Επίκαιρα Θέματα:

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Εφαρμογή του μνημονίου ή κατάρρευση

Αν η Ελλάδα δεν ξεφύγει από την σημερινή οικονομική και διανοητική αθλιότητά της, θα οδηγηθεί σε καταστάσεις που κάποιοι ήδη έχουν αρχίσει να σκέπτονται

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

            Το σχετικό με το «μνημόνιο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής» κείμενο καλύπτει 100 σελίδες και είναι μία συμφωνία που έκανε το ελληνικό κράτος, ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για να αποφύγει την στάση πληρωμών και άρα την χρεοκοπία. 
Ειρήσθω εν παρόδω, η συμφωνία αυτή έγινε ύστερα από ελληνικό αίτημα και όχι γιατί κάποιοι άλλοι την προκάλεσαν. Όσο για τους όρους της, αποτελούν προτάσεις οικονομικής πολιτικής που έκανε η ελληνική κυβέρνηση στους εταίρους της, οι οποίοι και τις απεδέχθησαν με κάποιες προσθήκες.


Η δε από μέρους της ΕΚΤ υπογραφή του μνημονίου έγινε κατά παράβασιν του κατασταστικού της, με μοναδικό κριτήριο την αποφυγή μιας ελληνικής χρεοκοπίας –η οποία θα έπληττε, βεβαίως, και την ευρωζώνη. Τα δε αίτια της ελληνικής οικονομικής κατάρρευσης είναι παντελώς άσχετα με την διεθνή οικονομική κρίση και οφείλονται αποκλειστικά στην ολέθρια οικονομική πολιτική που ακολούθησε η χώρα τα τριάντα τελευταία χρόνια.
Τούτων λεχθέντων, θα πρέπει οι αντιμνημονιολόγοι να πληροφορηθούν, αν έχουν την δυνατότητα της αντιλήψεως, κάποια πράγματα.
Εν πρώτοις, θα πρέπει να τονιστεί ότι το μνημόνιο, έτσι όπως το αναγνώσαμε, είναι μία μορφή διακρατικής παρέμβασης στις διεθνείς αγορές, η οποία έχει και πρωτόγνωρο χαρακτήρα. Δηλαδή, πρώτη φορά στα διεθνή χρηματοοικονομικά χρονικά τρεις διακρατικοί φορείς στηρίζουν μία βαρύτατα άρρωστη οικονομία για να σταθεί στα πόδια της. Αν το θέλει. Διότι υπάρχουν και αυτοί που δεν το θέλουν, σε μία βαρύτατα ασθενούσα και διανοητικώς Ελλάδα.
Συνεπώς, για τους γνωρίζοντες στοιχειωδώς ψήγματα οικονομικής πολιτικής θεωρίας, ο μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας είναι προϊόν πολιτικής απόφασης για να αποτρέψει τα οδυνηρά αποτελέσματα από την λειτουργία των αγορών. Ό,τι ακριβώς είναι και το ΔΝΤ. Παρά τα όσα εγγράφονται στην αριστερή μυθολογία, το ΔΝΤ είναι μία απόπειρα πολιτικής απάντησης στην κυριαρχία των αγορών. Πιθανόν να είναι ατελής, ίσως να μην είναι πάντα αποτελεσματική και βεβαίως ποτέ δεν είναι ευχάριστη –υπό την έννοια ότι δεν λέει σε ένα κράτος «πόσα ξοδεύατε μέχρι σήμερα; Πάρτε άλλα τόσα για να είστε ευτυχισμένοι»– αλλά δεν παύει να είναι μία πολιτική απάντηση, ένας διακρατικός παρεμβατισμός στις αγορές. «Γι αυτό και πολλοί ακραίοι νεοσυντηρητικοί απεχθάνονται θεσμούς όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Την εποχή, μάλιστα, της παντοδυναμίας των, οι ρεπουμπλικάνοι της Ουάσινγκτον προσπάθησαν να τους υπονομεύσουν με την λογική ότι νοθεύουν τον υγιή ανταγωνισμό στις παγκόσμιες αγορές», επισημαίνει σε ανάλυσή του ο εκλεκτός συνάδελφος Πάσχος Μανδραβέλης.
Εξάλλου, τα 110 δισεκατ. ευρώ που δίνονται ως δάνειο για την χώρα, δεν αποτελούν παρά βοήθεια των φορολογουμένων της ευρωζώνης για να σταθεί στα πόδια της η Ελλάδα. Κυκλοφορεί ένας αριστεροδεξιός μύθος που θέλει το επιτόκιο 5% «τοκογλυφικό». Συγκρίνουν τα επιτόκια δανεισμού της Γερμανίας (που για τα δεκαετή ομόλογα κυμαίνονται στο 3%) και τις δύο επιπλέον μονάδες που πληρώνει το ελληνικό Δημόσιο τις βαφτίζουν «τοκογλυφία». Το ψεύδος έγκειται στο γεγονός ότι η Ελλάδα δεν είναι Γερμανία και οι αγορές δεν είναι διατεθειμένες να δανείσουν την Ελλάδα με γερμανικά επιτόκια.
Εάν υπάρχει κάτι με το οποίο μπορεί να συγκριθεί το επιτόκιο του μνημονίου είναι το επιτόκιο που διαμορφώθηκε στις αγορές για το ελληνικό χρέος. Τα spreads των 1.000 μονάδων βάσης σημαίνουν ότι η αγορά εκτιμά το ρίσκο αγοράς ελληνικών ομολόγων με 10 επιπλέον μονάδες επιτοκίου από τα γερμανικά ομόλογα. Αυτό σημαίνει ότι το χαμηλότερο επιτόκιο για τα ελληνικά δεκαετή ομόλογα στις αγορές θα ήταν 13% –αν, φυσικά, η Ελλάδα μπορούσε να πάει στις αγορές…
Αυτό όμως ήταν αδύνατον, ακόμα και αν η Ελλάδα ήταν πρόθυμη να δεχθεί επιτόκιο 20%! Οι διεθνείς αγορές έβλεπαν την χώρα σαν αποσταθεροποιητικό παράγοντα για την ευρωζώνη και απλώς δεν την δάνειζαν, με βάση την λογική τού όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά. Είναι έτσι ηλίου φαεινότερον ότι, χωρίς το μνημόνιο, η ελληνική οικονομία θα είχε ήδη καταρρεύσει. Αυτή η διάσταση, όμως, αποτελεί λεπτομέρεια για τους μνημονιοφάγους.
Ένα άλλο τέχνασμα συκοφάντησης του μνημονίου είναι η σύγκριση της ζωής των Ελλήνων πριν και μετά την κρίση. Αφήνεται να εννοηθεί ότι οι περιοριστικές πολιτικές που υπαγορεύονται από το μνημόνιο οδηγούν στην υπανάπτυξη και τελικά στην ύφεση. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι άλλη. Η Ελλάδα μπήκε σε αρνητικό έδαφος ανάπτυξης από τις αρχές του 2009, πριν υπάρξει η συμφωνία δανεισμού τον Μάϊο 2010. Η ύφεση στην ελληνική οικονομία ήταν αναπότρεπτη εξέλιξη από την στιγμή που αυξήθηκε το κόστος δανεισμού, ακριβώς επειδή ένα μεγάλο κομμάτι της ανάπτυξης οφειλόταν στην κατανάλωση, που έγινε εφικτή εξαιτίας του φθηνού δανεισμού.
Με άλλα λόγια: βρεθήκαμε στην ιδανική συγκυρία να δανειζόμαστε επί μία δεκαετία σαν Γερμανοί. Δεν φτιάξαμε, όμως, τις προϋποθέσεις για να παράγουμε σαν Γερμανοί. Τα φθηνά δανεικά δεν έγιναν, σε μεγάλο βαθμό, επενδύσεις που θα πολλαπλασίαζαν τον εισερχόμενο πλούτο. Έγιναν κατανάλωση με επιδοτήσεις, διόγκωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, πανεπιστημιακές σχολές που μόνον στόχο είχαν την δημιουργία τοπικής κατανάλωσης κλπ., με αποτέλεσμα η ελληνική ανάπτυξη να μην είναι βιώσιμη. Αρκούσε μία κρίση στις διεθνείς χρηματαγορές για να βρεθεί η χώρα σε αδιέξοδο. Αλλά και χωρίς την διεθνή κρίση, κάποια στιγμή το σωρευμένο χρέος θα δημιουργούσε εγχώρια κρίση. Η εξυπηρέτηση των δανείων θα γινόταν αβάστακτη.
Ουδείς όμως ήθελε να ασχοληθεί ουσιαστικά με το πρόβλημα, για να μην δυσαρεστηθούν ο εσμός των κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων και συντεχνιών και η «προοδευτική» διανόηση. Στο μεταξύ, ο εκφραστής της ελληνικής γελοιότητας, ο κ. Λάκης Λαζόπουλος, εισέπραττε 7 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο για να πτύει επιχειρηματίες και δανειστές μας.
Θα μάς πουν ορισμένοι, όπως υπαινίσσεται και ο κ. Αντώνης Σαμαράς, ότι οι επεκτατικές πολιτικές βοηθούν στην ανάπτυξη. Αυτό είναι μερικώς σωστό. Απαιτούνται κάποιες προϋποθέσεις. Ως γνωστόν, η κλασσική θεωρία του Τζων Μαίηναρντ Κέϋνς θέλει το κράτος να ρίχνει λεφτά στην αγορά. Αυτά τα χρήματα γίνονται ζήτηση, η οποία με την σειρά της κινητοποιεί ανενεργές παραγωγικές δυνάμεις. Αυτό όμως προϋποθέτει, εκτός από τα λεφτά, να υπάρχουν και ανενεργές παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας. Προϋποθέτει επίσης και ένα εθνικό κράτος παλαιού τύπου, με πολλά εμπόδια στα σύνορα για τις εισαγωγές. Προϋποθέτει, με άλλα λόγια, ένα κράτος των αρχών της δεκαετίας τού 1990.
Ωστόσο, όπως θα δούμε και παρακάτω, ένα τέτοιο κράτος πρέπει να έχει και χαμηλή κατανάλωση. Η χώρα μας, όμως, που από χρόνια είναι μία ανοιχτή οικονομία, πέρα από το υπέρογκο δημόσιο χρέος της έχει και ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα ισοζυγίου πληρωμών. Έτσι, στα τέλη του 2008, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αντιπροσώπευε το 14% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) και ήταν συγκριτικά το υψηλότερο στον κόσμο. Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει ότι η χώρα εισάγει πολλά περισσότερα από όσα εξάγει.
Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, πρέπει να σημειώσουμε ότι το 1985, οταν η χώρα μας παρουσίασε έλλειμμα 8% στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, υποτίμησε το νόμισμά της κατά 15% και προχώρησε σε ένα διετές πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας, με πάγωμα μισθών και στον ιδιωτικό τομέα. Αν λοιπόν σήμερα προχωρούσαμε σε στάση πληρωμών και υιοθέτηση της δραχμής, η σχετική υποτίμηση θα έπρεπε να φθάσει αισίως το 80%. Δηλαδή, ένα λίτρο αμόλυβδης θα κόστιζε περί τις 4.500 δραχμές.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν Έλληνες που, όλως παραδόξως, νοσταλγούν την δραχμή και λυπούνται που η χώρα δεν έχει το «όπλο της υποτίμησης» για να «αποφύγει τα δεινά του σταθεροποιητικού προγράμματος». Ακόμη κι αν ξεχάσουμε ότι κάθε υποτίμηση συνοδεύεται από κάποιο σταθεροποιητικό πρόγραμμα, η υποτίμηση δεν είναι κάτι συμβολικό. Δεν είναι ένα κόλπο για να συνεχίσουμε το ίδιο επίπεδο ζωής. Ακόμα και αν δεν αλλάξει τίποτα στην αγορά, η τιμή των εισαγομένων προϊόντων αυξάνει όσο το ποσοστό της υποτίμησης. Με άλλα λόγια, οι εργαζόμενοι έχουν απώλειες εισοδήματος ανάλογες του ποσοστού των εισαγομένων που καταναλώνουν –και τώρα πια στην Ελλάδα είναι πολλά– συν τις απώλειεςπου έχουν από την αγορά εγχωρίων προϊόντων στα οποία ενσωματώνονται τα εισαγόμενα (πρώτες ύλες, πετρέλαιο, κλπ.).
Συνεπώς, η κεϋνσιανή ακολουθία –α) το Δημόσιο χρηματοδοτεί τους εργαζομένους για να ανοίγουν αχρείαστες τρύπες, β) τα λεφτά γίνονται ενεργός ζήτηση και γ) η ζήτηση κινεί τα εργοστάσια– στην περίπτωση της Ελλάδας δεν δουλεύει. Τα εργοστάσια που κινούνται από την δημιουργούμενη ζήτηση βρίσκονται στο εξωτερικό και στην Ελλάδα απομένουν μόνον οι συντεχνίες, συν ένα όνειρο πλασματικής ευημερίας. Εξάλλου, αυτό κάναμε όλον αυτό τον καιρό και γεμίσαμε την χώρα με αντιπαραγωγικά έργα βιτρίνας και με άδεια πανεπιστήμια π.χ. στα Γρεβενά.
<
Ένας άλλος «εύκολος» τρόπος εξόδου από την κρίση που προτείνεται είναι η αναδιάρθρωση του χρέους. Αυτό σε απλά ελληνικά σημαίνει: «ό,τι φάγαμε, φάγαμε, τώρα να κάνουμε τον λογαριασμό που μάς βολεύει» ή, στο ακόμη πιο αριστερό «να πληρώσουν οι τράπεζες την κρίση». Δεν ξέρουμε πόσο ανήθικο είναι να εκπληρώνει κάποιος τις υποχρεώσεις του, ή πόσο αριστερό είναι το μπαταχτσιλίκι, αλλά το πρόβλημα είναι ότι το ελληνικό χρέος δεν βρίσκεται μόνον στις τράπεζες. Υπάρχουν πολλά ομόλογα στα χαρτοφυλάκια ασφαλιστικών ταμείων, αλλοδαπών και Ελλήνων εργαζομένων –ταμεία τα οποία, πιθανότατα, σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους, θα πληγούν περισσότερο από τις τράπεζες. Οι τελευταίες φροντίζουν να ελαχιστοποιούν το ρίσκο τους, κατέχοντας ταυτόχρονα και ασφαλιστήρια κινδύνου, τα διαβόητα CDS. Έτσι, ο κίνδυνος είναι μεγάλος για τα συνταξιοδοτικά ταμεία, γεγονός που σημαίνει και υψηλό κοινωνικό κόστος. Όμως το τελευταίο επίσης αποτελεί «λεπτομέρεια» για τις «ευαίσθητες», «προοδευτικές» ψυχές.
Αλλά ας υποθέσουμε ότι βρίσκεται μία κυβέρνηση που ικανοποιεί το γινάτι των λογής-λογής αριστερών και, αναδιαρθρώνοντας το χρέος, ανοίγει μία πληγή στον καπιταλισμό (σ.σ. Σιγά το πλήγμα! Η ελληνική οικονομία είναι μόλις το 0,6% της παγκόσμιας…). Τί θα κάναμε μετά;
<
Κατ΄αρχήν, θα έπρεπε να κλείσουμε τις τράπεζες για ένα διάστημα, για να μην υπάρξει πανικός και αρχίσει η μαζική απόσυρση καταθέσεων. Δεύτερον, θα έπρεπε να κλείσουμε τα σύνορα για να μην υπάρξει εκροή κεφαλαίων, όχι μόνον των μεγαλοσχημόνων αλλά και των απλών ανθρώπων που έχουν μερικές χιλιάδες ευρώ στην άκρη και θα ήθελαν να τα διασφαλίσουν. Αν σκεφτούμε ότι, μόνον με την φημολογία, έφυγαν στο εξωτερικό 20 δισεκατ. ευρώ, μπορούμε να φανταστούμε την ψυχολογία των Ελλήνων σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους. Τρίτον, η αξία των ελληνικών ομολόγων, που κατέχουν και ελληνικές τράπεζες και ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία, θα κατέρρεε, με επιπτώσεις στους μισθούς και τις συντάξεις. Τέταρτον, θα έπρεπε να προχωρήσουμε σε περικοπές μισθών, συντάξεων και άλλων δαπανών του κράτους. Άλλη μία «λεπτομέρεια» για τους «προστάτες» του λαού.
<
Από την άλλη, όπως επισημαίνει και ο Πάσχος Μανδραβέλης στο blog του «Medium», ένα πράγμα που δεν συζητιέται καθόλου είναι οι πρωτογενείς δαπάνες του ελληνικού Δημοσίου. Αυτές είναι όλα τα έξοδα του κράτους (μισθοί, συντάξεις, επιδόματα, συντήρηση νοσοκομείων, σχολείων κλπ) πλην τόκων. Πολλοί ισχυρίζονται ότι επώδυνες περικοπές των 5,8 δισεκατ. ευρώ που προβλέπει το μνημόνιο γίνονται μόνο και μόνο για να εξυπηρετηθούν οι δανειστές μας. Η αλήθεια είναι όμως ότι το 2009 οι πρωτογενείς δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού ήταν 64,429 δισεκατ. ευρώ, ενώ τα έσοδα της ίδιας χρονιάς ήταν 55,461 δισεκατ. ευρώ. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν με κάποιο επαναστατικό δίκαιο αναδιαρθρώναμε το χρέος στο μηδέν, αν δεν είχαμε να πληρώνουμε τόκους και χρεολύσια, θα έπρεπε να περικόψουμε δαπάνες 9 δισεκατ. ευρώ, έναντι 5,8 που προβλέπει το μνημόνιο –εάν τα έσοδα του Δημοσίου παρέμεναν στα περυσινά επίπεδα. Αυτό είναι όμως ζητούμενο. Άρα, υπολογίζουμε ότι και οι πιο συνεπείς στον αριστερό παραλογισμό δεν φαντάζονται ότι, ενώ εμείς θα αναδιαρθρώναμε το χρέος, οι άλλοι θα έτρεχαν να μάς δανείσουν τα επιπλέον 9 δισεκατ. που χρειαζόμαστε για την λειτουργία του κράτους.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι αυτό της δυνατότητας που προσφέρεται στην ελληνική οικονομία να βγει σταδιακά, σε μία πενταετία, από την σημερινή τραγική της κατάσταση, χάρη στις μεταβιβάσεις του μνημονίου. Αν βέβαια οι τελευταίες χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά και μεταρρυθμιστικά και αν ο παραλογισμός μετατραπεί σε λογισμό. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, φαντάζει δύσκολο στις μέρες μας.
Η ελληνική κοινωνία, μετά από τριάντα και πλέον χρόνια επίπλαστης ευημερίας, έχει χάσει τον δημιουργικό δυναμισμό της. Άγεται και φέρεται από μαφιόζικου τύπου συντεχνίες και από αρπακτικά μέσα μαζικής επικοινωνίας, που συνειδητά εξαπατούν, λαϊκίζουν, παραπληροφορούν. Ακόμα χειρότερα, αυτή η κοινωνία απομακρύνεται από την πραγματικότητα και ψάχνει για «εχθρούς», ώστε να δικαιολογήσει την κραιπάλη της. Κατηγορεί έτσι την χώρα του Βάγκνερ ότι μάς δάνεισε χρήματα για να αγοράζουμε τα προϊόντα της –λες και είναι απαραίτητο να κυκλοφορεί κανείς με BMW και όχι με φιατάκι. Για την ιστορία αναφέρουμε ότι η Γερμανία μάς δάνεισε τα τελευταία χρόνια 41 δισεκατ. ευρώ, από τα οποία μόνον τα 6 χρησιμοποιήθηκαν για εισαγωγές, οι οποίες και αντιπροσωπεύουν μόνον το 0,9% των συνολικών γερμανικών εξαγωγών. Όσο για την διαφορά, ένα μέρος της πήγε στους εγκάθετους του ΟΣΕ, που έχουν μέσο ετήσιο μισθό περί τα 40.000 ευρώ.
Είναι λοιπόν ηλίου φαεινότερον ότι η μεταπολιτευτική Ελλάδα έφθασε στα πρόθυρα της πτωχεύσεως –και ίσως δεν αποφύγει την κατάρρευση– με την απόλυτη ευθύνη των φαυλοκρατικών πολιτικών δυνάμεων που καλύπτουν όλο το πολιτικό φάσμα της χώρας. Από την άκρα δεξιά έως και την τρομοκρατική αριστερά. Οι δυνάμεις αυτές, που συνιστούν και την μαύρη αντίδραση, συνέθλιψαν κάθε άλλη προοδευτική δύναμη, είτε κεντροδεξιού είτε κεντροαριστερού χαρακτήρος. Κατεδίωξαν λυσσωδώς κάθε πνευματική ανέλιξη, γιατί την θεωρούσαν άκρως επικίνδυνη.
Δυστυχώς, στην μεταπολιτευτική Ελλάδα δεν είναι ούτε ένα ούτε δύο τα συμπτώματα της νοθεύσεως της πνευματικής μας ζωής και της αγωγής του πνευματικού ανθρώπου από την διαφθείρουσα επίδραση της πολιτικής. Και βεβαίως τα συμπτώματα αυτά εκδηλώνονται στην περιοχή εκείνη του πνεύματος όπου οι υπηρεσίες του είναι –ή, μάλλον, έπρεπε να είναι– ποδηγετικές. Η ποδηγεσία είναι συνώνυμη –το λέει η ίδια η λέξη– με την ηγεσία. Είναι, δηλαδή, κάτι περισσότερο από την καθοδήγηση και την χειραγώγηση, όταν το πνεύμα, αναλαμβάνοντας τον μεγάλο μορφωτικό του ρόλο, απευθύνεται στην μάζα, στον λαό, με την υψηλή αποστολή και το χρέος να δείξει τον σωστό δρόμο. Πού αλλού μπορεί δε να εκδηλωθεί ο ηγετικός αυτός ρόλος αν μη στον τομέα της κριτικής, όπου ο πνευματικός άνθρωπος αισθάνεται το ειδικό βάρος της ευθύνης καταθλιπτικότερο για την συνείδησή του;
Παρόλα αυτά, στην κοινωνία αυτή υπάρχουν δυνάμεις αντιστάσεως στην παρακμή και στην έκπτωση. Υπάρχει μία Ελλάδα που δεν είναι κλεισμένη στο καβούκι της. Δεν είναι περιχαρακωμένη και δεν έχει στην θέση του εγκεφάλου στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Υπάρχει μία Ελλάδα ικανών ανθρώπων, υψηλού επιπέδου επιστημόνων, επιχειρηματιών, καλλιτεχνών, δημοσιογράφων, συγγραφέων, τραπεζιτών, καθηγητών και πάσης φύσεως δημιουργών. Αυτή η Ελλάδα, μέχρι σήμερα, έχασε σχεδόν όλες τις μάχες απέναντι στην μετριότητα, την φαυλότητα, την γραφειοκρατία, την αχρειότητα και την μαφιόζικη συμπεριφορά. Γι αυτό και η χώρα έφθασε εκεί που βρίσκεται σήμερα. Γι αυτό και η χώρα τρεκλίζει σε έναν κόσμο που τελεί υπό έκρηξη: τεχνολογική, πνευματική, δημοσιογραφική, οικολογική, επιστημονική και επικοινωνιακή.
Δυστυχώς, στο εσωτερικό της χώρας μας οι δυνάμεις του ζόφου και της παρακμής όχι μόνον αρνούνται να καταλάβουν τί συμβαίνει γύρω τους, αλλά ούτε καν θέλουν να δουν την πραγματικότητα. Ζουν στο δικό τους κλειστό διανοητικό σύμπαν και προσπαθούν να το επιβάλλουν και στους άλλους. Στην εποχή μας, ο πνευματικός και πολιτικός έλεγχος έχει περάσει στους ξυλοσχίστες. Έχει καταντήσει σήμερα να σημαίνει εμπαθή και κατά κανόνα ιδιοτελή πολεμική, που την συνθέτει συνονθύλευμα κουτσομπολιού, συκοφαντίας και κακοπιστίας. Ασκείται δε από σεσημασμένους αμαθείς και απευθύνεται προς αμαθείς, πάντα προθυμότατους αποδέκτες οποιασδήποτε μωρίας.
Σήμερα, όμως, οι καιροί δεν συγχωρούν την οποιαδήποτε αδράνεια. Στην χώρα μας, οι δυνάμεις της προόδου, της αντι-παρακμής, του καλύτερου από το σήμερα αύριο, καλούνται να δώσουν μία αποφασιστική μάχη. Αυτήν της επιβιώσεως στον 21ο αιώνα. Αυτήν της πλεύσεως σε έναν κόσμο που θα γνωρίζει όλο και συχνότερα ποικίλες εκρήξεις. Αυτές οι δυνάμεις πρέπει να γίνουν τα αντισώματα της ελληνικής ασθένειας, πριν η τελευταία αποβεί μοιραία. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε τίποτα δεν θα πρέπει να αποκλείει το ενδεχόμενο μιας Ελλάδος εκτός Ευρώπης, που είναι πολύ πιθανό να αποτελεί κρατίδιο μιας περιφερειακής νεο-οθωμανικής υπερδύναμης.




8 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΜΑΚΡΑΝ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΗΛΘΕ Η ΧΩΡΑ ΜΑΣ.ΜΙΑ ΕΜΠΕΡΙΣΤΑΤΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΘΕ ΛΟΓΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑΝΤΙΔΕΣ,ΑΡΙΣΤΕΡΟΔΕΞΙΟΥΣ ΦΩΣΤΗΡΕΣ,ΗΜΙΜΑΘΕΙΣ ΚΑΙ ΑΡΑ, ΕΠΙΚΥΝΔΙΝΟΥΣ,ΑΝΑΛΥΤΕΣ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΑΡΑΘΥΡΩΝ ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΩΣ ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΩΣΤΗΡΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ,ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΟΥΝΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΔΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ.ΚΑΙ ΣΙΓΟΥΡΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ,ΚΟΛΑΦΟΣ,Σ'ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΔΙΑΤΕΙΝΟΝΤΕ ΟΤΙ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΛΥΣΗ ΣΕ 18 ΜΗΝΕΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ Σ'ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΓΕΛΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΚΡΑΤΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ Λ.ΛΑΖΟΠΟΥΛΟΥ.

Ανώνυμος είπε...

Όταν κλείνουν τα μαγαζιά δίπλα μας και μένει ο κόσμος άνεργος οι αναλύσεις είναι κωλόχαρτα.
Ο λαός (πλην βρωμο-κομματόσκυλων) είναι έτοιμος να κάψει ζωντανούς πολιτικάντιδες,παπαγαλάκια,δημοσιοκάφρους και προπαγανδιστές,διαβάζουμε πως είναι ηθικό να κόβουμε συντάξεις σε συνταξιούχους που έχουν να θρέψουν και τα άνεργα παιδιά τους.
Πέτρες και μόνο πέτρες είναι η λύση.

