Ε ίμαι εδώ σαν ένας μακροχρόνιος συγγενής με το καταλογογραφημένο
και τιμώμενο περιοδικό για να πω, εκ περισσού ίσως, λόγο χαιρετιστήριο σε μια
30χρονη κυρία των περιοδικών μας γραμμάτων και θαυμάτων.
Τα
περιοδικά είναι συνήθως συναναπνοές πνευματικής συνύπαρξης κι υπάρχουν κατά κάποιον τρόπο σαν μικρές
ενωμοτίες συνανθρώπων που κινούνται στην αυτή κατεύθυνση. Σ’ αυτές όπως και σε
κάθε συλλογικό
σώμα βρίσκονται
εκείνοι που ως φέροντες οργανισμοί στις κατασκευές φέρουν το βάρος της οικοδομής.
Κι επειδή όλα έχουν ένα όνομα εδώ το όνομα ονομάζεται Στράτος Ηλιαδέλης.
Είπα οικοδομής και θυμήθηκα το βαρύ περιοδικόν σύγγραμα του Μητροπολίτη Διονυσίου αυτού του ιεράρχη των γραμμάτων, της μουσικής μέχρι και της πίστεως, γιατί όχι;
Είπα οικοδομής και θυμήθηκα το βαρύ περιοδικόν σύγγραμα του Μητροπολίτη Διονυσίου αυτού του ιεράρχη των γραμμάτων, της μουσικής μέχρι και της πίστεως, γιατί όχι;
Τα
Ελιμειακά με τη λιτή τους ωραιότητα ως προς την εκτύπωση αμέσως σου δίναν μια
αίσθηση σοβα ρότητας
και εγκυρότητας.
Στέκομαι σε 3 τε
ύχη, ογκώδη αφιερώματα τα
οποία ορίζουν και το κυρίαρχο ζητούμενο του περιοδικού, που ήταν και είναι όλα
αυτά τα χρόνια, η πνευματική αναμόχλευση των «παθών» μας, εδώ στη λέξη παθών έχω
εισαγωγικά, του νυν και του άλλοτε, με τους ήδη υπάρχοντες αλλά και τους περασμένους
ακάματους της συντεχνίας του κοζαν
ίτικου και
δυτικομακεδονικού πολλές
φορές, χώρου των γραμμάτων. Λογοτεχνία, Επιστήμη,
Τέχνες (μουσική περισσότερο για να είμαστε στα πιο κοντά). Τα αφιερώματα είναι στον
Παύλο Παπασιώπη, Ν.Π. Δελιαλή, κοντά στο
ξεκίνημα του περιοδικού
και στον Γ. Δόδουρα,
κάπως αρ
γότερα.
Οι τόποι που αναδεικνύονται μεσ’ απ' αυτά είναι η πόλη
αφετηρία, η πόλη ομογένεια, οι πολιτείες και η μοναξιά τους με το αμφίδρομο
ταξίδι προς και απ’ αυτές.
Απ’ αυτό το γεωγραφικό, πνευματικό σημαίνον μου έρχονται
σαν ένα τριμερές συμπέρασμα τα παρακάτω, κάπως θολά ανθρωπολογικά συζητούμενα.
1. Αυτοί που μένουν στην πόλη και ζουν την καθημεριν ότητα
της κ ι
εντός της ανθούν ή θάβονται στην κυριολεξία και μεταφορικά.
2. Αυτοί που έφυγαν για «χι» λόγους και πήγαν αλλού. Η πόλη έχει μακριά ιστορία
απο δήμων στην ξένη όπου και έκαναν έντονα
αισθητή την ουσία τους. Ισως αυτή είναι και η πιο σημαντική περίοδος της κοζανίτικης
ιστορίας μαζί με την περίοδο του ύστερου
νεοελληνικού διαφωτισμού. Αλλά και όσοι στην ημεδαπή χώρα και στις μεγάλες της πόλεις όπως στη Θεσσαλονίκη
καλή ώρα, διέπρεψαν πολλαπλώς. Τα «Ελιμειακά δε
ίχνουν
την άλλη ποιότητα ανθ ρώπων και τ ρόπων σ’
αυτούς τους χώρους με τις ιστορίες καθημερινής ή όπως εδώ, εξαμηνιαίας περιοδικότητας
και τ ρέλας των κατά γράμματα «σαλών»
που δημιουργούν την άδηλη και ζωογόνα ομορφιά του κόσμου μας.
3. Αυτοί που πηγαινοέρχονται μεταξύ
της μητέρας πα τρίδος και της μητριάς
παρόμοιας. Η συνθήκη του διαρκούς πηγαινέλα, το ταξίδι στο νυν και στο άλλοτε
στο εδώ και στο εκεί, κι όπου κατακάτσει η μπίλια του καιρού, διαμ
όρφωσε μια μεγάλη
κοινότητα ρευστής μεν αλλά διατοπικής
συνύπαρξης, πότε στην γενέθλια πόλη και πότε,
με τα αδελφάτα παλιότερα, τα σωματεία και τους συλλόγους σήμερα, στις π όλεις
της ημεδαπής. Παράλληλα με την επιδίωξη για τα ίδια
κι άμεσα υλικά οφελ ήματα εύρισκαν
το κοινό ζεστό α ίσθημα για την πατ
ρίδα πίσω ή δίπλα τους
και το εξωτερίκευαν με τις έμπρακτες μνήμες και με τη δημιουργία στο τώρα.
Τα
«Ελιμειακά», δηλαδή οι άνθρωποί του, της δεύτερης ανθρωπογεωγραφικής μας
εκδοχής, ως ενεργές, πνευματικές οντότητες με τη φιλοσοφία τους ως προς την ευ ρύτερη
αντίληψη του τόπου και της ιστορίας, ουσιαστικοποιούν τις τρεις επιλογές αλλά
και πραγματικότητες
στην ιστορική συνέχεια της πόλης. Κι αυτό ίσως
να προέκυψε κατά κάποιο τρόπο απρογραμμάτιστο, όμως η συλλογική συνείδηση σε
σχέση πάντα με την ένταξη σ’ αυτήν των ατομικών συνιστωσών, δημιούργησαν ένα
σφιχτό συναισθηματικό σύνολο κοινής καταγωγικής νοσταλγίας που δεν μένει στο
ιδεατό, μοναχικό κι αφηρημένο, αλλά γίνεται π ράξη βοούσα. Τότε είναι
που προκύπτουν προθέσεις και προσπάθειες ευγενικές κι ευεργετικές όπως τα
Ελιμειακά που εντυπωσιάζουν.
Το αφιέρωμα στον ΝΠΔ ενός κορυφαίου της α-πτυχίωτης, ερευνητικής
επιστήμης του τόπου βιβλιοθεματοφύλακα κι αναστηλωτή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης
Κοζάνης –αυτή είναι η ιστορική ονομα σία της ότι το όνομα είναι η ίδια άλλοτε
ιστορία αλλά και η νυν της πραγματικότητα, που πρέπει να επανέλθει - είναι η αναγνώριση καθ’
αυτού του τόπου μας στη διαχρονία του, ο οποίος είναι το αντικείμενο, άμεσο ή
έμμεσο, του πόθου των κύριων συντελεστών του (κι όλων μας φυσικά). Στο πρόσωπο
του χαράζονται αδρά, επιζωγραφίζονται αχνά έστω ή περνούν υποδορίως, δυνάμεις
που υπάρχουν, που υπήρξαν και πέρασαν, αλλά άφησαν βαθύ χνάρι στο σώμα της.
Είναι πολλοί, όχι αμέτρητοι αλλά κάποιοι
διακρίνονται, με π ρώτον αυτόν, πανελληνίως. Τα Ελιμειακά, τους επί
γης χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί ενώ τους υπό γης -μαζί και τις καταστάσεις
που σημάδεψαν γενικότερα τη δυτικομακεδονική πραγματικότητα- εμνημείωσε εντύπως.
Αυτοί που ζουν σ’ αυτή την πόλη κι ως ένα σημείο διαμορφώνουν το
διαρκές πρ όσωπο της έχουν μεν τον
πρώτο λόγο, αλλά ως επικουρία τους έρχονται δυνάμεις όχι απλώς
φίλιες, αλλά όπως είναι οι δυνάμεις των Ελιμειακών, και του
Συλλόγου Κοζανιτών Θες/νίκης, αδελφικές.
Ο Παύλος Παπασιώπης είναι ο ά νθρωπος και ο λόγιος
που έφυγε από την πόλη, απομακρ ύνθηκε οριστικά
και ξεχώρισε στη νέα πατρίδα του. Εκφράζει εκείνο το μέρος των
πολιτών που εγκιβωτίζονται στον άλλο τόπο και τρόπο κι αποκτούν εκεί ένα
καινούργιο βιωμ ένο είναι. Ισως και να είναι η χαρακτηριστική κι από τις
λίγες, η περίπτωση της διαγραφής του τόπου από τη μνήμη και το έργο του. Ομως,
όπως και σε άλλες περιπτώσεις λίγο πολύ κοζανιτών που ενσωματώθηκαν τόσο στην
άλλη πόλη κι έγιναν μικ ρό ή
μεγάλο συστατικό μιας άλλης ιστορίας (Χ. Βαμβακάς,, Μάνος, Δεληβάνης κ.α) αυτοί
και οι συν αυτών, αποτελούν την άδηλη κοσμολογική αύρα της Κοζάνης που
υπάρχει στον κόσμο ευρύτερα.
Το τρίτο αφιέρωμα στο ν μόνο
δυτικομακεδόνα, κλασσικό συνθέτη Γ.
Δόδουρα (τι ντροπή να μην υπάρχει μια
συλλογή σε σιντί με τις συνθέσεις τους) με την τραγική εξέλιξη της ζωής του
(μου θυμίζει το θάνατο του Κ. Τσιτσελίκη στο Μαραθώνα της Αττικής και την οδυνηρή
συνέχεια της οικογενείας του) εμπεριέχει μέσα του το ταξίδι. Το
ταξίδι έχει πρωτεύουσα αξία αφού διεξάγεται ανάμεσα σε δύο αφετηρίες που εναλλάσσουν
ρόλους πότε αυτόν της φυγής και άλλοτε πάλι της επιστροφής. Στον κάθε ρόλο του
κάτι μένει και για τους δύο τόπους.
Η επικοινωνία των πόλεων τελικά γίνεται κοινωνία ανθρώπων.
Στο ενδιάμεσο των καιρών η δημιουργία τους χαρ άζει
στα σώματα ανεξίτηλα σημάδια. Η έλλειψη
κι η ανα ζήτηση φέρνει την επικοινωνία των τόπων για να καταλήξουν
σε μια ιδεατή πνευματική κοινωνία ανθρώπων, με κοινό τρόπο, το συνήθως ατελέσφορο το οποίο όμως στην πο ρεία του είναι αρκετό για να σε κάνει να νιώθεις κάπως ολοκληρωμένος
στην ανθρώπινη ατέλεια κι αδυναμία σου.
Τα «Ελιμειακά», λοιπόν, είναι οι άνθρωποί του, η στενή οικογ ένεια
τους μέσα στην ευρύτερη πατριά του Συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης. Ο χρόνος
τους -30 χρόνια!- κύλησε και κυλάει μέσα στις και από τις σελίδες τους, ως
κόποι αφείδωλοι, αφιλοκερδείς, ανιδιοτελείς, αγωνίες ύπαρξης στον καθορισμένο
εξάμηνο χρόνο, με το μόνιμα ανικανοποίητο του αποτελ έσματος, όπως συμβαίνει σε κάθε απαιτητικό.
Κάνοντας ένα παραλληλισμό, αδόκιμο ίσως, νομίζω πως το όλον του περιοδικού
είναι όπως η «Δυτικομακεδονική Ραψωδία» των μουσικών χρωμάτων του Γ. Δ όδουρα μια «Ελιμειακή Ραψωδία»
των δυτικομακεδονικών γραμμάτων. Ενα στάσιμο το οποίο μας περιέχει όλους
εκόντες άκοντες είναι αυτό το καλαίσθητο, εύτακτο και κατάμεστο ουσίας, δεμάτι
των περίπου 70 τευχών μέχρι τώρα... κι εδώ βάζω τις αποσιωπητικές τελείες της
συνέχειάς τους.
-
Αμήν...
21 Οκτωβρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου