του Νίκου Τσιουκαρδάνη
Ο κάποτε πλέον
αισιόδοξος – και γλεντζές – λαός της Ευρώπης, ο ελληνικός, έχει καταντήσει τα
τελευταία χρόνια ο περισσότερο απαισιόδοξος. Αυτή η κατάσταση έχει να κάνει με
την καθημερινότητα και με τις «εγγυήσεις» που προδιαγράφουν την πορεία της ζωής
του. Η αίσθηση απουσίας δικαιοσύνης, η αυθαιρεσία της πολιτικής εξουσίας, η
κακή έως άθλια οικονομική κατάσταση, οι κοινωνικές αντιθέσεις που οξύνονται, οι
συνθήκες εργασίας (για τους πολλούς) και ευκαιρίες πλουτισμού, συχνά άνομου,
(για τους λίγους) είναι τα κυριότερα στοιχεία που «φτιάχνουν» τη διάθεσή του.
Έτσι που οι ειδικοί καταγράφουν ήδη τα πρώτα σημάδια κοινωνικής κατάθλιψης.
Ευτυχώς που η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνονται τα κενά.
Η χώρα,
λοιπόν, που το 2004 ένιωθε ότι μπορεί να κάνει τα πάντα, τώρα νιώθει ότι τίποτε
δεν μπορεί να γίνει. Οι αγωνίες κάποιων γίνονται κατανοητές με ένα κούνημα του
κεφαλιού, που σημαίνει «δίκιο έχουν, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε εμείς;» Η χώρα
έχει μπει εδώ και χρόνια σε εκείνη την φάση της παραλυτικής κατάθλιψης, όπου
όλα τα στραβά μοιάζουν αναπόφευκτα και πέρα από τις δικές μας δυνάμεις. Κι αυτό
το αίσθημα είναι χειρότερο από τα στραβά που δεν διορθώνονται.
Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, διεθνώς, έχει γίνει
τα τελευταία χρόνια είδος εν ανεπαρκεία. Αυτό που φαίνεται να τους έδωσε τη
χαριστική βολή είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία συγκλονίζει ακόμη το
οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Η ρίζα του προβλήματος, όμως, βρίσκεται στην
αλλοίωση του αξιακού συστήματος, που προέκυψε κυρίως από τους κοινωνικούς
μετασχηματισμούς των τελευταίων δεκαετιών.
Οι διαθέσεις του κόσμου είναι τρομακτικές. Η
οργή, η αγανάκτηση και το μίσος που νιώθουν οι άνθρωποι για τους θεσμούς, δεν
είναι όμως οργανωμένα με έναν εποικοδομητικό τρόπο. Και η έκπτωση της
εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στην αξία της ζωής έχουν γίνει ένα ανεξέλεγκτο
όπλο μαζικής καχυποψίας που μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή. Η λαϊκή
αγανάκτηση μπορεί να πάρει άγριες μορφές, ακόμα και καταστροφικές, ανεξάρτητα
από πολιτικές προοπτικές. Ο λαός θέλει να τιμωρήσει ή να εκδικηθεί πολιτικούς
και ολόκληρο το σύστημα που τον έχει φέρει σε κρίσιμη κατάσταση. Αυτό όμως δεν
προσδιορίζει πού θα στραφεί στην επόμενη φάση.
Μέγα
ζητούμενο, λοιπόν, οι Θεσμοί.
Στην πραγματικότητα,
έχουμε σε μεγάλο βαθμό υποκύψει στον κακό εαυτό μας. Ο ιστός της ελληνικής
κοινωνίας έχει υποστεί βαθιά διάβρωση. Αν αυτή τη στιγμή υπάρχει μια εθνική
ομοψυχία, αυτή θα τη βρούμε στην απαξίωση της πολιτικής: Όλοι οι πολιτικοί
είναι κλέφτες, όλες οι κυβερνήσεις είναι διεφθαρμένες, η Βουλή πρέπει να καεί
και, ει δυνατόν, μαζί της και όλοι οι βουλευτές της. Τα κόμματα εξουσίας έχουν
προ πολλού χάσει τον αρχικό προορισμό τους και από εθνικά κόμματα έχουν γίνει
υπηρεσίες του αρπαχτικού κεφαλαίου, που φροντίζει να τα χρηματοδοτεί, ανοιχτά ή
κρυφά. Οι κυβερνήσεις σήμερα αλλά και στο πρόσφατο παρελθόν, είναι εκλεγμένες
ολιγαρχίες και οι αρχηγοί των κομμάτων εξουσίας είναι οι μονάρχες που διοικούν
με τους αυλικούς τους. Επιφανή στελέχη των κομμάτων εξουσίας μαθαίνουν τις
αποφάσεις των αρχηγών από την τηλεόραση. Ποια δημοκρατία να εφαρμόσουν, όταν τα
κόμματα είναι αρχηγοκεντρικά και έχουν δημιουργήσει ως και θεσμούς που δεν
προβλέπονται από το Σύνταγμα; (π.χ. συναντήσεις και αποφάσεις αρχηγών
κομμάτων!).
Με επιστολή
του στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, την περασμένη Κυριακή 20 Ιουνίου 2010, ο
τότε αναπληρωτής υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών στην κυβέρνηση Ζολώτα κ.
Γ. Κεφαλογιάννης, είναι άκρως αποκαλυπτικός σχετικά με τις προμήθειες 470.000
ψηφιακών παροχών στον ΟΤΕ από τις εταιρείες Siemens και Intracom με απευθείας
ανάθεση, χωρίς δηλαδή να έχει προηγηθεί ο απαιτούμενος διεθνής διαγωνισμός.
Λέει, λοιπόν: «Επειδή υπήρχε μεγάλο και αναμενόμενο ενδιαφέρον και από άλλες
μεγάλες εταιρείες παραγωγής ψηφιακής τεχνολογίας γιατί το αντικείμενο ήταν
μεγάλο και τα οικονομικά μεγέθη τεράστια, υπήρξε μια δημόσια αντιπαράθεση στα
μέσα ενημέρωσης που πολλά μιλούσαν για σκάνδαλο. Αντιδράσεις ακόμη υπήρξαν από
συνδικαλιστές και άλλους παράγοντες που υποστήριζαν ότι η διαδικασία απευθείας
ανάθεσης ήταν αντίθετη με τις διατάξεις του νόμου περί προμηθειών από το
εξωτερικό. Ετσι, θεώρησα σωστό να πάω το θέμα στο υπουργικό συμβούλιο. Το
υπουργικό συμβούλιο έλαβε ομόφωνη απόφαση μετά από εισήγησή μου, την οποία και
σας εσωκλείω, να σταματήσει κάθε διαδικασία διαπραγμάτευσης με τις παραπάνω
προμηθεύτριες εταιρείες και να διενεργηθεί νέος διαγωνισμός που θα διασφάλιζε
τη διαφάνεια και το δημόσιο συμφέρον. Πρέπει να τονιστεί ότι όχι μόνο ήταν
παράνομη η απευθείας ανάθεση των ψηφιακών παροχών από τις εταιρείες Intracom
και Siemens αλλά και οι τιμές τους ήταν διπλάσιες ή ακόμα και τριπλάσιες από
τις τιμές των ψηφιακών παροχών που υπήρχαν στη διεθνή αγορά. Όταν παρά ταύτα αγνοώντας
την απόφαση του υπουργικού συμβουλίου το Δ.Σ. του ΟΤΕ με τη συναίνεση
των τριών πολιτικών αρχηγών υπέγραψε τις προμήθειες από τις εταιρείες
Siemens, Intracom και το πληροφορήθηκα, επισκέφθηκα τον Γιώργο Γεννηματά, που
το υπουργείο Συντονισμού ήταν δίπλα στο υπουργείο Μεταφορών, τον ενημέρωσα για
τις εξελίξεις και του τόνισα ότι πηγαίνω να υποβάλω την παραίτησή μου στον
πρωθυπουργό. Εν συνεχεία επισκέφθηκα τον πρωθυπουργό, στον οποίο ανέφερα ότι
ύστερα από την τροπή που πήρε η προμήθεια των ψηφιακών παροχών από τον ΟΤΕ
αγνοώντας μάλιστα ομόφωνη απόφαση υπουργικού συμβουλίου, δεν μπορούσα να
παραμείνω άλλο στη θέση μου και έτσι του υπέβαλα την παραίτησή μου».
Και σε άλλο
σημείο της επιστολής: «Με παρακάλεσε και εκείνος (σ.σ. ο κ. Μητσοτάκης), να
ανακαλέσω την απόφασή μου και να μην παραιτηθώ, αλλά του απάντησα ότι αυτό δεν
το συζητώ, αφού ήδη την είχα υποβάλει στον πρωθυπουργό. Τότε ο Μητσοτάκης με
παρακάλεσε να μην ανακοινώσω την παραίτησή μου γιατί ήθελε να ρυθμίσει ένα
σοβαρό θέμα».
Το μεγάλο
ερώτημα παραμένει αναπάντητο: Ποιο ήταν το «σοβαρό θέμα» που ήθελε να ρυθμίσει
ο κ. Μητσοτάκης πριν πέσει η κυβέρνηση; «Η μεθόδευση που έκανε, ήταν να
εμφανίσει την παραίτηση της κυβέρνησης από άλλη αιτία και όχι με αφορμή τις
προμήθειες του ΟΤΕ», προσθέτει ο κ. Κεφαλογιάννης (η κυβέρνηση Ζολώτα
παραιτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1989, όταν και τα τρία κόμματα που τη στήριζαν,
Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμός της Αριστεράς, απέσυραν την εμπιστοσύνη τους λόγω
διαφωνιών για τις κρίσεις στις ένοπλες δυνάμεις και το φορολογικό). Και
σημειώνει ότι «αν ο λαός γνώριζε ότι η παραίτηση της κυβέρνησης έγινε λόγω του
ότι οι τρεις αρχηγοί επενέβησαν στο θέμα προμήθειας ψηφιακού υλικού στον ΟΤΕ
θα ήταν ένας κόλαφος για το πολιτικό σύστημα» και καταγγέλλει ότι «τότε
ξεκίνησε η μεγάλη διαπλοκή του πολιτικού συστήματος, η οποία διατηρείται μέχρι
σήμερα». Τα σχόλια δικά σας.
Συνεχίζουμε. «Το δημοσίευσε το «Βήμα». Το
διάβασε ο Γιάννης Τριάντης, ταράχτηκε και το αναδημοσίευσε στην «Ε». Στη στήλη
του. Το παίρνω κι εγώ, τρίτο χέρι πλέον, και το αντιγράφω. Γιατί νομίζω ότι έχω
χρέος να το κάνω: «Διπλασιάσθηκαν το τελευταίο τετράμηνο οι εισαγωγές ψυχικά
πασχόντων, αλλά και οι επισκέψεις στα εξωτερικά ιατρεία του Δρομοκαΐτειου
εξαιτίας της κρίσης, όπως αναφέρουν οι γιατροί του ιδρύματος. Οι περισσότεροι
απ΄ όσους προσφεύγουν αντιμετωπίζουν προβλήματα που τους προκάλεσαν οι
περικοπές και η οικονομική κρίση, ενώ αρκετοί είναι και οι συνταξιούχοι ή όσοι
βρίσκονται κοντά σε ηλικία συνταξιοδότησης».
Έχω μια φίλη ψυχολόγο. Τη Μαριέττα Πεπελάση.
Με πήρε στο τηλέφωνο και έκλαιγε. Μου είπε: «Έρχονται κάθε μέρα στο γραφείο
μου, για να τους δώσω μια συμβουλή, απελπισμένοι έφηβοι, που ψάχνουν να
πιαστούν από κάπου, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Όλα, μπροστά τους, τα βλέπουν
κλειστά και μαύρα. Ούτε δουλειά, ούτε τίποτα! Δεν σκέφτομαι εμάς, που είμαστε
κάποιας ηλικίας. Αυτούς τους νέους σκέφτομαι, συνεχώς. Περάσαμε κι εμείς
φουρτούνες. Αλλά μπροστά σ΄ αυτά τα παιδιά ανοίγεται πια το χάος. Τι θα γίνει;
Τι μπορεί να γίνει;».
Άκουσα στην τηλεόραση και το είδα και στις
εφημερίδες κάτι ακόμη, πολύ πιο ανησυχητικό: έξι άνθρωποι, τέσσερις άντρες και
δύο γυναίκες, έφτασαν στο αμήν από την ανεργία και την πλήρη αδυναμία να
προσφέρουν ένα πιάτο φαΐ στις οικογένειές τους, που αποφάσισαν να θέσουν τέρμα
στη ζωή τους! Νέοι άνθρωποι. Ηλικίας 27-30 χρονών. Η απόγνωση δεν παίρνει
χαμπάρι από νουθεσίες και παρηγόριες. Κι αυτά συνέβησαν μόνο στο πρώτο εξάμηνο
του 2010. Μπορείτε να αντιληφθείτε τι άλλο μας περιμένει... Ευτυχώς, όλοι αυτοί
οι παραλίγο αυτόχειρες έστελναν μηνύματα στο Διαδίκτυο, όπου διεκτραγωδούσαν σε
φίλους την άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκονταν…».
Από τη στήλη
Ματιές του Λευτέρη Π. Παπαδόπουλου, στην εφημερίδα Τα ΝΕΑ, Σάββατο, 19 Ιουνίου 2010. Τίτλος άρθρου: Η απόγνωση.
Και
γιατί λοιπόν να εξακολουθούμε άπαντες να ομνύουμε στους θεσμούς και τη
«Δημοκρατία», ενώ συμβαίνουν όλα αυτά τα απάνθρωπα τριγύρω μας;
Νομίζουμε
ότι ονειρευόμαστε και όταν ξυπνήσουμε ο εφιάλτης θα έχει φύγει. Όμως, η μείωση
των μισθών, η εξαθλίωση των κατώτερων στρωμάτων, οι απολύσεις, η ανεργία, οι
βίαιες συμπεριφορές δεν είναι όνειρο, αλλά η σκληρή πραγματικότητα.
Απογοήτευση, ανασφάλεια, οργή ή όπως καυστικά το θέτει ο συγγραφέας Γιώργος
Σκαμπαρδώνης: «Είναι σα να σου λένε στα γεράματά σου ότι είσαι υιοθετημένος.
Είναι αυτό που λέει ο Καραγκιόζης, θα φάμε θα πιούμε και νηστικοί θα
κοιμηθούμε...».
Πώς
όμως η παρατεταμένη οικονομική και πολιτική κρίση επιδρά στην ψυχολογία του
καθενός και όλων μας διαμορφώνοντας νέες στάσεις και συμπεριφορές; Πώς μια
κοινωνία αλλάζει όταν αισθάνεται πως δεν υπάρχει διέξοδος στο μέλλον, ούτε
δικαίωση από το παρελθόν;
Όταν
ένα κράτος ενδιαφέρεται να σώσει μόνο την οικονομία, όχι την κοινωνία, τότε το
κόστος είναι μεγάλο. Οι άνθρωποι θα πληρώνουν μόνο φόρους, χωρίς να έχουν το
«δικαίωμα» να ονειρεύονται, να ελπίζουν για το μέλλον. Θα ακυρώνεται το ίδιο το
νόημα της ύπαρξής τους. Και δεν είναι φυσικά μόνο τα μέτρα αυτά καθ' αυτά, αλλά
ο «θριαμβικός» τρόπος επιβολής τους. Η αντίδραση αποκτά την αξία αναγκαίας
πράξης για να ανακτήσει κανείς, με κάθε τρόπο, έστω και βίαια, την αξιοπρέπειά
του. Τότε ο καθένας καλείται να δοκιμάσει ανιχνευτικά τα όρια αντίδρασής του.
«Δεν
έγινε πρωτοσέλιδο η απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,
σύμφωνα με την οποία το περιβόητο Μνημόνιο παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα,
ότι δηλαδή τα σκληρά οικονομικά μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση κλονίζουν τον
κοινωνικό ιστό, επιδεινώνουν το βιοτικό επίπεδο, απειλούν ευάλωτες κατηγορίες
με πλήρη κοινωνικό αποκλεισμό (!).
Μια
δημοκρατική κοινωνία οφείλει να σέβεται και να θωρακίζει την ανθρώπινη αξία και
αξιοπρέπεια και δεν παρεκκλίνει από την αρχή της ισότητας.
…Εκχωρούν
κυριαρχικά δικαιώματα, καταπατούν κάθε έννοια Δημοκρατίας και τολμάνε να
αποκαλούν τη δουλόφρονα πολιτική τους προσπάθεια για οικονομική ανάπτυξη! Τι
κατάντια.
…Βεβαίως,
ξεφουρνίζουν καθημερινά οι κυβερνώντες, τα μέτρα που παίρνουν είναι αντίθετα με
την πολιτική ιδεολογία του κόμματός τους (του σοσιαλισμού!), λυπούνται
ιδιαιτέρως γι' αυτό, ζητούν συγγνώμη(!). Ακρωτηριάζουν τα μεσαία και χαμηλά
στρώματα της κοινωνίας, σμπαραλιάζοντας κάθε μορφή Δικαίου κι εξακολουθούν να
αυθαδιάζουν, οι αναίσχυντοι. Δεν χρειαζόταν η γνωμοδότηση της Εθνικής Επιτροπής
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για να κατανοήσουμε ότι παραβιάζεται οτιδήποτε έχει
σχέση με την αξία της ανθρώπινης ζωής και την αξιοπρέπεια. Οι άνεργοι, οι
συνταξιούχοι και οι χαμηλόμισθοι το βιώνουν στο πετσί τους, η αλήθεια (η
σκληρότατη) είναι βιωματική.
…Επιστήμη
και διανόηση να κάνουν, επιτέλους, κάτι για την πάσχουσα κοινωνία, να στραφούν
κατά της αυταρχικής πολιτείας, να «ντραπεί» ο επικρατών ραγιαδισμός και να
εξαφανιστεί, δίνοντας τη θέση του στον σεβασμό, την ισότητα, την αλληλεγγύη. Η
«φιλοσοφία» τού «έτσι έχουν τα πράγματα», ή «είναι απαραίτητο να γίνουν όλα
αυτά» είναι άρριζη, καθαρά καπιταλιστική. Νομοτέλεια (θα 'πρεπε να) είναι η
συνοχή της κοινωνίας και όχι η διάρρηξη του ιστού της».
Από τη στήλη Από-στάσεις Ελευθεροτυπία, Σάββατο 19 Ιουνίου
2010. Τίτλος άρθρου: Αντιδημοκρατικό Μνημόνιο
Το
πρόβλημα δεν λύνεται, βεβαίως, με ηθικολογικά κηρύγματα. Ούτε μόνο με
εισαγγελικές διώξεις. Το μεγάλο ζητούμενο είναι οι δραστικές θεσμικές
παρεμβάσεις και η κινητοποίηση των κάθε είδους ελεγκτικών μηχανισμών με σκοπό
την ανάσχεση της κάθε είδους διαπλοκής και διαφθοράς. Προϋπόθεση για να συμβεί
αυτό, όμως, είναι το πολιτικό σύστημα να εκδηλώσει αποτελεσματικά την σχετική
βούλησή του.
Η
μόνη αξία που αυτή τη στιγμή πρέπει να διεκδικήσει ένας πολιτικός είναι να πει
την αλήθεια και να ακούσει τη φωνή της δικαιοσύνης.
«Τον περασμένο
Μάιο ένας πανεπιστημιακός έλεγε στην τηλεόραση (άκρως κρατική και όχι δημόσια·
εάν ήταν δημόσια, θα κυβερνούσε ο δήμος και όχι αυτά τα φερέφωνα των κομμάτων,
δηλαδή της εξουσίας), ότι αυτό που πρέπει να αλλάξει στη χώρα είναι η
νοοτροπία...
Μάλιστα. Διότι
– έλεγε - δεν είναι όλο το πολιτικό προσωπικό απατεώνες και διεφθαρμένοι. Έλεγε
ακόμη ότι δεν μπορεί να καταλάβει πώς ένας άνθρωπος αρνείται να εργάζεται επί
40 συναπτά έτη (διότι η εργασία είναι έκφραση χαράς και δημιουργίας και λοιπά).
Μάλιστα. Τσιμουδιά για τους αγρότες, τους εργάτες εργοστασίων και άλλους
ξωμάχους που φτύνουν αίμα για να πάρουν το μεροκάματο· κάτι ψέλλισε απλώς για
βαρέα κι ανθυγιεινά. Τσιμουδιά για τη δομή του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος,
μια δομή που σμπαραλιάζει τον κοινωνικό ιστό και παρέχει άφθονη δύναμη στους
ιδιοκτήτες του. Οι ιδιοκτήτες ούτε ελέγχονται ούτε παραπέμπονται στη
Δικαιοσύνη, ούτε καν λογοδοτούν στα κοινά των ανθρώπων.
Ο κύριος
καθηγητής αρνήθηκε να αναφερθεί στο μάταιον της αντιπροσωπευτικότητας (πρώτη
διατύπωση από τον Λοκ προς το τέλος του 17ου αιώνα και σκληρή κριτική του από
τον Ρουσό στα μέσα του 18ου αιώνα). Δεν θέλησε να πει, ως ωφελημένος του νυν
αντιπροσωπευτικού συστήματος, που οι δόλιοι το λέμε δημοκρατία, ότι σήμερα
υπάρχει τεράστια διάσταση μεταξύ κράτους και πολιτών, μεταξύ διοικήσεως και
διοικουμένων, ότι οι πολίτες έχουν αναγκαστικά αποστασιοποιηθεί από την
πολιτική. Ας κάνει τον κόπο να διαβάσει τι σημαίνει Δημοκρατία· ευτυχώς πολλοί
σύγχρονοι επιστήμονες έχουν συγγράψει πάμπολλα για τις ατέλειές της,
…Τώρα όλοι
πέφτουν από τα σύννεφα... Λένε ότι δεν είναι όλοι οι πολιτικοί ίδιοι (διεφθαρμένοι
και λοιπά). Είναι λάθος. Όλοι είναι, έστω, όλοι γίνονται, ακριβώς διότι
υπηρετούν ένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα. Όταν αποκτούν κρατική θέση, θέλουν
δεν θέλουν διαφθείρονται. Διατί να το κρύψωμεν άλλωστε;
...Πρέπει να
το συνειδητοποιήσουμε: το θέμα της διαφθοράς δεν είναι ηθικό· το θέμα είναι
καθαρά πολιτικό. Πρέπει να εκθεμελιωθεί ένα πολιτικό καθεστώς που γεννά και
ξερνά χιλιάδες διεφθαρμένους. Αν δεν το καταλάβουμε, θα μας τυραννούν η
αθλιότητα και η διαφθορά».
Γιώργος Σταματόπουλος, Ελευθεροτυπία, Σάββατο
29 Μαΐου 2010
Η διαφθορά,
λοιπόν, (η εμπέδωση, δηλαδή, στην κοινή γνώμη της πεποίθησης ότι οι εκπρόσωποί
μας θέτουν εαυτούς υπεράνω των κανόνων που θεσπίζουν για εμάς τους υπόλοιπους
και τα ιδιωτικά συμφέροντά τους πάνω από τα δικά μας) κλονίζει καίρια το πλέον
αναγκαίο για τη δημοκρατική συγκρότηση της πολιτείας αγαθό: την εμπιστοσύνη.
Έρευνες που
έχουν διεξαχθεί σε διάφορες χώρες, επιβεβαιώνουν όλες, αυτή τη μαζική διάβρωση
της εμπιστοσύνης των πολιτών στους ηγέτες τους και στους πολιτικούς θεσμούς. Η
μεγαλύτερη αβεβαιότητα μπροστά στο μέλλον υποσκάπτει επίσης την ίδια την
ικανότητα των ανθρώπων να παρέχουν την εμπιστοσύνη τους. Αλλά υπάρχει και μια
καθαρά πολιτική διάσταση στη διάδοση της δυσπιστίας. Αυτή συνδέεται με το
γεγονός ότι είναι πιο εύκολο για τους πολίτες να επιτηρούν τις εξουσίες, να
ασκούν πίεση σε αυτές, δηλαδή να τις παρακωλύουν, από το να προσπαθούν να τις
μεταρρυθμίσουν ώστε να υπηρετούν καλύτερα το γενικό συμφέρον. Στην
πραγματικότητα, η δυσπιστία δεν ταυτίζεται με την ιδιώτευση ή την αδιαφορία για
την πολιτική. Αυτό το φαινομενικό παράδοξο μπορούμε να το ορίσουμε ως το σύνολο
των πρακτικών που εκφράζουν και οργανώνουν τη δυσπιστία των πολιτών απέναντι
στις εξουσίες. Χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι υπάρχουν δύο σφαίρες και δύο
στιγμές της ζωής των δημοκρατιών. Από τη μια μεριά η εκλογική-αντιπροσωπευτική
δραστηριότητα αποβλέπει στη θεμελίωση της εμπιστοσύνης, δίνοντας μια τυπική
μορφή στην αμοιβαία δέσμευση πολιτών και ηγετών. Αλλά, από την άλλη μεριά, οι
πολίτες ελέγχουν τις εξουσίες που έχουν εκλέξει. Προσπαθούν να διορθώσουν τις
παραλείψεις τους, τις ολιγωρίες τους, τις μεταστροφές τους. Τις τιμωρούν και με
άλλους τρόπους εκτός από την κάλπη: με αυτό που εκφράζουν οι δημοσκοπήσεις, η
πίεση των μέσων ενημέρωσης, οι διαδηλώσεις, η ενδεχόμενη παρέμβαση των
δικαστηρίων. Αυτή η συνειδητή επιλογή («αντι-δημοκρατία» την ονομάζουν κάποιοι)
δεν είναι το αντίθετο της δημοκρατίας.
Αντίθετα με
αυτό που συχνά νομίζουν ορισμένοι, η δυσπιστία δεν είναι από μόνη της ένα
θανάσιμο δηλητήριο. Ο Μπενζαμέν Κονστάν, ως φιλελεύθερος, έλεγε ότι «κάθε καλό
Σύνταγμα είναι μια πράξη δυσπιστίας». Η δυσπιστία αποτελεί στοιχείο της
δημοκρατικής αρετής της επαγρύπνησης. Ο καλός πολίτης δεν είναι μόνον ένας
περιοδικός εκλογέας. Είναι επίσης εκείνος που επαγρυπνεί διαρκώς, εκείνος που
ελέγχει τις εξουσίες, που ασκεί κριτική σε αυτές, που τις κρίνει. Για να είναι
ζωντανή η δημοκρατία πρέπει να παίρνει τη μορφή ενεργητικών εξουσιών ελέγχου
και αντίστασης.
Η αιτία της
γιγάντωσης των φαινομένων πολιτικής διαφθοράς στην πατρίδα μας είναι ακριβώς η
κόπωση της δημοκρατίας - ραγδαία μετά το 1989 -, η εξασθένηση της συμμετοχής
των πολιτών στα κοινά, η απώλεια νοήματος στη δημόσια σφαίρα. Η αδιαφορία μας
για τις κοινές μας υποθέσεις, για τα δημόσια πράγματα, η ιδιώτευσή μας, είναι η
βασική προϋπόθεση για την «ιδιωτικοποίηση του δημόσιου αγαθού» από εκείνους που
ερήμην μας το διαχειρίζονται. Και με αυτήν την έννοια, η Ελλάδα είναι, ίσως, η
πιο διεφθαρμένη χώρα στην Ευρώπη, επειδή είναι η λιγότερο δημοκρατική χώρα της
Ευρώπης. Όχι επειδή οι δικοί μας πολιτικοί είναι από χειρότερη πάστα, μα επειδή
η δημοκρατία μας είναι πιο περιορισμένη, οι θεσμοί ελέγχου της εξουσίας και
συμμετοχής των πολιτών στα κοινά ατελέστεροι, ασθενέστεροι, ελλειμματικοί. Το
μόνο μέσο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η διεύρυνση
της δημοκρατίας.
Αλλά γι’ αυτό
θα μιλήσουμε στο επόμενο.
Τσιουκαρδάνης Νικόλαος
Πολίτης, δημότης και
κάτοικος
του Δήμου Βελβεντού
1 σχόλιο:
POIOS NA TO DIABASEI OLO AYTO RE FILE?
ADIKEIS TON EAYTO SOU.
LIGA LOGIA KAI KALA.
Δημοσίευση σχολίου