Ανώνυμος είπε...

Φίλε 12:20 μ.μ. μου δίνεις την εντύπωση ότι απαντάς εσύ ως κομματόσκυλο. Διαβασες το κείμενο του Παπανδρόπουλου; το κατάλαβες; τι έχεις να σχολιάσεις πάνω σ' αυτά που γράφει; που διαφωνείς και γιατί; Ποιές είναι οι προτάσεις σου; Με τον λιθοβολισμό δεν λύνονται τα προβλήματα ούτε με δήθεν επαναστατικές κορώνες χωρίς νόημα και αποτέλεσμα.

Ανώνυμος είπε...

"Ειρήσθω εν παρόδω, η συμφωνία αυτή έγινε ύστερα από ελληνικό αίτημα και όχι γιατί κάποιοι άλλοι την προκάλεσαν. Όσο για τους όρους της, αποτελούν προτάσεις οικονομικής πολιτικής που έκανε η ελληνική κυβέρνηση στους εταίρους της, οι οποίοι και τις απεδέχθησαν με κάποιες προσθήκες."

Μνημόνιο, άρθρο 14, παρ.1: "Η παρούσα Σύμβαση καθώς και κάθε εξωσυμβατική υποχρέωση που τυχόν προκύψει από την παρούσα ή σε σχέση με την παρούσα Σύμβαση, διέπεται και ερμηνεύεται σύμφωνα με το αγγλικό δίκαιο."
Μνημόνιο, άρθρο 14, παρ.5: "Με την παρούσα ο Δανειολήπτης αμετάκλητα και άνευ όρων παραιτείται από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά τον ίδιο ή τα περιουσιακά του στοιχεία, από νομικές διαδικασίες σε σχέση με την παρούσα Σύμβαση, περιλαμβανομένων, χωρίς περιορισμούς, της ασυλίας όσον αφορά την άσκηση αγωγής, δικαστική απόφαση ή άλλη διαταγή, κατάσχεση, αναστολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης ή προσωρινή διαταγή, και όσον αφορά την εκτέλεση και επιβολή κατά των περιουσιακών στοιχείων του στο βαθμό που δεν το απαγορεύει αναγκαστικός νόμος."


Ας υποθέσουμε ότι όλα όσα γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος είναι σωστά. Τότε με αφορμή το παραπάνω απόσπασμα από το κείμενό του (και αφού ο ίδιος αυτοχαρακτηρίζεται εμμέσως ιδιοφυία μειώνοντας κάθε αντίθετη ή διαφορετική άποψη) αλλά και τα παραπάνω άρθρα του μνημονίου, να μας απαντήσει σε κάτι ακόμα:

Η ελληνική κυβέρνηση τα πρότεινε αυτά ή προστέθηκαν από τους δανειστές και έγιναν δεκτά από την κυβέρνηση? Είτε ισχύει το πρώτο είτε το δεύτερο πρόκειται για υποδούλωση. Και αυτή την άποψη κ. Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλε πες την όπως θες, επίτρεψέ μου όμως εγώ να την λέω "αλήθεια".

