Του Παύλου Τσίμα
Πριν λίγους μήνες, η κυβέρνηση κατάφερε να περάσει, σχεδόν χωρίς να
ανοίξει μύτη, μια μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού που, κάτω από
διαφορετικές συνθήκες, θα είχε ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου.
Δεν χρειάστηκε να επικαλεστεί τα (δυσαπόδεικτα) μακροπρόθεσμα συμφέροντα της κοινωνίας, ούτε τις αρχές της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης μεταξύ γενεών, ούτε καν τα πορίσματα αναλογιστικών μελετών. Όλα αυτά τα επιχειρήματα τα είχαν ήδη χρησιμοποιήσει προ ετών ο Γιαννίτσης και ο Σημίτης, με τα αποτελέσματα που όλοι θυμόμαστε. Αυτή τη φορά η κυβέρνηση δεν επιχείρησε να τα επαναλάβει. Χρησιμοποίησε ένα μόνον επιχείρημα: τον κίνδυνο της επικείμενης πτώχευσης, τη βούληση των κακόψυχων δανειστών μας και το μνημόνιο. Το επιχείρημα ήταν αρκετό. Η αλλαγή πέρασε, με ελάχιστες- τηρουμένων των αναλογιών- αντιδράσεις.
Δεν χρειάστηκε να επικαλεστεί τα (δυσαπόδεικτα) μακροπρόθεσμα συμφέροντα της κοινωνίας, ούτε τις αρχές της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης μεταξύ γενεών, ούτε καν τα πορίσματα αναλογιστικών μελετών. Όλα αυτά τα επιχειρήματα τα είχαν ήδη χρησιμοποιήσει προ ετών ο Γιαννίτσης και ο Σημίτης, με τα αποτελέσματα που όλοι θυμόμαστε. Αυτή τη φορά η κυβέρνηση δεν επιχείρησε να τα επαναλάβει. Χρησιμοποίησε ένα μόνον επιχείρημα: τον κίνδυνο της επικείμενης πτώχευσης, τη βούληση των κακόψυχων δανειστών μας και το μνημόνιο. Το επιχείρημα ήταν αρκετό. Η αλλαγή πέρασε, με ελάχιστες- τηρουμένων των αναλογιών- αντιδράσεις.
Ήταν ακόμη η εποχή που το μνημόνιο μπορούσε να γίνει το όχημα επί του οποίου ταξίδευαν αλλαγές που επί δεκαετίες οι ελληνικές κυβερνήσεις συζητούσαν μα δεν επιχειρούσαν (οι άδειες των φορτηγών δημόσιας χρήσης είναι ένα καλό παράδειγμα: το συζητούσαν όλες οι κυβερνήσεις από εποχής Γεωργίου Ράλλη, αλλά καμιά δεν το αποτόλμησε). Το τέλειο άλλοθι για την κυβέρνηση (που εμφανιζόταν να τα κάνει όλα από ανάγκη και με πόνο ψυχής). Και η ασπίδα που απέκρουε τις, φυσιολογικές, αντιδράσεις. Αλλά αυτή η εποχή έχει ήδη εκπνεύσει.
Το είδαμε πρόσφατα. Στη συζήτηση για το ενιαίο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων (άλλη πονεμένη υπόθεση, που η συζήτησή της διαρκεί δεκαετίες), το μνημόνιο γίνεται όπλο όχι στα χέρια της κυβέρνησης αλλά στην φαρέτρα των συνδικαλιστών που αντιδρούν: «αν είναι να το κάνουμε επειδή το λέει το μνημόνιο, δεν θα το κάνουμε ποτέ». Και στις αντιδράσεις των ιατροσυνδικαλιστών στις αλλαγές που το νομοσχέδιο Λοβέρδου έφερνε (κάποιες από τις οποίες ήταν σωστές και δίκαιες) το μνημόνιο έγινε η τέλεια ασπίδα απόκρουσης των ενοχλητικών για κατεστημένα συμφέροντα αλλαγών: «Το κάνετε επειδή το λέει το μνημόνιο, άρα είναι άδικο!», απαντούσαν. Και κέρδιζαν λαϊκό ακροατήριο.
Είναι φανερό πως η εποχή όπου το μνημόνιο ήταν άλλοθι και ασπίδα για την κυβέρνηση, που η επικλησή του αρκούσε για να υποκαταστήσει τον πολιτικό λόγο, την πειθώ και το πρόγραμμα, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ήταν αναπαυτική για τους κυβερνώντες, αλλά δεν θα μπορούσε να διαρκέσει πολύ. Τώρα, λοιπόν, αρχίζουν τα δύσκολα. Οι αποφάσεις, τα μέτρα και οι αλλαγές θα είναι της κυβέρνησης. Αυτή θα πρέπει να τις αιτιολογεί, να πείθει, να δημιουργεί περιβάλλον συναίνεσης, να τις εντάσσει σε ένα ορατό και μετρήσιμο σχέδιο για τη χώρα. Αν τα καταφέρνει, καλώς, Αν δεν τα καταφέρνει, κανένα μνημόνιο, κανένας μπαμπούλας, ούτε και η τριάς των εποπτών δεν θα μπορεί να την ξελασπώσει. Αντίθετα, η επίκλησή τους, ή η παρέμβασή τους θα είναι ζημιά.
Το διαπιστώσαμε ήδη, την περασμένη Παρασκευή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου