Επίκαιρα Θέματα:

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει η Ιφιγένεια της Ευρώπης

Ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας, Γιώργος Παγουλάτος, απαντά στα ερωτήματα του Liberal για την «Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» που έβαλε στο τραπέζι η γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ. Τι σημαίνουν για την Ελλάδα οι αλλαγές που δρομολογούνται, πως σχετίζονται με το σχέδιο Σόιμπλε για την “Kerneuropa”των ικανών και των προθύμων, ποιοι κίνδυνοι παραμονεύουν για τις χώρες που δεν θα μπορέσουν να προσαρμοστούν και τι τελικά είναι αυτό που μας ξημερώνει: περισσότερη Ευρώπη ή αποδόμησή της;
Συνέντευξη στον Βασίλη Γεώργα
-Τι σημαίνει η «Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» για την οποία μίλησε η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο γάλλος πρόεδρος Φ. Ολάντ;
Η Ευρώπη της μεταβλητής γεωμετρίας, της ευέλικτης ολοκλήρωσης, και αργότερα της ενισχυμένης συνεργασίας όπως είναι ο όρος στις τελευταίες συνθήκες, υπάρχει ως συζήτηση τουλάχιστον από το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90 και εμφανίζεται από τη συνθήκη του Άμστερνταμ και έκτοτε. Η ιδέα αυτού του σχήματος περαιτέρω ενοποίησης είναι ότι
από τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση διευρύνθηκε σε μια Ευρώπη των 28 (27 πλέον μετά το Brexit), θα πρέπει να μπορούν αυτοί που θέλουν, να προχωρήσουν σε στενότερη ενοποίηση χωρίς να εμποδίζονται από αυτούς που επιθυμούν μια χαλαρότερη σχέση παραμένοντας απλώς στο status quo.
Η πραγματικότητα των πολλών ταχυτήτων ήδη υπάρχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το γεγονός ότι έχουμε μια ομάδα 19 χωρών που συμμετέχει στην οικονομική και νομισματική ενοποίηση, και μια δεύτερη ομάδα χωρών εκτός ευρώ, είναι μια μορφή Ευρώπης διαφορετικών ταχυτήτων. Επιπλέον αυτού υπάρχει η συνθήκη Σένγκεν στην οποία δεν μετέχει η Ιρλανδία, ορισμένες εκδοχές δεύτερου πυλώνα κοινής εξωτερικής αμυντικής πολιτικής όπου δεν μετέχει η Δανία, στο δημοσιονομικό σύμφωνο δεν μετέχει η Τσεχία, στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων δεν μετέχει η Πολωνία και βέβαια η Βρετανία που δεν μετείχε στα περισσότερα από αυτά ούτως ή άλλως.
Άρα αυτές τις πολλαπλές ταχύτητες εκ των πραγμάτων τις έχουμε σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά η ιδέα της ενισχυμένης συνεργασίας δεν είναι απλώς αυτά τα opt outs. Ως προς την υιοθέτηση του ευρώ, είναι εγγεγραμμένη στη συνθήκη και υπάρχει καταστατικός σκοπός όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ πλην συγκεκριμένων εξαιρέσεων να γίνουν κάποια στιγμή μέλη της ευρωζώνης.
-Παίρνει σάρκα και οστά η θεωρία των Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και Καρλ Λαμερς για την “Kerneuropa”; Την Ευρώπη των «ικανών και των προθύμων» που θα αποτελούν τον σκληρό πυρήνα μιας σειράς ομόκεντρων κύκλων από χώρες με διαφορετικό βαθμό ολοκλήρωσης;
Η ιδέα των πολλαπλών ταχυτήτων είναι ότι ομάδες χωρών που έχουν κοινούς στόχους πρέπει εφόσον θέλουν και μπορούν, να προχωρήσουν χωρίς να εμποδίζονται από τους υπόλοιπους, αρκεί να μην παραβιάζουν το κοινοτικό κεκτημένο. Αυτό είναι κάτι λογικό σε μια Ευρώπη των 28 που δεν μπορεί να προχωρά με όλους μαζί, αλλά έχει κάποια ρίσκα. Ένα από αυτά είναι ότι παραπέμπει ακριβώς σε αυτή την ιδέα των χωρών «πυρήνα» στην οποία αναφέρεστε. Στην ιδέα του Σόιμπλε ότι η ζώνη του κοινού νομίσματος θα έπρεπε να είναι μια ζώνη ενός μικρού αριθμού χωρών που έχουν αρκετά συγκλίνουσες οικονομίες, είναι αρκετά ομοιογενείς, συγχρονισμένες, έτσι ώστε να μπορούν να μετέχουν σε μια ζώνη κοινού νομίσματος και να μπορούν να προχωρήσουν εξελίσσοντάς την σε μια πραγματική οικονομική και προοπτικά πολιτική ένωση.
Ο Σόιμπλε είναι φεντεραλιστής. Αλλά ο φεντεραλισμός του Σόιμπλε περιλαμβάνει μόνο τις χώρες που μπορούν και θέλουν. Είναι αμφίβολο αν στις χώρες αυτές περιλαμβάνεται ακόμη και η Ιταλία. Και πάντως κατά πάσα πιθανότητα δεν περιλαμβάνεται η Ελλάδα.
-Βοηθήστε μας να καταλάβουμε τι σημαίνει το σχέδιο για μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων. Είναι σχέδιο περαιτέρω ενοποίησης ή αποδόμησης της Ευρώπης;
Εδώ είναι το μεγάλο ερώτημα. Η ευρωζώνη πηγαίνει όλη μαζί μπροστά ή στην ευρωζώνη πηγαίνουν μπροστά αυτοί που μπορούν και θέλουν; Γιατί μια εκδοχή αυτού είναι ότι όλες οι χώρες που είναι ήδη στην ευρωζώνη προχωρούν και σε πραγματική οικονομική και πολιτική ένωση. Αυτό θα ήταν ένα ιδεώδες σενάριο για την Ελλάδα.
Αλλά υπάρχει εκδοχή που λέει ότι για να προχωρήσουν οι χώρες της ευρωζώνης πρέπει να απαλλαγούν από τα βαρίδια. Μπορεί να το δει κανείς από δύο πλευρές και να αναζητήσει απάντηση. Μιλάμε για ένα σχέδιο ενοποίησης στο οποίο, όμως, δεν θα είναι όλοι μέσα. Κάποιοι θα μείνουν στη δεύτερη ταχύτητα, ή στην τρίτη κ.ο.κ. Διότι όταν έρθει αυτό το σχέδιο ο Γερμανός ή ο Ολλανδός Βουλευτής μπορεί να πει ότι εγώ δεν μοιράζομαι τα μελλοντικά χρέη μιας οικονομίας σαν την Ελλάδα που θα είναι στην τελευταία ταχύτητα γιατί δεν είναι ανταγωνιστική, γιατί δεν έχει κάνει τις μεταρρυθμίσεις της, γιατί δημιουργεί νέα ελλείμματα και χρέη, γιατί δεν μπορεί…
Επομένως πρέπει να δούμε αν θα είναι το σχέδιο ότι προχωρούμε όλοι μαζί ή αν θα είναι εκείνο σύμφωνα με το οποίο για να μπορούμε να προχωρήσουμε όλοι μαζί με αποδεκτό τρόπο θα πρέπει να κρατήσουμε την αβάν γκαρντ των χωρών εκείνων που μπορούν και όχι απλώς θέλουν.
Σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει Ιφιγένεια για να πνεύσει ο ούριος άνεμος για την στενότερη νομισματική και οικονομική ενοποίηση της ευρωζώνης. Και ο Σόιμπλε θα μπορούσε τότε να πει στο Κοινοβούλιό του ότι απαλλαγήκαμε από τα βαρίδια και οι υπόλοιποι που έχουμε μείνει, έχουμε αποδείξει ότι και μπορούμε και θέλουμε να εμβαθύνουμε την ΟΝΕ, να προχωρήσουμε σε δημοσιονομική και τραπεζική ενοποίηση, να μοιραστούμε μια κυβέρνηση Ευρωζώνης και έναν κοινό προϋπολογισμό.
-Η Ιταλία γιατί πανηγυρίζει και υπερθεματίζει λέγοντας ότι είναι απατηλό να πιστεύει κανείς πως μπορούμε όλοι μαζί να προχωρήσουμε στην ίδια ταχύτητα ανάπτυξης, ασφάλειας, επενδύσεων και κοινωνικής πολιτικής;
Η Ιταλία ήταν πάντα από εκείνες τις χώρες που επιθυμούσαν στενότερη ενοποίηση και θεωρώ ότι με την άμεση αντίδρασή της θέλει να σηματοδοτήσει ότι ασπάζεται το σχέδιο αυτό και αντιλαμβάνεται τον εαυτό της στην πρώτη ταχύτητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι χώρες γενικότερα της περιφέρειας έχουν συμφέρον από την ενοποίηση επειδή σημαίνει περισσότερη αλληλεγγύη, μεγαλύτερο προϋπολογισμό και πιο αναδιανεμητικές πολιτικές. Περισσότερη ενοποίηση σημαίνει μια κοινή πολιτική μετανάστευσης στην οποία η Ιταλία έχει αυξημένο κίνητρο συμμετοχής. Σημαίνει επίσης περισσότερη συνοχή. Αναδιανομή ή έστω σταθεροποίηση μέσω ενός μελλοντικού προϋπολογισμού ευρωζώνης που σήμερα δεν υπάρχει.
Σημαίνει επίσης ότι θα γίνουν πράξη προτάσεις που στο παρελθόν έχει διατυπώσει επίσημα η Ιταλία για ουσιαστική οικονομική και τραπεζική ενοποίηση και για ένα πανευρωπαϊκό σύστημα καταπολέμησης της ανεργίας. Επομένως η Ιταλία έχει συμφέρον στο να μετεξελιχθεί και η Ε.Ε και η ΟΝΕ σε μια πραγματική πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική Ένωση, και ίσως έχει την πεποίθηση ότι λόγω του μεγέθους της, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν χωρίς την Ιταλία. Επιπλέον μέσα από το σύστημα Target 2 που είναι ο μηχανισμός διακανονισμών συναλλαγών στην ευρωζώνη η Ιταλία έχει υποχρεώσεις πολλών εκατοντάδων δισ. ευρώ που είναι μια «ασφάλεια» ότι δεν θα έμενε απ΄ έξω.
-Ο πολιτικός χρόνος για να ανοίξει μια τέτοια συζήτηση περαιτέρω ενοποίησης στην Ευρώπη είναι ο ιδανικός; Εδώ βλέπουμε την Ευρώπη να στρίβει σε αντίθετη κατεύθυνση από τον φεντεραλισμό. Προς επιλογές διασπαστικές, εθνικού απομονωτισμού…
 Η αλήθεια είναι ότι μέσα στο 2017 επειδή είναι μια εκλογική χρονιά, δύσκολα μπορεί αυτή η συζήτηση να οδηγήσει σε κάποιο αποτέλεσμα. Το μόνο στοιχείο που υπάρχει στο timing είναι ότι στις 25 Μαρτίου θα είναι τα 60 χρόνια από τη συνθήκη της Ρώμης που έθεσε τις βάσεις για την Ε.Ε. Θα έχει πανηγυρικό χαρακτήρα, ήδη η Επιτροπή ετοιμάζει τη Λευκή Βίβλο και θα πρέπει η Ευρώπη να μπορεί να δώσει κάποιο όραμα στους πολίτες της. Το όραμα αυτό δεν μπορεί να είναι απλώς μια αμυντική ιδέα ότι θα προσπαθήσουμε να διασώσουμε ό,τι μπορούμε. Λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν δυνάμεις αποσχιστικές και ευρωσκεπτικιστικές, το μόνο ρεαλιστικό και ενοποιητικό όραμα που μπορεί να δοθεί είναι ότι ακριβώς αυτές οι διασπαστικές δυνάμεις δεν πρέπει να εμποδίσουν τις χώρες που θέλουν να προχωρήσουν σε στενότερη ενοποίηση.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι η Γερμανία μετά τις εκλογές, που με υψηλή πιθανότητα θα αναδείξει μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού CDU – SPD, θα πρέπει να εξετάσει στρατηγικά την προοπτική της ευρωζώνης και το ρόλο της Γερμανίας.
 Αυτό θα ξεκινά από τη βάση ότι η ευρωζώνη στην παρούσα μορφή της δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Δηλαδή χωρίς να προχωρήσει σε στενότερη ενοποίηση, με εργαλεία σταθεροποίησης, κοινού προϋπολογισμού, δημοσιονομικής και τραπεζικής ένωσης, θα παραδέρνει από κρίση σε κρίση. Υπάρχουν πολλοί στη Γερμανία που συμμερίζονται αυτό το σκεπτικό, αλλά αντιλαμβάνονται πως υπάρχει μεγάλη αντίσταση στο να συμπεριλάβουν σε αυτή την πορεία προς τα εμπρός χώρες οι οποίες στα μάτια των Ευρωπαίων θα είναι χώρες με χαμηλή ανταγωνιστικότητα, υψηλό χρέος και αδυναμία να παρακολουθήσουν τους υπόλοιπους.
 -Η Ελλάδα ποια θέση μπορεί να έχει σε αυτόν τον σχεδιασμό; Πόσο μας αφορά και τι πρέπει να κάνουμε για να μην βρεθούμε προ δυσάρεστων εξελίξεων;
Η Ελλάδα δεν πρέπει να δει στη συζήτηση αυτή μόνο το τυρί και να μη διακρίνει τη φάκα. Όχι ότι υπάρχει κάποια πρόθεση παγίδευσης, αλλά αυτή η συζήτηση, ενώ έχει ένα θετικό πρόσημο ότι η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει προς τα εμπρός και δεν μπορούν να είναι όλοι μέσα, εάν αφορά στη μετεξέλιξης της ευρωζώνης, ελλοχεύει ο κίνδυνος μέσα στα σχέδια που θα βρίσκονται στο τραπέζι να είναι και το σχέδιο εκείνο που θα άφηνε την Ελλάδα σε μια θέση αν όχι εξώθησης από το ευρώ, αλλά σε μια δεύτερη ταχύτητα. Να είναι λ.χ μια χώρα η οποία θα χρησιμοποιεί το ευρώ ως νόμισμα της (για να μην πούμε ότι θα έχει βγει), θα υπόκειται στους δημοσιονομικούς κανόνες αλλά δεν θα μετέχει στα στάδια της στενότερης δημοσιονομικής και τραπεζικής ενοποίησης.
Αυτό είναι ένα σενάριο που δεν είναι καθόλου επιθυμητό και κατά συνέπεια η Ελλάδα θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι θα καλύψει το χαμένο έδαφος. Όπως είναι δύσκολο να κάνει κανείς αυτή τη συζήτηση αποκλεισμού από μια τέτοια στενότερη ενοποίηση για την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία ή την Κύπρο οι οποίες έχουν αποφοιτήσει από την κρίση τους και τα μνημόνια, αναπτύσσονται με ρυθμούς υψηλότερους του μέσου όρου και βρίσκονται σε πορεία σύγκλισης, έτσι πρέπει να συμβεί το ταχύτερο δυνατό και για εμάς. Δυστυχώς προς το παρόν όλη αυτή η συζήτηση απομονώνει την Ελλάδα ως μια εξαιρετική περίπτωση. Πρέπει η Ελλάδα να εξέλθει όσο το δυνατόν ταχύτερα από αυτό το καθεστώς της θλιβερής εξαιρετικότητας και να επιστρέψει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα.  
-Στο σημείο που βρίσκεται η χώρα τι είναι προς το συμφέρον μας; Να συνεχίσουμε την προσπάθεια προσαρμογής παραμένοντας σε σφιχτό εναγκαλισμό με την Ε.Ε, ή να δοκιμάσουμε να χαλαρώσουμε τους δεσμούς μας ; Να το θέσω κι αλλιώς : Έχουμε λόγους να προσπαθήσουμε κι άλλο να κρατηθούμε στον πυρήνα της Ευρώπης και της ευρωζώνης;