Λ.Σ.

Ανώνυμος είπε...

Μία διαφωνία έχω με τον κ. Παπανδρόπουλο.
Αφού η τρόικα γνώριζε ότι οι πρωτογενείς δαπάνες είναι στο -9 δισ. ευρώ, γιατί δεν επιβάλει επιτόκιο λίγο πάνω από το Γερμανικό, π.χ. 3,2% ώστε αν η χώρα μας μειώσει αρχικά, και κατόπιν περάσει σε πρωτογενές πλεόνασμα (2013) να μπορεί να αποπληρώσει τόκους και χρεολύσιο μειώνοντας το χρέος. Εκεί θα μπορούσαν Παπακωνσταντίνου και Παπανδρέου να πουν ότι Έλληνες έχουμε πετύχει το καλύτερο δυνατόν.
Πρωτογενές πλεόνασμα σε 3 χρόνια και χαμηλό επιτόκιο για να μειώνουμε πραγματικά χρέος. Τώρα πάμε σε βραχυχρόνιους δανεισμούς 3 ή 6 μηνών με 4,5-4,8% που είναι πολύ. Όταν αυτό πάει στο 3% θα αρχίσει η πραγματική ανάκαμψη.

Ανώνυμος είπε...

ΑΛΗΘΕΙΑ είναι Λ.Σ., καθαρή και ξάστερη. Όταν ζητάς γονατιστός δανεικά, όχι μόνο αυτούς τους όρους θα δεχθείς, αλλά και άλλους πιο επώδυνους. Ας πούμε ετεροδικία για τους πολίτες των δανειστριών χωρών, όπως ακόμη την ανεχόμαστε για τους αμερικανούς (ένεκα ΟΥΝΡΑ). Έχει μεγάλη σημασία αν μας το ζήτησαν ή το προτείναμε; Για μένα όχι. Γιατί σημασία έχει όχι να εξηγήσουμε το τι έγινε, που τότε θα ήταν περισσότερο χρήσιμο να αναλύσουμε πως φθάσαμε εδώ, αλλά να δούμε σοβαρά τι κάνουμε σήμερα και πως θα βγούμε απο την άσχημη θέση.
Ακούω ας πούμε πολλους να λένε για τον Καλλικράτη ότι δεν θα πάει καλά γιατί δεν δίνουν λεφτά. Όμως για όποιον λίγο ασχολείται με τα αυτοδιοικητικά ξέρει ότι το πρόβλημα είναι στη σπατάλη των πόρων και όχι στην έλλειψή τους. Όπως δεν ήταν και στο μέγεθος αλλά στην έλλειψη ελέγχου και γιαυτό δεν έκανε τίποτε ο Ραγκούσης.
Για την αναδιαπραγμάτευση, όπως και για τη μείωση των επιτοκίων, πρώτα πρέπει να ανακτήσεις την αξιοπιστία σου ως χώρα και στη συνέχεια αποκτάς δικαίωμα λόγου και υποβολής προτάσεων. Και δυστυχώς εμείς έχουμε ακόμη δρόμο για να είμαστε αξιόπιστοι.
Ένώ τη μείωση των συντάξεων τη δεχθήκαμε χωρίς να ανοίξει μύτη, μόλις φθάσαμε στα ΠΡΟΝΟΜΙΑ, ετοιμάζονται να ξεσηκωθούν όλοι και απειλούν (αδαείς ίσως) με ΠΕΤΡΕΣ...

Ανώνυμος είπε...

KAI OLA AYTA POY PAPAGALIZETE...
PIGAINOYME GIA TON...SOSIALISMO????..

Ανώνυμος είπε...

Η Ισλανδία γελά, η Ιρλανδία κλαίει.

Γράφει ο Γιώργος Δελαστίκ

Θεαματική είναι η ανάκαμψη της ισλανδικής οικονομίας μετά την επιβλητική αντίσταση του λαού της, ο οποίος με δημοψήφισμα συνέτριψε την ψοφοδεή πολιτική της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης που είχε υποκύψει στους ξένους δανειστές και την εξανάγκασε να μην πληρώσει στους ξένους καταθέτες τις οφειλές των ιδιωτικών ισλανδικών τραπεζών, αφήνοντας τες να χρεοκοπήσουν. «Η ύφεση αποδείχθηκε λιγότερο βαθιά από όσο προβλεπόταν», ομολογεί ο Μαρκ Φλάνιγκαν, επικεφαλής της αποστολής του ΔΝΤ στην Ισλανδία, δηλώνοντας εντυπωσιασμένος από το γεγονός ότι οι Ισλανδοί κατόρθωσαν να διαφυλάξουν «το πολύτιμο σκανδιναβικό μοντέλο κοινωνικής προστασίας».

Η Ισλανδία, η οποία δεν ανήκει στην ευρωζώνη, αντιμετώπισε τη χρεοκοπία της χώρας με μια συνολική πολιτική.

Πρώτον, υποτίμησε το εθνικό νόμισμα, την ισλανδική κορώνα, και επέβαλε ελέγχους και περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων. Αρχικά η κορώνα υποτιμήθηκε έναντι του δολαρίου κατά 50%, αλλά ήδη η υποτίμηση έχει περιοριστεί στο 30% και συρρικνώνεται. Η χαμηλότερη ισοτιμία της κορώνας οδηγεί αμέσως στην αύξηση των εξαγωγών και στη μείωση των εισαγωγών, αντικαθιστώντας ένα τμήμα τους με τοπικά προϊόντα, με αποτέλεσμα το εμπορικό ισοζύγιο της Ισλανδίας να παρουσιάζει ήδη πλεόνασμα από ελλειμματικό που ήταν.

Το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 1,2% το τρίτο τρίμηνο του 2010. Ο πληθωρισμός, ο οποίος είχε εκτιναχθεί στο 18,6%, έπεσε ήδη κοντά στο 2,5%, που είναι ο στόχος της ισλανδικής κεντρικής τράπεζας. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα είναι 6,3% φέτος, και ταχύτατα, ίσως και μέσα στο 2011, θα οδηγηθεί σε πλεόνασμα. Το δημόσιο χρέος, το οποίο έχει εκτιναχθεί στο 115% του ΑΕΠ, θα μειωθεί σταδιακά στο 80% του ΑΕΠ μέχρι το 2015.

Το δεύτερο μέτρο που πήραν οι Ισλανδοί ήταν ότι άφησαν τις ιδιωτικές τράπεζες να χρεοκοπήσουν. Κατόπιν τις εθνικοποίησαν, αλλά υπό τους εξής όρους:

Πρώτον, οι εθνικοποιημένες τράπεζες αναγνώρισαν όλες τις καταθέσεις των Ισλανδών πολιτών ώστε κανένας Ισλανδός να μη χάσει ούτε μία κορώνα από τις καταθέσεις του.

Δεύτερον, τα δάνεια που είχαν πάρει οι Ισλανδοί μεταφέρθηκαν στις εθνικοποιημένες τράπεζες, αλλά επειδή το νόμισμα είχε υποτιμηθεί, μειώθηκε και το ονομαστικό ύψος των δανείων, πέρα από τις σοβαρές άλλες διευκολύνσεις αποπληρωμής που έκανε το κράτος στους Ισλανδούς οφειλέτες για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που προκάλεσε η κρίση, ιδίως τον πρώτο καιρό (πάγωμα της πληρωμής δόσεων για μήνες κ.λπ.).

Τρίτον, οι εθνικοποιημένες τράπεζες δεν αναγνώρισαν καμιά υποχρέωση των ιδιωτικών χρεοκοπημένων τραπεζών σε χώρες του εξωτερικού. Ετσι οι Ισλανδοί φορολογούμενοι φορτώθηκαν τα βάρη διάσωσης των καταθέσεων των δικών τους και των συμπατριωτών τους, ενώ φόρτωσαν στους ξένους επενδυτές και καταθέτες τον λογαριασμό των συναλλαγών τους με τις ιδιωτικές ισλανδικές τράπεζες που χρεοκόπησαν. Απολύτως σωστό.

Η ανάκαμψη της ισλανδικής οικονομίας, γράφει το βρετανικό περιοδικό «Εκόνομιστ», δείχνει ότι «το έξτρα κόστος για μια χώρα που δεν στηρίζει τις τράπεζές της μπορεί να είναι εκπληκτικά μικρό. Η Ισλανδία άφησε τις τράπεζές της να χρεοκοπήσουν και το ΑΕΠ της έπεσε αθροιστικά κατά 15% από το ανώτατο στο κατώτατο σημείο πριν αρχίσει να ανακάμπτει. Η Ιρλανδία ''έσωσε'' τις τράπεζές της και είδε το ΑΕΠ της να πέφτει 14%».

Αν συνυπολογίσει κανείς ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Ιρλανδίας απογειώθηκε στο ασύλληπτο 32% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος της εκτινάχθηκε από το 25% του ΑΕΠ το 2007 στο 100% φέτος και θα φτάσει στο 120% του ΑΕΠ το 2013, με την ανεργία να ανέρχεται στην Ιρλανδία στο 14,1% έναντι 7,3% στην Ισλανδία, βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η «υπάκουη» Ιρλανδία βρίσκεται σε πολύ χειρότερη μοίρα από την «απείθαρχη» Ισλανδία.

«Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας είναι ότι αν το σοκ μιας υποτίμησης μπορεί να πυροδοτήσει μια βίαιη κρίση και πολύ επώδυνη, μια πολιτική λιτότητας και αποπληθωρισμού εξαιτίας του χρέους καταλήγει να προκαλεί περισσότερες ζημιές» συμπεραίνει η βρετανική εφημερίδα «Ντέιλι Τέλεγκραφ».

Το Προφίλ μας