Το
να μιλάς σήμερα για τους Ζαπατίστας και τον σουμπ- κομαντάντε Μάρκος,
είναι, ίσως, για πολλούς, σαν να βαδίζεις ξέγνοιαστος σε ανοιξιάτικα
περιβόλια, και να φαντασιώνεσαι αντάρτικα και εξεγέρσεις μιας άλλης
πραγματικότητας. Την ώρα που η μάχη, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διακυβεύεται
σε χώρους και καταστάσεις έξω από το πλαίσιο και το περιβάλλον που
επιτρέπει ανάλογες συγκρίσεις η οποιαδήποτε απόπειρα αναζήτησης
ομοιοτήτων των δυο κόσμων είναι, ίσως, μάταιη.
Πρόσφατα, συμπληρώθηκαν 21 χρόνια από
την πρώτη διακήρυξη των Ζαπατίστας, το ιστορικό «Φτάνει πια». «Όταν ο
υποδιοικητής Μάρκος εμφανίστηκε στην αγορά των μύθων, έφιππος,
μασκοφορεμένος, μιλώντας ποιητικά με μια φωνή άκρως καλλιεργημένη, έγινε
δεκτός ως θαυμαστή έκπληξη, μια έκπληξη που μας επεφύλασσε η χιλιετία
πριν το σκάσει…», αναφέρει ο Μ.Β.Μονταλμπάν στο βιβλίο του: Μάρκος- Η
επανάσταση και οι καθρέφτες.
Παρεμβολή στην μελωδία των ισχυρών
Η ιστορική απόσταση που μας χωρίζει από την εμφάνιση των Ζαπατίστας, δεν είναι χαμένη, πολύ μακριά, μέσα στον χρόνο.
Το 1983 ιδρύθηκε ο Εθνικοαπελευθερωτικός
Στρατός των Ζαπατίστας (EZLN). Δέκα χρόνια αργότερα, λίγο μετά τον
κρότο της κατάρρευσης του τείχους του Βερολίνου και το σώριασμα των
καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», οι εξεγερμένοι ιθαγενείς κάλυψαν
το πρόσωπό τους για να τους δούμε… Η εμφάνιση τους συνέπεσε με την
ανακοίνωση της συμφωνίας περί ελεύθερου εμπορίου, μεταξύ ΗΠΑ-
Καναδά-Μεξικού, τη λεγόμενη NAFTA.
Την ώρα της πλήρους αποθέωσης του
νεοφιλελευθερισμού, της ανιαρής και προβλέψιμης πραγματικότητάς μας, η
φωνή, αυτών «που δεν έχουν φωνή» από τη ζούγκλα του Μεξικό, ήρθε να
παρεμβάλλει στην μελωδία των ισχυρών και να ταράξει τη νηνεμία της
αφήγησης περί «τέλους της Ιστορίας».
Η δεκαετία του ’90, ήταν η δεκαετία της
μεγάλης διάψευσης των προσδοκιών. Της ήττας. Της ιδεολογικής και
πολιτικής υποχώρησης της αριστεράς, καθώς και των κατακτήσεων του κόσμου
της εργασίας. Τη θέση των αιτημάτων που, στο παρελθόν, συντάραξαν την
κατεστημένη τάξη, πήρε η κοινωνία του θεάματος, το εμπόρευμα, η
καταναλωτική μανία, το κυνήγι του κέρδους, ο ανταγωνισμός, η παραίτηση
των μαζών από τα κοινά και η ιδιώτευση.
Ο πόλεμος με τον τρόμο και τον θάνατο
Οι «μασκοφορεμένοι» αντάρτες,
εμφανίστηκαν σε ένα πλαίσιο πολύπλευρης κρίσης τουνεοφιλελευθερισμού,
στην Κεντρική και Νότια Αμερική, όπου οι αρχές της εθνικής και λαϊκής
κυριαρχίας, είχαν καμφθεί. Στη θέση τους οικοδομήθηκαν θεσμοί πάνω από
τα κράτη και πανίσχυρες υπερεθνικές υπηρεσίες, εντός των οποίων, ανάλογα
με τον συσχετισμό δυνάμεων που επικρατούσε και επικρατεί,
διαμορφώνονται οι δεσμευτικές για το εθνικό κράτος κατευθύνσεις.
Επιπρόσθετα, το Μεξικό, λόγω του πλούσιου υπεδάφους, των φυσικών πόρων,
των φθηνών εργατικών χειρών που διαθέτει, καθώς και του γεγονότος ότι
συνορεύει με τις ΗΠΑ, αποτελεί προνομιακό πεδίο- εδώ και δεκαετίες- ωμής
παρέμβασης, του βορειοαμερικάνικου παράγοντα, στα εσωτερικά του.
Από την άλλη μεριά, η επαρχία Τσιάπας,
διαθέτει απ’ τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου και τα σημαντικότερα
κοιτάσματα πετρελαίου του Μεξικού. Ωστόσο, η φτώχεια, οι δείκτες
θνησιμότητας και τα ποσοστά του αναλφαβητισμού, στην περιοχή, προκαλούν
δέος. Ταυτόχρονα, οι διώξεις και ο ρατσισμός σε βάρος των αυτοχθόνων
πληθυσμών είναι συμπεριφορές βαθιά ριζωμένες στην μεξικανική κοινωνία.
Επομένως, οι Ζαπατίστας δεν ήταν
αποτέλεσμα, μονάχα, τοπικών ιδιαιτεροτήτων. Ήταν «γέννημα» ενός
γενικότερου πλαισίου που έχει να κάνει με τις επιθετικές διαθέσεις και
τον ακραίο χαρακτήρα του ίδιου του καπιταλισμού.
Μεταξύ της ζωής και του θανάτου
«Εμείς, έντιμοι και ελεύθεροι άντρες
και γυναίκες, έχουμε συνείδηση ότι ο πόλεμος που κηρύξαμε είναι το
έσχατο, όμως δίκαιο μέτρο…» Με τα λόγια αυτά, από την 1η
Διακήρυξή τους, οι Ζαπατίστας συστήθηκαν στις 32 πολιτείες της χώρας και
τις 5 Ηπείρους, στέλνοντας το μήνυμα ότι θα αντισταθούν στο θάνατο,
δίνοντας ακόμα και τη ζωή τους.
Η εικόνα του Μάρκος, αν και δεν μπορεί
να συγκριθεί με αυτή του θρυλικού «Τσε» -και ούτε ποτέ, σύμφωνα με τον
ίδιο, είχε τέτοιες αξιώσεις-, ήταν το παράθυρο του EZLN προς τον έξω
κόσμο, προκειμένου η παγκόσμια κοινότητα να στρέψει το βλέμμα της προς
τη ζούγκλα Λακαντόνα. Ο Μάρκος, γοήτευσε και συνάρπασε, με ένταση, τον
φαντασιακό και αξιακό κόσμο πολλών ανθρώπων ανά την υφήλιο. Πατώντας
πάνω στους λαϊκούς συμβολισμούς, τα στοιχεία μυθολογίας των
λατινοαμερικάνων και τις αλληγορίες και τους μύθους των ιθαγενών, οι
Ζαπατίστας μπολιάστηκαν με άλλα ιδεολογικά στοιχεία, αναρχικής και
κομμουνιστικής, κυρίως, προέλευσης.
Σε αντίθεση με άλλα ένοπλα αντάρτικα,
θεώρησαν πως η δράση δεν μπορεί να περιορίζεται απλά σε πολεμικές
επιχειρήσεις ή πολιτικές συμφωνίες. Κατανόησαν πως πρέπει να καταθέσουν
το στίγμα τους στο ευρύ κοινό. Οι πρωτοχρονιάτικες διακηρύξεις τους, οι
καμπάνιες, το ίντερνετ, τα εμπορικά τρυκ με τον «καφέ Τσιάπας», τα
συνθήματά τους που έχουν εξαπλωθεί παντού, η λογοτεχνική ικανότητα του
Μάρκος κ.ά., επιστρατεύθηκαν ως μορφή δράσης και επικοινωνίας με τα
πλήθη. Με τον τρόπο αυτό, κατάφεραν να στρέψουν το βλέμμα της παγκόσμιας
κοινής γνώμης στις άσχημες συνθήκες επιβίωσης τους και στα αιτήματά
τους για δουλειά, γη, τροφή, στέγη, υγεία, εκπαίδευση, ανεξαρτησία,
δημοκρατία, πολιτισμό και δικαίωμα στην πληροφόρηση.
Η παρέμβασή τους ήταν τόσο εκφραστική,
όσο και επινοητική. Μπόρεσαν να αποτυπώσουν την ιδιαίτερη ταυτότητά τους
μέσα από ένα πλέγμα δράσης, συμβολισμών και σύλληψης ιδεών.
Τον περασμένο Μάιο, ο υποδιοικητής
Μάρκος, έπαψε, σε συμβολικό επίπεδο, «να υφίσταται», όπως ο ίδιος
ανακοίνωσε. Στο πλευρό των εξεγερμένων, όμως, ο ίδιος, συνεχίζουν μαζί,
«με τις πληγές των ψυχών τους να ανοίγουν εκεί που δεν το περιμένεις».
Η παρακαταθήκη της απείθειας
Με τα ίχνη των εξεγερμένων χρόνων
και της αμφισβήτησης να ξεθωριάζουν στον ιστορικό χάρτη, οι Ζαπατίστας
και ο Μάρκος φαντάζουν σαν την τελευταία, ίσως, έκφραση της
επικήςδεολογίας. Μιας ιδεολογίας αντιαυταρχικής και αντιεξουσιαστικής
που μπορούμε να την συναντήσουμε σε ανάλογα κινήματα και πρόσωπα,
περασμένων δεκαετιών, που ενσάρκωσαν δυνατά την προσδοκία για την αλλαγή
του κόσμου, της ζωής των ανθρώπων και των προϋποθέσεων της ζωής.
Το «μοντέλο» Ζαπατίστας, ήταν, εξ αρχής,
βέβαιο ότι δεν αντιστοιχούσε στις καταστάσεις που προσδιορίζουν την
αναπτυγμένη Δύση. Η σθεναρή τους αντίσταση να μην διεκδικήσουν ποτέ την
εξουσία και να μετατραπούν σε πολιτικό κόμμα, αλλά αντίθετα να
προσπαθήσουν να διατηρηθούν ως «κίνημα ανεξάρτητο απ’ το κράτος, ώστε να
μην απορριφθεί από την λογική του», ξανάνοιξε μεν, έναν ουσιαστικό
διάλογο για το ζήτημα της διακυβέρνησης και την εξουσία, (εκεί μπαίνει
και η συζήτηση για τα εγχειρήματα των Τσάβεζ, Μοράλες, Κορέα κ.λπ.)
ωστόσο δε, τους ίδιους τους κατέταξε στο συλλογικό υποσυνείδητο ως ένα
κίνημα διαμαρτυρίας.
Όμως, οι εξεγερμένοι ιθαγενείς του
Μεξικό, δεν επανέρχονται κάθε τόσο στην επικαιρότητα, λόγω των
επετειακών εκδηλώσεων ή διακηρύξεών τους ή ακόμη περισσότερο ως
νοσταλγική διάθεση για την χαμένη ουτοπία. Αφενός, γιατί ο αγώνας τους
συνεχίζεται, αφετέρου, γιατί η παρουσία τους συμβολίζει κάτι πιο βαθύ
και ουσιαστικό. Κάτι που πηγάζει απ’ την ίδια την ιδιοσυγκρασία του
ανθρώπου, όταν η ίδια μας η ζωή γίνεται αβίωτη. Είναι η ανάγκη της
αντίστασης και η παρακαταθήκη της απείθειας.
Είναι η εξεγερμένη αξιοπρέπεια εκείνων
που κάνει τους εαυτούς μας να αντικρίζουμε τους καθρέφτες του σύγχρονου
κόσμου με ντροπή Είναι το καλυμμένο πρόσωπο των ιθαγενών «για να τους
δουν οι νεκροί, που πεθαίνουν για να ζήσουν»… Και για μας, να
ξαναπιάσουμε το νήμα της αντίστασης, εκεί που το αφήσαμε.
*Ο Κωνσταντίνος Ζαγάρας
είναι επιστημονικός συνεργάτης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ
και υποψήφιος διδάκτωρ Κοινωνιολογίας.
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εποχή», 15/3/2015)
1 σχόλιο:
Πρώτη φορά αριστερά,με υπουργό άμυνας της ακροδεξιάς....
Απίστευτο κι΄όμως Ελληνικό...
Δημοσίευση σχολίου