-Προφανώς και έχουμε κάθε λόγο να μείνουμε στον πυρήνα. Και το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να κλείσουμε την αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό, να καβαλήσουμε ένα κύμα ανάκαμψης που θα ακολουθήσει, να προσελκύσουμε επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, να μειώσουμε γρήγορα την ανεργία και να εξυγιάνουμε το τραπεζικό σύστημα. Όλα αυτά χρειάζονται μεταρρυθμίσεις ώστε η οικονομία όχι απλώς να γίνει πιο ελκυστική, ανταγωνιστική και αποδοτική αλλά που θα της επιτρέψουν να αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν έχουν να κάνουν με το νόμισμα.
Έχουν να κάνουν με την ποιότητα και επάρκεια του κράτους, με τη μείωση της γραφειοκρατίας, την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, την προστασία του κράτους δικαίου, την λειτουργία των αγορών, τις συνθήκες ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας, την έρευνα και ανάπτυξη, την ένταξη ελληνικών επιχειρήσεων σε παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, την ύπαρξη αγορών κεφαλαίου. Όλα αυτά δεν εμποδίζονται από το ευρώ. Αλλά είναι αυτά που θα επιτρέψουν στην ελληνική οικονομία να ανακάμψει ταχύτερα και να γίνει πιο εξωστρεφής και θα μας επιτρέψουν τελικά να διεκδικήσουμε τη συμμετοχή μας στην πρώτη ταχύτητα.
-Ακούγεστε σαν να περιγράφετε ένα 4ο μνημόνιο μεταρρυθμίσεων…
Αν είναι μνημόνιο μεταρρυθμίσεων, καλώς να έρθει. Αν είναι μνημόνιο δημοσιονομικής περιστολής τότε δεν θα βοηθήσει. Αλλά αρκετοί έχουμε πει ότι η χώρα θα έπρεπε να «δώσει» μεταρρυθμίσεις και να διεκδικήσει χαλαρότερους δημοσιονομικούς στόχους και μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους. Αυτό θα έπρεπε να είναι το μνημόνιο της Ελλάδας με τους εταίρους. Να δώσουμε τολμηρότερες μεταρρυθμίσεις από αυτές που ζητούν –διότι οι δανειστές δεν ενδιαφέρονται για μεταρρυθμίσεις που δεν έχουν άμεσο δημοσιονομικό αποτέλεσμα αλλά θα έπρεπε να ενδιαφέρουν εμάς- και σε αντάλλαγμα να διεκδικήσουμε χαμηλότερους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων και μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους. Θυμίζω ότι αυτή η συζήτηση των πολλαπλών ταχυτήτων γινόταν στην Ελλάδα και στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 90.
Και τότε δεν υπήρχαν πολλοί που ανησυχούσαν ότι θα μπορούσε η Ελλάδα να μείνει στην τελευταία ταχύτητα. Ακόμη και το 2014 υπήρχε μια αισιοδοξία εξόδου από την κρίση και τα μνημόνια. Το γεγονός ότι έχουμε βαλτώσει σε μια κατάσταση όπου η συζήτηση των άλλων για να προχωρήσουν μπροστά μεταφράζεται σε αγωνία ότι εμείς θα μείνουμε πίσω, συνδέεται με τα τελευταία δύο χρόνια της πολύ μεγάλης οπισθοδρόμησης στην προσαρμογή της οικονομίας.
-Στην κυβέρνηση φαίνεται να πιστεύουν πως όλες αυτές οι αλλαγές που συντελούνται στην Ευρώπη θα οδηγήσουν εκ του αποτελέσματος σε «χαλαρότερες» υποχρεώσεις προσαρμογής της Ελλάδας αλλά με τα ίδια δικαιώματα. Μας λένε δηλαδή ότι για λόγους αλληλεγγύης ή γεωπολιτικών ισορροπιών και προσφυγικού, θα μπορούμε να ανήκουμε στην πρώτη ταχύτητα, αλλά με υποχρεώσεις δεύτερης ή τρίτης… Πόσο πιθανό σας φαίνεται κάτι τέτοιο;
Ο κίνδυνος είναι να συμβεί ακριβώς το αντίστροφο. Να έχουμε υποχρεώσεις πρώτης ταχύτητας με κανόνες που να είναι κοινοί για όλους, αλλά με συμμετοχή σε χαμηλότερες βαθμίδες ενοποίησης. Λιγότερη αλληλεγγύη και περιορισμένη συμμετοχή σε κοινές πολιτικές. Να είμαστε δηλαδή έξω από το τραπέζι των αποφάσεων του πυρήνα. Όπως οι χώρες που δεν ανήκουν στο ευρώ είναι έξω από το τραπέζι του Eurogroup που είναι ουσιαστικά η οικονομική «κυβέρνηση» της ευρωζώνης.
-Υπάρχουν πάντως πολλές φωνές που υποστηρίζουν πως η ελληνική οικονομία και η λειτουργία γενικώς του κράτους μας και του ιδιωτικού τομέα, δεν ταιριάζει με τις δομές των ισχυρότερων μελών της Ευρωζώνης. Με λίγα λόγια ότι όσο κι αν προσπαθήσουμε εντός, δεν θα καταφέρουμε να ορθοποδήσουμε, άρα αφού είμαστε χαμένη υπόθεση ας δοκιμάσουμε κάτι άλλο…
Δεν βλέπω γιατί αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνεται ειδικά για την Ελλάδα αλλά δεν γίνεται για την Κύπρο, για την Πορτογαλία, για τη Μάλτα, ή ακόμη και για την Ισπανία ή την Ιταλία που έχει 15 χρόνια οικονομικής στασιμότητας. Αντιθέτως οι χώρες αυτές φιλοδοξούν να είναι στην πρώτη ταχύτητα και το δηλώνουν. Θεωρώ λοιπόν όλη αυτή τη συζήτηση μοιρολατρική, ηττοπαθή και λανθασμένη.
Θυμίζω ότι η ελληνική οικονομία παρήγαγε πρωτογενή πλεονάσματα επί σειρά ετών από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι και το 2002. Είχαμε πραγματοποιήσει σημαντική πραγματική σύγκλιση μέχρι την κρίση. Εάν έχουμε βρεθεί στην σημερινή κατάσταση, αυτό αφορά στα τεράστια λάθη που έγιναν πριν από το 2010 και στην πάρα πολύ αδύναμη και άτολμη διαχείριση των μνημονίων μετά το 2010. Το γεγονός ότι δεν προχωρήσαμε ταχύτερα και με μεγαλύτερη συναίνεση τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονταν η οικονομία. Δεν θεωρώ ότι ο ορίζοντας της χώρας μας είναι να γίνει ένα Πουέρτο Ρίκο της Ευρώπης ή μια βαλκάνια υπανάπτυκτη χώρα. Για μια οικονομία μικρή σαν την ελληνική που έχει προβλήματα που ξεπερνούν την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη με κορυφαίο το δημογραφικό, χωρίς τη συμμετοχή στο ισχυρό κλαμπ της Ευρώπης, θα ήταν ένα καρυδότσουφλο στις θύελλες της παγκοσμιοποίησης.
Τώρα δε που αυτή η παγκοσμιοποίηση δείχνει πως μετεξελίσσεται και σε ανταγωνισμό οικονομικών εθνικισμών, η τρικυμία αυτή θα ήταν ακόμη πιο άγρια. Ιδίως αν λάβει κανείς υπόψη του τη γεωπολιτική αστάθεια στην περιοχή και τους κινδύνους που αυτή εγκυμονεί για την Ελλάδα με δεδομένα τα όσα συμβαίνουν στην Τουρκία τους τελευταίους μήνες. Επομένως και για λόγους εθνικής αυτοπροστασίας αλλά και επειδή είναι απόλυτα βάσιμο και εφικτό, η Ελλάδα πρέπει πάση θυσία να αποτινάξει αυτή την ηττοπάθεια και τη μοιρολατρία και να διεκδικήσει τη θέση της στην εμπροσθοφυλακή της ενοποίησης. Γιατί αν προς τα εκεί εξελίσσεται η Ευρώπη, το χειρότερο που θα μπορούσε να μας συμβεί είναι να είμαστε στην τελευταία θέση στο βαγόνι.
-Γιατί αυτή η πολυζωνική Ευρώπη θεωρείται από αρκετούς ότι ίσως είναι καλύτερη για τις πιο αδύναμες ή τις πιο μικρές χώρες;
Δεν βλέπω πως μπορεί να είναι καλύτερη. Επισημαίνω πως οι χώρες που έχουν διεκδικήσει να μείνουν απ’ έξω είναι μεγάλες και οικονομικά εύρωστες χώρες, όχι μικρές. Οι μικρές χώρες ήταν πάντα μεταξύ εκείνων που ήθελαν στενότερη ενοποίηση. Όσες επεδίωξαν να διαχωρίσουν τη θέση τους και να μείνουν απ’ έξω σε διάφορους κύκλους είναι χώρες όπως η Βρετανία, η Πολωνία, η Δανία, εν μέρει η Σουηδία. Δηλαδή οικονομίες ισχυρές, ανταγωνιστικές και παγκοσμιοποιημένες με πολύ ρωμαλέα παραγωγική βάση και ανεξαρτησία οικονομικής πολιτικής που λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία. Η Ελλάδα δεν έχει καμία παράδοση επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής πριν από το ευρώ. Από το 1980 μέχρι το 1994 πριν δεθεί με το άρμα των στόχων της ΟΝΕ, η χώρα είχε μέσο όρο ανάπτυξης 0,8% και διψήφιο πληθωρισμό κάθε χρόνο. Αυτό δεν το λες επιτυχία. Είμαστε μια αδύναμη οικονομία, που η αδυναμία μας προϋπήρχε της ευρωζώνης. Επομένως, ακριβώς για τις πιο αδύναμες οικονομίες η περισσότερη ενοποίηση είναι η στρατηγική που μπορεί να τους δώσει και μεγαλύτερη ασφάλεια και περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης.
-Πολλοί πιστεύουν ότι με αφορμή τις διαφορετικές πολιτικές στο προσφυγικό και την οικονομία, η Ευρώπη οδεύει σε διάλυση ενώ άλλοι βλέπουν ότι βαδίζει προς περαιτέρω εμβάθυνση και ενοποίηση με αλλαγή συνθηκών, νέους όρους. Εσείς τι εκτιμάτε ότι θα δούμε τα επόμενα χρόνια;
Η Ευρώπη δεν θα πάει σε διάλυση. Μπορεί πιθανόν να μην καταφέρει γρήγορα να φτάσει σε στενότερη ενοποίηση, και γι’ αυτό το λόγο να βγαίνει από το συρτάρι η συζήτηση των πολλαπλών ταχυτήτων, αλλά στη χειρότερη περίπτωση θα παγώσει κάποια από τα πεδία του ευρωπαϊκού κεκτημένου που έχει ήδη οικοδομήσει. Δεν αποκλείεται μέσα στην επόμενη δεκαετία να έχουμε πιθανόν και κάποια ακόμη χώρα που θα επιλέξει να αποχωρήσει, αν και νομίζω ότι το παράδειγμα της Βρετανίας και το πολύ μεγάλο οικονομικό και πολιτικό κόστος που θα έχει η έξοδός της, θα λειτουργήσει αποτρεπτικά.
Παρά το γεγονός πως είμαστε αναμφίβολα στη χειρότερη κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την ίδρυσή της, η ΕΕ δεν θα διαλυθεί και για χώρες όπως η Ελλάδα, παραμένει το ισχυρότερο κλαμπ στην περιοχή και το μόνο που εξασφαλίζει το είδος του συστήματος που κάθε δημοκρατική χώρα θα ήθελε να έχει. Δηλαδή μια ρυθμιζόμενη οικονομία της αγοράς, με κοινωνικό κράτος, με προστασία του περιβάλλοντος, προηγμένη δημοκρατία, ατομικά δικαιώματα και κράτος Δικαίου. Κοιτώντας και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και ακόμη περισσότερο στην άλλη πλευρά του Αιγαίου ή προς τη Ρωσία, καταλαβαίνουμε πόσο μεγάλη σημασία έχουν οι αξίες, τα ιδεώδη και τα κεκτημένα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σύμβουλος του Μητσοτάκη ειναι ο κύριος τι περίμενες ai-vres ; μάλλον όμως συμφωνείς ιδεολογικά.

ai-vreS είπε...

Καλά τώρα δεν ειναι Καρανίκας ή Πολιτιδής αλλά τέλως πάντων κάτι εκανε και αυτός στη ζωή του .

Γιώργος Παγουλάτος

Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Επισκέπτης Καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης, Bruges, Βέλγιο. Είναι Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΛΙΑΜΕΠ, και του Διοικητικού Συμβουλίου του European Policy Centre (EPC) στις Βρυξέλλες, καθώς και μέλος του Advisory Board του περιοδικού Social Europe. Έχει διατελέσει Μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας (2010-13), Πρόεδρος της Ελληνικής Πανεπιστημιακής Ένωσης Ευρωπαϊκών Σπουδών (ΕΠΕΕΣ), και μέλος διοικητικών συμβουλίων επιστημονικών ενώσεων και οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών.

Διετέλεσε Διευθυντής Στρατηγικού Σχεδιασμού και Σύμβουλος των Πρωθυπουργών Λουκά Παπαδήμου και Παναγιώτη Πικραμμένου (2011-2012).

Αρθρογραφεί τακτικά από το 2007 στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας Καθημερινή. Δηλώσεις και συνεντεύξεις του φιλοξενούνται συχνά στα διεθνή ΜΜΕ.

Είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, και κατέχει Μάστερ και Διδακτορικό Δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης (1997), όπου σπούδασε με υποτροφία Rhodes. Διετέλεσε μεταδιδακτορικός υπότροφος στο Πανεπιστήμιο Princeton των ΗΠΑ (1998-99) με αντικείμενο τη Συγκριτική Οικονομική Πολιτική.

Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα και δημοσιεύσεις αφορούν: Πολιτική Οικονομία και Διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ΟΝΕ, τη Νότια Ευρώπη και την Ελλάδα. Κρίση της Ευρωζώνης. Οικονομική και Χρηματοπιστωτική Πολιτική. Πολιτική Οικονομία των Μεταρρυθμίσεων.

Έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων σε κορυφαία επιστημονικά περιοδικά (West European Politics, Journal of Common Market Studies, Journal of Public Policy, Public Administration, European Journal of Political Research, Government and Opposition, κ.ά.). Έχει συγγράψει, μόνος ή από κοινού, έξι βιβλία. Η μονογραφία του Greece’s New Political Economy: State, Finance and Growth from Postwar to EMU (Oxford St. Antony’s Series, Palgrave Macmillan, 2003) βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών.

Έχει συμμετάσχει σε ανταγωνιστικά ερευνητικά προγράμματα και δίκτυα αριστείας χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ. Συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα του ερευνητικού Προγράμματος DOSEI (Domestic Structures and European Integration), του μόνου προγράμματος κοινωνικής έρευνας που προτάθηκε για το βραβείο επιστημονικής αριστείας Descartes 2006 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

ai-vreS είπε...

¨ητανε σύμβουλος του Παπαδήμου οχι του Μητσοτάκη ....

Ανώνυμος είπε...

Ιφιγένεια συμαίνει υφή του γένους.

Το Προφίλ μας