του Βασίλη Παπαθανασίου, Μηχανολόγου Μηχανικού
Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο έντονα μπαίνει στο καθημερινό μας λεξιλόγιο η έννοια της «Πράσινης Ανάπτυξης». Τα όλο και διογκούμενα προβλήματα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, όπως η ποιότητα του αέρα, η μόλυνση του εδάφους και η προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς μπαίνουν στα προγράμματα των κυβερνήσεων, των κομμάτων και των τοπικών κοινωνιών, παράλληλα με την ανάπτυξη, την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της ποιότητα ζωής.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 άρχισαν να γίνονται γνωστές έννοιες όπως «Αειφόρος Ανάπτυξη», η οποία οριζόταν ως «η ανάπτυξη που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες». Στη Διάσκεψη του Ρίο (1992) η πρώτη από τις 27 αρχές που αποτελούν τη Διακήρυξη για το περιβάλλον είναι ότι «τα ανθρώπινα όντα βρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος για μια αειφόρο ανάπτυξη». Την ίδια χρονιά η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε το 5ο πρόγραμμα δράσης με θεματικό τίτλο «Στόχος η αειφορία». Από το 2005 και μετά μπαίνει η έννοια «Πράσινη Ανάπτυξη» η οποία μέσα της περιλαμβάνει του γνωστούς μέχρι σήμερα όρους, όπως αυτοσυντηρούμενη ανάπτυξη ή βιώσιμη ανάπτυξη ή αειφόρος ανάπτυξη. "Πράσινη Ανάπτυξη¨ είναι η πρόταση για την αντικατάσταση της ασύστολης εκμετάλλευσης των μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, από ανανεώσιμες πηγές.
Η πράσινη ανάπτυξη είναι μια πρόταση για μια νέου είδους ανάπτυξη, όπου το περιβάλλον και η ποιότητα δεν είναι μια παράμετρος ή μια ακόμα τομεακή πολιτική, αλλά ο κύριος άξονας και η βάση ενός πρωτοποριακού και εναλλακτικού αναπτυξιακού σχεδίου μιας χώρας στη παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η ανάπτυξη εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής ανεμογεννητριών, φωτοβολταïκών, γεωθερμικών και άλλου είδους περιβαλλοντικών τεχνολογιών και η αξιοποίησή τους στην παραγωγή ενέργειας, είναι ένας μόνο από τους τομείς που θα δώσουν νέες θέσεις εργασίας και θα συνεισφέρουν στην προστασία του περιβάλλοντος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπολογίζει ότι θα χρειαστούν 410.000 θέσεις εργασίας προκειμένου η ΕΕ να φτάσει το στόχο του 20% στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική, ηλιακή, βιομάζας). Χρειάζεται όμως ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη ολοκληρωμένων τομεακών πολιτικών και προγραμμάτων, κυρίως στη γεωργία, που θα ξεκινούν από την νομοθεσία, τα οικονομικά κίνητρα, την έρευνα για να υπάρξει η «Πράσινη Ανάπτυξη».
Κύριος στόχος της είναι προστασία του περιβάλλοντος και ειδικά της ικανότητας ανανέωσής του, αλλά και η αύξηση της απασχόλησης και η βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Ο διπλός αυτός στόχος θα επιτευχθεί μέσα από τη δημόσια συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και των φορέων στη λήψη αποφάσεων. Ειδικότερα οι τοπικές αυτοδιοικήσεις οφείλουν μέσα από διαδικασίες διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες, να προσδιορίζουν το τοπικό πλαίσιο δράσεων. Θεωρείται αυτονόητο ότι το τοπικό πλαίσιο δράσης θα προωθεί την «Πράσινη Ανάπτυξη» που λαμβάνει υπόψη της τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά της περιοχής. Θα λαμβάνει όμως υπόψη του και μια σημαντική υποχρέωσή μας, τη διατήρηση των μη ανανεώσιμων πόρων για τις υπάρχουσες και μελλοντικές γενιές.
Τελευταία όλο και συχνότερα ακούμε ότι υποθηκεύουμε, με το τεράστιο χρέος και τα μεγάλα ελλείμματα, το μέλλον των επόμενων γενεών. Με την καθυστέρηση εφαρμογής της «Πράσινης Ανάπτυξης» διακυβεύουμε και την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Η «Πράσινη Ανάπτυξη» αποσκοπεί στην εξασφάλιση πόρων για το μέλλον, αποσκοπεί στην κοινωνική ισότητα ανάμεσα στις παρούσες και μελλοντικές γενιές και αυτό είναι χρέος όλων μας.
Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο έντονα μπαίνει στο καθημερινό μας λεξιλόγιο η έννοια της «Πράσινης Ανάπτυξης». Τα όλο και διογκούμενα προβλήματα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, όπως η ποιότητα του αέρα, η μόλυνση του εδάφους και η προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς μπαίνουν στα προγράμματα των κυβερνήσεων, των κομμάτων και των τοπικών κοινωνιών, παράλληλα με την ανάπτυξη, την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της ποιότητα ζωής.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 άρχισαν να γίνονται γνωστές έννοιες όπως «Αειφόρος Ανάπτυξη», η οποία οριζόταν ως «η ανάπτυξη που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες». Στη Διάσκεψη του Ρίο (1992) η πρώτη από τις 27 αρχές που αποτελούν τη Διακήρυξη για το περιβάλλον είναι ότι «τα ανθρώπινα όντα βρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος για μια αειφόρο ανάπτυξη». Την ίδια χρονιά η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε το 5ο πρόγραμμα δράσης με θεματικό τίτλο «Στόχος η αειφορία». Από το 2005 και μετά μπαίνει η έννοια «Πράσινη Ανάπτυξη» η οποία μέσα της περιλαμβάνει του γνωστούς μέχρι σήμερα όρους, όπως αυτοσυντηρούμενη ανάπτυξη ή βιώσιμη ανάπτυξη ή αειφόρος ανάπτυξη. "Πράσινη Ανάπτυξη¨ είναι η πρόταση για την αντικατάσταση της ασύστολης εκμετάλλευσης των μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, από ανανεώσιμες πηγές.
Η πράσινη ανάπτυξη είναι μια πρόταση για μια νέου είδους ανάπτυξη, όπου το περιβάλλον και η ποιότητα δεν είναι μια παράμετρος ή μια ακόμα τομεακή πολιτική, αλλά ο κύριος άξονας και η βάση ενός πρωτοποριακού και εναλλακτικού αναπτυξιακού σχεδίου μιας χώρας στη παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η ανάπτυξη εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής ανεμογεννητριών, φωτοβολταïκών, γεωθερμικών και άλλου είδους περιβαλλοντικών τεχνολογιών και η αξιοποίησή τους στην παραγωγή ενέργειας, είναι ένας μόνο από τους τομείς που θα δώσουν νέες θέσεις εργασίας και θα συνεισφέρουν στην προστασία του περιβάλλοντος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπολογίζει ότι θα χρειαστούν 410.000 θέσεις εργασίας προκειμένου η ΕΕ να φτάσει το στόχο του 20% στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική, ηλιακή, βιομάζας). Χρειάζεται όμως ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη ολοκληρωμένων τομεακών πολιτικών και προγραμμάτων, κυρίως στη γεωργία, που θα ξεκινούν από την νομοθεσία, τα οικονομικά κίνητρα, την έρευνα για να υπάρξει η «Πράσινη Ανάπτυξη».
Κύριος στόχος της είναι προστασία του περιβάλλοντος και ειδικά της ικανότητας ανανέωσής του, αλλά και η αύξηση της απασχόλησης και η βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Ο διπλός αυτός στόχος θα επιτευχθεί μέσα από τη δημόσια συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και των φορέων στη λήψη αποφάσεων. Ειδικότερα οι τοπικές αυτοδιοικήσεις οφείλουν μέσα από διαδικασίες διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες, να προσδιορίζουν το τοπικό πλαίσιο δράσεων. Θεωρείται αυτονόητο ότι το τοπικό πλαίσιο δράσης θα προωθεί την «Πράσινη Ανάπτυξη» που λαμβάνει υπόψη της τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά της περιοχής. Θα λαμβάνει όμως υπόψη του και μια σημαντική υποχρέωσή μας, τη διατήρηση των μη ανανεώσιμων πόρων για τις υπάρχουσες και μελλοντικές γενιές.
Τελευταία όλο και συχνότερα ακούμε ότι υποθηκεύουμε, με το τεράστιο χρέος και τα μεγάλα ελλείμματα, το μέλλον των επόμενων γενεών. Με την καθυστέρηση εφαρμογής της «Πράσινης Ανάπτυξης» διακυβεύουμε και την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Η «Πράσινη Ανάπτυξη» αποσκοπεί στην εξασφάλιση πόρων για το μέλλον, αποσκοπεί στην κοινωνική ισότητα ανάμεσα στις παρούσες και μελλοντικές γενιές και αυτό είναι χρέος όλων μας.








