Του Μανόλη Γιακουμάκη* , www.aixmi.gr
Παλιότερα, προ ευρώ, πτώχευση της χώρας θα σήμαινε στάση πληρωμών
προς το εξωτερικό και εκτύπωση υποτιμημένου χρήματος και διάθεση του στο
εσωτερικό. Μπορεί να χρειαζόταν εισόδημα 15 ετών για να αγοράσεις το
χειρότερο αυτοκίνητο ή εισόδημα 5 ετών για να αγοράσεις ένα laptop,
όμως χρήματα υπήρχαν για να αγοράσεις τα καθημερινά και να κινηθεί η
εθνική οικονομία.
Με σημερινούς όρους, πτώχευση της χώρας θα
σημάνει στάση πληρωμών τόσο προς το εσωτερικό όσο και προς το εξωτερικό.
Η στάση πληρωμών προς το εσωτερικό είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα
δημιουργήσει σε απευκταίες καταστάσεις που, προφανώς, δεν μπορεί κανείς
να ελέγξει αλλά και κανείς δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη να τις
προκαλέσει.
Όσο η χώρα μας δεν έχει τη δυνατότητα να δανείζεται
από την αγορά χρήματα με εύλογο επιτόκιο, τα κάθε είδους Mνημόνια θα
είναι αναγκαία. Βέβαια, είναι δικαιολογημένο να υπάρχουν προβληματισμοί
για τη σκοπιμότητα ψήφισης του νέου Mνημονίου. Στα πλαίσια αυτών των
προβληματισμών διατυπώνονται επιχειρήματα όπως: «Το νέο Mνημόνιο δεν έχει το σωστό μείγμα πολιτικής» ή «Είναι λάθος και αναποτελεσματικό να πουλάς βεβιασμένα εθνικό πλούτο» ή «Είναι εθνικά υποτελές να αντιμετωπίζεται η εκλεγμένη κυβέρνηση ως υπάλληλος των δανειστών» ή «Το νέο Mνημόνιο δεν βγάζει τη χώρα από την κρίση».
Ακόμα και αν τα επιχειρήματα αυτά έχουν σημαντική δόση αλήθειας,
αποκτούν δευτερεύουσα σημασία αν αντιπαρατεθούν στο αντεπιχείρημα «ναι
αλλά τι θα συμβεί αν δεν εισπράξουμε την επόμενη και τις επόμενες
δόσεις;»
Όμως, παρά τα Mνημόνια
και τη διεθνή βοήθεια, το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε σε μια κατάσταση που
η επιστροφή στη δραχμή θα μοιάζει ως η μοναδική λύση για τη χώρα μας,
δεν είναι απίθανο. Μια τέτοια εξέλιξη είναι δυνατόν να θέσει
υπό επανεξέταση τις βασικές συνισταμένες των πολιτικών επιλογών της
χώρας μας, να ακυρώσει προσπάθειες δεκαετιών και να οδηγήσει τη χώρα στο
περιθώριο και τη φτώχεια για πολλές δεκαετίες.
Ο πυρήνας των
χωρών της ευρωπαϊκής ένωσης είναι εύλογο και συμφέρον να επιθυμεί την
αποκατάσταση της ομαλής οικονομικής λειτουργίας για την Ελλάδα. Δηλαδή,
την οικονομική της εξυγίανση και την έξοδό της στις διεθνείς αγορές.
Το οικονομικό μέγεθος της χώρας επιτρέπει, με σχετική ευκολία, την
οικονομική της στήριξη. Όμως, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, με σχετική
ευκολία μπορούν να δουν θετικά, τουλάχιστον κάποιοι εξ’ αυτών, την
έξοδο μας από την νομισματική ένωση, εξισορροπώντας με κατάλληλα μέτρα
πρόσκαιρους κλυδωνισμούς που θα προκληθούν στο ευρώ.
Σε ένα τέτοιο
περιβάλλον, οι επιλογές μας είναι κρίσιμες και καθοριστικές. Αποτελεί
αναμφισβήτητη εθνική στόχευση η συμμετοχή μας στο κτίσιμο της ενωμένης
Ευρώπης ως ισότιμο μέλος και η παραμονή μας στην νομισματική ένωση ή
στοχεύουμε σε μια «βαλκανική» «υπερήφανη» χώρα; Η συνέχιση της
ευρωπαϊκής μας πορείας απαιτεί εθνική αυτογνωσία, πολιτική σταθερότητα
και αξιόπιστη άσκηση πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, το «Μεσοπρόθεσμο» σήμερα είναι μονόδρομος.
Όμως, μετά την ψήφιση του είναι σαφές ότι τίθεται επιτακτικά η ανάγκη
αναβάθμισης της κυβέρνησης από μια κυβέρνηση είσπραξης των δόσεων σε μια
κυβέρνηση ικανής να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από τη κρίση. Για χάρη
αυτής της αναβάθμισης αξίζει, μεταξύ άλλων, να διερευνηθεί η
διεύρυνση της πολιτικής της στήριξης, η αξιοποίηση έμπειρων και ικανών
προσώπων, η υπέρβαση ιδιοτελών κομματικών ή προσωπικών στρατηγικών.
Η δυσπιστία που εκφράζεται από μερίδα των πολιτών προς τα πολιτικά
σχήματα και τους πολιτικούς σε συνδυασμό με την ποιότητα του πολιτικού
λόγου που διακινείται, αποτελούν χαρακτηριστικά μιας κρίσης που η
τριανταεπτάχρονη Κοινοβουλευτική μας Δημοκρατία δυσκολεύεται να
ξεπεράσει. Σε αυτές τις συνθήκες, οι ευθύνες των πολιτικών είναι
μέγιστες και το κόστος των πιθανών λαθών τους μεγάλο.
*Ο
Μανόλης Γιακουμάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πληροφορικής
του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και διδάκτωρ Μηχανικός Υπολογιστών
του ΕΜΠ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου