Mια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα, ήταν χτισμένη μια πολιτεία, ας την πούμε Ροκαδινούπολη. Οι κάτοικοί της ήταν άνθρωποι δραστήριοι, έξυπνοι μα και αγαθοί, δίχως μεγάλες και σημαντικές πονηριές. Προσπαθούσαν καθημερινά να καλυτερέψουν τη ζωή τους τίμια και κοπιάζοντας. Έβρισκαν ιδέες και επένδυαν πάνω σ' αυτές, γιατί είχαν πίστη. Εάν αποτύχαιναν ξαναπροσπαθούσαν, ξανά και ξανά, δίχως να σταματάνε ποτέ να προσπαθούν και δίχως να απελπίζονται ποτέ. Βοηθούσαν ο ένας τον άλλο, όπως μπορούσε ο καθ' ένας, και έτσι πρόκοβαν. Κάποτε, κι όπως είναι φυσικό, έβρισκαν μια μέρα αυτό για το οποίο μοχθούσαν και προσπαθούσαν όλα αυτά τα χρόνια.
Λίγο παραπέρα από αυτήν την πολιτεία, ήταν μια άλλη πολιτεία, ας την πούμε Πόλη. Οι κάτοικοί της ήταν στην πλειοψηφία τους τεμπέληδες. Μίζεροι, εγωιστές και πεσιμιστές. Δίχως οράματα, δίχως όνειρα, δίχως πίστη για το μέλλον και πολύ περισσότερο για τον ίδιο τον εαυτό τους. Μοιρολάτρες και τυχοδιώκτες. Κυνηγούσαν πάντοτε το εύκολο χρήμα, παριστάνοντας τους ειδήμονες σε όλα, έχοντας πτυχίο στην ημιμάθεια και μόνο. Έβλεπαν τους κατοίκους της Ροκαδινούπολης να προκόβουν, κι αντί να τους μιμηθούν, τους χλεύαζαν, τους λιθοβολούσαν και τους έβριζαν ασταμάτητα. Ζήλευαν την προκοπή τους και τους μισούσαν γι αυτό. Ζηλόφθονες και συκοφάντες, γεμάτοι πονηριά, μίσος και φθόνο. Μόνη τους έγνοια, το πώς να κάνουν κακό.
Οι κάτοικοι της Πόλης μισούσαν κι εκείνους τους συμπολίτες τους, που τύχαινε να μην είναι όμοιοι με αυτούς, ή που έκαναν παρέα ή φιλίες με τους κατοίκους της Ροκαδινούπολης. Βλέπεις, δεν ήταν όλοι τέτοιοι, υπήρχαν και οι καλοί. Μα που να σηκώσουν κεφάλι... έτρεχαν οι υπόλοιποι, και τους έκαναν ότι έκαναν και στους γείτονες, αναγκάζοντάς τους να μην προκόβουν, όπως θα έπρεπε κανονικά και όπως τους άξιζε. Έφτιαχναν ψεύτικους νόμους και σκαρφίζονταν πλαστές αξίες, μόνο και μόνο για να δικαιολογήσουν την ανικανότητά τους, αναγκάζοντας και τους ικανούς να τους ακολουθούν, από τον φόβο της αποξένωσης, και των λοιπών δεινών που θα υφίσταντο κατόπιν.
Ανησυχώ, γιατί αισθάνομαι ότι ζω στην Ροκαδινούπολη. Και ανησυχώ πολύ γιατί αισθάνομαι πως η Πόλη, δεν απέχει καθόλου μακριά από εδώ. Όπου και να κοιτάξω το βλέπω. Όπου και να γυρίσω το βλέμμα μου, θα τον δω σίγουρα, κρυμμένος στη γωνία πάντα ένας κάτοικος της Πόλης, με πέτρες στα χέρια, κακία στο στόμα και φίδια στην ψυχή. Μιλάμε για ένα Καραγκιοζιλίκι όσο δεν παίρνει άλλο... Άρχισα να σιχαίνομαι, και, μα το Θεό, κουράστηκα...
Προσαρμοσμένο παραμύθι του φίλου ΑΑΤΟΝ.
Σημείωση:Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, καταστάσεις ή πόλεις είναι συμπτωματική.