Ζούμε σε μια εποχή όπως αυτήν της Αθήνας του 405 π.Χ, που απο οικονομική άποψη η πόλη υπέφερε σοβαρά και οι Αθηναίοι πνευματικά πλησίαζαν στην κατάσταση που οι ιστορικοί ονομάζουν «κατάρρευση του σθένους».
Οι κανόνες ηθικής είχαν τεθεί υπο αμφισβήτηση, αμφιβολίες και αντιρρήσεις κλόνιζαν την θρησκεία.
Διανύουμε το 2013 και η κατάσταση είναι το ίδιο και χειρότερη, γιατί
τότε παρα τους παραλογισμούς της πολιτικής και των πολιτικών,άκμαζε ο
πολιτισμός υπο μορφήν κλασικών αριστουργημάτων,όπως αυτά του
Αριστοφάνη,του Ευριπίδη,του Σοφοκλή.
Σήμερα τί έχει να επιδείξει ο
ελληνικός πολιτισμός μας; Η ελληνική γή εγκαταλείπεται προς αναζήτηση
καλύτερων συνθηκών ζωής ,κάπου μακριά.Κάτι αντίστοιχο κάνουν ο
Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης, στις Όρνιθες του Αριστοφάνη.
Αριστοτεχνικά περιγράφει ο μεγάλος κωμωδιογράφος την προσπάθειά των δύο
ηρώων να αναζητήσουν μια νέα πόλη,μακριά από την Αθήνα απο την οποία
φεύγουν απογοητευμένοι, έχοντας για οδηγό μια κουρούνα και μια
καλιακούδα.Εν τέλει επιθυμούν την ίδρυση νέας πόλης όπου θα κυβερνούν…
τα πουλιά.
¨ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
(Προς την Κουρούναν) Έλα, μωρή! τι χάσκεις τώρα; θα μας τραβάς ακόμα
στα πετρώματα; (Προς τον Πεισθέταιρον) Πήρες κανένα δρόμο με το μάτι;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ Μπα! δεν υπάρχει ούτε μονοπάτι.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ θα βρούμε, λέ’ η Κουρούνα σου, δρόμο ‘ς αυτήν τή χώρα;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ Ο,τι έλεγε προτήτερα, το ίδιο λέει και τώρα.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ Σαν τι σου λέει δηλαδή;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι άλλο τάχα ξέρει, παρά πού μου κατάκοψε με δαγκωνιές το χέρι; Τι
φοβερό! γυρέψαμε του κάκου να πάμε μια φορά «κατά κοράκου», κ’
ετοιμασίες κάναμε, και όμως δεν ξέρουμε πούθε τραβά ο δρόμος! (Προς το
κοινόν) Γιατί ημείς,—ώ άνδρες, που ακούτ’ εμέ [τον βλάκα]— επάθαμεν
αρρώστια αντίθετη απ’ του Σάκκα. {5} Γιατί αυτός δεν ήτανε
πολιτογραφημένος και γύρευε με το στανιό να τον ειπούν πολίτη·
κ’
εμείς, που είχαμε τιμές από φυλή και γένος, πολίτες, δίχως να μας μπη
κανένας και στη μύτη, πήραμε τα δυο πόδια μας καθένας και πετάξαμε· μα
τούτο δεν το πράξαμε ούτ’ από μίσος τάχα για την πόλι, γιατί έχει από τη
φύσι προτερήματα, ούτε πως δεν μοιράζει ‘ς όλους χρήματα. Η τζίτζικες
‘ς ένα χρόνο τραγουδούν δυο μήνες μόνο, μα οι Αθηναίοι τώρα πέρασαν και
της τζιτζίκες, γιατί ‘ς όλο τους το βίο τραγουδούνε μόνο δίκες! Γι’ αυτό
λοιπόν τραβήξαμε κ’ εμείς ‘ς αυτά τα μέρη με χύτρα και με κάνιστρο και
με μυρτιές ‘ςτο χέρι, {6} [να χτίσουμε την πόλιν μας] κ’ εδώ κ’ εκεί
γυρνάμε να βρούμε τόπον ήσυχο, που να καλοπερνάμε. ¨
Το όνομα της πολης; Νεφελοκοκκυγία.Τοποθετημένη στον αέρα.Ακόμα και σ’
αυτήν την εναέρια πολιτεία, όμως, δεν παύουν να υπάρχουν διεφθαρμένοι
τύποι,όπως ο ιερέας που εκδιώκεται εξαιτίας μιας ακατάλληλης προσευχής.
(Εισέρχεται εκ του αντιθέτου μέρους ο επίσκοπος κρατών δύο αμφορείς ψηφοφορίας και ενδεδυμένος με φόρτον πολυτελείας).
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Πού είν’ εδώ οι Πρόξενοι; {87} [για πείτε μου ν'ακούσω].
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ Ποιός είσαι, Σαρδανάπαλε,{88} πού ρθες με τέτοιο λούσο;
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Επίσκοπος {89} κληρώθηκα Νεφελοκοκκυγίας.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ Επίσκοπος; ποιός σ’ έστειλε [με τέτοιες οδηγίες];
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Μ’ έστειλ’ ένα παλιόχαρτο εκείνου του Τελέα.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ [Τι λες; πολυ ωραία! ] Θέλεις να πάρεις το μισθό τη ράχη να μας δείξεις, πριν ιστορίες τίποτα στην πόλη μας ανοίξεις;
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Μα τους θεούς, να γύριζα το ήθελα πολύ, γιατί έχω κάνει πρόταση σπουδαία σ τη Βουλή για τον Φαρνάκη {90} των Περσών, [πούχει μεγάλο πλούτο].
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ (ραπίζων αυτόν αιφνιδίως) Ορίστε!… πάρε το μισθό και τράβα! ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Τ’ είναι τούτο!
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ Νά, τώρα ένα ψήφισμα για τον Φαρνάκη παίρνεις.
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Διαμαρτύρομαι φρικτά! τους επισκόπους δέρνεις;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ Βρε δεν θα φύγεις
από δω με τούτα τα σταμνιά σου; [και έπειτα, για στάσου,] στέλνουν
επίσκοπο ποτέ σε πολιτείες [και λαούς] πριν πιάσουνε οι κάτοικοι να
θυσιάσουν στους θεούς;(Ο Πεισθέταιρος αποδιώκει τον Επίσκοπον διά ραβδισμών.)
Στους Βατράχους ο Αριστοφάνης διασκεδάζει τους θεατές μπλέκοντας τους
χαρακτήρες σε ξεκαρδιστικές καταστάσεις,όπως όταν ο Διόνυσος βρίσκεται
να μαστιγώνεται ως δούλος.Ποιός είναι ο δούλος και ποιός ο θεός;Αυτός
που θα πονέσει απο το ξύλο θα είναι ο δούλος.Γιατί ένας θεός ,λογικά,
δεν πονάει.
ΞΑΝΘΙΑΣ(Προς τον Αιακό)Κι’ όποιον δεις από τους δυο μας πως θα κλάψει πιο μπροστά
και περσσότερο πονέσει απ’ το ξύλο, τότε κρίνε πως αυτός θεός δεν είναι.
και περσσότερο πονέσει απ’ το ξύλο, τότε κρίνε πως αυτός θεός δεν είναι.
ΑΙΑΚΟΣ Α, λοιπόν συ πρέπει νά σαι και παλληκαράς λαμπρός,και τραβάς γραμμή στο δίκιο. Έλα! να γδυθήτ’, εμπρός!ΞΑΝΘΙΑΣ Πώς ο νους σου θα μας κρίνει και με την δικαιοσύνη;
ΑΙΑΚΟΣ Κρίση εύκολα θα βγάλω•[τις ξυλιές θα τις μοιράζω] μια στον ένα, μια στον άλλο.ΞΑΝΘΙΑΣ Καλά λες• κοίτταξε τώρα για να δείς αν θα σαλέψω
ΑΙΑΚΟΣ (ραβδίζων αυτόν)Νά, σε χτύπησα.
ΞΑΝΘΙΑΣ Καθόλου.
ΑΙΑΚΟΣ Μα κ’ εγώ θα το πιστέψω ,στάσου τώρα να χτυπήσω και αυτόν εδώ επίσης.
(χτυπά τον Διόνυσο)
ΔΙΟΝΥΣΟΣ Καλά, πότε θα χτυπήσεις ;
ΑΙΑΚΟΣ Μα σε χτύπησα.
ΔΙΟΝΥΣΟΣ Αλήθεια; πώς δεν μού ρθε φτερνητό;
ΑΙΑΚΟΣ Ξέρω γω ; ας δοκιμάσω κι’ άλλη μια φορά [μ' αυτό].
ΞΑΝΘΙΑΣ Κάνε γρήγορα.(Ο Αιακός χτυπά• ο Ξανθίας μορφάζων από πόνο:)Πωπώπω!
ΑΙΑΚΟΣ Τ’ είναι το πωπώπω ; μήπως και σε πόνεσε [ο χτύπος] ;
ΞΑΝΘΙΑΣ Όχι, μα τον Δία• [μόνο]τον καιρό των Διομείων {82} συλλογίσθηκα αγώνων στο Ηράκλειο.
ΑΙΑΚΟΣ [ Αλήθεια ;] Θεοσέβεια που έχει! ας τραβήξω κατά τούτον [πάλι].(Στρέφεται προς τον Διόνυσον και τον χτυπά)
ΔΙΟΝΥΣΟΣ (πονώντας) Ω!… ω!… ω!…
ΑΙΑΚΟΣ Τι τρέχει;
ΔΙΟΝΥΣΟΣ (προσποιούμενος αδιαφορία)Νά, καβαλλαραίους βλέπω.
ΑΙΑΚΟΣ Γιατί κλαις, [μ' αυτόν τα ίδια];
ΔΙΟΝΥΣΟΣ Να…μυρίσθηκα κρομμύδια.
ΑΙΑΚΟΣ Ας τραβήξω κατά τούτον.(χτυπά τον Ξανθία)
ΞΑΝΘΙΑΣ Ωχ, αλλοί και τρισαλλοί!
ΑΙΑΚΟΣ Ε λοιπόν, τι έχεις πάθει ;
ΞΑΝΘΙΑΣ(γυρίζοντας το πόδι και δείχνοντας την φτέρνα)Βγάλε μου αυτό τ’αγκάθι.
ΑΙΑΚΟΣ (στενοχωρημένος) Μωρέ τ’ είν’ αυτό! ας στρίψω κατ’ αυτόν εδώ [το φίλο].(Χτυπά τον Διόνυσο)
ΔΙΟΝΥΣΟΣ (απ’ ό,τι φαίνεται ,πονώντας ) Ω Απόλλων, που υπάρχεις στους Δελφούς και εις τη Δήλο!
ΞΑΝΘΙΑΣ (με πνεύμα διαβολής)Δεν ακούς ; έχει πονέσει!
ΔΙΟΝΥΣΟΣ Δεν αισθάνομαι τον πόνο,γιατί έβαλα στο νου μου έναν ίαμβο [και μόνο]
του Ιππώνακτος. {83}
του Ιππώνακτος. {83}
Ας
ανατρέξουμε,λοιπόν, στον πλούσιο θυσαυρό της αρχαίας ελληνικής μας
λογοτεχνίας, για να συνηδειτοποιήσουμε την αξία του ελληνικού
πολιτισμού. Ο Αριστοφάνης κατορθώνει μέσα απο τις κωμωδίες του να
αποφορτίσει ψυχολογικά το κοινό του,να το κάνει να ξεχάσει τα προβλήματα
,αλλά παράλληλα με την διακωμώδηση της πολιτικής, κυρίως, κατάστασης,
επιτυγχάνει να αφυπνίσει το λαό,να προβληματίσει και να δώσει
συμβουλές.Η επιρροή του Αριστοφάνη υπήρξε τεράστια. Σύμφωνα με την πρώτη
τυπωμένη έκδοση του Αριστοφάνη, του Άλδου Μανούτιου, στα 1498,
γνωρίζουμε πως ένας απο τους μεγαλύτερους Πατέρες της Εκκλησίας, ο
Ιωάννης ο Χρυσόστομος, πρέπει να αγαπούσε και να θαύμαζε τα έργα του
Αριστοφάνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου