Επίκαιρα Θέματα:

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

Ταξίδι ... με την όπισθεν.

          Ξέρεις Γιάννη;
           Έκοψαν το πλατάνι στην πλατεία. Έκοψαν όλα τα κλαδιά του, κι απόμεινε ένα κούτσουρο.
           Ναι, ναι, το μεγάλο πλατάνι, το αιωνόβιο, που δρόσισε γενιές και γενιές στα Σέρβια.
           Ξέρεις Γιάννη;
           Κάθομαι τώρα στην πλατεία κι ένας κόμπος σφίγγει το στήθος μου. Άραγε έκλεισε ένας
           κύκλος; Κι αν πράγματι έκλεισε, υπάρχει το χρονικό ή το επιθυμητό περιθώριο ν' ανοίξει 
           κάποιος άλλος;

           Βλέποντας το απομεινάρι του πλατανιού, σκέφτομαι, ότι καμιά φορά, θες να ταξιδέψεις
           τη ζωή σου και να την περπατήσεις βήμα με βήμα προς τα πίσω!
           Γυρνώντας τον διακόπτη του χρόνου και ξετυλίγοντας τ' αμοντάριστα πλάνα της, μοιάζει
           συναρπαστικό. σαν να τη ζεις δυο φορές!
           Σαν να περνάς το ίδιο ποτάμι. ανάποδα! Πληροφορήθηκα, ότι όταν έγινε η πλατεία, και
           φυτεύτηκε ο πλάτανος, πολλοί κάτοικοι, μεταξύ αυτών και ο παππούς μου, έβαλαν στις
           ρίζες του, μπουκάλια, τα οποία περιείχαν μέσα τους χαρτιά με γραμμένη τη δική τους
           ιστορία, την δική τους παρακαταθήκη. Το περιεχομενο τους, δεν το μάθαμε ακόμα.
           Ίσως αποτελέσει σημείο ιστορικής, κοινωνικής, και μουσειακής επεξεργασίας στο μέλλον.
           Ξέρεις Γιάννη;
           Σύμφωνα, με την αιτιολόγηση της Δημοτικής αρχής σε διαμαρτυρίες συμπολιτών μας, αιτία
           της κοπής, ήταν η επικινδυνότητα των σάπιων κλωναριών του. Όχι, ενός κλωναριού, αλλά
           όλων. Λες και συνωμότησαν, όλα μαζί να σαπίσουν, απλά και μόνο για να αφήσουν ένα κού-
           τσουρο. Ένα κούτσουρο με χιλιάδες αναμνήσεις στις ρίζες του, αλλά χωρίς προοπτική, χω-
           ρίς μέλλον, χωρίς ελπίδα για το ίδιο.
           Και το σημαντικότερο χωρίς να φυτευθεί καινούργιο, για να βάλουμε και εμείς τα μπουκά-
           λια με τις δικές μας ιστορίες, τις δικές μας παρακαταθήκες.
           Δυστυχώς Γιάννη, έμεινε μόνο το κούτσουρο. Και να ξέρεις κάτι, ότι σπάνια σκεφτόμαστε,
           αυτό που έχουμε, διαρκώς όμως σκεπτόμαστε αυτό που στερούμαστε.
           Κάθομαι και βλέπω, αυτές τις κουρασμένες χαρακιές, στο πολυβασανισμένο κούτσουρο.
           Πόσο μου, μοιάζει!
           Κοίτα, αυτές τις κουρασμένες ρυτίδες στο πρόσωπό μου. Άλλες τις έφτιαξε ο χρόνος
           κι' άλλες ο πόνος. Καμιά φορά τρυπώνουν και μέσα μου. Ζαρώνουν την ψυχή και την μα-
           ραίνουν. Λίγο - λίγο παραμορφώνουν τον καθρέπτη μου!
           Ωριμότητα την λένε!
           Βλακείες!
           Σιγά, να μη νοιαστεί κανένας για ένα μαραμένο κεφάλι κι ας κρύβει μέσα όλη τη σοφία
           του κόσμου!
           Α! ρε κούτσουρο.
           Α! ρε Γιώργο.
                   
 Γιώργος Κυργιώργης

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Απιστευτο κειμενο,μπραβο Γιωργο! Αυτοι που τα εβαλαν με τον ιστορικο πλατανο, ελαβαν το αναλογο τιμημα, απο τον Σερβιωτικο λαο!

Το Προφίλ μας