Με
τη συζήτηση για τον Ισολογισμό και Απολογισμό του έτους 2011, μας
δίνεται η ευκαιρία να αξιολογήσουμε την πρόοδο που σημειώθηκε στη μείωση
του δημοσιονομικού ελλείμματος, αλλά και τις σημαντικές αποφάσεις των
διεθνών θεσμών που οδήγησαν στη μείωση του χρέους, αλλά και στη
διασφάλιση ενός δεύτερου προγράμματος για τη χώρα μας.
Η
επέκταση της ελληνικής κρίσης κατά τη χρονιά αυτή και σε άλλες χώρες
του Νότου, μέλη της Ευρωζώνης, ανέδειξε τις θεσμικές αδυναμίες στο
πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωζώνης.
Έτσι, το 2011, η Ευρώπη χρειάστηκε να ανατρέψει πολλές παγιωμένες αντιλήψεις, όπως ήταν –για παράδειγμα- το ερώτημα για τη σκοπιμότητα παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις δευτερογενείς αγορές, προκειμένου να αποτραπούν κερδοσκοπικές υποθέσεις. Η απόφαση λήφθηκε κάτω από την κρισιμότητα των συνθηκών, αλλά και τη συνεχή διαπραγματευτική πίεση της Κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, συναντώντας όμως φοβερές αντιδράσεις που οδήγησαν σε παραιτήσεις κεντροτραπεζιτών, όπως ο κ. Σταρκ και ο κ. Βέμπερ.
Έτσι, το 2011, η Ευρώπη χρειάστηκε να ανατρέψει πολλές παγιωμένες αντιλήψεις, όπως ήταν –για παράδειγμα- το ερώτημα για τη σκοπιμότητα παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις δευτερογενείς αγορές, προκειμένου να αποτραπούν κερδοσκοπικές υποθέσεις. Η απόφαση λήφθηκε κάτω από την κρισιμότητα των συνθηκών, αλλά και τη συνεχή διαπραγματευτική πίεση της Κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, συναντώντας όμως φοβερές αντιδράσεις που οδήγησαν σε παραιτήσεις κεντροτραπεζιτών, όπως ο κ. Σταρκ και ο κ. Βέμπερ.
Κατά
τη διάρκεια αυτής της χρονιάς, έγινε εμφανές ότι οι προβλέψεις του
Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής σε ό,τι αφορά τα μεγέθη της ύφεσης
και της ανεργίας, δεν επιβεβαιώθηκαν. Μεταξύ των παραγόντων που οδήγησαν
στην επιδείνωση της ύφεσης έναντι των προβλέψεων, υπήρξαν, κύριε
Τσακαλώτο –μια και αναφερθήκατε στους οικονομολόγους της τρικομματικής
Κυβέρνησης και αμφιβάλλετε για το αν γνωρίζουν τα οικονομικά της ύφεσης-
ήταν η ταχεία δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά και η υψηλή αβεβαιότητα
που υπήρχε καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς.
Όσοι
εναντιώθηκαν σ’ αυτό το πρόγραμμα –και συμπεριλαμβάνω σ’ αυτούς όχι
μόνο το ΣΥΡΙΖΑ που ακόμα και σήμερα εναντιώνεται, αλλά και τη Νέα
Δημοκρατία πριν από τις εκλογές- λέγοντας ότι είναι βαθύτατα υφεσιακό,
παρέβλεπαν και παραβλέπουν σκόπιμα ότι μία ήπια δημοσιονομική προσαρμογή
προϋπέθετε μεγαλύτερη χρηματοδοτική συνεισφορά από την πλευρά των
θεσμικών δανειστών, κάτι που οι θεσμικοί δανειστές δεν ήταν καθόλου
διατεθειμένοι να συζητήσουν.
Άρα,
κύριε Τσακαλώτο, το ζήτημα και τότε και τώρα δεν ήταν τελικά αν οι
πολλαπλασιαστές που χρησιμοποιήθηκαν στο πρόγραμμα ως υπόθεση εργασίας
ήταν σωστοί, αλλά πόσα ήταν τα χρήματα που ήταν διατεθειμένοι να βάλουν
οι δανειστές στο τραπέζι. Επομένως, τα ερωτήματά σας με βάση τις
αιτιάσεις του περιοδικού «Oxford Papers»,
τα οποία θέσατε προηγουμένως, έχουν μία απάντηση στο πόσα χρήματα ήταν
διατεθειμένοι να βάλουν οι δανειστές. Και οι δανειστές δεν ήταν
διατεθειμένοι να βάλουν στο μεν πρώτο πρόγραμμα πάνω από 110
δισεκατομμύρια ευρώ και στο δεύτερο πρόγραμμα πάνω από 130
δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτά
τα χρήματα καθορίζουν τη χρονική διάρκεια της δημοσιονομικής
προσαρμογής. Και αυτό προέκυψε, ως συμπέρασμα και από τις συζητήσεις που
έγιναν μετά τις εκλογές με τη νεοεκλεγείσα Κυβέρνηση Εθνικής Ανάγκης
του κ. Σαμαρά, η οποία, έθεσε θέμα επαναδιαπραγμάτευσης και ως προς το
ζήτημα της διάρκειας αλλά και ως προς το περιεχόμενο του προγράμματος.
Στο τέλος, όμως, η χώρα υποχρεώθηκε να υιοθετήσει ένα ιδιαίτερα
εμπροσθοβαρές πρόγραμμα για το 2013, γεγονός που ενισχύει τις υφεσιακές
συνθήκες στην οικονομία.
Εξίσου
αρνητικά επέδρασε η διαρκής αβεβαιότητα που κυριαρχούσε αναφορικά με
τις προοπτικές της χώρας. Η αβεβαιότητα αυτή τροφοδοτήθηκε και από την
κοινωνική ένταση αλλά και από την έλλειψη πολιτικής συναίνεσης, η οποία
υπήρχε σε όλες τις άλλες χώρες που μπήκαν σε προγράμματα οικονομικής
πολιτικής. Από το σύνολο των κομμάτων, υπήρχε αυτή η έλλειψη της
συναίνεσης ακόμα και από τη Νέα Δημοκρατία. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Η
χώρα έχασε πολύτιμο χρόνο, τουλάχιστον ένα χρόνο.
Με
στοιχειώδη πολιτική συναίνεση, η Ελλάδα σήμερα θα μπορούσε να είχε
περάσει τον κάβο. Τα θετικά σημάδια που βλέπουμε σήμερα στην οικονομία,
με την αποκλιμάκωση των spreads
και την επιστροφή των καταθέσεων, θα μπορούσαμε να τα είχαμε
τουλάχιστον ένα χρόνο πριν. Η πολιτική ωριμότητα σήμερα είναι παρούσα.
Το 2011 έλειπε από τα έδρανα της Αντιπολίτευσης και τροφοδότησε την
αβεβαιότητα. Αυτή η αβεβαιότητα επηρέασε αρνητικά την ψυχολογία και τις
επιλογές των επενδυτών, των καταναλωτών αλλά και των καταθετών, οι
οποίοι έσπευδαν μαζικά να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από το τραπεζικό
σύστημα.
Επομένως,
οι υφεσιακές συνέπειες της δημοσιονομικής προσαρμογής πολλαπλασιάστηκαν
τόσο από την ταχεία δημοσιονομική προσαρμογή και την υψηλή αβεβαιότητα
της περιόδου όσο και από τη βίαιη πιστωτική συρρίκνωση. Το συνδυαστικό
αποτέλεσμα αυτών των παραγόντων οδήγησε σε βαθύτερη ύφεση και αύξηση της
ανεργίας, με αποτέλεσμα οι δημοσιονομικοί στόχοι να μην επιτυγχάνονται.
Η
Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, βασιζόμενη στη μέχρι τότε επιτυχή εφαρμογή του
προγράμματος προσαρμογής, διεκδίκησε και πέτυχε στις 11 Μαρτίου 2011 την
πρώτη μείωση στα επιτόκια των δανείων του ελληνικού προγράμματος αλλά
και την παράταση στη διάρκεια των δανείων. Οι πρωτοβουλίες της
Κυβέρνησης τον Ιούνιο του 2011 να αντιμετωπίσει με νέες δημοσιονομικές
παρεμβάσεις τις δημοσιονομικές αποκλίσεις αποτέλεσαν και την προϋπόθεση
να ληφθεί η πρώτη απόφαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο στις 21 Ιουλίου, για να
αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους.
Η
απόφαση για το χρέος δεν εφαρμόστηκε γιατί, λίγους μήνες αργότερα,
εκτιμήθηκε ότι οι υποχρεώσεις από την εφαρμογή του θα ξεπερνούσαν τα 160
δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που δύσκολα οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα
μπορούσαν να δικαιολογήσουν στους φορολογούμενούς τους. Η αδυναμία των
ευρωπαϊκών θεσμών να διασφαλίσουν μία ουσιαστική λύση στο ελληνικό
πρόβλημα είχε ως αποτέλεσμα η ελληνική κρίση να επηρεάσει τη στάση των
αγορών, οι οποίες έθεσαν υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητα της Ευρώπης να
λύσει με τρόπο αποφασιστικό το πρόβλημα των χωρών της νότιας Ευρώπης.
Τελικά,
στις 26 Οκτωβρίου, στο Συμβούλιο Κορυφής αποφασίστηκε η δημιουργία ενός
νέου προγράμματος. Η Ελλάδα στη διάρκεια αυτού του προγράμματος
αποφασίστηκε ότι θα πάρει 130 δισεκατομμύρια ευρώ για να καλύψει τις
χρηματοδοτικές της ανάγκες. Στο ίδιο Συμβούλιο αποφασίστηκε να λυθεί το
πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους με τη συμμετοχή των ιδιωτών.
Αποφασίστηκε η μείωση του χρέους κατά 100 δισεκατομμύρια ευρώ περίπου.
Πρόκειται για μία απόφαση μείωσης χρέους που δεν έχει προηγούμενο σε
αναπτυγμένη οικονομικά χώρα. Αυτό υπήρξε το αποτέλεσμα των
διαπραγματεύσεων του τότε Πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου και του
Αντιπροέδρου και Υπουργού Οικονομικών τότε κ. Ευάγγελου Βενιζέλου. Αυτή η
ιστορική συμφωνία συνάντησε την καθολική σχεδόν πολιτική απόρριψη στην
Ελλάδα. Όλοι θυμόμαστε τα θλιβερά γεγονότα στις παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Το
2011 συμπληρώθηκε μία διετία χωρίς προηγούμενο, μία διετία που
σταμάτησε στο παρά ένα την κατάρρευση της Ελλάδας, μία διετία που άλλαξε
τον τρόπο διακυβέρνησης στη χώρα. Στα τέλη του 2011, το κράτος ξόδευε
πολύ λιγότερα σε σχέση με το 2009 και στα τέλη του 2011 το Δημόσιο είχε
πολύ λιγότερους υπαλλήλους, πάσης φύσεως, σε σχέση με το 2009.
Αναφέρω
ένα από τα βασικότερα κεκτημένα αυτής της διετίας, το οποίο
περιγράφεται στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού του 2013 που
ψηφίσαμε τον περασμένο Νοέμβριο. Διαβάζω: «Το 2011, δεύτερο έτος
εφαρμογής του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, επιτεύχθηκε μείωση του
ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης κατά 1,3 εκατοστιαίες μονάδες του
ΑΕΠ, ενώ συνολικά την περίοδο 2009-2011 η μείωση ήταν 6,2 εκατοστιαίες
μονάδες του ΑΕΠ. Από 15,6% το 2009 σε 9,4% το 2011».
Αυτή
η μείωση είναι η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί από κράτος-μέλος της
ευρωζώνης, όπως αναφέρεται στον Προϋπολογισμό του 2013. Από πότε έπρεπε
να είχαν γίνει αυτά; Από πάντα. Αντί γι’ αυτό, είχαμε σαράντα χρόνια
δημοσιονομικών αποκλίσεων που στις εκλογές γινόταν εκτροχιασμοί, όπως
συνέβη και το 2009. Έτσι προχωρούσε η χώρα, έτσι χάθηκε το μέτρο. Η
διετία 2010-2011 άλλαξε το παράδειγμα διακυβέρνησης της χώρας με πόνο
και με πρωτοφανείς θυσίες. Όμως, το άλλαξε προς το καλύτερο.
Η διετία 2010-2011 λοιπόν, δεν ήταν το πρόβλημα, όπως θέλουν ακόμα και σήμερα να παραπληροφορούν κάποιοι με τα non paper
που κυκλοφορούν. Η διετία 2010-2011 ήταν η αρχή της λύσης του
προβλήματος της χώρας και τα κεκτημένα αυτής της διετίας μας επιτρέπουν
σήμερα να πατάμε πιο σίγουρα στα πόδια μας. Διότι ο δρόμος που έχουμε
ακόμα να διανύσουμε είναι και δύσκολος και ανηφορικός, αλλά όλοι
εργαζόμαστε για να πετύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα για τη χώρα, για να
βγει από την κρίση.
Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου