Μαρία Κουτσιούκη
Βρέχει. Αυτή η όψη του καιρού με κάνει και σκέφτομαι
πολλά. Γι’ αυτό το λόγο έφτιαξα ένα τσάι και κάθισα στο μπαλκόνι. Κοιτούσα
επίμονα τη βροχή να πέφτει και να ποτίζει το χώμα. Σκεφτόμουν όλους αυτούς τους
ανθρώπους που ζούνε έξω, δίχως σπίτι, δίχως λεφτά, δίχως μια κούπα ζεστό τσάι.
Κάθε φορά που βρέχει, να απολαμβάνουν τη βροχή. Κι εγώ εδώ έξω στο μπαλκόνι
σκυθρωπή και μαζεμένη να φοβάμαι να αντικρίσω τη βροχή, να τη νιώσω πάνω μου.
Βλέπω την λάμψη των κεραυνών και σκέφτομαι ότι με εκπλήσσουν.