ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. ιδ΄ 22-34)
«Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε»
Μ’ αὐτά τά λόγια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
καθησύχασε ὁ Κύριος τούς τρομαγμένους μαθητές, καθώς τόν εἶδαν νά
περπατᾶ πάνω στά νερά τῆς λίμνης, ὅπως βαδίζει κανείς ἐπάνω στήν ξηρά.
Αὐτή ἡ φωνή, «ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε», ἦταν γνώριμη στούς μαθητές‧ ἦταν ἡ
φωνή τοῦ Ποιμένος, τοῦ Κυρίου, πού σκόρπισε ἐμπιστοσύνη στούς
φοβισμένους μαθητές, ἔδιωξε τό φόβο καί τήν ταραχή καί ἀναπτέρωσε μέσα
τους τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας.