Τρία χρόνια τώρα, η χώρα δεν βρίσκεται μόνο στην περιδίνηση της
Μεγάλης Υφεσης. Ζει και μια βαθιά εσωτερική πόλωση, κοινωνική και
πολιτική. Οι διαιρετικές γραμμές αυτής της πόλωσης έχουν χαραχθεί με
τους όρους της αντιπολίτευσης. Προνόμιο συχνά των πολιτικά ηττημένων
ήταν ότι επικρατούσαν στο πεδίο των ιδεών, του συλλογικού θυμικού και
των συμβόλων. Εχαναν μεν τις εκλογές, διατύπωναν όμως το κυρίαρχο
αφήγημα. Μπορούσαν πια να πουν την ιστορία με τους δικούς τους όρους.
Ποιο είναι λοιπόν το επικρατήσαν αφήγημα της κρίσης; Οτι η κρίση είναι
δημιούργημα του Μνημονίου. Οτι δεν είναι η κρίση που γέννησε το
Μνημόνιο, αλλά το αντίστροφο. Οτι η κοινωνία μας θα ζούσε ακόμα στην
(επίπλαστη) ευημερία του 2008-09, αρκεί να μην είχε παρεμβληθεί το
Μνημόνιο.
Το κυρίαρχο αφήγημα δεν παράγει απλώς τη δική του μυθοπλασία.
Διατηρεί επίσης το πλεονέκτημα του προσδιορισμού. Τόσο για τον εαυτό του
όσο και για τον αντίπαλο. Ετσι το κυρίαρχο αφήγημα θέλει τη χώρα να
διαιρείται σε Μνημονιακούς και αντι-Μνημονιακούς. Οι πρώτοι δεν έσπευσαν
απλώς υποτελώς να συμμορφωθούν προς τις υποδείξεις της κ. Μέρκελ και
της τρόικας, όπως επιμένει το «αντι-μνημονιακό» αφήγημα. Υποχρεώθηκαν
επίσης να κουβαλάνε τον χαρακτηρισμό «Μνημονιακοί» που τους φόρεσαν οι
αντίπαλοί τους.
Η πραγματικότητα βέβαια υποδεικνύει μια διαφορετική διαίρεση. Κάποιοι
σήκωσαν στην πλάτη τους το βαρύ κόστος και αναγκαίο τίμημα των όρων
παραμονής σε μια επί του παρόντος αφιλόξενη Ευρωζώνη, από την οποία η
μοναδική εναλλακτική μιας εξόδου θα ήταν πολλαπλάσια καταστροφική. Και
κάποιοι άλλοι, απέναντι, αρνούνται το τίμημα αρνούνται και το δίλημμα,
από τη βολική απόσταση που τους εξασφαλίζει η θέση τους στην (εξ
ορισμού) κυβερνητικά ανεύθυνη αντιπολίτευση.
Αυτή ακριβώς η πόλωση συσκοτίζει και δυσχεραίνει μια ψύχραιμη δημόσια
συζήτηση για την κρίση και το Μνημόνιο. Ομως ορισμένα πρόσφατα γεγονότα
συμβάλλουν στην αποσυσκότιση. Η μια (δραματική) εξέλιξη αφορά την
Κύπρο, από όπου απορρέουν τρία σημαντικά διδάγματα. Πρώτον, ότι η άρνηση
της πραγματικότητας, οι ιδεολογικές ψευδαισθήσεις και η αναβολή των
επώδυνων λύσεων καταλήγουν σε πολλαπλάσιο κόστος από εκείνο που
προσπαθούν να αποφύγουν. Η κυβέρνηση Χριστόφια ανέβαλε την ώρα της
αλήθειας για πάρα πολλούς μήνες, με τραγικά για τον κυπριακό λαό
αποτελέσματα. Δεύτερον, η Κύπρος θα μας θυμίζει πόσο πολύ χειρότερα θα
μπορούσαν να ήταν τα πράγματα από την ήδη οδυνηρή δοκιμασία που βιώνει η
ελληνική κοινωνία. Τουλάχιστον εδώ οι τράπεζες έμειναν όρθιες, οι
καταθέσεις του κόσμου δεν εξαερώθηκαν, τα ΑΤΜ δεν έκλεισαν, η ετήσια
συρρίκνωση της οικονομίας δεν ήταν διψήφια, σαν αυτή που πιθανότατα
αναμένει την Κύπρο το 2013. Τρίτον, η Κύπρος διαλύει τις επιμελώς
καλλιεργημένες εγχώριες ψευδαισθήσεις ότι υπάρχει τάχα ένας τρίτος
δρόμος, «εντός του ευρώ αλλά εκτός Μνημονίου». Η Κύπρος απέδειξε ότι η
επιλογή ήταν ανάμεσα στο «πολύ κακό» και στο «πολύ χειρότερο». Ηδη η
Κύπρος έχει αποκτήσει το δικό της «στρατόπεδο της λίρας» (οι αντίστοιχοι
του δικού μας «στρατοπέδου της δραχμής» – δάνεια στο εσωτερικό,
καταθέσεις στο εξωτερικό) που κατεργάζονται σενάρια επιστροφής στο
εθνικό νόμισμα, με τη βοήθεια προθύμων οικονομολόγων. Εάν κι αυτό
συμβεί, τότε θα δούμε και το «πολύ χειρότερο» να πραγματοποιείται.
Η δεύτερη εξέλιξη, θετική αυτή τη φορά, είναι το κλείσιμο της
τεράστιας ψαλίδας των ελλειμμάτων. Είναι η ταχύτερη διπλή προσαρμογή
(δημοσιονομικού ελλείμματος και εξωτερικού ισοζυγίου) σε ανεπτυγμένη
ευρωπαϊκή χώρα, με κοινωνικό κόστος ανάλογο, όπως αποτυπώνεται στο
εφιαλτικό 27% της ανεργίας. Το αναμφισβήτητο μέγεθος της προσαρμογής μας
δίνει αξιόλογη διαπραγματευτική δύναμη, προς αξιοποίηση μετά τις
γερμανικές εκλογές, σε συντονισμό με τις υπόλοιπες χώρες του Νότου.
Ορθώς ο κ. Τσίπρας μιλά περί «συμμαχίας του Νότου». Ξεχνά όμως να
αναφέρει ότι η Ελλάδα μπορεί τώρα να μετέχει προνομιακά στη συμμαχία
αυτή, αντί να είναι η αποσυνάγωγη «ειδική περίπτωση» του 2010-11, με την
οποία κανείς Νότιος ηγέτης δεν ήθελε να συσχετίζεται. Ξεχνά επίσης να
αναφέρει ότι η Ελλάδα μπορεί να μετέχει στη συμμαχία του Νότου διότι
υπερασπίστηκε υπεύθυνα τη θέση της στο ευρώ, αντί να παίζει επικίνδυνες
μπλόφες χρεοκοπίας και εκβιασμών που διάφοροι τυχοδιωκτικά της
υποδείκνυαν. Και ξεχνά βέβαια να αναφέρει ο κ. Τσίπρας πόσο το κόμμα του
εμπόδισε τη δραστική συρρίκνωση των ελλειμμάτων, παρότι θα έσπευδε τώρα
ασμένως να καρπωθεί τα διαπραγματευτικά πλεονεκτήματά της.
Αυτό το ξεκαθάρισμα μας επιτρέπει να περάσουμε στην πικρή ουσία του
προβλήματος της Ευρωζώνης. Το μείγμα λιτότητας, ύφεσης και ανεργίας δεν
μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον. Εάν δεν εξοντώσει οικονομικά τον
Νότο θα τον διαλύσει κοινωνικά και πολιτικά. Χωρίς εξισορρόπηση της
ύφεσης με τόνωση της ζήτησης στον Βορρά, καθώς ο Νότος περνάει σε
πλεονάσματα. Χωρίς επείγουσες επενδύσεις και στήριξη της απασχόλησης
στον Νότο, με πρωτοβουλίες της ΕΤΕΠ και της Κομισιόν. Χωρίς ροή
φθηνότερης χρηματοδότησης στις επιχειρήσεις του Νότου, ιδίως
μικρομεσαίες, με πρωτοβουλίες της ΕΚΤ. Χωρίς ταχύτερα βήματα τραπεζικής
ένωσης. Χωρίς μια υπόσχεση ελπίδας και μια αίσθηση προοπτικής για τις
οικονομίες και τους πολίτες της ευρωπεριφέρειας. Χωρίς όλα αυτά, και
άλλα, η Ελλάδα θα έχει κερδίσει ίσως την προσαρμογή της, αλλά η Ευρώπη
σε ελάχιστα χρόνια θα έχει χάσει το νόμισμά της, την ενότητα, την
ειρήνη, την ιστορία, και την ψυχή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου