Του Ξενοφών Βαϊζογλου
Όπως
τα Χριστούγεννα έτσι και την Πρωτοχρονιά, την παραμονή όλα τα παιδιά κατά
ομάδες, όταν σουρούπωνε επισκέπτονταν όλα τα σπίτια και τραγουδούσαν τα
κάλαντα:
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου
δεντρολιβανιά
κι αρχή, κι αρχή καλός μας χρόνος,
εκκλησιά, εκκλησιά με τ΄ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός, Άγιος και πνευματικός,
στη γη, στη γη να περπατήσει
και να μας, και να μας καλοκαρδίσει.
κι αρχή, κι αρχή καλός μας χρόνος,
εκκλησιά, εκκλησιά με τ΄ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός, Άγιος και πνευματικός,
στη γη, στη γη να περπατήσει
και να μας, και να μας καλοκαρδίσει.
Άγιος Βασίλης έρχεται, άρχοντες το κατέχετε,
από, από την Καισαρεία, ζησ΄ αρχό, ζήσ' αρχόντισσα κυρία.
Βαστάει εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι, δες και με, δες κι εμέ το παλικάρι.
Σ΄ αυτό το σπίτι που ΄ρθαμε, πέτρα, πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια, χίλια χρόνια να ζήσει.”
Η νοικοκυρά άνοιγε την πόρτα
να τους ακούσει και στο τέλος έδινε σε κάθε παιδί από μια δεκάρα ή εικοσάρα ή
πεντούλι, ή ξυλοκέρατο ή ακόμη και φρούτα.
Οι μεγάλοι ντυνόντουσαν καρναβάλια,
φορούσαν συνήθως παλιά ρούχα, κρύβοντας το πρόσωπο με κάποιο τσεμπέρι(μαντήλα),φορούσαν ανάποδα το σακάκι ή την
κάπα(υφαντό παλτό τσομπάνου με κουκούλα, από τρίχα γίδας), στη μέση τους κρεμούσαν
κουδούνια, καμιά φορά ντυνόντουσαν οι άνδρες νύφες και οι γυναίκες γαμπροί, δεν
τραγουδούσαν τα κάλαντα, ούτε μιλούσαν, μπαίνοντας στον οντά του σπιτιού, όπου
βρισκόταν όλη οι οικογένεια, χορεύοντας κυκλικά πείραζαν ή τσιμπούσαν τον σπιτονοικοκύρη.
Ηταν επιτυχία των καρναβαλιστών, όταν
δεν τους αναγνώριζαν, όταν όμως αναγνώριζαν κάποιον τότε αγκαλιάζονταν και
ανταλλάσσαν ευχές για τον καινούργιο χρόνο.
Η
νοικοκυρά κερνούσε τον καθένα τσίπουρο με μεζέ τηγανιάς ή τσιγλάνια
(τσιγαρίδες).
Η
νοικοκυρά από νωρίς την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, ετοίμαζε την βασιλόπιτα,
άνοιγε στον σοφρά το φύλλο της βασιλόπιτας και το άπλωνε στο ταψί με ενδιάμεση
γέμιση φέτας, τοποθετώντας και το φλουρί που ήταν μια δεκάρα ή εικοσάρα ή
πεντούλι.
Την
Βασιλόπιτα την έψηνε στο φούρνο της ξυλόσομπας.
Ετοίμαζε
επίσης την Πρωτοχρονιάτικη σούπα με τον κόκορα.
Ανήμερα
της Πρωτοχρονιάς έβαζαν τα καλά τους και πήγαιναν στην εκκλησία, μετά το πέρας
της λειτουργίας και την επιστροφή τους στο σπίτι, όλη η οικογένεια κάθονταν σε
σκαμνάκια περιμετρικά του σοφρά, η δε νοικοκυρά έβαζε στην μέση την βασιλόπιτα.
Ο
αρχηγός του σπιτιού αφού την σταύρωνε
την έκοβε σε κομμάτια όσα τα μέλη της οικογένειας, επί πλέον έκοβε κομμάτια για
τον Χριστό, την Παναγία και για το σπίτι.
Ο
μικρότερος της οικογένειας πήγαινε σε μια γωνία του σπιτιού και έλεγε τα
ονόματα στα οποία ανήκε το κομμάτι της βασιλόπιτας.
Αυτός
που θα του τύχαινε το φλουρί ήταν ο τυχερός της χρονιάς και θα έπρεπε
τουλάχιστον για την ημέρα της Πρωτοχρονιάς να κάμνει όλες τις δουλειές και τα
θελήματα της οικογένειας.
Στην
συνέχεια σέρβιρε η νοικοκυρά την σούπα με τον κόκορα.
Στο
τέλος του πρωτοχρονιάτικου γεύματος παρατηρούσαν το κόκαλο του στήθους του
κόκορα, αν στην άκρη είχαν μείνει τρίχες από το κρέας του κόκορα, τότε έλεγαν
πως στο σπίτι θα έχουν πολλά μπερεκέτια(αφθονία αγαθών), επίσης παρατηρούσαν το
κόκαλο του στήθους και αν σε αυτό δεν υπήρχε καμία τρύπα, τότε δεν θα υπήρχε
στην χρονιά θάνατος.
Κατά την
διάρκεια των εορτών των Χριστουγέννων και μέχρι τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς
οι άνδρες του χωριού μαζευόντουσαν στο καφενείο του χωριού, κάθε βράδυ και
παίζανε 21(τυχερό παιχνίδι τράπουλας), η κορύφωση του παιχνιδιού ήταν το βράδυ
της Πρωτοχρονιάς, στόχος όλων ήταν να κερδίσουν τον Γιάννη Πρόεδρο του χωριού.
Επίσης ήταν η χαρά του καφετζή, γιατί τα κέρδη του εκείνων των ημερών ανέβαιναν
κατακόρυφα.
Ολή την
ημέρα της Πρωτοχρονιάς αντάλλασαν ευχές μεταξύ τους, για το Νέο Ετος και
προσπαθούσαν να μην ανταλλάξουν κουβέντες, για είναι το Ετος τυχερό μαζί τους.
ΚΑΛΗ
ΧΡΟΝΙΑ
Εύχομαι φέτος η φλόγα της αγάπης να καίει, για να ζεσταίνει και να
μαλακώνει τις καρδιές όλων.
Υγεία και Ευτυχία να έχετε
Ξενοφών
Βαΐζογλου
Ιστορικός
Ερευνητής Νεράιδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου