του ομιλία στο «Ακροπόλ» είναι ένα μνημείο ιστορικής ανευθυνότητας, είναι μία ομιλία που δείχνει ότι δεν υπάρχει επίγνωση των διδαγμάτων της ιστορίας. Ο κ. Τσίπρας πηγαίνει στο εξωτερικό και δίνει συνεχώς εξετάσεις νομιμοφροσύνης στα διεθνή ακροατήρια, πήγε στη Γερμανία είδε τον κ. Σόιμπλε και τον κ. Φούχτελ.
Όταν πήγα εγώ συνάντησα την ηγεσία του SPD και την ηγεσία των Πράσινων σκοπίμως, γιατί ήθελα να αναδείξω τις ιδεολογικές-κομματικές μας σχέσεις. Και επειδή του ασκούν κριτική εσωκομματικά για την «αμερικανοφιλία» του και την «ομπαμοφιλία» του και για τα όσα είπε στα σκαλιά του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών μετά τη συνάντηση με τον κ. Σόιμπλε, έρχεται στο εσωτερικό και πηγαίνει στο άλλο άκρο κάνοντας συνεχώς μία στροφή περί τον εαυτό του.
Χθες αναφέρθηκε σε δύο μεγάλες ευρωπαϊκές ιστορικές στιγμές, προσπάθησε να συγκρίνει την κατάσταση στην Ελλάδα με την κατάσταση στην Ιταλία όταν είχε κορυφωθεί η τρομοκρατία ως μαζικό φαινόμενο, την εποχή που ήταν ο πρώην Πρόεδρος Κοσίγκα Υπουργός Εσωτερικών και στη συνέχεια αναφέρθηκε στη Βαϊμάρη και στο πως το ναζιστικό κόμμα οργάνωσε την πυρκαγιά στο Ράιχσταχ.
Πρέπει να σας πω ότι η συνάντησή μου με τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, τον Πρόεδρο του SPD, έγινε στο λεγόμενο «ενδιαίτημα» του Προέδρου της Μπούντεσταγκ, που ήταν το παλιό ενδιαίτημα του Προέδρου του Ράιχσταχ επί ναζισμού, όταν Πρόεδρος της Βουλής ήταν ο Γκέρινγκ και η ιστορική έρευνα έχει πει πράγματι ότι από αυτό το χώρο που τώρα είναι η λέσχη των Βουλευτών υπάρχει υπόγεια στοά που οδήγησε στο κεντρικό κτήριο με τον Γκέρινγκ να τη βάζει ο ίδιος τη φωτιά.
Στο όνομα τίνος εκφράζεται ο κ. Τσίπρας, ποιες είναι οι αναλογίες οι ιστορικές; Δηλαδή που τοποθετεί ποιον σε ένα σκηνικό Βαϊμάρης με τον Χίτλερ ήδη στην εξουσία και που τοποθετεί ποιον σε ένα σκηνικό ανάλογο με τον παροξυσμό της μαζικής τρομοκρατίας στην Ιταλία, τι θέλει να μας πει; Θέλει να μας πει ότι υπάρχει πρόβλημα αυταρχισμού, ναζισμού, διολίσθησης της Κυβέρνησης σε δικτατορία στην Ελλάδα; Θέλει να μας πει ότι υποθάλπουμε την τρομοκρατία και κάνουμε προβοκάτσιες;
Εξομοιώνει την κρατική νομιμότητα με τα προβλήματά της με πράξεις βίας και τρομοκρατίας; Αυτά είναι το φλερτ με τη βία και η έμμεση ενθάρρυνση. Και αντί να καταδικάσει τη Χρυσή Αυγή και να ενταχθεί καθαρά στο συνταγματικό τόξο, στο μέτωπο που ζητάμε αποκλεισμού θεσμικού της Χρυσής Αυγής, αναπτύσσει χθες την ανατριχιαστική θεωρία ότι η Χρυσή Αυγή είναι επιχειρησιακός βραχίονας της Κυβέρνησης.
Και μάλιστα όχι της Κυβέρνησης στενά, αλλά της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, με ευθύνη και του ΠΑΣΟΚ το οποίο ευθύνεται για τα πάντα και εμμέσως και της ΔΗΜΑΡ, γιατί όχι; Εμάς πάντα μας στοχοποιεί βέβαια, για λόγους στρατηγικούς, γιατί ξέρει ποιο είναι το στρατηγικό του πρόβλημα.
Άρα εδώ υπάρχει ένα πολύ μεγάλο ζήτημα οριοθέτησης της Κεντροαριστεράς κι ένα εξίσου μεγάλο ζήτημα αποτίμησης της δοκιμασίας της κρίσης που έχει οδηγήσει σε ένα άλλο πολιτικό σύστημα, σε μια άλλη κοινωνία, σε μια άλλη οικονομία.
Το βασικό θέμα του συνεδρίου μας είναι οι καταλυτικές αλλαγές λοιπόν στην κοινωνία, την οικονομία και τις πολιτικές συμπεριφορές, τα μεγάλα προτάγματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στα οποία αναφέρθηκα, η ανάδειξη της ιστορίας αλλά και του μέλλοντος της παράταξης και κυρίως η πλήρης περιγραφή με απόλυτη καθαρότητα του κοινωνικού μας ακροατηρίου της νέας κοινωνικής μας συμμαχίας.
Προσέξτε, όχι ενός νέου κοινωνικού συνασπισμού, που δυστυχώς διελύθη λόγω της κρίσης, αλλά ενός νέου κοινωνικοπολιτικού σχηματισμού. Δεν κάνουμε ούτε κοινωνιολογία, ούτε δημογραφία, κάνουμε πολιτική και αυτό που ενώνει στο νέο ΠΑΣΟΚ, που θέλουμε να είναι πολυσυλλεκτικό και πλειοψηφικό ξανά, κοινωνικές δυνάμεις, είναι ένας κοινός παρονομαστής ο οποίος είναι ιδεολογικός, αξιακός, ιστορικός, αισθητικός.
Άρα έχει πολύ μεγάλη σημασία να υπάρχει μια κοινή αντίληψη για το γενικό συμφέρον, για την ανάπτυξη, την πρόοδο, τη δικαιοσύνη, την εθνική και κοινωνική αλληλεγγύη. Πάμε στο συνέδριό μας για να απευθυνθούμε στις προοδευτικές και δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας και του έθνους.
Αλλά δεν αρκεί να είσαι κάπου μέσα στην παραγωγή, μέσα στην κοινωνία, χρειάζεται και κάτι άλλο.
• Ναι, απευθυνόμαστε στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, που αντιλαμβάνονται την αξία της δουλειάς, που διεκδικούν τα δικαιώματά τους, σέβονται τη δουλειά που κάνουν, θέλουν να είναι παραγωγικοί, θέλουν να αμείβονται δίκαια από επιχειρήσεις που αντέχουν κι αναπτύσσονται.
• Απευθυνόμαστε στους ανέργους που είναι αυτή τη στιγμή η πιο ισχυρή και η πιο αδύναμη κοινωνική δύναμη. Στους ανέργους που βλέπουν ότι μόνον η ανασυγκρότηση της χώρας και η ανάπτυξη τους δίνει σταθερή προοπτική και όχι για λόγους μήνες κάποια επιδόματα.
• Απευθυνόμαστε στους επιχειρηματίες που ο μεγάλος όγκος είναι μικροί και μεσαίοι, τους ελεύθερους επαγγελματίες που θέλουν καθαρούς και δίκαιους κανόνες λειτουργίας της αγοράς, επενδύουν στην ποιότητα, σέβονται τον πελάτη και τον καταναλωτή.
• Απευθυνόμαστε στους επιστήμονες που πιστεύουν σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο και στη δύναμη της καινοτομίας και του διανοητικού κεφαλαίου.
• Στους αγρότες που βλέπουν τις τεράστιες δυνατότητες της αγροτικής επιχειρηματικότητας, τις προοπτικές του αγροτοδιατροφικού τομέα, τη σημασία της ποιότητας και της επωνυμίας των προϊόντων.
• Απευθυνόμαστε στους νέους μας, που έχουν τα εφόδια της γνώσης και της καινοτομίας.
• Στους συνταξιούχους που θέλουν προοπτική για τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
• Στους δημόσιους υπαλλήλους και λειτουργούς και τους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα που υπηρετούν τον πολίτη, το δημόσιο συμφέρον και την ανάπτυξη.
Έτσι αναδεικνύεται το ΠΑΣΟΚ ως δύναμη πάντα λαϊκή, πάντα ριζοσπαστική, πάντα πατριωτική, αλλά και πάντα υπεύθυνη εθνική δύναμη που έχει κάνει οριστική ρήξη με το λαϊκισμό, τη δημαγωγία και τον συντεχνιασμό.
Το δεύτερο μεγάλο διακύβευμα του συνεδρίου είναι η θεσμοποίηση και αποπροσωποποίηση της παράταξης. Το ΠΑΣΟΚ γεννήθηκε και έζησε πολλά χρόνια ως ένα αρχηγικό προσωπικό κόμμα και φιλοδοξώ επί των ημερών μου να πάψει να έχει τα χαρακτηριστικά αυτά και του αρχηγικού και του προσωπικού.
Θέλουμε ένα ΠΑΣΟΚ οργανωτικά σύγχρονο, ευρωπαϊκό, δημοκρατικό κόμμα, ανοικτό, σκεπτόμενο, σε επαφή με την κοινωνία, με εσωτερική αξιολόγηση και δημοκρατική αξιοκρατία, με διαφάνεια στην οικονομική του διαχείριση, αποκεντρωμένο και αντιγραφειοκρατικό, με απλά λιτά λειτουργικά σχήματα.
Το τρίτο διακύβευμα, αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως τον κόσμο, είναι το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, οι προϋποθέσεις εθνικής ανάκαμψης. Το συνέδριο πρέπει να δώσει απαντήσεις όχι τεχνικές, πολιτικές, στις μεγάλες αγωνίες των πολιτών. Βγαίνουμε στο ξέφωτο πραγματικά; Κρίθηκε οριστικά η παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη; Θα χρειαστούν νέα δημοσιονομικά μέτρα; Αυτό είναι το μεγάλο θέμα.
Μήπως θα πάμε σε νέους περιορισμούς εισοδημάτων άμεσους ή έμμεσους, μέσω φορολογίας ή τιμολογίων των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας; Η υστέρηση των φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων τους δύο πρώτους μήνες του 2013 είναι φαινόμενο συγκυριακό, ανατάξιμο, έχει βαθύτερα αίτια; Τι γίνεται με τη ρευστότητα, θα έρθει; Θα επιστρέψουν οι καταθέσεις;
Θα στηριχθούν οι επιχειρήσεις και η απασχόληση μέσα από τις τράπεζες που δεν είναι μόνο για δάνεια, είναι και για στήριξη της επιχειρηματικότητας και από μη τραπεζικούς θεσμούς, όπως αυτοί του Υπουργείου Ανάπτυξης, του ΕΣΠΑ, του ΕΤΕΑΝ;
Τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, τα στεγαστικά δάνεια τώρα που πέφτει η αξία των σπιτιών. Τι γίνεται με την απόλυτη ανεργία, δηλαδή με 400.000 οικογένειες χωρίς κανένα εργαζόμενο, που είναι η πρώτη μας προτεραιότητα, με τους ανάπηρους, με τις ευπαθείς ομάδες, με την υγειονομική κάλυψη των ανέργων, βεβαίως με τη φορολογία ακινήτων και με το εθνικό φορολογικό σύστημα.
Η φορολογία ακινήτων ξέρετε τι είναι; Είναι στην πραγματικότητα η αδυναμία μας να πούμε την πλήρη αλήθεια σε σχέση με το ειδικό Τέλος ακινήτων που εισπράττεται μέσω της ΔΕΗ. Διότι φυσικά αν θέλεις να ελαφρύνεις την φορολογία των δομημένων επιφανειών, θα προσθέσεις φορολογία μη δομημένων, οικόπεδα και αγροτεμάχια.
Και εμείς θέλουμε να πάμε σε λύσεις οι οποίες είναι έντιμες, καθαρές, αποτελεσματικές, λένε την αλήθεια στον κόσμο, αποδίδουν δημοσιονομικά και λειτουργούν αναπτυξιακά. Αλλά η παρτίδα σώθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 με τα 2 δις του ειδικού Τέλους ακινήτων. Που τα 2, που τα 14,5! Και βέβαια τα ερωτήματα αφορούν τις ιδιωτικοποιήσεις, τις επενδύσεις, το ΕΣΠΑ, το νέο ΕΣΠΑ, τις διαρθρωτικές αλλαγές, όλα αυτά τα οποία είναι στην καθημερινή μας ατζέντα. Αυτά θα συζητήσουμε στο Συνέδριο.
Το ζήτημα της Κυβέρνησης στο Συνέδριο θα τεθεί με όρους εθνικής ευθύνης και εθνικής στρατηγικής και όχι ως ζήτημα ανασχηματισμού μιας κάποιας Κυβέρνησης. Και αυτό που λέω, αφορά την παρούσα Βουλή, αλλά και το βασικό ερώτημα που θα τεθεί στον ελληνικό λαό στο τέλος της τετραετίας για την επόμενη Βουλή, για την επόμενη Κυβέρνηση και θα κυριαρχήσει στις επόμενες εκλογές.
Ακούω την περιβόητη λογική της συνιστώσας «δεν θέλουμε το ΠΑΣΟΚ συνιστώσα της Νέας Δημοκρατίας», «δεν θέλουμε το ΠΑΣΟΚ ουρά του ΣΥΡΙΖΑ». Προφανώς. Είπα χτες μιλώντας στους νέους μας ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ουρά, είναι η γάτα! Η γάτα είναι επτάψυχη και το ΠΑΣΟΚ είναι επτάψυχο. Είναι ευφυής, ευέλικτη και είναι και χρήσιμη, πάρα πολύ χρήσιμη. Σώζει καταστάσεις, ζωές. Από ερπετά! Και χρειάζεται μια γάτα η οποία θα αντιμετωπίσει και διάφορα πολιτικά ερπετά.
Η Κυβέρνηση δεν είναι Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Οι Υπουργοί της οι προερχόμενοι από τη Νέα Δημοκρατία δεν Υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας, δεν εφαρμόζουν το προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, αλλά την τρικομματική συμφωνία προγραμματικής σύγκλισης.
Εμείς θέλουμε να υπάρχουν οι καλύτεροι δυνατοί όροι λειτουργίας της Κυβέρνησης όπως προβλέπει το Σύνταγμα και οι καλύτεροι δυνατοί όροι λειτουργίας της Βουλής όπως προβλέπει το Σύνταγμα και ο κανονισμός της Βουλής. Αλλά δεν μας αρκούν αυτά.
Επίσης θέλουμε καθαρή σχέση με την Αντιπολίτευση. Όποιοι νομίζουν ότι υπάρχει μια «φιλομνημονιακή» Κυβέρνηση και μια «αντιμνημονιακή» Αντιπολίτευση, κάνουν πολύ μεγάλο ιστορικό, πολιτικό και λογικό λάθος. Κατ' αρχάς, όπως ξέρετε, παλαιοί «αντιμνημονιακοί» ανέβλεψαν και έφτασαν να είναι ζηλωτές της πιστής και αποτελεσματικής εφαρμογής του Μνημονίου.
Μου έλεγε χτες ένα στέλεχος της Νεολαίας μας με πολύ εύγλωττο τρόπο ότι είχε στην ψυχή του μέσα αμφιβολίες για το αν εφαρμόζουμε τη σωστή εθνική στρατηγική, αλλά όταν μετά τις εκλογές του Ιουνίου διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει κανένα «ισοδύναμο μέτρο», ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί τίποτε από το Ζάππειο 1 – Ζάππειο 2 – Ζάππειο 3, ότι η ΔΗΜΑΡ με ευθύνη στηρίζει την Κυβέρνηση αλλά δεν έχει στρατηγικά να πει κάτι καινούργιο σε σχέση με τη λογική της απαγκίστρωσης που έλεγε προεκλογικά, κατάλαβε ότι αυτή είναι η στρατηγική και ότι δεν υπάρχει άλλη λύση.
Οι δε επαγγελματίες της αντιμνημονιακής πολιτικής, είδαμε ότι δίνουν εξετάσεις διεθνούς συμμόρφωσης, αλλά τα μαζεύουν εσωτερικά. Και από την άλλη μεριά φαίνεται ότι οι πολίτες που ασκούν συνδικαλιστική ή πολιτική πίεση, δημοσκοπικά τουλάχιστον καταγράφονται να ξέρουν ότι δεν υπάρχει πραγματικά αντιπρόταση, άλλο πλαίσιο αναφοράς, άλλη στρατηγική.
Επίσης είναι απολύτως ψευδές ότι μπορούν να σχηματιστούν και να συγκρουστούν δυο πόλοι: η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί δεν είναι αυτοί οι στρατηγικοί πόλοι που συγκρούονται πραγματικά στη χώρα. Αυτό λειτούργησε συγκυριακά μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου του 2012, όταν για λόγους εκλογικού συστήματος και λόγω του bonus των 50 Εδρών, η Νέα Δημοκρατία ως πρώτο Κόμμα του μπλοκ των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων κατίσχυσε, γιατί υπήρχε η στρατηγική της εφόδου από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά θυμηθείτε τους συσχετισμούς του Μαΐου (18, 16, 13,5% το ΠΑΣΟΚ) υπό άθλιες συνθήκες συκοφάντησης και δυσανάλογης κατανομής της ευθύνης.
Άρα ένα μεγάλο θέμα που θα μας απασχολήσει στο Συνέδριο είναι οι θεσμικές προϋποθέσεις λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Αναθεώρηση του Συντάγματος και σοβαρή συζήτηση για το εκλογικό σύστημα. Το εκλογικό σύστημα διαδραμάτισε και διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο, διότι αλλοιώνει την εικόνα των πραγματικών αντιθέσεων.
Άρα το ζήτημα δεν είναι αν πότε και πώς θα γίνει ανασχηματισμός της Κυβέρνησης. Το ζήτημα δεν είναι η συμμετοχή εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ πολιτικών προσώπων προβεβλημένων ή λιγότερο προβεβλημένων, νεώτερων ή παλαιότερων. Το ζήτημα δεν είναι καν η στελέχωση του κρατικού μηχανισμού. Από την άποψη αυτή το ζήτημα είναι η αποτροπή ενός νέου κομματικού κράτους, αλλά και ενός νέου διακομματικού κράτους το οποίο πολλές φορές είναι χειρότερο και από το μονοκομματικό.
Εμείς δεν θέλουμε ούτε κομματικό ούτε διακομματικό κράτος. Θέλουμε θεσμούς που λειτουργούν.
Δεν αρκεί επίσης αυτό που κάνουμε με συνέπεια και αποτελεσματικότητα: να αποκρούεις υπερβάσεις ή αρρυθμίες νομοθετικές ή διοικητικές, οι οποίες έχουν πολιτικά, ιδεολογικά ή αισθητικά αίτια. Δηλαδή στην ιθαγένεια, μονομερείς πρωτοβουλίες δεν υπάρχουν. Αλλαγή του Νόμου 1264 δεν υπάρχει, συζήτηση για τον κατώτατο μισθό που ανοίγει σε επίπεδο Γενικού Γραμματέα, δεν υπάρχει. Αυτές είναι συζητήσεις τουλάχιστον επιπέδου Αρχηγών Κομμάτων, που ούτε κι εμείς δεν μπορούμε να τις κάνουμε. Γιατί δώσαμε αγώνα για τον κατώτατο μισθό και ως Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και ως Κυβέρνηση Παπαδήμου.
Το ΠΑΣΟΚ λειτουργεί - και το κάνει αυτό με συνέπεια και συστηματικότητα -προτρεπτικά, υποστηρικτικά, ελεγκτικά σε σχέση με την Κυβέρνηση. Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, προτάσεις νόμων, τροπολογίες, παρακολουθεί το κυβερνητικό έργο με επισκέψεις, συναντήσεις.
Ανακόπτει λάθη, βοηθάει να αντιμετωπιστούν μεγάλα ζητήματα: Το πακέτο των αποφάσεων για τα αγροτικά οφείλει πολλά στη δική μας συμβολή. Η επίλυση του ζητήματος της απεργίας στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, η εκλογίκευση της συζήτησης για τη φορολογία ακινήτων.
Αυτά που γίνονται εδώ και καιρό και που εξελίσσονται με την υπογραφή της συμφωνίας για τον TAF τώρα, είναι πολύ σημαντικά και χαιρόμαστε που συμβαίνουν. Βοηθάμε για τους οδικούς άξονες, για τα ναυπηγεία.
Θέτουμε υπό σοβαρή συζήτηση το σχέδιο «ΑΘΗΝΑ» που πρέπει να υπακούει σε αρχές αντικειμενικές και να μην έχει τυχαία συγκυριακά ή πολιτευτικά χαρακτηριστικά μέσα, γιατί δυστυχώς έχει. Θέτουμε συνεχώς το θέμα των αναπήρων, των ευπαθών ομάδων, των ανέργων, όμως δεν είναι και αυτό το μείζον ζήτημα.
Το Συνέδριο πρέπει να ασχοληθεί με το πραγματικά μείζον ζήτημα, το οποίο έχει ιστορικό χαρακτήρα. Το μείζον ζήτημα είναι η διασφάλιση της εθνικής στρατηγικής ως στρατηγικής ασφαλούς και οριστικής εξόδου από την κρίση και άρα η επάνοδος της χώρας σε κατάσταση δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής αυτοδυναμίας.
Ποιο είναι το κρίσιμο ερώτημα; Το κρίσιμο ερώτημα για μας ως δημοκρατική Παράταξη και ως ΠΑΣΟΚ και για τη χώρα κατ’ επέκταση είναι: σε ποιον εμπιστευόμαστε εμείς ως ΠΑΣΟΚ την εφαρμογή και την επιτυχία αυτής της στρατηγικής, που είναι η στρατηγική μας; Σε ποιον την εμπιστευόμαστε; Σε ποια χέρια;
Γιατί έχουμε πει μια φράση, στην οποία πρέπει να πιστέψουμε βαθιά: «Το ΠΑΣΟΚ κατέβηκε μαζί με τη χώρα και θα ανέβει μαζί με τη χώρα». Αλλά για να ανέβει η χώρα, πρέπει να πετύχει η στρατηγική μας. Σε ποιον εμπιστευόμαστε την εφαρμογή της στρατηγικής μας; Σε ποιον περισσότερο από εμάς;
Εμείς πρέπει να έχουμε τη στρατηγική ηγεμονία. Και ξέρετε από πού εξαρτάται η απάντηση; Εξαρτάται από την απάντηση στο γειτονικό ερώτημα: Ποιος χρεώνεται την περίπτωση αποτυχίας; Η Νέα Δημοκρατία; Η ΔΗΜΑΡ; Το ΠΑΣΟΚ χρεώνεται την περίπτωση της αποτυχίας. Δεν υπάρχει περίπτωση αποτυχίας. Γιατί η αποτυχία θα είναι ιστορική και θα κάνει δεκαετίες να θεραπευτεί και μπροστά σε αυτή τη σκέψη παραλύουν αυτοί που δεν έχουν να προτείνουν εναλλακτική στρατηγική και μένουν άλαλα τα χείλη των ασεβών.
Αυτό είναι το μεγάλο ιστορικό διακύβευμα το οποίο τίθεται στο Συνέδριο και βέβαια μαζί με αυτό η ουσιαστική συμμετοχή σε νέους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, για τους οποίους μίλησα προηγουμένως.
Άρα το ζήτημα είναι και αυτό τίθεται ως μείζον προσυνεδριακό ερώτημα: Με ποιους όρους θα οδηγηθούμε στη σύναψη μιας νέας επίκαιρης, στοχοθετημένης και ειλικρινούς ως προς το περιεχόμενό της συμφωνίας, προγραμματικής σύγκλισης των τριών Κομμάτων. Από εκεί, εξαρτώνται όλα: οι όροι λειτουργίας της Κυβέρνησης, της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, της Βουλής, η συγκρότηση της εθνικής ομάδας στρατηγικού σχεδιασμού και η συμφωνία για τις θεσμικές προϋποθέσεις: αναθεώρηση του Συντάγματος και εκλογικό σύστημα.
Υπάρχουν συνεπώς τέσσερις κορυφαίες προγραμματικές προτεραιότητες:
1. Όχι νέα δημοσιονομικά μέτρα που απευθύνεται στους εταίρους μας, όχι στο εσωτερικό ακροατήριο για φτηνή δημαγωγία.
2. Διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, αναπροσανατολισμός πόρων στην κοινωνική πολιτική και άρα και στο κοινωνικό Ταμείο, ανάδειξη της απόλυτης ανεργίας και της απόλυτης φτώχειας. Δεν θα αφήσουμε να κάνει παιχνίδι η Χρυσή Αυγή υποδυόμενη τον Ρομπέν των Δασών.
3. Εθνικό φορολογικό σύστημα. Το φορολογικό είναι αυτό που συνδέει τις δημοσιονομικές πιέσεις που ασκούνται στη χώρα τα τελευταία τρία χρόνια (άρα στην κοινωνία στον πολίτη για να πετύχουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή και έχουμε εντυπωσιακά αποτελέσματα) με το σπάσιμο του φαύλου κύκλου της ύφεσης και ανεργίας. Ο συνδετήριος κρίκος είναι το φορολογικό. Άρα μόνο μέσα από τη συζήτηση για ένα τελείως, ριζικά διαφορετικό εθνικό φορολογικό σύστημα μπορούμε να σπάσουμε το φαύλο κύκλο, να μην διαταράξουμε τους δημοσιονομικούς στόχους και να συμφωνήσουμε με τους εταίρους μας.
4. Η μετατροπή του συστήματος ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών, της ρευστότητας, του ζητήματος της στήριξης των επενδύσεων, της στήριξης των νοικοκυριών, της ρύθμισης δανείων, των διαρθρωτικών αλλαγών, των ιδιωτικοποιήσεων, με το μέλλον της ανάπτυξης. Μέλλον της ανάπτυξης, μη φαντάζεστε ότι είναι σοβιετικού τύπου, ότι παίρνεις αποφάσεις κρατικές, κεντρικού κρατικού σχεδιασμού. Πρέπει να πείσεις τον ιδιωτικό τομέα, να κινηθεί με άλλον τρόπο και να τον στηρίξεις.
Και βεβαίως το συνέδριο, πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι έρχεται ως τρίτο διαδικαστικό βήμα όχι μόνο μετά την εκλογή του Προέδρου, στις 18 Μαρτίου, αλλά και μετά από την εντολή που ζητήσαμε και λάβαμε από τον ελληνικό λαό, απ’ όσους μας ψήφισαν. Από το 12,2% του Ιουνίου του 2012, το οποίο συγκροτείται επί τη βάσει συγκεκριμένων προεκλογικών δεσμεύσεων.
Περιττεύει δε να πω ότι το συνέδριο καλείται να επιβεβαιώσει πανηγυρικά τα καθαρά μέτωπά μας και με τη Χρυσή Αυγή και με το ΣΥΡΙΖΑ. Συνταγματικό τόξο κατά της Χρυσής Αυγής, τόξο ευθύνης και ασφάλειας κατά της δημαγωγίας, της συνωμοσιολογίας, του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας που εμφανίζεται ως δήθεν ριζοσπαστική αλλά είναι βαθιά συντηρητική στην ουσία της.
Αυτές οι τέσσερις προτεραιότητες σηματοδοτούν τις δυο τελευταίες εβδομάδες του προσυνεδριακού διαλόγου.
Έχω απευθύνει επιστολή στους μεγάλους κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς της χώρας και τους καλούμε σε μια συνάντηση εδώ τη Δευτέρα το μεσημέρι για να τους παρουσιάσουμε συνοπτικά το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και τις προϋποθέσεις της εθνικής ανάκαμψης και ν’ αρχίσουμε το διάλογο μαζί τους.
Την Τρίτη, στις 19 του μηνός, αρχίζει το μεγάλο διήμερο συνέδριο του ΙΣΤΑΜΕ για την αναθεώρηση του Συντάγματος, για το άλλο πολιτικό σύστημα, για ένα άλλο κράτος που είναι εφικτό. Θα παρεμβληθεί μια εκδήλωση του Τομέα Γυναικών και θέλουμε αυτή η εκδήλωση να είναι μια σημαντική προσυνεδριακή εκδήλωση.
Την Πέμπτη έχουμε τη μεγάλη διεθνή ημερίδα για τη ρατσιστική, ξενοφοβική βία. Ο Μαζάουερ, ο γνωστός ιστορικός, μίλησες χτες στην Αθήνα και είπε ότι είναι τυφλό το ελληνικό πολιτικό σύστημα που δεν καταλαβαίνει την ιδιομορφία που έχει η περίπτωση της Χρυσής Αυγής σε σχέση με άλλα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη. Γιατί εδώ έχουμε ένα ανοιχτά ναζιστικό κόμμα.
Φαντάζομαι ότι δεν περιμένει το ελληνικό πολιτικό σύστημα έναν έγκυρο Καθηγητή της Ιστορίας, τον Μαρκ Μαζάουερ να μας το πει αυτό. Ότι έχουμε συνείδηση της Ιστορίας. Και από τον κ. Τσίπρα που θυμήθηκε τη Βαϊμάρη, αυτό περίμενα να πει. Όχι ότι η κυβέρνησή μας χρησιμοποιεί τη Χρυσή Αυγή ως ένα είδος τάγματος εφόδου.
Αυτά λοιπόν σηματοδοτούν τις επόμενες πρωτοβουλίες στις οποίες σας καλώ να στρατευθείτε. Ξέρω ότι είστε παρόντες σε δεκάδες εκδηλώσεων στο λεκανοπέδιο, στη Θεσσαλονίκη, σε όλη την Ελλάδα. Έχουν ενεργοποιηθεί όλες οι Νομαρχιακές Οργανωτικές Επιτροπές Συνεδρίου, όλες οι Δημοτικές Οργανωτικές Επιτροπές Συνεδρίου, αποδίδω πάρα πολύ μεγάλη σημασία όμως στη ζωντανή παρουσία των στελεχών που συμπληρώνει τον ψηφιακό διάλογο και τα κείμενα.
Πάμε σ’ ένα συνέδριο που είναι εθνικό και παραταξιακό γεγονός, με διακυβεύματα υψίστης σημασίας, με την παράταξη όπως υπάρχει τώρα ενωμένη, αλλά με το μυαλό μας στραμμένο στο νέο μεγάλο ΠΑΣΟΚ. Αυτό που θέλουμε, αυτό που είναι το μέλλον μας.
Σας ευχαριστώ.
Αυτό προκαλεί μια εσφαλμένη και άδικη εντύπωση για την προσυνεδριακή μας διαδικασία. Στόχος του Συνεδρίου είναι η θεσμική συγκρότηση του ΠΑΣΟΚ, η εγκαθίδρυση της εσωκομματικής δημοκρατίας, η ανάδειξη της σημασίας του ουσιαστικού πολιτικού λόγου και βέβαια στρατηγικός στόχος του Συνεδρίου είναι η ανανέωση. Η ανανέωση των ιδεών, η ανανέωση των προσώπων, η ανανέωση της στρατηγικής.
Γιατί σημασία δεν έχουν οι ηλικίες, ή μάλλον έχουν κι αυτές πολύ μεγάλη σημασία, ακόμη όμως μεγαλύτερη σημασία έχουν οι ιδέες και οι πρακτικές. Αυτές πρέπει να είναι νέες και ανανεωμένες. Πρέπει συνεπώς, και προσυνεδριακά και στο Συνέδριο, να αναδείξουμε και να επιβάλλουμε μια άλλη αντίληψη. Μια αντίληψη, που δεν υπαγορεύεται από το μικρότερο μέγεθος του ΠΑΣΟΚ εκλογικά και κοινοβουλευτικά, αλλά από τους νέους όρους διεξαγωγής της ίδιας της πολιτικής.
Τώρα, υπό συνθήκες διαρκούς κρίσης και διακινδύνευσης σε όλες τις κοινωνίες, αλλά πολύ περισσότερο σε κοινωνίες όπως η ελληνική που υφίσταται τεράστιες θυσίες, το να κάνεις πολιτική είναι πολύ πιο δύσκολο σε σχέση με το τι σήμαινε «κάνω πολιτική» πριν από 5, 10 ή 15 χρόνια.
Δεν επιτρέπονται συνεπώς εσωστρέφειες, μικρομεγαλισμοί, ούτε παλαιοκομματικές πρακτικές. Ο ρόλος μου ως Προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι φυσικά να διασφαλίζω την ενότητα και το εύρος του όλου ΠΑΣΟΚ. Όμως το όλο ΠΑΣΟΚ τώρα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ένα μικρό αντίγραφο του παλιού.
Ως όλο ΠΑΣΟΚ τώρα οφείλουμε να προσδιορίσουμε τη νέα προοπτική του μεγάλου και πάλι ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί και πρέπει να ξαναγίνει πλειοψηφικό και πολυσυλλεκτικό, αλλά όντας ταυτόχρονα πολιτικά έντιμο και ειλικρινές. Το να είσαι πολιτικά έντιμος και ειλικρινής, είναι πολύ συχνά αντιφατικό σε σχέση με τον στόχο του να είσαι πολυσυλλεκτικός και πλειοψηφικός.
Αλλά πρέπει να συμβιβάσουμε αυτούς τους δυο φαινομενικά αντίθετους και αντιφατικούς στόχους. Χρειαζόμαστε συνεπώς ένα ΠΑΣΟΚ αξιακά σαφές και στρατηγικά σταθερό.
Το ΠΑΣΟΚ από παλιά αποδέχεται τη λειτουργία εσωτερικών πολιτικών ρευμάτων και το σχέδιο του Καταστατικού αναδεικνύει τη σημασία των ρευμάτων ιδεών, αλλά για να αναδειχθεί και να υπάρχει ένα ρεύμα ιδεών μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να υπάρχουν ιδέες. Και πρωτίστως πρέπει να αποσαφηνιστεί η ιδεολογική ταυτότητα και το αξιακό περιεχόμενο του ίδιου του ΠΑΣΟΚ, ώστε να έχεις να προσθέσεις διαστάσεις και παραμέτρους μετά, ως ένα εσωκομματικό ρεύμα, που αποδέχεσαι το αξιακό πλαίσιο, την πολιτική στρατηγική και προσθέτεις διαστάσεις, οι οποίες μπορεί να είναι πάρα πολύ σημαντικές. Για παράδειγμα, η οικολογική διάσταση.
Είναι πολύ δύσκολο να διατυπώσεις ιδέες που συγκροτούν μια πλήρη πρόταση για τον τόπο, για την Παράταξη για το μέλλον. Γιατί η δυσκολία αυτή δεν είναι μόνο ελληνική είναι πανευρωπαϊκή, είναι διεθνής. Είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να έχεις αγωνίες, ή να υφίστασαι πιέσεις λόγω των κοινωνικών αναγκών και καταστάσεων που είναι δυστυχώς ακραίες και τελείως διαφορετικό, πολύ πιο δύσκολο, να μετασχηματιστεί η αγωνία και η πίεση σε ολοκληρωμένη πρόταση αξιακή, στρατηγική, εκλογική για την Παράταξη και άρα για τη χώρα.
Είναι άλλο πράγμα τα ρεύματα και άλλο πράγμα δίκτυα αλληλοϋποστήριξης στελεχών, μηχανισμοί, εσωκομματικές συγκυριακές συνεργασίες.
Το Συνέδριο δεν θα διεξαχθεί με παλαιούς ή ακόμη χειρότερα με παλαιοκομματικούς όρους. Η παρουσία σας εδώ και ο ρόλος της Γραμματείας της ΚΟΕΣ και της Επιτροπής Καταστατικών Διαδικασιών και Πιστοποίησης είναι να παράσχουμε τις θεσμικές εγγυήσεις που οδηγούν στην αναγκαία σύνθεση και σε σχέση με την ανάδειξη των συνέδρων και σε σχέση με την ανάδειξη των οργάνων.
Είχα την ευκαιρία χτες να συναντηθώ επί πολύ ώρα με τη Γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής Συνεδρίου της Νεολαίας του ΠΑΣΟΚ και τους μίλησα για την ανάγκη ήδη από το Συνέδριο της Νεολαίας να σταλεί δυο μέρες νωρίτερα το μήνυμα ενός άλλου οργανωτικού και πολιτικού ήθους. Η Νεολαία πρέπει να μιλήσει τους νέους, οι νεολαίοι πρέπει να ξαναγίνουν νέοι! Πρέπει να μιλήσουν με την αισθητική, με τον Κώδικα επικοινωνίας της νέας γενιάς και βεβαίως πρέπει να αναδείξουν όχι οργανωτίστικα, αλλά πολιτικά προγραμματικά προτάγματα, τα οποία εφάπτονται με τις αγωνίες της νέας γενιάς.
Κατάλαβαν πάρα πολύ καλά οι νέοι του ΠΑΣΟΚ, το ένιωσα στην απάντησή τους και στη συμμετοχή τους στη συζήτηση που ήταν υψηλοτάτου επιπέδου, ότι δεν μπορούμε να πάμε σε ένα Συνέδριο με φυλές και πάτρωνες. Πρέπει να αποκτήσει ξανά χυμούς ιδεολογικούς και πολιτικούς η Νεολαία μας και να γίνει μια Νεολαία ιδεών, αξιών, κοινωνικής δράσης, αυθεντικής σχέσης με την πολιτική.
Μια Νεολαία, μια οργάνωση δηλαδή, ταυτισμένη με τις αγωνίες των νέων για γνώση, δουλειά και μέλλον με ασφάλεια κάτω από τον ήλιο της χώρας μας.
Ένα δεύτερο πολύ μεγάλο θέμα στο οποίο ήδη αναφέρθηκα και στο οποίο αφιέρωσα ένα εκτενές κείμενό μου, όπως ξέρετε, είναι αυτή η συζήτηση για τα περιβόητα «υπολογιστικά» –χρησιμοποιώ τον όρο εντός εισαγωγικών- λάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ο τρόπος με τον οποίο άνοιξε και διεξάγεται η συζήτηση αυτή, είναι ενδεικτικός ενός δημόσιου βίου χωρίς μνήμη και χωρίς συνέχεια.
Και ξέρετε ένας δημόσιος βίος χωρίς μνήμη και χωρίς συνέχεια, δεν παράγει αποτέλεσμα. Αντιφάσκει με τον εαυτό του, ανακυκλώνεται. Τα λάθη όχι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά όλων των θεσμικών μας εταίρων - και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των Κυβερνήσεων της Ευρωζώνης - δεν είναι λάθη τεχνικά. Είναι λάθη πολιτικά, ακόμη, θα έλεγα, βαθύτερα είναι λάθη ιδεολογικά. Το λάθος δεν έγινε στον υπολογισμό του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή, αλλά στον υπολογισμό ενός ιδεολογικού, νεοφιλελεύθερου πολιτικά, πολλαπλασιαστή.
Γιατί το πρόγραμμα έχει έντονα ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Γι' αυτό είναι πρόγραμμα υποστήριξης και τιμωρίας των δημοσιονομικά άσωτων χωρών, οι οποίες βρέθηκαν εκτροχιασμένες δημοσιονομικά αλλά σε ύφεση, και εξαναγκάστηκαν να υποταχτούν σε προκυκλικά προγράμματα προσαρμογής, με πρώτη την Ελλάδα που ήταν το εργαστήριο πάνω στο οποίο δοκιμάστηκαν αυτές οι συνταγές.
Και όταν φυσικά ξεκινάς ένα πρόγραμμα άμεσης, γρήγορης, βίαιης, δημοσιονομικής προσαρμογής με μείωση του ελλείμματος εντός δύο ετών, είναι προφανές ότι βαθαίνεις την ύφεση, βαθαίνεις την ανεργία και όταν μπεις στον φαύλο κύκλο της ύφεσης, είναι το πιθανότερο να οδηγηθείς σε εσφαλμένους υπολογισμούς και σε κλιμάκωση του δημοσίου χρέους γιατί μειώνεις τον παρανομαστή, μειώνεις το ΑΕΠ, πάνω στο οποίο υπολογίζονται τα πάντα.
Αυτά όμως είναι τα «γενετικά» προβλήματα του αρχικού προγράμματος στήριξης, υπό τις συνθήκες που υπήρχαν και σε πολύ μεγάλο βαθμό υπάρχουν στην Ευρώπη και στη δυτική οικονομία, από τα τέλη του 2009, από το 1ο εξάμηνο του 2010.
Το ερώτημα το έχουμε θέσει κι άλλη φορά με άλλο τρόπο: ποιος επέβαλε την παρουσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Ανεξάρτητα από το τι αντιλαμβανόμασταν εμείς εδώ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο το επέβαλε και το κρατά στην καρδιά της Ευρωζώνης, η Γερμανία και οι άλλες «ενάρετες» δημοσιονομικά χώρες, που έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θέλουν ως πραγματικό εγγυητή της νεοφιλελεύθερης και δημοσιονομικά σκληρής πολιτικής τους, που τιμωρεί τις άσωτες χώρες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο λόγω εμπειρίας και γνώσης, όχι λόγω κεφαλαίων.
Είχε προηγηθεί σας θυμίζω η περίπτωση μιας ευρωπαϊκής χώρας που δεν είναι μέλος της Ζώνης του ευρώ που είναι η Ουγγαρία, στην οποία υπήρξε και κλονισμός πολιτικός πάρα πολύ έντονος. Με μια συντριπτική επάνοδο της Δεξιάς στην εξουσία, η οποία δεν μπόρεσε να διαχειριστεί τίποτε από όσα υποσχέθηκε παρ' ότι είχε πλειοψηφία 2/3.
Άρα υπάρχει ένα τέτοιο «γενετικό» πρόβλημα ιδεολογικού και πολιτικού χαρακτήρα που αφορά το συντηρητισμό της Ευρώπης, τη θεσμική και στρατηγική αμηχανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που φάνηκε και στην πρόσφατη συζήτηση για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και για τη μιζέρια του κοινοτικού προϋπολογισμού. Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με κοινοτικό προϋπολογισμό που είναι μικρότερος από το 1% του κοινοτικού ΑΕΠ. Και βέβαια αυτό φάνηκε και στην περιβόητη κοινή γαλλογερμανική δήλωση της Ντοβίλ, που εξέθεσε τις δημοσιονομικά οριακές χώρες της Ευρωζώνης, στην αδηφάγο επίθεση των αγορών.
Πότε τα καταλάβαμε αυτά στην Ελλάδα; Προχθές; Που ο εκπρόσωπος Τύπου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και ο επικεφαλής οικονομολόγος ο κ. Μπλανσάρ παραδέχτηκαν και εγγράφως ότι έγινε «υπολογιστικό» λάθος; Ας είμαστε σοβαροί. Αυτά έχουν φανεί πλήρως από τις αρχές του 2011 το αργότερο. Μόλις μετά από ένα εξάμηνο εφαρμογής του πρώτου προγράμματος.
Και πρέπει να σας πω ότι ο βαθύτερος πολιτικός και εθνικός λόγος για τον οποίο προσωπικά αποδέχτηκα την φαινομενικά παράλογη ευθύνη του Υπουργού Οικονομικών, τον Ιούνιο του 2011, ήταν το αδιέξοδο στο οποίο είχαμε οδηγηθεί λόγω των μακροοικονομικών σφαλμάτων της τρόικας εξ αρχής και της γενετικής αδυναμίας του προγράμματος να ανταπεξέλθει στους στόχους που το ίδιο είχε θέσει. Προέβλεπε σας θυμίζω επάνοδο στις αγορές το 2011!
Η μεγάλη σύγκρουση που ξεκίνησε από τον Ιούνιο του 2011 και κορυφώθηκε τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου του 2011 με τη διακοπή των συνομιλιών με την τρόικα και την αποχώρησή της από το γραφείο μου και από τη χώρα, είχε ως αντικείμενο αυτό ακριβώς: την επιμονή μας, την επιμονή μου να παραδεχτούν ότι έχουν κάνει εσφαλμένες μακροοικονομικές προγνώσεις και ότι δεν είναι δυνατό να ζητούν πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, που βαθαίνουν ακόμη περισσότερο την ύφεση και μας οδηγούν σε ένα ατέλειωτο φαύλο κύκλο.
Και αυτή η σύγκρουση που ορισμένοι την είχαν εκλάβει ως μπλόφα, είναι που μας επέτρεψε να επανατοποθετήσουμε το συνολικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και από τον Σεπτέμβριο του 2011 μέσα σε 50 μέρες, στις 27 Οκτωβρίου του 2011 στη Σύνοδο Κορυφής, να συμφωνήσουμε ένα τελείως διαφορετικό δεύτερο πρόγραμμα με άλλα μεγέθη, άλλους όρους, άλλη προοπτική, δραστική μείωση του δημοσίου χρέους, ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών και πακέτο αναπτυξιακής βοήθειας.
Ιστορικά πρέπει να πούμε στον ελληνικό λαό πως αν μια κρίσιμη στιγμή στη διαπραγμάτευση είναι η σύγκρουση στα τέλη Αυγούστου, όταν αποχώρησε η τρόικα από το γραφείο μου, η δεύτερη μεγάλη στιγμή της σύγκρουσης αυτής ήταν η διαπραγμάτευση με τους Γερμανούς με τον κ. Σόιμπλε στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών του φθινοπώρου του 2011. Όταν έπρεπε να αντικρούσουμε τη σκέψη ότι το ατελές πρόγραμμα στήριξης που ήταν βασισμένο σε λάθος υπολογισμούς των εταίρων μας, έπρεπε να λειτουργήσει ως πρόγραμμα υποστήριξης της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ και όχι ως πρόγραμμα στήριξης για την επαναφορά της χώρας σε μια φυσιολογική κατάσταση δημοσιονομική και αναπτυξιακή.
Αυτές οι δυο στιγμές, μαζί με όσα έγιναν στη Σύνοδο Κορυφής στις 26-27 Οκτωβρίου οδήγησαν στο δεύτερο πρόγραμμα.
Άλλο αν ακολούθησαν απρόβλεπτες πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στη μεγάλη στρατηγική στροφή της Νέας Δημοκρατίας, στην προσχώρησή της στο μέτωπο στήριξης του προγράμματος το λεγόμενο «φιλομνημονιακό», στο σχηματισμό της Κυβέρνησης Λουκά Παπαδήμου. Αυτό έγινε τη στιγμή που αρχίζαμε την εξειδικευμένη διαπραγμάτευση εφαρμογής και για τη νέα δανειακή σύμβαση και για το κούρεμα του χρέους και με τους θεσμικούς εταίρους και με το διεθνή ιδιωτικό τομέα, με τις Τράπεζες.
Και έτσι φτάσαμε στο κεκτημένο του Φεβρουαρίου του 2012 που ακριβώς επειδή επιδιώκει να δώσει απάντηση στα περιβόητα «υπολογιστικά» λάθη του ΔΝΤ και της τρόικας, προβλέπει ρητά τη ρήτρα βαθύτερης ύφεσης. Και λέει η συμφωνία ότι, αν υπάρχει βαθύτερη ύφεση, οδηγούμαστε σε επαναδιαπραγμάτευση, σε αναθεώρηση δηλαδή και σε επιμήκυνση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αυτό λέγαμε προεκλογικά. Την πλήρη και συγκεκριμένη αλήθεια, που συνιστούσε εθνική στρατηγική. Αυτή ήταν η βασική προεκλογική μας θέση και το Μάιο του 2012 και τον Ιούνιο του 2012. Ποιος μπορεί να έρθει να πει ότι τώρα κατάλαβε ότι υπάρχει πρόβλημα λάθους και τώρα ανοίγει η οδός της επαναδιαπραγμάτευσης; Αυτά είναι συμφωνημένα και γραμμένα στη δεύτερη δανειακή σύμβαση και είναι και βασικό στοιχείο της συμφωνίας της προγραμματικής σύγκλισης του ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Δημοκρατία και τη ΔΗΜΑΡ επί τη βάση της οποίας συγκροτήθηκε τον Ιούνιο μετά τις εκλογές η τρικομματική Κυβέρνηση.
Γι' αυτό η στρατηγική μας πρόταση από τα τέλη Ιουνίου διαρκώς ήταν πρώτα συμφωνία για το μακροοικονομικό πλαίσιο και μετά εξειδίκευση των μέτρων. Γι’ αυτό επιμέναμε να υπάρχει Εθνική Ομάδα Διαπραγμάτευσης.
Αλλά τότε δε μας άκουγε κανείς. Υπήρχε πανταχόθεν επίθεση φθοράς εναντίον του ΠΑΣΟΚ, πολιτική, επικοινωνιακή και λειτουργούσε μια ανεπίγνωστη, χωρίς ιστορική συνείδηση 5η φάλαγγα, στο εσωτερικό του ηττημένου ΠΑΣΟΚ.
Αγωνιστήκαμε για το καλύτερο αποτέλεσμα της πεντάμηνης διαπραγμάτευσης μέχρι το Δεκέμβριο, αλλά όταν προέκυψε ένα πακέτο που δεν ήταν όπως το φανταζόμασταν, που θέλαμε να είναι καλύτερο, που θέλαμε να το έχουμε διαπραγματευθεί με διαφορετική μέθοδο, εμείς ως υπεύθυνη εθνικά δύναμη, το ψηφίσαμε με κόστος, με απώλειες. Δεν κάναμε κανένα κοινοβουλευτικό τέχνασμα. Αναλάβαμε την ευθύνη.
Και βέβαια, είναι λογικό μετά απ’ όλα αυτά η συντηρητική Ευρώπη να έχει μια θετική στάση. Την καλωσορίζουμε. Είναι θετική και η στάση των Ευρωπαίων σοσιαλιστών, είχα την ευκαιρία να το δω αυτό στη Γερμανία στις επαφές μου με το SPD και τους Πράσινους, στη δεύτερη συνάντησή μου εδώ με τον υποψήφιο καγκελάριο, τον Πέερ Στάινμπρουκ.
Ξέρω ότι εξίσου θετική είναι και η στάση του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και με χαρά θα υποδεχθούμε την ερχόμενη Τρίτη τον Πρόεδρο Ολάντ στην Αθήνα.
Οι εταίροι μας τώρα θέλουν να πετύχουμε. Γι’ αυτό έχει σταματήσει η επικίνδυνη ρητορεία για μια Ελλάδα που είναι με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο πόδι έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό κόστισε. Και νομίζω ότι ο Πέερ Στάιμπρουκ περιγράφει πάρα πολύ καλά το πώς εξελίχθηκε αυτή η ρητορεία και στη γερμανική δημόσια συζήτηση.
Οι εταίροι μας θέλουν να πετύχουμε και σ’ αυτό ασκεί την επιρροή της η προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία και σε άλλες χώρες. Δεν αρκεί όμως αυτό. Το μεγάλο ζήτημα είναι οι εταίροι μας να κατανοήσουν ποιο είναι τώρα το μεγάλο πρόβλημα. Πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν είναι ούτε δυνατό ούτε σωστό οικονομικά να ληφθούν πρόσθετα δημοσιονομικά ή εισοδηματικά μέτρα. Δεν αντέχει η κοινωνία, δεν αντέχει η οικονομία, δεν αντέχει το πολιτικό σύστημα.
Πρέπει να επενδύσουμε σε αναπτυξιακά μέτρα στήριξης. Πρέπει να επενδύσουμε στην κοινωνική συνοχή, πρέπει να επενδύσουμε στην πραγματική οικονομία. Η παρανομαστής του κλάσματος είναι η λύση, το ΑΕΠ. Οποιαδήποτε πρόσθετη επέμβαση στον αριθμητή, διογκώνει το πρόβλημα. Και βέβαια αυτό το στρατηγικό ζήτημα πρέπει να το πούμε και το λέμε ευθέως: τα «υπολογιστικά» λάθη του προγράμματος δε μας οδηγούν στο αίτημα να μειώσουμε το ΦΠΑ στην εστίαση από το 23% στο 19%.
Είναι αυτό ένα μεγάλο πρόβλημα και δική μας προεκλογική δέσμευση είναι να μειώσουμε το ΦΠΑ στην εστίαση. Και στα αγροτικά εφόδια και αλλού. Αυτά όμως είναι επιμέρους ζητήματα διαχείρισης που πρέπει να έχουν τα καλύτερα αποτελέσματα κάθε φορά. Το στρατηγικό ζήτημα είναι οι εταίροι μας να κατανοήσουν τι πρέπει να γίνει με τη χώρα, τι πρέπει να γίνει με την Ευρώπη στην πραγματικότητα.
Γιατί το γενικό υφεσιακό ευρωπαϊκό περιβάλλον, βλάπτει και τις χώρες οι οποίες είναι δημοσιονομικά πειθαρχημένες και τις χώρες που είναι σε πρόγραμμα και τις χώρες που είναι στην ενδιάμεση κατάσταση της απειλής, που είναι πολλές.
Αυτό ισχύει και για την περιβόητη βιωσιμότητα του χρέους. Επειδή ακούω διαφόρους, μάλιστα κάποιους οι οποίοι ήταν κατά του PSI, κάποιους που ξόρκιζαν την αναδιάρθρωση, να λένε ότι τώρα χρειάζεται κι άλλο κούρεμα, λες και κομίζουν κάτι το καινούργιο ή το καινοφανές στη συζήτηση, λέγοντας εύκολα λόγια εκ των υστέρων, θέλω να θυμηθούμε όλοι –όχι όλοι στην αίθουσα αυτή, όλοι οι Έλληνες πολίτες- ότι με το PSI και την επαναγορά των ομολόγων που έγινε πρόσφατα, έχει μειωθεί το ελληνικό δημόσιο χρέος κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Είναι κολοσσιαία και πρωτοφανής στα διεθνή οικονομικά χρονικά η μείωση.
Και όπως η δυναμική του PSI οδήγησε στην επαναγορά τώρα που μεγάλωσε το κούρεμα, έτσι υπάρχει συνέχεια στη δυναμική της συμφωνίας αυτής, η οποία ξεκίνησε από 21%, πήγε στο 53,5%, έφτασε στο 65% και βέβαια τώρα θα περιλάβει και τη 2η φάση που κάποιοι την έχουν πει με τ’ όνομά τους, έστω και διακριτικά, διεθνώς. Η ίδια η κα Μέρκελ έχει αναφερθεί σ’ αυτό και στη συμμετοχή του διεθνούς δημόσιου τομέα πια.
Το επόμενο ζήτημα με αφορμή και τα όσα έγιναν στις Βρυξέλλες, με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, που συνθέτουν μια θλιβερή εικόνα για την Ευρώπη, αφορούν όχι μόνο το κίνδυνο ιστορικής παλινδρόμησης της Ευρώπης αλλά και τον κίνδυνο η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία - κι όταν λέω σοσιαλδημοκρατία εννοώ το ΡΕS, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, την ομάδα των Ευρωπαίων σοσιαλιστών και δημοκρατών. Εννοώ όλα τα κόμματα όπως κι αν ονομάζονται, σοσιαλιστικά, σοσιαλδημοκρατικά, εργατικά, δημοκρατικά, σημασία έχουν οι θέσεις και οι πολιτικές, όχι τα ιστορικά ονόματα - να παραμείνουν σε μια κατάσταση στρατηγικής αδυναμίας να διατυπωθεί η ολοκληρωμένη αντίληψη για μια άλλη Ευρώπη.
Και η εικόνα του διαρκούς κυλιόμενου μεγάλου συνασπισμού των δυο μεγάλων πολιτικών οικογενειών, του λαϊκού κόμματος και του σοσιαλιστικού κόμματος, που εναλλάσσονται και στην Προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε 2,5 χρόνια, είναι μια εικόνα που τελικά λειτουργεί υπέρ της υφιστάμενης κατάστασης, υπέρ του status quo, δηλαδή υπέρ μιας συντηρητικής πολιτικά αντίληψης, η οποία εκδηλώνεται με την κατίσχυση νεοφιλελεύθερων ιδεών. Γιατί όπως έχει πει ο Κέινς, οι ιδέες κυβερνούν τον κόσμο, μόνο που τώρα κατισχύουν οι αντίπαλες ιδέες.
Και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, όπως είπα και στο κείμενό μου της τελευταίας Κυριακής, έχασε το παιχνίδι των ιδεών και των πολιτικών από τη στιγμή που απεσύρθη η Κεινσιανή πολιτική αντίληψη από την οικονομική και πολιτική πραγματικότητα των ευρωπαϊκών χωρών και μπήκαμε σ’ έναν Σύμφωνο Σταθερότητας με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ στις αρχές της δεκαετίας του ’90, που δε μπορούσε να λάβει υπ' όψιν του ούτε την πιθανότητα της κρίσης ούτε την αντοχή των κοινωνιών.
Άρα εμείς θέλουμε την Ευρώπη ως γήπεδο, αλλά πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, αναπτυξιακά, μια άλλη Ευρώπη, μια Ευρώπη σύγχρονη, αξιόπιστη, προοδευτική, κοντά στις ιδέες των Ευρωπαίων σοσιαλιστών. Θεωρώ ότι αυτή είναι η βάση του ουσιαστικού διαλόγου μας για τη συγκρότηση της μεγάλης ελληνικής Κεντροαριστεράς.
Το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ είναι μια κρίσιμη στιγμή στην προσπάθεια αυτή. Δεν είναι η τελευταία στιγμή. Θα συνεχίσουμε και μετά το συνέδριο. Αλλά αυτές οι απόψεις, αυτές οι αντιλήψεις, αυτή η θεματολογία, είναι ένα αντικείμενο που δε μπορεί να το αποφύγει κανείς εάν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, συνεπείς και έντιμοι μεταξύ μας, άρα και με τον ελληνικό λαό.
Καλώ λοιπόν και πάλι θα απευθύνω σχετική επιστολή στο Φώτη Κουβέλη, τη ΔΗΜΑΡ σε προσυνεδριακή συνάντηση διακομματική, των αντιπροσωπειών της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ. Πριν το συνέδριο, γιατί δεν είναι δυνατό να συναντώμεθα για θέματα κυβερνητικής διαχείρισης και εθνικής στρατηγικής και να μη συναντηθούμε να μιλήσουμε για ζητήματα ιδεολογικά, αξιακά, ταυτότητας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και της ελληνικής Κεντροαριστεράς.
Τους καλούμε επίσης να μετάσχουν με κείμενα, με προτάσεις, με θέσεις, με διαφωνίες στον προσυνεδριακό διάλογο και ψηφιακά. Και νομίζω ότι τα δυο κείμενα τουλάχιστον τα δικά μου προσφέρονται ως αντικείμενο διαλόγου. Όχι αναγκαστικά συμφωνίας. Μπορεί και ριζικής διαφωνίας. Θέτουν όμως το ζήτημα.
Και φυσικά, το ίδιο ισχύει και με τις Κινήσεις. Όλες τις Κινήσεις, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους. Θα τις καλέσουμε σε κατ’ ιδίαν συνάντηση με την αντιπροσωπεία του ΠΑΣΟΚ ώστε να γίνει ένας ουσιαστικός προσυνεδριακός διάλογος τις δυο αυτές εβδομάδες, γιατί η λογική των χαιρετισμών σε ένα πολυμελές ακροατήριο χωρίς προετοιμασία δε σημαίνει τίποτα και δε βοηθά στην εμβάθυνση του αξιακού, ιδεολογικού και πολιτικού διαλόγου.
Θέλω να μιλήσω καθαρά. Και η ΔΗΜΑΡ και πολλές Κινήσεις, σαρξ εκ της σαρκός του ΠΑΣΟΚ, θέτουν είτε ευθέως είτε υπαινικτικά το «ηθικό ζήτημα». Θεωρούν ότι αυτές, ως οντότητες πολιτικές, δεν έχουν κανένα πλεονέκτημα πολιτικό, στρατηγικό, εκλογικό, αλλά έχουν ένα ηθικό πλεονέκτημα: Δεν έχουν τη φθορά της εξουσίας, δεν έχουν εμπλακεί σε σκάνδαλα, δεν έχουν στελέχη τα οποία να απειλούνται με διώξεις. Ξέρετε, το ζήτημα είναι να βγεις ηθικά αλώβητος αφού δοκιμαστείς, όχι να αποφεύγεις τη δοκιμασία.
Και επίσης δεν καταλαβαίνω τη λογική που λέει ότι τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που έμειναν στο ΠΑΣΟΚ πρέπει να αποδεικνύουν την ηθική τους ακεραιότητα. Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που κουβάλησαν όλα τους τα βάρη και όλα τους τα προβλήματα και μεταστεγάστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ ή στους Ανεξάρτητους Έλληνες ή ακόμη και στη ΔΗΜΑΡ, έχουν ξαφνικά μπει στη μεγάλη «κολυμπήθρα του Σιλωάμ» κι έχουν απαλλαγεί από οποιοδήποτε ηθικό πρόβλημα. Νομίζω ότι αυτό προσβάλλει και τη λογική μας και το δημόσιο ήθος.
Κι έρχομαι στο τελευταίο ζήτημα, το μείζον κατά τη γνώμη μου. Φαίνεται ότι υπάρχει μία επικοινωνιακού και δημοσιογραφικού χαρακτήρα παρεξήγηση σε σχέση με το διακύβευμα του συνεδρίου. Ακούω, διαβάζω ότι το διακύβευμα του συνεδρίου είναι το αν το ΠΑΣΟΚ θα μπει με στελέχη του πολιτικά και προβεβλημένα στην Κυβέρνηση ή όχι, τι ακριβώς θα γίνει σε σχέση με την Κυβέρνηση.
Φίλες και φίλοι, το πραγματικό διακύβευμα του συνεδρίου, γι΄ αυτό συγκαλείται το συντακτικό συνέδριο, είναι, πρώτον, να διατυπωθεί με απόλυτη σαφήνεια η αξιακή και ιδεολογική ταυτότητα της δημοκρατικής παράταξης. Να τεθεί το μεγάλο ζήτημα της Κεντροαριστεράς, όπως είπα και προηγουμένως, να πούμε ποιους θεωρούμε και ποιους δεν θεωρούμε Κεντροαριστερά.
Και θέλω εδώ να πω με μεγάλη ευθύτητα ότι τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα δεν τον θεωρούμε Κεντροαριστερά. Η χθεσινή του ομιλία στο «Ακροπόλ» είναι ένα μνημείο ιστορικής ανευθυνότητας, είναι μία ομιλία που δείχνει ότι δεν υπάρχει επίγνωση των διδαγμάτων της ιστορίας. Ο κ. Τσίπρας πηγαίνει στο εξωτερικό και δίνει συνεχώς εξετάσεις νομιμοφροσύνης στα διεθνή ακροατήρια, πήγε στη Γερμανία είδε τον κ. Σόιμπλε και τον κ. Φούχτελ.
Όταν πήγα εγώ συνάντησα την ηγεσία του SPD και την ηγεσία των Πράσινων σκοπίμως, γιατί ήθελα να αναδείξω τις ιδεολογικές-κομματικές μας σχέσεις. Και επειδή του ασκούν κριτική εσωκομματικά για την «αμερικανοφιλία» του και την «ομπαμοφιλία» του και για τα όσα είπε στα σκαλιά του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών μετά τη συνάντηση με τον κ. Σόιμπλε, έρχεται στο εσωτερικό και πηγαίνει στο άλλο άκρο κάνοντας συνεχώς μία στροφή περί τον εαυτό του.
Χθες αναφέρθηκε σε δύο μεγάλες ευρωπαϊκές ιστορικές στιγμές, προσπάθησε να συγκρίνει την κατάσταση στην Ελλάδα με την κατάσταση στην Ιταλία όταν είχε κορυφωθεί η τρομοκρατία ως μαζικό φαινόμενο, την εποχή που ήταν ο πρώην Πρόεδρος Κοσίγκα Υπουργός Εσωτερικών και στη συνέχεια αναφέρθηκε στη Βαϊμάρη και στο πως το ναζιστικό κόμμα οργάνωσε την πυρκαγιά στο Ράιχσταχ.
Πρέπει να σας πω ότι η συνάντησή μου με τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, τον Πρόεδρο του SPD, έγινε στο λεγόμενο «ενδιαίτημα» του Προέδρου της Μπούντεσταγκ, που ήταν το παλιό ενδιαίτημα του Προέδρου του Ράιχσταχ επί ναζισμού, όταν Πρόεδρος της Βουλής ήταν ο Γκέρινγκ και η ιστορική έρευνα έχει πει πράγματι ότι από αυτό το χώρο που τώρα είναι η λέσχη των Βουλευτών υπάρχει υπόγεια στοά που οδήγησε στο κεντρικό κτήριο με τον Γκέρινγκ να τη βάζει ο ίδιος τη φωτιά.
Στο όνομα τίνος εκφράζεται ο κ. Τσίπρας, ποιες είναι οι αναλογίες οι ιστορικές; Δηλαδή που τοποθετεί ποιον σε ένα σκηνικό Βαϊμάρης με τον Χίτλερ ήδη στην εξουσία και που τοποθετεί ποιον σε ένα σκηνικό ανάλογο με τον παροξυσμό της μαζικής τρομοκρατίας στην Ιταλία, τι θέλει να μας πει; Θέλει να μας πει ότι υπάρχει πρόβλημα αυταρχισμού, ναζισμού, διολίσθησης της Κυβέρνησης σε δικτατορία στην Ελλάδα; Θέλει να μας πει ότι υποθάλπουμε την τρομοκρατία και κάνουμε προβοκάτσιες;
Εξομοιώνει την κρατική νομιμότητα με τα προβλήματά της με πράξεις βίας και τρομοκρατίας; Αυτά είναι το φλερτ με τη βία και η έμμεση ενθάρρυνση. Και αντί να καταδικάσει τη Χρυσή Αυγή και να ενταχθεί καθαρά στο συνταγματικό τόξο, στο μέτωπο που ζητάμε αποκλεισμού θεσμικού της Χρυσής Αυγής, αναπτύσσει χθες την ανατριχιαστική θεωρία ότι η Χρυσή Αυγή είναι επιχειρησιακός βραχίονας της Κυβέρνησης.
Και μάλιστα όχι της Κυβέρνησης στενά, αλλά της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, με ευθύνη και του ΠΑΣΟΚ το οποίο ευθύνεται για τα πάντα και εμμέσως και της ΔΗΜΑΡ, γιατί όχι; Εμάς πάντα μας στοχοποιεί βέβαια, για λόγους στρατηγικούς, γιατί ξέρει ποιο είναι το στρατηγικό του πρόβλημα.
Άρα εδώ υπάρχει ένα πολύ μεγάλο ζήτημα οριοθέτησης της Κεντροαριστεράς κι ένα εξίσου μεγάλο ζήτημα αποτίμησης της δοκιμασίας της κρίσης που έχει οδηγήσει σε ένα άλλο πολιτικό σύστημα, σε μια άλλη κοινωνία, σε μια άλλη οικονομία.
Το βασικό θέμα του συνεδρίου μας είναι οι καταλυτικές αλλαγές λοιπόν στην κοινωνία, την οικονομία και τις πολιτικές συμπεριφορές, τα μεγάλα προτάγματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στα οποία αναφέρθηκα, η ανάδειξη της ιστορίας αλλά και του μέλλοντος της παράταξης και κυρίως η πλήρης περιγραφή με απόλυτη καθαρότητα του κοινωνικού μας ακροατηρίου της νέας κοινωνικής μας συμμαχίας.
Προσέξτε, όχι ενός νέου κοινωνικού συνασπισμού, που δυστυχώς διελύθη λόγω της κρίσης, αλλά ενός νέου κοινωνικοπολιτικού σχηματισμού. Δεν κάνουμε ούτε κοινωνιολογία, ούτε δημογραφία, κάνουμε πολιτική και αυτό που ενώνει στο νέο ΠΑΣΟΚ, που θέλουμε να είναι πολυσυλλεκτικό και πλειοψηφικό ξανά, κοινωνικές δυνάμεις, είναι ένας κοινός παρονομαστής ο οποίος είναι ιδεολογικός, αξιακός, ιστορικός, αισθητικός.
Άρα έχει πολύ μεγάλη σημασία να υπάρχει μια κοινή αντίληψη για το γενικό συμφέρον, για την ανάπτυξη, την πρόοδο, τη δικαιοσύνη, την εθνική και κοινωνική αλληλεγγύη. Πάμε στο συνέδριό μας για να απευθυνθούμε στις προοδευτικές και δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας και του έθνους.
Αλλά δεν αρκεί να είσαι κάπου μέσα στην παραγωγή, μέσα στην κοινωνία, χρειάζεται και κάτι άλλο.
• Ναι, απευθυνόμαστε στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, που αντιλαμβάνονται την αξία της δουλειάς, που διεκδικούν τα δικαιώματά τους, σέβονται τη δουλειά που κάνουν, θέλουν να είναι παραγωγικοί, θέλουν να αμείβονται δίκαια από επιχειρήσεις που αντέχουν κι αναπτύσσονται.
• Απευθυνόμαστε στους ανέργους που είναι αυτή τη στιγμή η πιο ισχυρή και η πιο αδύναμη κοινωνική δύναμη. Στους ανέργους που βλέπουν ότι μόνον η ανασυγκρότηση της χώρας και η ανάπτυξη τους δίνει σταθερή προοπτική και όχι για λόγους μήνες κάποια επιδόματα.
• Απευθυνόμαστε στους επιχειρηματίες που ο μεγάλος όγκος είναι μικροί και μεσαίοι, τους ελεύθερους επαγγελματίες που θέλουν καθαρούς και δίκαιους κανόνες λειτουργίας της αγοράς, επενδύουν στην ποιότητα, σέβονται τον πελάτη και τον καταναλωτή.
• Απευθυνόμαστε στους επιστήμονες που πιστεύουν σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο και στη δύναμη της καινοτομίας και του διανοητικού κεφαλαίου.
• Στους αγρότες που βλέπουν τις τεράστιες δυνατότητες της αγροτικής επιχειρηματικότητας, τις προοπτικές του αγροτοδιατροφικού τομέα, τη σημασία της ποιότητας και της επωνυμίας των προϊόντων.
• Απευθυνόμαστε στους νέους μας, που έχουν τα εφόδια της γνώσης και της καινοτομίας.
• Στους συνταξιούχους που θέλουν προοπτική για τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
• Στους δημόσιους υπαλλήλους και λειτουργούς και τους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα που υπηρετούν τον πολίτη, το δημόσιο συμφέρον και την ανάπτυξη.
Έτσι αναδεικνύεται το ΠΑΣΟΚ ως δύναμη πάντα λαϊκή, πάντα ριζοσπαστική, πάντα πατριωτική, αλλά και πάντα υπεύθυνη εθνική δύναμη που έχει κάνει οριστική ρήξη με το λαϊκισμό, τη δημαγωγία και τον συντεχνιασμό.
Το δεύτερο μεγάλο διακύβευμα του συνεδρίου είναι η θεσμοποίηση και αποπροσωποποίηση της παράταξης. Το ΠΑΣΟΚ γεννήθηκε και έζησε πολλά χρόνια ως ένα αρχηγικό προσωπικό κόμμα και φιλοδοξώ επί των ημερών μου να πάψει να έχει τα χαρακτηριστικά αυτά και του αρχηγικού και του προσωπικού.
Θέλουμε ένα ΠΑΣΟΚ οργανωτικά σύγχρονο, ευρωπαϊκό, δημοκρατικό κόμμα, ανοικτό, σκεπτόμενο, σε επαφή με την κοινωνία, με εσωτερική αξιολόγηση και δημοκρατική αξιοκρατία, με διαφάνεια στην οικονομική του διαχείριση, αποκεντρωμένο και αντιγραφειοκρατικό, με απλά λιτά λειτουργικά σχήματα.
Το τρίτο διακύβευμα, αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως τον κόσμο, είναι το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, οι προϋποθέσεις εθνικής ανάκαμψης. Το συνέδριο πρέπει να δώσει απαντήσεις όχι τεχνικές, πολιτικές, στις μεγάλες αγωνίες των πολιτών. Βγαίνουμε στο ξέφωτο πραγματικά; Κρίθηκε οριστικά η παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη; Θα χρειαστούν νέα δημοσιονομικά μέτρα; Αυτό είναι το μεγάλο θέμα.
Μήπως θα πάμε σε νέους περιορισμούς εισοδημάτων άμεσους ή έμμεσους, μέσω φορολογίας ή τιμολογίων των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας; Η υστέρηση των φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων τους δύο πρώτους μήνες του 2013 είναι φαινόμενο συγκυριακό, ανατάξιμο, έχει βαθύτερα αίτια; Τι γίνεται με τη ρευστότητα, θα έρθει; Θα επιστρέψουν οι καταθέσεις;
Θα στηριχθούν οι επιχειρήσεις και η απασχόληση μέσα από τις τράπεζες που δεν είναι μόνο για δάνεια, είναι και για στήριξη της επιχειρηματικότητας και από μη τραπεζικούς θεσμούς, όπως αυτοί του Υπουργείου Ανάπτυξης, του ΕΣΠΑ, του ΕΤΕΑΝ;
Τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, τα στεγαστικά δάνεια τώρα που πέφτει η αξία των σπιτιών. Τι γίνεται με την απόλυτη ανεργία, δηλαδή με 400.000 οικογένειες χωρίς κανένα εργαζόμενο, που είναι η πρώτη μας προτεραιότητα, με τους ανάπηρους, με τις ευπαθείς ομάδες, με την υγειονομική κάλυψη των ανέργων, βεβαίως με τη φορολογία ακινήτων και με το εθνικό φορολογικό σύστημα.
Η φορολογία ακινήτων ξέρετε τι είναι; Είναι στην πραγματικότητα η αδυναμία μας να πούμε την πλήρη αλήθεια σε σχέση με το ειδικό Τέλος ακινήτων που εισπράττεται μέσω της ΔΕΗ. Διότι φυσικά αν θέλεις να ελαφρύνεις την φορολογία των δομημένων επιφανειών, θα προσθέσεις φορολογία μη δομημένων, οικόπεδα και αγροτεμάχια.
Και εμείς θέλουμε να πάμε σε λύσεις οι οποίες είναι έντιμες, καθαρές, αποτελεσματικές, λένε την αλήθεια στον κόσμο, αποδίδουν δημοσιονομικά και λειτουργούν αναπτυξιακά. Αλλά η παρτίδα σώθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 με τα 2 δις του ειδικού Τέλους ακινήτων. Που τα 2, που τα 14,5! Και βέβαια τα ερωτήματα αφορούν τις ιδιωτικοποιήσεις, τις επενδύσεις, το ΕΣΠΑ, το νέο ΕΣΠΑ, τις διαρθρωτικές αλλαγές, όλα αυτά τα οποία είναι στην καθημερινή μας ατζέντα. Αυτά θα συζητήσουμε στο Συνέδριο.
Το ζήτημα της Κυβέρνησης στο Συνέδριο θα τεθεί με όρους εθνικής ευθύνης και εθνικής στρατηγικής και όχι ως ζήτημα ανασχηματισμού μιας κάποιας Κυβέρνησης. Και αυτό που λέω, αφορά την παρούσα Βουλή, αλλά και το βασικό ερώτημα που θα τεθεί στον ελληνικό λαό στο τέλος της τετραετίας για την επόμενη Βουλή, για την επόμενη Κυβέρνηση και θα κυριαρχήσει στις επόμενες εκλογές.
Ακούω την περιβόητη λογική της συνιστώσας «δεν θέλουμε το ΠΑΣΟΚ συνιστώσα της Νέας Δημοκρατίας», «δεν θέλουμε το ΠΑΣΟΚ ουρά του ΣΥΡΙΖΑ». Προφανώς. Είπα χτες μιλώντας στους νέους μας ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ουρά, είναι η γάτα! Η γάτα είναι επτάψυχη και το ΠΑΣΟΚ είναι επτάψυχο. Είναι ευφυής, ευέλικτη και είναι και χρήσιμη, πάρα πολύ χρήσιμη. Σώζει καταστάσεις, ζωές. Από ερπετά! Και χρειάζεται μια γάτα η οποία θα αντιμετωπίσει και διάφορα πολιτικά ερπετά.
Η Κυβέρνηση δεν είναι Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Οι Υπουργοί της οι προερχόμενοι από τη Νέα Δημοκρατία δεν Υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας, δεν εφαρμόζουν το προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, αλλά την τρικομματική συμφωνία προγραμματικής σύγκλισης.
Εμείς θέλουμε να υπάρχουν οι καλύτεροι δυνατοί όροι λειτουργίας της Κυβέρνησης όπως προβλέπει το Σύνταγμα και οι καλύτεροι δυνατοί όροι λειτουργίας της Βουλής όπως προβλέπει το Σύνταγμα και ο κανονισμός της Βουλής. Αλλά δεν μας αρκούν αυτά.
Επίσης θέλουμε καθαρή σχέση με την Αντιπολίτευση. Όποιοι νομίζουν ότι υπάρχει μια «φιλομνημονιακή» Κυβέρνηση και μια «αντιμνημονιακή» Αντιπολίτευση, κάνουν πολύ μεγάλο ιστορικό, πολιτικό και λογικό λάθος. Κατ' αρχάς, όπως ξέρετε, παλαιοί «αντιμνημονιακοί» ανέβλεψαν και έφτασαν να είναι ζηλωτές της πιστής και αποτελεσματικής εφαρμογής του Μνημονίου.
Μου έλεγε χτες ένα στέλεχος της Νεολαίας μας με πολύ εύγλωττο τρόπο ότι είχε στην ψυχή του μέσα αμφιβολίες για το αν εφαρμόζουμε τη σωστή εθνική στρατηγική, αλλά όταν μετά τις εκλογές του Ιουνίου διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει κανένα «ισοδύναμο μέτρο», ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί τίποτε από το Ζάππειο 1 – Ζάππειο 2 – Ζάππειο 3, ότι η ΔΗΜΑΡ με ευθύνη στηρίζει την Κυβέρνηση αλλά δεν έχει στρατηγικά να πει κάτι καινούργιο σε σχέση με τη λογική της απαγκίστρωσης που έλεγε προεκλογικά, κατάλαβε ότι αυτή είναι η στρατηγική και ότι δεν υπάρχει άλλη λύση.
Οι δε επαγγελματίες της αντιμνημονιακής πολιτικής, είδαμε ότι δίνουν εξετάσεις διεθνούς συμμόρφωσης, αλλά τα μαζεύουν εσωτερικά. Και από την άλλη μεριά φαίνεται ότι οι πολίτες που ασκούν συνδικαλιστική ή πολιτική πίεση, δημοσκοπικά τουλάχιστον καταγράφονται να ξέρουν ότι δεν υπάρχει πραγματικά αντιπρόταση, άλλο πλαίσιο αναφοράς, άλλη στρατηγική.
Επίσης είναι απολύτως ψευδές ότι μπορούν να σχηματιστούν και να συγκρουστούν δυο πόλοι: η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί δεν είναι αυτοί οι στρατηγικοί πόλοι που συγκρούονται πραγματικά στη χώρα. Αυτό λειτούργησε συγκυριακά μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου του 2012, όταν για λόγους εκλογικού συστήματος και λόγω του bonus των 50 Εδρών, η Νέα Δημοκρατία ως πρώτο Κόμμα του μπλοκ των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων κατίσχυσε, γιατί υπήρχε η στρατηγική της εφόδου από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά θυμηθείτε τους συσχετισμούς του Μαΐου (18, 16, 13,5% το ΠΑΣΟΚ) υπό άθλιες συνθήκες συκοφάντησης και δυσανάλογης κατανομής της ευθύνης.
Άρα ένα μεγάλο θέμα που θα μας απασχολήσει στο Συνέδριο είναι οι θεσμικές προϋποθέσεις λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Αναθεώρηση του Συντάγματος και σοβαρή συζήτηση για το εκλογικό σύστημα. Το εκλογικό σύστημα διαδραμάτισε και διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο, διότι αλλοιώνει την εικόνα των πραγματικών αντιθέσεων.
Άρα το ζήτημα δεν είναι αν πότε και πώς θα γίνει ανασχηματισμός της Κυβέρνησης. Το ζήτημα δεν είναι η συμμετοχή εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ πολιτικών προσώπων προβεβλημένων ή λιγότερο προβεβλημένων, νεώτερων ή παλαιότερων. Το ζήτημα δεν είναι καν η στελέχωση του κρατικού μηχανισμού. Από την άποψη αυτή το ζήτημα είναι η αποτροπή ενός νέου κομματικού κράτους, αλλά και ενός νέου διακομματικού κράτους το οποίο πολλές φορές είναι χειρότερο και από το μονοκομματικό.
Εμείς δεν θέλουμε ούτε κομματικό ούτε διακομματικό κράτος. Θέλουμε θεσμούς που λειτουργούν.
Δεν αρκεί επίσης αυτό που κάνουμε με συνέπεια και αποτελεσματικότητα: να αποκρούεις υπερβάσεις ή αρρυθμίες νομοθετικές ή διοικητικές, οι οποίες έχουν πολιτικά, ιδεολογικά ή αισθητικά αίτια. Δηλαδή στην ιθαγένεια, μονομερείς πρωτοβουλίες δεν υπάρχουν. Αλλαγή του Νόμου 1264 δεν υπάρχει, συζήτηση για τον κατώτατο μισθό που ανοίγει σε επίπεδο Γενικού Γραμματέα, δεν υπάρχει. Αυτές είναι συζητήσεις τουλάχιστον επιπέδου Αρχηγών Κομμάτων, που ούτε κι εμείς δεν μπορούμε να τις κάνουμε. Γιατί δώσαμε αγώνα για τον κατώτατο μισθό και ως Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και ως Κυβέρνηση Παπαδήμου.
Το ΠΑΣΟΚ λειτουργεί - και το κάνει αυτό με συνέπεια και συστηματικότητα -προτρεπτικά, υποστηρικτικά, ελεγκτικά σε σχέση με την Κυβέρνηση. Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, προτάσεις νόμων, τροπολογίες, παρακολουθεί το κυβερνητικό έργο με επισκέψεις, συναντήσεις.
Ανακόπτει λάθη, βοηθάει να αντιμετωπιστούν μεγάλα ζητήματα: Το πακέτο των αποφάσεων για τα αγροτικά οφείλει πολλά στη δική μας συμβολή. Η επίλυση του ζητήματος της απεργίας στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, η εκλογίκευση της συζήτησης για τη φορολογία ακινήτων.
Αυτά που γίνονται εδώ και καιρό και που εξελίσσονται με την υπογραφή της συμφωνίας για τον TAF τώρα, είναι πολύ σημαντικά και χαιρόμαστε που συμβαίνουν. Βοηθάμε για τους οδικούς άξονες, για τα ναυπηγεία.
Θέτουμε υπό σοβαρή συζήτηση το σχέδιο «ΑΘΗΝΑ» που πρέπει να υπακούει σε αρχές αντικειμενικές και να μην έχει τυχαία συγκυριακά ή πολιτευτικά χαρακτηριστικά μέσα, γιατί δυστυχώς έχει. Θέτουμε συνεχώς το θέμα των αναπήρων, των ευπαθών ομάδων, των ανέργων, όμως δεν είναι και αυτό το μείζον ζήτημα.
Το Συνέδριο πρέπει να ασχοληθεί με το πραγματικά μείζον ζήτημα, το οποίο έχει ιστορικό χαρακτήρα. Το μείζον ζήτημα είναι η διασφάλιση της εθνικής στρατηγικής ως στρατηγικής ασφαλούς και οριστικής εξόδου από την κρίση και άρα η επάνοδος της χώρας σε κατάσταση δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής αυτοδυναμίας.
Ποιο είναι το κρίσιμο ερώτημα; Το κρίσιμο ερώτημα για μας ως δημοκρατική Παράταξη και ως ΠΑΣΟΚ και για τη χώρα κατ’ επέκταση είναι: σε ποιον εμπιστευόμαστε εμείς ως ΠΑΣΟΚ την εφαρμογή και την επιτυχία αυτής της στρατηγικής, που είναι η στρατηγική μας; Σε ποιον την εμπιστευόμαστε; Σε ποια χέρια;
Γιατί έχουμε πει μια φράση, στην οποία πρέπει να πιστέψουμε βαθιά: «Το ΠΑΣΟΚ κατέβηκε μαζί με τη χώρα και θα ανέβει μαζί με τη χώρα». Αλλά για να ανέβει η χώρα, πρέπει να πετύχει η στρατηγική μας. Σε ποιον εμπιστευόμαστε την εφαρμογή της στρατηγικής μας; Σε ποιον περισσότερο από εμάς;
Εμείς πρέπει να έχουμε τη στρατηγική ηγεμονία. Και ξέρετε από πού εξαρτάται η απάντηση; Εξαρτάται από την απάντηση στο γειτονικό ερώτημα: Ποιος χρεώνεται την περίπτωση αποτυχίας; Η Νέα Δημοκρατία; Η ΔΗΜΑΡ; Το ΠΑΣΟΚ χρεώνεται την περίπτωση της αποτυχίας. Δεν υπάρχει περίπτωση αποτυχίας. Γιατί η αποτυχία θα είναι ιστορική και θα κάνει δεκαετίες να θεραπευτεί και μπροστά σε αυτή τη σκέψη παραλύουν αυτοί που δεν έχουν να προτείνουν εναλλακτική στρατηγική και μένουν άλαλα τα χείλη των ασεβών.
Αυτό είναι το μεγάλο ιστορικό διακύβευμα το οποίο τίθεται στο Συνέδριο και βέβαια μαζί με αυτό η ουσιαστική συμμετοχή σε νέους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, για τους οποίους μίλησα προηγουμένως.
Άρα το ζήτημα είναι και αυτό τίθεται ως μείζον προσυνεδριακό ερώτημα: Με ποιους όρους θα οδηγηθούμε στη σύναψη μιας νέας επίκαιρης, στοχοθετημένης και ειλικρινούς ως προς το περιεχόμενό της συμφωνίας, προγραμματικής σύγκλισης των τριών Κομμάτων. Από εκεί, εξαρτώνται όλα: οι όροι λειτουργίας της Κυβέρνησης, της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, της Βουλής, η συγκρότηση της εθνικής ομάδας στρατηγικού σχεδιασμού και η συμφωνία για τις θεσμικές προϋποθέσεις: αναθεώρηση του Συντάγματος και εκλογικό σύστημα.
Υπάρχουν συνεπώς τέσσερις κορυφαίες προγραμματικές προτεραιότητες:
1. Όχι νέα δημοσιονομικά μέτρα που απευθύνεται στους εταίρους μας, όχι στο εσωτερικό ακροατήριο για φτηνή δημαγωγία.
2. Διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, αναπροσανατολισμός πόρων στην κοινωνική πολιτική και άρα και στο κοινωνικό Ταμείο, ανάδειξη της απόλυτης ανεργίας και της απόλυτης φτώχειας. Δεν θα αφήσουμε να κάνει παιχνίδι η Χρυσή Αυγή υποδυόμενη τον Ρομπέν των Δασών.
3. Εθνικό φορολογικό σύστημα. Το φορολογικό είναι αυτό που συνδέει τις δημοσιονομικές πιέσεις που ασκούνται στη χώρα τα τελευταία τρία χρόνια (άρα στην κοινωνία στον πολίτη για να πετύχουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή και έχουμε εντυπωσιακά αποτελέσματα) με το σπάσιμο του φαύλου κύκλου της ύφεσης και ανεργίας. Ο συνδετήριος κρίκος είναι το φορολογικό. Άρα μόνο μέσα από τη συζήτηση για ένα τελείως, ριζικά διαφορετικό εθνικό φορολογικό σύστημα μπορούμε να σπάσουμε το φαύλο κύκλο, να μην διαταράξουμε τους δημοσιονομικούς στόχους και να συμφωνήσουμε με τους εταίρους μας.
4. Η μετατροπή του συστήματος ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών, της ρευστότητας, του ζητήματος της στήριξης των επενδύσεων, της στήριξης των νοικοκυριών, της ρύθμισης δανείων, των διαρθρωτικών αλλαγών, των ιδιωτικοποιήσεων, με το μέλλον της ανάπτυξης. Μέλλον της ανάπτυξης, μη φαντάζεστε ότι είναι σοβιετικού τύπου, ότι παίρνεις αποφάσεις κρατικές, κεντρικού κρατικού σχεδιασμού. Πρέπει να πείσεις τον ιδιωτικό τομέα, να κινηθεί με άλλον τρόπο και να τον στηρίξεις.
Και βεβαίως το συνέδριο, πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι έρχεται ως τρίτο διαδικαστικό βήμα όχι μόνο μετά την εκλογή του Προέδρου, στις 18 Μαρτίου, αλλά και μετά από την εντολή που ζητήσαμε και λάβαμε από τον ελληνικό λαό, απ’ όσους μας ψήφισαν. Από το 12,2% του Ιουνίου του 2012, το οποίο συγκροτείται επί τη βάσει συγκεκριμένων προεκλογικών δεσμεύσεων.
Περιττεύει δε να πω ότι το συνέδριο καλείται να επιβεβαιώσει πανηγυρικά τα καθαρά μέτωπά μας και με τη Χρυσή Αυγή και με το ΣΥΡΙΖΑ. Συνταγματικό τόξο κατά της Χρυσής Αυγής, τόξο ευθύνης και ασφάλειας κατά της δημαγωγίας, της συνωμοσιολογίας, του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας που εμφανίζεται ως δήθεν ριζοσπαστική αλλά είναι βαθιά συντηρητική στην ουσία της.
Αυτές οι τέσσερις προτεραιότητες σηματοδοτούν τις δυο τελευταίες εβδομάδες του προσυνεδριακού διαλόγου.
Έχω απευθύνει επιστολή στους μεγάλους κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς της χώρας και τους καλούμε σε μια συνάντηση εδώ τη Δευτέρα το μεσημέρι για να τους παρουσιάσουμε συνοπτικά το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και τις προϋποθέσεις της εθνικής ανάκαμψης και ν’ αρχίσουμε το διάλογο μαζί τους.
Την Τρίτη, στις 19 του μηνός, αρχίζει το μεγάλο διήμερο συνέδριο του ΙΣΤΑΜΕ για την αναθεώρηση του Συντάγματος, για το άλλο πολιτικό σύστημα, για ένα άλλο κράτος που είναι εφικτό. Θα παρεμβληθεί μια εκδήλωση του Τομέα Γυναικών και θέλουμε αυτή η εκδήλωση να είναι μια σημαντική προσυνεδριακή εκδήλωση.
Την Πέμπτη έχουμε τη μεγάλη διεθνή ημερίδα για τη ρατσιστική, ξενοφοβική βία. Ο Μαζάουερ, ο γνωστός ιστορικός, μίλησες χτες στην Αθήνα και είπε ότι είναι τυφλό το ελληνικό πολιτικό σύστημα που δεν καταλαβαίνει την ιδιομορφία που έχει η περίπτωση της Χρυσής Αυγής σε σχέση με άλλα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη. Γιατί εδώ έχουμε ένα ανοιχτά ναζιστικό κόμμα.
Φαντάζομαι ότι δεν περιμένει το ελληνικό πολιτικό σύστημα έναν έγκυρο Καθηγητή της Ιστορίας, τον Μαρκ Μαζάουερ να μας το πει αυτό. Ότι έχουμε συνείδηση της Ιστορίας. Και από τον κ. Τσίπρα που θυμήθηκε τη Βαϊμάρη, αυτό περίμενα να πει. Όχι ότι η κυβέρνησή μας χρησιμοποιεί τη Χρυσή Αυγή ως ένα είδος τάγματος εφόδου.
Αυτά λοιπόν σηματοδοτούν τις επόμενες πρωτοβουλίες στις οποίες σας καλώ να στρατευθείτε. Ξέρω ότι είστε παρόντες σε δεκάδες εκδηλώσεων στο λεκανοπέδιο, στη Θεσσαλονίκη, σε όλη την Ελλάδα. Έχουν ενεργοποιηθεί όλες οι Νομαρχιακές Οργανωτικές Επιτροπές Συνεδρίου, όλες οι Δημοτικές Οργανωτικές Επιτροπές Συνεδρίου, αποδίδω πάρα πολύ μεγάλη σημασία όμως στη ζωντανή παρουσία των στελεχών που συμπληρώνει τον ψηφιακό διάλογο και τα κείμενα.
Πάμε σ’ ένα συνέδριο που είναι εθνικό και παραταξιακό γεγονός, με διακυβεύματα υψίστης σημασίας, με την παράταξη όπως υπάρχει τώρα ενωμένη, αλλά με το μυαλό μας στραμμένο στο νέο μεγάλο ΠΑΣΟΚ. Αυτό που θέλουμε, αυτό που είναι το μέλλον μας.
Σας ευχαριστώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου