του Νίκου Τσιουκαρδάνη
Ο κάποτε πλέον
αισιόδοξος – και γλεντζές – λαός της Ευρώπης, ο ελληνικός, έχει καταντήσει τα
τελευταία χρόνια ο περισσότερο απαισιόδοξος. Αυτή η κατάσταση έχει να κάνει με
την καθημερινότητα και με τις «εγγυήσεις» που προδιαγράφουν την πορεία της ζωής
του. Η αίσθηση απουσίας δικαιοσύνης, η αυθαιρεσία της πολιτικής εξουσίας, η
κακή έως άθλια οικονομική κατάσταση, οι κοινωνικές αντιθέσεις που οξύνονται, οι
συνθήκες εργασίας (για τους πολλούς) και ευκαιρίες πλουτισμού, συχνά άνομου,
(για τους λίγους) είναι τα κυριότερα στοιχεία που «φτιάχνουν» τη διάθεσή του.
Έτσι που οι ειδικοί καταγράφουν ήδη τα πρώτα σημάδια κοινωνικής κατάθλιψης.
Ευτυχώς που η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνονται τα κενά.
Η χώρα,
λοιπόν, που το 2004 ένιωθε ότι μπορεί να κάνει τα πάντα, τώρα νιώθει ότι τίποτε
δεν μπορεί να γίνει. Οι αγωνίες κάποιων γίνονται κατανοητές με ένα κούνημα του
κεφαλιού, που σημαίνει «δίκιο έχουν, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε εμείς;» Η χώρα
έχει μπει εδώ και χρόνια σε εκείνη την φάση της παραλυτικής κατάθλιψης, όπου
όλα τα στραβά μοιάζουν αναπόφευκτα και πέρα από τις δικές μας δυνάμεις. Κι αυτό
το αίσθημα είναι χειρότερο από τα στραβά που δεν διορθώνονται.
Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, διεθνώς, έχει γίνει
τα τελευταία χρόνια είδος εν ανεπαρκεία. Αυτό που φαίνεται να τους έδωσε τη
χαριστική βολή είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία συγκλονίζει ακόμη το
οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Η ρίζα του προβλήματος, όμως, βρίσκεται στην
αλλοίωση του αξιακού συστήματος, που προέκυψε κυρίως από τους κοινωνικούς
μετασχηματισμούς των τελευταίων δεκαετιών.