Όταν μάλιστα η κουβέντα έρχεται και στα πολιτικά, τότε ο Σωκράτης κυριαρχεί με αντιπολιτευτικά επιχειρήματα που θα τα ζήλευαν πολλοί κοινοβουλευτικοί αγκιτάτορες. Τα χρόνια βλέπεις της πολιτικής στέρησης μέχρι τη νομιμοποίηση απ’ τη μια, αλλά και η επιφυλακτικότητα που τον αντιμετώπιζαν οι συντηρητικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν, τον είχαν φορτώσει με ακαταμέτρητους τόνους αγανάκτησης, που τη δικαιολογούσε ως απόρροια των διακρίσεων που υφίστατο.
Στις πολιτικές τοποθετήσεις του Σωκράτη, επόμενο ήταν παρά τον ήσυχο χαρακτήρα του, να αντιδρά με πείσμα και ο Μένιος. Η ένταση της φωνής τους δυσκόλευε τη σκέψη και η οργή της κομματικής ετικέτας, αχρήστευε τα όποια πολιτικά επιχειρήματα. Η αντιπαράθεση δεν είχε να κάνει πλέον με τους χαρακτήρες των ανθρώπων, αλλά με τα χαρακώματα που όριζαν οι διχαστικές, που αξίωναν τα εγκεφαλικά τους καθεστώτα.
«Κολλήγα γιός του παππού μου ο παππούς / κολλήγα γιός του παππού μου ο πατέρας / κι’ ο παππούς μου κολλήγας κι αυτός…». Όπως μας λέει στα Μικροαστικά του ο εξαίρετος Γιάννης Νεγρεπόντης, και μονάχα, ο φίλος ο Μένιος παίρνοντας έναν μικρό κλήρο από τους προγόνους του κληρονομιά, μαζί με την «πίστη» τους στο Λαϊκό κόμμα και τα επακόλουθά του, κατάφερε να τρυπώσει στο Δημόσιο ως άξιο τέκνο της πολιτικής του καταγωγής. Από την άλλη ο φίλος μου ο Σωκράτης, κουβαλώντας την σκληρή κληρονομιά του αδικοχαμένου παππού του σε μια απεργία καπνεργατών, κόλλησε στο ιδεολογικό πρόσταγμα της οικογένειας, που γι’ αυτόν ήταν ιερή επιταγή, για τους «άλλους» όμως, ρετσινιά…
Οι κοπέλες που μας μοίρασαν τα φυλλάδια για την απεργία που διοργάνωνε η Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων Ελλάδος, ούτε που μπορούσαν να φανταστούν τι φωτιά μας άναβαν; Ο μεν Μένιος βλέποντας και μόνο τη λέξη ΑΠΕΡΓΙΑ πέταξε με μια κίνηση δυσφορίας το φυλλάδιο στο πάτωμα, κάτι που προκάλεσε τα ειρωνικά σχόλια κάποιων ελάχιστων της παρέας, μαζί με τα δικά μου. Ο Σωκράτης παρά την περιφρονητική ματιά προς τον Μένιο, δεν έδειξε να τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα το περιεχόμενο του φυλλαδίου.
Τη μέρα της απεργίας θεώρησα ότι το χρέος μου προς την κοινωνία, αλλά και η υποχρέωσή μου προς τη Δημοκρατία, παραμέριζαν την όποια ενασχόληση της καθημερινότητάς μου και με οδήγησαν στην κεντρική πλατεία της πόλης μου όπου θα πραγματοποιείτο η συγκέντρωση διαμαρτυρίας. Τα πρόσωπα σχεδόν τα ίδια όπως κάθε φορά που οι κυβερνητικές εξισώσεις αφαιρούσαν το μερίδιο της ζωής μας. Χαιρέτησα με νεύματα κάποιους από τους παρευρισκομένους για να μην διαταράξω την προσοχή προς τους ομιλητές και στάθηκα ανάμεσα στο σχετικά μικρό πλήθος που προσήλθε για να δηλώσει με την παρουσία του την οικονομική του ασφυξία που τον έχει φέρει στις τελευταίες θέσεις των Κρατών της ΕΕ. Καθώς επίσης και την εργασιακή του απαξίωση, που τον αναγκάζει είτε να υποταχθεί στην προστατευόμενη από την κυβέρνηση εργοδοτική βουλιμία, είτε να ξενιτευτεί από μια Χώρα που αδιαφορεί για τα παιδιά της.
Είχε περάσει κάμποση ώρα παρακολουθώντας τους ομιλητές και καθώς άλλαζα πόδι στήριξης του σώματός μου, έριξα μια ματιά στις γύρο από την πλατεία καφετέριες. Ένας κόσμος αδιάφορος για ότι μας συμβαίνει, είχε κατακλύσει και το τελευταίο σκαμπό γυρνώντας μας την πλάτη. Κάπου πίσω από την τζαμαρία του καφέ μας σαν να διέκρινα τη φυσιογνωμία του Μένιου. Παλιά τακτική των συντηρητικών σκέφτηκα χαμογελώντας, να καταγράφουν τους γνωστούς τους. Την ίδια ώρα μια βοή, μια ιαχή, ακούστηκε από το δρόμο στο πλάι της πλατείας. Η συντεταγμένη ομάδα που είχε καταλάβει όλο το πλάτος του δρόμου ενώ τον διέσχιζε και αδιαφορώντας για την εκδήλωση διαμαρτυρίας στην κυβερνητική πολιτική που συνέβαινε εκείνη την ώρα στη κεντρική πλατεία, απαιτούσε «Λευτεριά στη Παλαιστίνη». Λευτεριά στη Παλαιστίνη; Ναι! Αλλά τώρα; Τώρα που η εργατική διαμαρτυρία αντιδρά στη κυβέρνηση; Δεν ξέρω αν πριν, ή μετά από το πέρασμά τους φώναζαν και κάτι άλλο, εγώ αυτό τουλάχιστον άκουσα ενώ περνούσαν και μόλις που πρόλαβα να δω εκεί στο τέλος της πομπής την κουρασμένη μορφή του Σωκράτη να προσπαθεί να συντονιστεί μαζί τους.
Στάθηκα για λίγο αμήχανος προσπαθώντας να καταλάβω που χάνεται το Εργατικό Κίνημα στον Τόπο μας. Πως τόνοι ιδρώτα και αίμα και εκατομμύρια εργατοώρες μένουν αδικαίωτες και η μόνη απάντηση που μού έρχεται, είναι το έλλειμμα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ που κουβαλάμε ως ΔΙΧΑΣΤΙΚΟ πλεόνασμα, απέναντι σε μια δοκιμαζόμενη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και σε μια απροσανατόλιστη ΚΟΙΝΩΝΙΑ.
Υ.Γ. Το κείμενο είναι προϊόν μυθοπλασίας και δεν έχει καμία σχέση με υπαρκτά πρόσωπα και γεγονότα.
Μαγκλάρας Βασίλης 2/12/2024 magklarasvas@Yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου